ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

«Ανάσταση» τζίρου προσδοκά η αγορά της Θεσσαλονίκης

Το λιανεμπόριο ψάχνει διέξοδο από τον λαβύρινθο των ανατιμήσεων - Προσγειωμένοι οι επαγγελματίες ενόψει Πάσχα - Οι νέες ισορροπίες που διαμορφώνονται στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις οι οποίες δεν παραδίδουν εύκολα τα όπλα

 25/04/2024 06:50

«Ανάσταση» τζίρου προσδοκά η αγορά της Θεσσαλονίκης

Του Μανώλη Στεφανίδη

Μικρές ανάσες… λύτρωσης από τα Πάθη της ακρίβειας αναζητά η χειμάζουσα αγορά της Θεσσαλονίκης με το λιανεμπόριο να παλεύει κάθε μέρα μέσα σε ένα ασφυκτικό περιβάλλον, εν μέσω πρωτοφανούς αβεβαιότητας με τα «κανόνια» της ακρίβειας να δίνουν τον τόνο.

Η εν εξελίξει κρίση ανάμεσα σε Ιράν και Ισραήλ προσθέτει νέες δόσεις ανασφάλειας στον εμπορικό κόσμο καθώς οι συνεχείς τριγμοί και ανακατατάξεις στην παγκόσμια γεωπολιτική σκακιέρα απειλούν να φέρουν νέα κύματα ακρίβειας σε τρόφιμα και καύσιμα, ωθώντας τους πολίτες σε περαιτέρω συγκράτηση των δαπανών τους με ένδυση και υπόδηση να πληρώνουν το μάρμαρο.

Υπό αυτό το πρίσμα, τονωτικές ενέσεις ρευστότητας αναμένουν οι επαγγελματίες μετά από ένα υποτονικό πρώτο τρίμηνο του 2024 με χαμηλούς τζίρους για τις εμπορικές επιχειρήσεις. Πλέον στρέφουν το βλέμμα τους στην περίοδο του Πάσχα, ελπίζοντας να κερδίσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας από έναν τζίρο που το 2023 κινήθηκε πέριξ του 1,5 δισ. ευρώ πανελλαδικά (περιλαμβάνει και τις δαπάνες για τρόφιμα).

Οι ανελαστικές δαπάνες, όπως το ακριβότερο κόστος στέγασης, τα ακριβότερα τρόφιμα και τα ακριβότερα καύσιμα δεν αφήνουν και πολλά περιθώρια στα νοικοκυριά για άλλα έξοδα με τους εμπόρους να κάνουν λόγο για μία «μουδιασμένη» αγορά στο σύνολό της, εγκλωβισμένη στη δίνη της ακρίβειας που καθιστά τις δαπάνες για ένδυση και υπόδηση μικρή πολυτέλεια.

Μέσα σε αυτό το θολό τοπίο, τα σύννεφα προβληματισμού και ανησυχίας, για τις επιδόσεις της αγοράς, πυκνώνουν πάνω από τον εμπορικό κόσμο με τις προσδοκίες για την εορταστική περίοδο του Πάσχα να προσγειώνονται απότομα στο λιανεμπόριο της πόλης το οποίο κινείται υποτονικά μετά τα Χριστούγεννα που κατά γενική ομολογία επανέφεραν συγκρατημένα χαμόγελα ακόμα και στους μικρούς.

Η ακρίβεια βάζει τους όρους

Στο πλαίσιο αυτό, νέες εύθραυστες ισορροπίες στον κόσμο του λιανεμπορίου της Θεσσαλονίκης διαμορφώνουν οι πολλαπλές κρίσεις με την αγορά να επιχειρεί να προσαρμοστεί όσο το δυνατόν ταχύτερα σε ένα περιβάλλον που θυμίζει όλο και περισσότερο κινούμενη άμμο. Η ακρίβεια που έχει ριζώσει πλέον δεν επιτρέπει στο επιχειρείν να αναπτύξει δυναμική με τις μεγάλες αλυσίδες, ακόμα και την περίοδο των γιορτών, να μαζεύουν το «χαρτί».

Οι συνθήκες μεταβάλλονται, τα επιχειρηματικά μοντέλα προσπαθούν να ακολουθήσουν και ο πυρήνας στο DNA του λιανεμπορίου αλλάζει. Οι σταθερές της αγοράς τρίζουν συθέμελα με τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις να έχουν ακόμα σφυγμό, αν και οι αντοχές τους εξαντλούνται.

Ναι μεν η πανδημία δεν έφερε την καταστροφή όπως πολλοί προέβλεπαν με την κρατική στήριξη να συμβάλλει καθοριστικά στη διάσωση των μικρομεσαίων σε συνθήκες εκτάκτου ανάγκης αλλά η λαίλαπα ακρίβειας που ακολούθησε και μας συντροφεύει σταθερά κρατά… σε αποστάσεις ασφαλείας από τα ταμεία των καταστημάτων τους καταναλωτές που δίνουν προτεραιότητα στην κάλυψη άλλων αναγκών και όχι στις εξορμήσεις στα μαγαζιά.

Πίσω από την φανταχτερή βιτρίνα

Αν και στην κυρίαρχη Τσιμισκή οι ανακατατάξεις και οι μετακομίσεις καταστημάτων πάνε και έρχονται δίνοντας την αίσθηση φρεσκάδας και ζωντάνιας στο ακμάζων, με την πρώτη ματιά, εμπορικό κέντρο της πόλης, η πραγματικότητα διαφέρει με το καταναλωτικό ενδιαφέρον να καταγράφει διαρκή βαρομετρικά χαμηλά. Ακόμα και οι πολυεθνικές που παραμένουν σε θέση ισχύος, ρίχνουν τα κατάλληλα δολώματα, εκπτώσεις, προσφορές, κουπόνια, πέρα από την περίοδο των εκπτώσεων, για να κρατούν ζεστούς τους καταναλωτές και… τα έσοδά τους.

Δεν είναι σπάνιο φαινόμενο οι περιπτώσεις καταστημάτων στην Τσιμισκή, εκεί δηλαδή που χτυπά η καρδιά της αγοράς, καταστήματα να «κατεδαφίζουν» τις τιμές, πάνω και από 50%, σε όλα τα προϊόντα που διαθέτουν.

Είναι ενδεικτικό πως ακόμα και τα τρικ που εφαρμόζουν οι έμποροι για να ζεστάνουν τα «παγωμένα» ταμεία δεν φέρνουν ιδιαίτερο αποτέλεσμα.

Η παγωμάρα, η μάχη επιβίωσης και τα πρώτα αχνά σημάδια αισιοδοξίας

Υπό αυτό το πρίσμα, οι προσπάθειές τους να συρρικνώσουν το απόθεμα των προϊόντων του προηγούμενου διαστήματος εφαρμόζοντας γενναίες εκπτώσεις και προσφορές για να δελεάσουν τους καταναλωτές, μάλλον στέφονται από μερική αποτυχία καθώς τα αποτελέσματα δεν είναι ενθαρρυντικά με τους πολίτες να κοιτούν με ενδιαφέρον τις φανταχτερές βιτρίνες χωρίς να κάνουν το τολμηρό βήμα να βάλουν το χέρι στην τσέπη για αγορές.

H παγωμάρα στην αγορά αποδίδεται στο «πιεσμένο» διαθέσιμο εισόδημα και την κακή ψυχολογία των καταναλωτών, απόρροια των ασταμάτητων ανατιμήσεων σε είδη πρώτης ανάγκης.

Όσο οι δαπάνες των καταναλωτών διογκώνονται για τρόφιμα και βασικά καταναλωτικά αγαθά, τόσο παίρνουν τον κατήφορο για ρούχα ή υποδήματα, με την αγορά να εισέρχεται σε έναν φαύλο κύκλο. Το μαχαίρι στις δαπάνες για ένδυση και υπόδηση πλήττει δυσανάλογα μικρομεσαίους και μικρομάγαζα της γειτονιάς, σε σχέση με τις πολυεθνικές, που μάχονται για την επιβίωσή τους.

Πάντως κάποια ψήγματα αισιοδοξίας έχουν ήδη αρχίσει να διαφαίνονται με δεδομένο πως σημαντική αποκλιμάκωση στον πληθωρισμό τροφίμων και μειώσεις των τιμών στα προϊόντα άμεσης κατανάλωσης νοικοκυριού και ατομικής φροντίδας, αποτυπώνονται στα στοιχεία πληθωρισμού που ανακοινώθηκαν από την ΕΛΣΤΑΤ. Μάλιστα, ο πληθωρισμός τροφίμων μειώθηκε διαδοχικά από 8,3% τον Ιανουάριο σε 6,7% τον Φεβρουάριο και σε 5,3% τον Μάρτιο.

Επιπλέον, σύμφωνα με τα στοιχεία ιδιαίτερα σημαντικές μειώσεις τιμών καταγράφονται σε επίπεδο μήνα (Φεβρουάριος-Μάρτιος) στις εξής κατηγορίες τροφίμων: νωπά λαχανικά (-6,3%), νωπά ψάρια (-5,4%), χοιρινό κρέας (-2,1%) και τυριά (-1,4%). Μειώσεις τιμών καταγράφονται επίσης και σε μη τρόφιμα, προϊόντα που αποτέλεσαν αντικείμενο της ρύθμισης του υπουργείου Ανάπτυξης για μείωση των παροχών των προμηθευτών προς τα σούπερ μάρκετ. Στα είδη άμεσης κατανάλωσης νοικοκυριού καταγράφεται πτώση τιμών κατά -2,1% και στα είδη ατομικής φροντίδας κατά -2,5% τον Μάρτιο του 2024 σε σχέση με τον Μάρτιο του 2023.

Αν οι εν λόγω ενδείξεις αποσυμπίεσης των πληθωριστικών πιέσεων παγιωθούν, οι καταναλωτές θα είναι πιο πρόθυμοι να διαθέσουν χρήματα για ρούχα και παπούτσια.

Το παλεύουν γερά οι καταναλωτές

Το κλίμα στην αγορά αναδεικνύει η έρευνα οικονομικής συγκυρίας του ΙΟΒΕ. Ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης ενισχύθηκε ελαφρά τον Μάρτιο και διαμορφώθηκε στις -44,7 μονάδες, έναντι -47,2 μονάδες τον Φεβρουάριο. Οι Έλληνες καταναλωτές εμφανίζονται και τον Μάρτιο ως οι περισσότερο απαισιόδοξοι στην ΕΕ. Επίσης, σημειώνονται ήπιες μεταβολές προσδοκιών για την οικονομική κατάσταση της χώρας και για τη δική τους.

Συγκεκριμένα, οι αρνητικές εκτιμήσεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους κατά τους προηγούμενους 12 μήνες κλιμακώνονται οριακά τον Μάρτιο στις -53,1 μονάδες (έναντι -52,3). Το 68% των νοικοκυριών εκτίμησε ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης, ενώ μόλις το 3% θεωρεί πως επήλθε μικρή βελτίωση.

Οι προβλέψεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους κατά τους προσεχείς 12 μήνες ενισχύθηκαν ήπια τον Μάρτιο, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -42,3 (από -45,6) μονάδες τον Φεβρουάριο. Το 57% (από 60%) των νοικοκυριών αναμένει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης, ενώ το 9% προβλέπει μικρή βελτίωση. Πιο αισιόδοξες και οι προβλέψεις για την οικονομική κατάσταση της χώρας. 

Ο αρνητικός δείκτης των προβλέψεων των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας τους το προσεχές 12-μηνο παρουσίασε μικρή υποχώρηση τον Μάρτιο και διαμορφώθηκε στις -42,3 (από -44,6) μονάδες. Ποσοστό 59% (από 61%) των καταναλωτών προέβλεψε ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας, έναντι του 19% (από 21%) το οποίο αναμένει σταθερότητα.

Πρόθυμοι να ξοδέψουν…

Η έρευνα του ΙΟΒΕ καταδεικνύει αισθητή ενίσχυση στην πρόθεση για μείζονες αγορές. Συγκεκριμένα, η πρόθεση των καταναλωτών για σημαντικές αγορές τους προσεχείς 12 μήνες (επίπλων, ηλεκτρικών συσκευών κ.λπ.) ενισχύθηκε αισθητά με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -40,9 (από -46,3) μονάδες. Το 49% (από 56%) των καταναλωτών προέβλεψε ότι θα προβεί σε λιγότερες ή πολύ λιγότερες δαπάνες, ενώ το 4% (από 4%) αναμένει το αντίθετο. Οι ευρωπαϊκοί δείκτες διαμορφώθηκαν στις -16,6 μονάδες στην ΕΕ και στις -17,9 μονάδες στην Ευρωζώνη.

Παράλληλα, καταγράφεται αποκλιμάκωση των προβλέψεων για άνοδο των τιμών. Ο θετικός δείκτης για τις προβλέψεις μεταβολών στις τιμές τους προσεχείς 12 μήνες αποκλιμακώθηκε έντονα τον Μάρτιο και διαμορφώθηκε στις +23,0 μονάδες, έναντι +32,1 μονάδων τον Φεβρουάριο. Το 52% (από 57%) των νοικοκυριών προέβλεψε άνοδο τιμών με τον ίδιο ή ταχύτερο ρυθμό και το 16% (από 16%) αναμένει σταθερότητα.

…αλλά και ανασφαλείς

Τέλος, ενισχύεται το ποσοστό των νοικοκυριών που αισθάνονται ανασφάλεια για τη μελλοντική οικονομική κατάστασή τους. Στο ερώτημα το οποίο αξιολογεί το βαθμό αβεβαιότητας των νοικοκυριών ως προς τις μελλοντικές οικονομικές εξελίξεις, το 59% έκρινε τον Μάρτιο ότι η οικονομική κατάστασή του μπορεί να προβλεφθεί δύσκολα ή σχετικά δύσκολα, από 57% τον προηγούμενο μήνα.

Δυσκολεύεται αλλά έχει σφυγμό το λιανεμπόριο

Παρά τις συμπληγάδες από τις οποίες περνά, το λιανεμπόριο με νύχια και με δόντια στέκεται όρθιο. Πάνω από 140.000 επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στο λιανικό εμπόριο με τον κύκλο εργασιών το 2023 να ανέρχεται σε 56,2 δισ. ευρώ (+3,8% σε σχέση με το 2022), σύμφωνα με στοιχεία του ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ.

Περίπου 1 στα 8 ευρώ που κυκλοφορεί στην ελληνική οικονομία προέρχεται από το λιανικό εμπόριο αλλά σύμφωνα με τον δείκτη όγκου λιανικού εμπορίου υποχώρησε κατά 3,3% το 2023, γεγονός που καταδεικνύει την έντονη επίδραση των πληθωριστικών πιέσεων στην «καρδιά» της ελληνικής οικονομίας.

Το λιανικό εμπόριο συμβάλλει στη συνολική απασχόληση της ελληνικής οικονομίας κατά 11,6% (493.000 θέσεις εργασίας), συμμετέχει κατά 18,8% στον συνολικό αριθμό εργοδοτών. Σήμερα σε κάθε εργοδότη στο λιανικό εμπόριο αντιστοιχούν 5,6 μισθωτοί εργαζόμενοι από 4,3 το 2009.

Το 2022 το μερίδιο της συνολικής δαπάνης για αγορά ειδών ένδυσης είναι το χαμηλότερο των τελευταίων ετών (3,3%), με εξαίρεση το πανδημικό 2020, βάσει στοιχείων του ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ.

Την ίδια στιγμή, 6 στους 10 πραγματοποιούν αγορές μέσω e-shop με τους καταναλωτές να κοιτούν κυρίως τιμή και ποιότητα πριν αποφασίσουν να βάλουν το χέρι στην τσέπη.

Πάντως, το 2024 δεν έχει μπει με το δεξί για το λιανικό εμπόριο καθώς, βάσει ανάλυσης της Eurobank, oι πωλήσεις σε όρους όγκου στο λιανεμπόριο κατέγραψαν απότομη μείωση τον Ιανουάριο (-5,8% από +2,2% τον Δεκέμβριο του 2023 σε μηνιαία βάση), κρούοντας καμπανάκια για την πορεία της ιδιωτικής κατανάλωσης.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 21.04.2024

Του Μανώλη Στεφανίδη

Μικρές ανάσες… λύτρωσης από τα Πάθη της ακρίβειας αναζητά η χειμάζουσα αγορά της Θεσσαλονίκης με το λιανεμπόριο να παλεύει κάθε μέρα μέσα σε ένα ασφυκτικό περιβάλλον, εν μέσω πρωτοφανούς αβεβαιότητας με τα «κανόνια» της ακρίβειας να δίνουν τον τόνο.

Η εν εξελίξει κρίση ανάμεσα σε Ιράν και Ισραήλ προσθέτει νέες δόσεις ανασφάλειας στον εμπορικό κόσμο καθώς οι συνεχείς τριγμοί και ανακατατάξεις στην παγκόσμια γεωπολιτική σκακιέρα απειλούν να φέρουν νέα κύματα ακρίβειας σε τρόφιμα και καύσιμα, ωθώντας τους πολίτες σε περαιτέρω συγκράτηση των δαπανών τους με ένδυση και υπόδηση να πληρώνουν το μάρμαρο.

Υπό αυτό το πρίσμα, τονωτικές ενέσεις ρευστότητας αναμένουν οι επαγγελματίες μετά από ένα υποτονικό πρώτο τρίμηνο του 2024 με χαμηλούς τζίρους για τις εμπορικές επιχειρήσεις. Πλέον στρέφουν το βλέμμα τους στην περίοδο του Πάσχα, ελπίζοντας να κερδίσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας από έναν τζίρο που το 2023 κινήθηκε πέριξ του 1,5 δισ. ευρώ πανελλαδικά (περιλαμβάνει και τις δαπάνες για τρόφιμα).

Οι ανελαστικές δαπάνες, όπως το ακριβότερο κόστος στέγασης, τα ακριβότερα τρόφιμα και τα ακριβότερα καύσιμα δεν αφήνουν και πολλά περιθώρια στα νοικοκυριά για άλλα έξοδα με τους εμπόρους να κάνουν λόγο για μία «μουδιασμένη» αγορά στο σύνολό της, εγκλωβισμένη στη δίνη της ακρίβειας που καθιστά τις δαπάνες για ένδυση και υπόδηση μικρή πολυτέλεια.

Μέσα σε αυτό το θολό τοπίο, τα σύννεφα προβληματισμού και ανησυχίας, για τις επιδόσεις της αγοράς, πυκνώνουν πάνω από τον εμπορικό κόσμο με τις προσδοκίες για την εορταστική περίοδο του Πάσχα να προσγειώνονται απότομα στο λιανεμπόριο της πόλης το οποίο κινείται υποτονικά μετά τα Χριστούγεννα που κατά γενική ομολογία επανέφεραν συγκρατημένα χαμόγελα ακόμα και στους μικρούς.

Η ακρίβεια βάζει τους όρους

Στο πλαίσιο αυτό, νέες εύθραυστες ισορροπίες στον κόσμο του λιανεμπορίου της Θεσσαλονίκης διαμορφώνουν οι πολλαπλές κρίσεις με την αγορά να επιχειρεί να προσαρμοστεί όσο το δυνατόν ταχύτερα σε ένα περιβάλλον που θυμίζει όλο και περισσότερο κινούμενη άμμο. Η ακρίβεια που έχει ριζώσει πλέον δεν επιτρέπει στο επιχειρείν να αναπτύξει δυναμική με τις μεγάλες αλυσίδες, ακόμα και την περίοδο των γιορτών, να μαζεύουν το «χαρτί».

Οι συνθήκες μεταβάλλονται, τα επιχειρηματικά μοντέλα προσπαθούν να ακολουθήσουν και ο πυρήνας στο DNA του λιανεμπορίου αλλάζει. Οι σταθερές της αγοράς τρίζουν συθέμελα με τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις να έχουν ακόμα σφυγμό, αν και οι αντοχές τους εξαντλούνται.

Ναι μεν η πανδημία δεν έφερε την καταστροφή όπως πολλοί προέβλεπαν με την κρατική στήριξη να συμβάλλει καθοριστικά στη διάσωση των μικρομεσαίων σε συνθήκες εκτάκτου ανάγκης αλλά η λαίλαπα ακρίβειας που ακολούθησε και μας συντροφεύει σταθερά κρατά… σε αποστάσεις ασφαλείας από τα ταμεία των καταστημάτων τους καταναλωτές που δίνουν προτεραιότητα στην κάλυψη άλλων αναγκών και όχι στις εξορμήσεις στα μαγαζιά.

Πίσω από την φανταχτερή βιτρίνα

Αν και στην κυρίαρχη Τσιμισκή οι ανακατατάξεις και οι μετακομίσεις καταστημάτων πάνε και έρχονται δίνοντας την αίσθηση φρεσκάδας και ζωντάνιας στο ακμάζων, με την πρώτη ματιά, εμπορικό κέντρο της πόλης, η πραγματικότητα διαφέρει με το καταναλωτικό ενδιαφέρον να καταγράφει διαρκή βαρομετρικά χαμηλά. Ακόμα και οι πολυεθνικές που παραμένουν σε θέση ισχύος, ρίχνουν τα κατάλληλα δολώματα, εκπτώσεις, προσφορές, κουπόνια, πέρα από την περίοδο των εκπτώσεων, για να κρατούν ζεστούς τους καταναλωτές και… τα έσοδά τους.

Δεν είναι σπάνιο φαινόμενο οι περιπτώσεις καταστημάτων στην Τσιμισκή, εκεί δηλαδή που χτυπά η καρδιά της αγοράς, καταστήματα να «κατεδαφίζουν» τις τιμές, πάνω και από 50%, σε όλα τα προϊόντα που διαθέτουν.

Είναι ενδεικτικό πως ακόμα και τα τρικ που εφαρμόζουν οι έμποροι για να ζεστάνουν τα «παγωμένα» ταμεία δεν φέρνουν ιδιαίτερο αποτέλεσμα.

Η παγωμάρα, η μάχη επιβίωσης και τα πρώτα αχνά σημάδια αισιοδοξίας

Υπό αυτό το πρίσμα, οι προσπάθειές τους να συρρικνώσουν το απόθεμα των προϊόντων του προηγούμενου διαστήματος εφαρμόζοντας γενναίες εκπτώσεις και προσφορές για να δελεάσουν τους καταναλωτές, μάλλον στέφονται από μερική αποτυχία καθώς τα αποτελέσματα δεν είναι ενθαρρυντικά με τους πολίτες να κοιτούν με ενδιαφέρον τις φανταχτερές βιτρίνες χωρίς να κάνουν το τολμηρό βήμα να βάλουν το χέρι στην τσέπη για αγορές.

H παγωμάρα στην αγορά αποδίδεται στο «πιεσμένο» διαθέσιμο εισόδημα και την κακή ψυχολογία των καταναλωτών, απόρροια των ασταμάτητων ανατιμήσεων σε είδη πρώτης ανάγκης.

Όσο οι δαπάνες των καταναλωτών διογκώνονται για τρόφιμα και βασικά καταναλωτικά αγαθά, τόσο παίρνουν τον κατήφορο για ρούχα ή υποδήματα, με την αγορά να εισέρχεται σε έναν φαύλο κύκλο. Το μαχαίρι στις δαπάνες για ένδυση και υπόδηση πλήττει δυσανάλογα μικρομεσαίους και μικρομάγαζα της γειτονιάς, σε σχέση με τις πολυεθνικές, που μάχονται για την επιβίωσή τους.

Πάντως κάποια ψήγματα αισιοδοξίας έχουν ήδη αρχίσει να διαφαίνονται με δεδομένο πως σημαντική αποκλιμάκωση στον πληθωρισμό τροφίμων και μειώσεις των τιμών στα προϊόντα άμεσης κατανάλωσης νοικοκυριού και ατομικής φροντίδας, αποτυπώνονται στα στοιχεία πληθωρισμού που ανακοινώθηκαν από την ΕΛΣΤΑΤ. Μάλιστα, ο πληθωρισμός τροφίμων μειώθηκε διαδοχικά από 8,3% τον Ιανουάριο σε 6,7% τον Φεβρουάριο και σε 5,3% τον Μάρτιο.

Επιπλέον, σύμφωνα με τα στοιχεία ιδιαίτερα σημαντικές μειώσεις τιμών καταγράφονται σε επίπεδο μήνα (Φεβρουάριος-Μάρτιος) στις εξής κατηγορίες τροφίμων: νωπά λαχανικά (-6,3%), νωπά ψάρια (-5,4%), χοιρινό κρέας (-2,1%) και τυριά (-1,4%). Μειώσεις τιμών καταγράφονται επίσης και σε μη τρόφιμα, προϊόντα που αποτέλεσαν αντικείμενο της ρύθμισης του υπουργείου Ανάπτυξης για μείωση των παροχών των προμηθευτών προς τα σούπερ μάρκετ. Στα είδη άμεσης κατανάλωσης νοικοκυριού καταγράφεται πτώση τιμών κατά -2,1% και στα είδη ατομικής φροντίδας κατά -2,5% τον Μάρτιο του 2024 σε σχέση με τον Μάρτιο του 2023.

Αν οι εν λόγω ενδείξεις αποσυμπίεσης των πληθωριστικών πιέσεων παγιωθούν, οι καταναλωτές θα είναι πιο πρόθυμοι να διαθέσουν χρήματα για ρούχα και παπούτσια.

Το παλεύουν γερά οι καταναλωτές

Το κλίμα στην αγορά αναδεικνύει η έρευνα οικονομικής συγκυρίας του ΙΟΒΕ. Ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης ενισχύθηκε ελαφρά τον Μάρτιο και διαμορφώθηκε στις -44,7 μονάδες, έναντι -47,2 μονάδες τον Φεβρουάριο. Οι Έλληνες καταναλωτές εμφανίζονται και τον Μάρτιο ως οι περισσότερο απαισιόδοξοι στην ΕΕ. Επίσης, σημειώνονται ήπιες μεταβολές προσδοκιών για την οικονομική κατάσταση της χώρας και για τη δική τους.

Συγκεκριμένα, οι αρνητικές εκτιμήσεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους κατά τους προηγούμενους 12 μήνες κλιμακώνονται οριακά τον Μάρτιο στις -53,1 μονάδες (έναντι -52,3). Το 68% των νοικοκυριών εκτίμησε ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης, ενώ μόλις το 3% θεωρεί πως επήλθε μικρή βελτίωση.

Οι προβλέψεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους κατά τους προσεχείς 12 μήνες ενισχύθηκαν ήπια τον Μάρτιο, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -42,3 (από -45,6) μονάδες τον Φεβρουάριο. Το 57% (από 60%) των νοικοκυριών αναμένει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης, ενώ το 9% προβλέπει μικρή βελτίωση. Πιο αισιόδοξες και οι προβλέψεις για την οικονομική κατάσταση της χώρας. 

Ο αρνητικός δείκτης των προβλέψεων των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας τους το προσεχές 12-μηνο παρουσίασε μικρή υποχώρηση τον Μάρτιο και διαμορφώθηκε στις -42,3 (από -44,6) μονάδες. Ποσοστό 59% (από 61%) των καταναλωτών προέβλεψε ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας, έναντι του 19% (από 21%) το οποίο αναμένει σταθερότητα.

Πρόθυμοι να ξοδέψουν…

Η έρευνα του ΙΟΒΕ καταδεικνύει αισθητή ενίσχυση στην πρόθεση για μείζονες αγορές. Συγκεκριμένα, η πρόθεση των καταναλωτών για σημαντικές αγορές τους προσεχείς 12 μήνες (επίπλων, ηλεκτρικών συσκευών κ.λπ.) ενισχύθηκε αισθητά με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -40,9 (από -46,3) μονάδες. Το 49% (από 56%) των καταναλωτών προέβλεψε ότι θα προβεί σε λιγότερες ή πολύ λιγότερες δαπάνες, ενώ το 4% (από 4%) αναμένει το αντίθετο. Οι ευρωπαϊκοί δείκτες διαμορφώθηκαν στις -16,6 μονάδες στην ΕΕ και στις -17,9 μονάδες στην Ευρωζώνη.

Παράλληλα, καταγράφεται αποκλιμάκωση των προβλέψεων για άνοδο των τιμών. Ο θετικός δείκτης για τις προβλέψεις μεταβολών στις τιμές τους προσεχείς 12 μήνες αποκλιμακώθηκε έντονα τον Μάρτιο και διαμορφώθηκε στις +23,0 μονάδες, έναντι +32,1 μονάδων τον Φεβρουάριο. Το 52% (από 57%) των νοικοκυριών προέβλεψε άνοδο τιμών με τον ίδιο ή ταχύτερο ρυθμό και το 16% (από 16%) αναμένει σταθερότητα.

…αλλά και ανασφαλείς

Τέλος, ενισχύεται το ποσοστό των νοικοκυριών που αισθάνονται ανασφάλεια για τη μελλοντική οικονομική κατάστασή τους. Στο ερώτημα το οποίο αξιολογεί το βαθμό αβεβαιότητας των νοικοκυριών ως προς τις μελλοντικές οικονομικές εξελίξεις, το 59% έκρινε τον Μάρτιο ότι η οικονομική κατάστασή του μπορεί να προβλεφθεί δύσκολα ή σχετικά δύσκολα, από 57% τον προηγούμενο μήνα.

Δυσκολεύεται αλλά έχει σφυγμό το λιανεμπόριο

Παρά τις συμπληγάδες από τις οποίες περνά, το λιανεμπόριο με νύχια και με δόντια στέκεται όρθιο. Πάνω από 140.000 επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στο λιανικό εμπόριο με τον κύκλο εργασιών το 2023 να ανέρχεται σε 56,2 δισ. ευρώ (+3,8% σε σχέση με το 2022), σύμφωνα με στοιχεία του ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ.

Περίπου 1 στα 8 ευρώ που κυκλοφορεί στην ελληνική οικονομία προέρχεται από το λιανικό εμπόριο αλλά σύμφωνα με τον δείκτη όγκου λιανικού εμπορίου υποχώρησε κατά 3,3% το 2023, γεγονός που καταδεικνύει την έντονη επίδραση των πληθωριστικών πιέσεων στην «καρδιά» της ελληνικής οικονομίας.

Το λιανικό εμπόριο συμβάλλει στη συνολική απασχόληση της ελληνικής οικονομίας κατά 11,6% (493.000 θέσεις εργασίας), συμμετέχει κατά 18,8% στον συνολικό αριθμό εργοδοτών. Σήμερα σε κάθε εργοδότη στο λιανικό εμπόριο αντιστοιχούν 5,6 μισθωτοί εργαζόμενοι από 4,3 το 2009.

Το 2022 το μερίδιο της συνολικής δαπάνης για αγορά ειδών ένδυσης είναι το χαμηλότερο των τελευταίων ετών (3,3%), με εξαίρεση το πανδημικό 2020, βάσει στοιχείων του ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ.

Την ίδια στιγμή, 6 στους 10 πραγματοποιούν αγορές μέσω e-shop με τους καταναλωτές να κοιτούν κυρίως τιμή και ποιότητα πριν αποφασίσουν να βάλουν το χέρι στην τσέπη.

Πάντως, το 2024 δεν έχει μπει με το δεξί για το λιανικό εμπόριο καθώς, βάσει ανάλυσης της Eurobank, oι πωλήσεις σε όρους όγκου στο λιανεμπόριο κατέγραψαν απότομη μείωση τον Ιανουάριο (-5,8% από +2,2% τον Δεκέμβριο του 2023 σε μηνιαία βάση), κρούοντας καμπανάκια για την πορεία της ιδιωτικής κατανάλωσης.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 21.04.2024

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία