ΑΠΟΨΕΙΣ

Έφυγαν οι ΣΥΡΙΖΑίοι από το ΣΥΡΙΖΑ των Τσίπρα - Κασσελάκη

Τι δε βλέπουμε εμείς οι κοινοί θνητοί και το βλέπουν αυτοί που μένουν; Είναι άραγε η προσδοκία πώς ο Κασσελάκης θα αναπτύξει περπατησιά στους επόμενους μήνες, θα δώσει στίγμα για το οποίο θα είναι περήφανοι σε κανά 6μηνο;

 26/11/2023 20:00

Έφυγαν οι ΣΥΡΙΖΑίοι από το ΣΥΡΙΖΑ των Τσίπρα - Κασσελάκη

Μιχάλης Αλεξανδρίδης

Στη φύση και τους κανόνες που την διέπουν, οι εξαιρέσεις δεν μπορούν να αποκτήσουν χαρακτήρα μονιμότητας. Αργά ή γρήγορα, έρχεται η στιγμή που οι φυσικοί νόμοι υπερισχύουν των έκτακτων συνθηκών και η τάξη επανέρχεται.

Υπό αυτό το πρίσμα, η διαγραφόμενη διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ όπως τον μάθαμε τα τελευταία δέκα χρόνια, είναι απολύτως ερμηνεύσιμη. Δεν γινόταν να συμβεί αλλιώς.

Ακολούθησε κι αυτός την μοίρα των «Ανεξάρτητων Ελλήνων» του Καμμένου (στοιχηματίζω πως λίγοι θυμόμαστε ακόμη και το όνομα του εν λόγω κόμματος).

Ο ΣΥΡΙΖΑ ελέω της επικοινωνιακής ισχύος του Αλέξη Τσίπρα και της ενστικτώδους ικανότητάς του να θέλγει τις μάζες, κατάφερε να εκμεταλλευτεί τις ακραίες συνθήκες που διαμορφώθηκαν στην χώρα με την επιβολή των περιοριστικών πολιτικών των μνημονίων και να εκτιναχτεί σε ποσοστά. Υποσχόμενος τα πάντα στους πάντες- επιστροφή στην προτεραία των μνημονίων κατάσταση με έναν νόμο κι ένα άρθρο- αναρριχήθηκε στην κυβερνητική εξουσία.

Καθ’ όλην την διάρκεια της παραμονής του στο Μαξίμου, πορεύτηκε με μια απίθανη τριγλωσσία. Άλλα έλεγε στους δανειστές και τους εταίρους μας (κωλοτούμπα και υπογραφή νέου μνημονίου, παράδοση δημόσιας περιουσίας στο ΕΤΑΔ, μεταρρυθμίσεις ασφαλιστικού κλπ επί τω χείρον), άλλα έλεγε στους πολίτες (αν δεν ήταν αυτός θα πλήρωναν βαρύτερο τίμημα) κι άλλα στο κόμμα και τους συνεργάτες του (αριστερά, σοσιαλισμός, κατά του κεφαλαίου κ.ά).

Όλοι οι μη αφελείς ΣΥΡΙΖΑίοι, καταλάβαιναν το κόλπο, αλλά βολεύονταν στις καρέκλες της εξουσίας και σφύριζαν αδιάφορα, αφήνοντας τον Αλέξη Τσίπρα να κάνει το παιχνίδι του. Παρομοίως δρούσε κι ο ίδιος, επιτρέποντας τους παλιούς συντρόφους του να μιλάνε για αριστερά, εφόσον δεν τον ενοχλούσαν στην άσκηση της κυβερνητικής πολιτικής που ακολουθούσε.

Στις ελεγχόμενες κρίσεις αναφορικά με το Quo Vadis-ποιοι είμαστε και πού πάμε- ο Τσίπρας επέλεξε να μην αποβάλει από το κόμμα του τους…διαφωνούντες (Ομπρέλες, έξι κι έξι, δικαιωματιστές κλπ) αλλά να τους αφήνει να βαυκαλίζονται πως παίζουν στο παιχνίδι της εσωκομματικής δημοκρατίας).

Μετά όμως τις τελευταίες βαριές ήττες του και την αναπότρεπτη υποβολή της παραίτησής του, οι… αριστεροί εν υπνώσει θυμήθηκαν πως διαφωνούσαν με την πολιτική που υπηρέτησαν και πρόταξαν το «σοσιαλιστικό» και «ριζοσπαστικό» ιδεολογικό τους πλαίσιο, αδιαφορώντας για τις παρακαταθήκες του Τσίπρα.

Η σύγκρουση έγινε ανάμεσα στον κυβερνητικό ΣΥΡΙΖΑ από τη μια και τον παλιό ΣΥΡΙΖΑ από την άλλη. Εκεί που πήγε να χαθεί το παιχνίδι για τους πρώτους και να υπάρξει το πισωγύρισμα στην προ μνημονίων κατάσταση -του μικρού κόμματος της ριζοσπαστικής αριστεράς- εμφανίστηκε (ή εφευρέθηκε, ή επιλέχτηκε) ο Κασσελάκης, που έριξε τα προσωπεία.

Επικαλούμενος πως μπορεί να νικήσει τον Μητσοτάκη και να κάνει την Ελλάδα ΗΠΑ όπου όλοι θα μπορούμε να ζήσουμε το όνειρό μας, κατέκτησε περιφανή νίκη.



Αντιλαμβάνεται κανείς το σοκ εκείνων που σιωπούσαν κατά την διάρκεια της διακυβέρνησης και που ονειρεύονταν να δώσουν καθαρό αριστερό ιδεολογικοπολιτικό προφίλ στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όταν διαπίστωσαν πως θα πρέπει να συμβιβαστούν με ιδιαίτερα ταπεινωτικούς όρους.

Να σιωπήσουν, όπως το έκαναν επί Τσίπρα που τουλάχιστον προερχόταν από τα σπλάχνα τους και μιλούσε τη γλώσσα τους, έχοντας όμως αντ’ αυτού ένα… άγνωστο και ουρανοκατέβατο «Αμερικανάκι».

Να υποταχτούν στη «δεξιά στροφή» που εκπροσωπεί γι’ αυτούς ο Κασσελάκης, χωρίς μάλιστα να υπάρχει το αντάλλαγμα της συμμετοχής στη διακυβέρνηση και τα συνακόλουθα οφίκια.

Η συνέχεια ήταν αναμενόμενη. Δεν υπήρχε περίπτωση συγκόλλησης. Απέμενε να γραφτεί ο τρόπος του διαζυγίου. Πλέον η μεγάλη πλειοψηφία των στελεχών του προκυβερνητικού ΣΥΡΙΖΑ, έφυγε χτυπώντας με κρότο την πόρτα, αφήνοντας πίσω την ομάδα του Τσίπρα και τους ΠΑΣΟΚογενείς (εκείνους δηλαδή που ανέβηκαν στο τρένο του ΣΥΡΙΖΑ για να τσιμπήσουν κάποιο κομμάτι εξουσίας).

Κι αν η πλειοψηφία έφυγε είτε για να πάει σπίτι της μην αντέχοντας τον «εξευτελισμό», όπως λένε, της ίδιας της αριστεράς, είτε από ντροπή να μείνει, είτε για να ρίξει τη ζαριά της επιστρέφοντας στις ρίζες που έκαναν και τον ΣΥΡΙΖΑ (υπό το τότε timing) κόμμα εξουσίας και κυβέρνηση, αυτοί που έμειναν αξίζουν λίγη σκέψη παραπάνω.

Αν εξαιρέσουμε δηλαδή τους ΠΑΣόκους που αφού έφυγαν μια, μπορεί με την ίδια ευκολία να ξαναχτυπήσουν την πόρτα της Χαρ. Τρικούπη (που ευτυχώς έσπευσε να κλείσει από τώρα), είναι πραγματικά άξιο ανάλυσης γιατί μένουν οι «κανονικοί» ΣΥΡΙΖαίοι, εκείνοι που είναι εκεί από τα γεννοφάσκια τους.

Τι δε βλέπουμε εμείς οι κοινοί (και απέξω) θνητοί και το βλέπουν αυτοί; Είναι άραγε η προσδοκία πώς ο Κασσελάκης θα αναπτύξει περπατησιά στους επόμενους μήνες, θα δώσει στίγμα για το οποίο θα είναι περήφανοι σε κανά 6μηνο και θα μπει όντως σε διαδικασία να κυβερνήσει σε 5-6 χρόνια; Δεν έχω στοιχεία να το υποστηρίζουν αυτό.

Το πιο πιθανό είναι πώς χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες: Αυτοί που ο κύριος και πρωταρχικός μπελάς τους ήταν ο εμφύλιος μεταξύ συνιστωσών άρα και με εκείνους που έφυγαν, με τους οποίους ποτέ δε συνεννοήθηκαν και τώρα αισθάνονται ανακουφισμένοι, άρα μένουν.

Δεύτερη κατηγορία, αυτοί που πιστεύουν πώς τα πράγματα δε μπορούν να πάνε πολύ χειρότερα και ο ΣΥΡΙΖΑ αν δεν είναι στο 15%, άντε να πάει στο 10%, άρα θα υπάρχουν θέσεις για διεκδίκηση με καλύτερες πιθανότητες και προϋποθέσεις, τώρα που έφυγαν και οι πιο δυνατοί, οι επαγγελματίες της πολιτικής.

Και η τρίτη κατηγορία που αν και κινείται προς το παρόν στη σφαίρα της φαντασίας είναι εκείνοι που περιμένουν μετά τις ευρωεκλογές ο Τσίπρας να πάρει πάνω του τη μετεξέλιξη του κόμματος σ’ αυτό που ήθελε αλλά δεν κατάφερε, δηλαδή να γίνει ένα ευρωπαϊκό κόμμα της σοσιαλδημοκρατίας με τον ίδιο ιστορικό «σοφό» ηγέτη από τις Βρυξέλλες και ένα κόμμα στην Ελλάδα απαλλαγμένο με τη βοήθεια του Κασσελάκη απ’ όσους ο ίδιος ήθελε (ή έπρεπε) να ξεφορτωθεί αλλά δεν το επέτρεπε η ιδιοσυγκρασία του.

* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 26.11.2023

Στη φύση και τους κανόνες που την διέπουν, οι εξαιρέσεις δεν μπορούν να αποκτήσουν χαρακτήρα μονιμότητας. Αργά ή γρήγορα, έρχεται η στιγμή που οι φυσικοί νόμοι υπερισχύουν των έκτακτων συνθηκών και η τάξη επανέρχεται.

Υπό αυτό το πρίσμα, η διαγραφόμενη διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ όπως τον μάθαμε τα τελευταία δέκα χρόνια, είναι απολύτως ερμηνεύσιμη. Δεν γινόταν να συμβεί αλλιώς.

Ακολούθησε κι αυτός την μοίρα των «Ανεξάρτητων Ελλήνων» του Καμμένου (στοιχηματίζω πως λίγοι θυμόμαστε ακόμη και το όνομα του εν λόγω κόμματος).

Ο ΣΥΡΙΖΑ ελέω της επικοινωνιακής ισχύος του Αλέξη Τσίπρα και της ενστικτώδους ικανότητάς του να θέλγει τις μάζες, κατάφερε να εκμεταλλευτεί τις ακραίες συνθήκες που διαμορφώθηκαν στην χώρα με την επιβολή των περιοριστικών πολιτικών των μνημονίων και να εκτιναχτεί σε ποσοστά. Υποσχόμενος τα πάντα στους πάντες- επιστροφή στην προτεραία των μνημονίων κατάσταση με έναν νόμο κι ένα άρθρο- αναρριχήθηκε στην κυβερνητική εξουσία.

Καθ’ όλην την διάρκεια της παραμονής του στο Μαξίμου, πορεύτηκε με μια απίθανη τριγλωσσία. Άλλα έλεγε στους δανειστές και τους εταίρους μας (κωλοτούμπα και υπογραφή νέου μνημονίου, παράδοση δημόσιας περιουσίας στο ΕΤΑΔ, μεταρρυθμίσεις ασφαλιστικού κλπ επί τω χείρον), άλλα έλεγε στους πολίτες (αν δεν ήταν αυτός θα πλήρωναν βαρύτερο τίμημα) κι άλλα στο κόμμα και τους συνεργάτες του (αριστερά, σοσιαλισμός, κατά του κεφαλαίου κ.ά).

Όλοι οι μη αφελείς ΣΥΡΙΖΑίοι, καταλάβαιναν το κόλπο, αλλά βολεύονταν στις καρέκλες της εξουσίας και σφύριζαν αδιάφορα, αφήνοντας τον Αλέξη Τσίπρα να κάνει το παιχνίδι του. Παρομοίως δρούσε κι ο ίδιος, επιτρέποντας τους παλιούς συντρόφους του να μιλάνε για αριστερά, εφόσον δεν τον ενοχλούσαν στην άσκηση της κυβερνητικής πολιτικής που ακολουθούσε.

Στις ελεγχόμενες κρίσεις αναφορικά με το Quo Vadis-ποιοι είμαστε και πού πάμε- ο Τσίπρας επέλεξε να μην αποβάλει από το κόμμα του τους…διαφωνούντες (Ομπρέλες, έξι κι έξι, δικαιωματιστές κλπ) αλλά να τους αφήνει να βαυκαλίζονται πως παίζουν στο παιχνίδι της εσωκομματικής δημοκρατίας).

Μετά όμως τις τελευταίες βαριές ήττες του και την αναπότρεπτη υποβολή της παραίτησής του, οι… αριστεροί εν υπνώσει θυμήθηκαν πως διαφωνούσαν με την πολιτική που υπηρέτησαν και πρόταξαν το «σοσιαλιστικό» και «ριζοσπαστικό» ιδεολογικό τους πλαίσιο, αδιαφορώντας για τις παρακαταθήκες του Τσίπρα.

Η σύγκρουση έγινε ανάμεσα στον κυβερνητικό ΣΥΡΙΖΑ από τη μια και τον παλιό ΣΥΡΙΖΑ από την άλλη. Εκεί που πήγε να χαθεί το παιχνίδι για τους πρώτους και να υπάρξει το πισωγύρισμα στην προ μνημονίων κατάσταση -του μικρού κόμματος της ριζοσπαστικής αριστεράς- εμφανίστηκε (ή εφευρέθηκε, ή επιλέχτηκε) ο Κασσελάκης, που έριξε τα προσωπεία.

Επικαλούμενος πως μπορεί να νικήσει τον Μητσοτάκη και να κάνει την Ελλάδα ΗΠΑ όπου όλοι θα μπορούμε να ζήσουμε το όνειρό μας, κατέκτησε περιφανή νίκη.



Αντιλαμβάνεται κανείς το σοκ εκείνων που σιωπούσαν κατά την διάρκεια της διακυβέρνησης και που ονειρεύονταν να δώσουν καθαρό αριστερό ιδεολογικοπολιτικό προφίλ στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όταν διαπίστωσαν πως θα πρέπει να συμβιβαστούν με ιδιαίτερα ταπεινωτικούς όρους.

Να σιωπήσουν, όπως το έκαναν επί Τσίπρα που τουλάχιστον προερχόταν από τα σπλάχνα τους και μιλούσε τη γλώσσα τους, έχοντας όμως αντ’ αυτού ένα… άγνωστο και ουρανοκατέβατο «Αμερικανάκι».

Να υποταχτούν στη «δεξιά στροφή» που εκπροσωπεί γι’ αυτούς ο Κασσελάκης, χωρίς μάλιστα να υπάρχει το αντάλλαγμα της συμμετοχής στη διακυβέρνηση και τα συνακόλουθα οφίκια.

Η συνέχεια ήταν αναμενόμενη. Δεν υπήρχε περίπτωση συγκόλλησης. Απέμενε να γραφτεί ο τρόπος του διαζυγίου. Πλέον η μεγάλη πλειοψηφία των στελεχών του προκυβερνητικού ΣΥΡΙΖΑ, έφυγε χτυπώντας με κρότο την πόρτα, αφήνοντας πίσω την ομάδα του Τσίπρα και τους ΠΑΣΟΚογενείς (εκείνους δηλαδή που ανέβηκαν στο τρένο του ΣΥΡΙΖΑ για να τσιμπήσουν κάποιο κομμάτι εξουσίας).

Κι αν η πλειοψηφία έφυγε είτε για να πάει σπίτι της μην αντέχοντας τον «εξευτελισμό», όπως λένε, της ίδιας της αριστεράς, είτε από ντροπή να μείνει, είτε για να ρίξει τη ζαριά της επιστρέφοντας στις ρίζες που έκαναν και τον ΣΥΡΙΖΑ (υπό το τότε timing) κόμμα εξουσίας και κυβέρνηση, αυτοί που έμειναν αξίζουν λίγη σκέψη παραπάνω.

Αν εξαιρέσουμε δηλαδή τους ΠΑΣόκους που αφού έφυγαν μια, μπορεί με την ίδια ευκολία να ξαναχτυπήσουν την πόρτα της Χαρ. Τρικούπη (που ευτυχώς έσπευσε να κλείσει από τώρα), είναι πραγματικά άξιο ανάλυσης γιατί μένουν οι «κανονικοί» ΣΥΡΙΖαίοι, εκείνοι που είναι εκεί από τα γεννοφάσκια τους.

Τι δε βλέπουμε εμείς οι κοινοί (και απέξω) θνητοί και το βλέπουν αυτοί; Είναι άραγε η προσδοκία πώς ο Κασσελάκης θα αναπτύξει περπατησιά στους επόμενους μήνες, θα δώσει στίγμα για το οποίο θα είναι περήφανοι σε κανά 6μηνο και θα μπει όντως σε διαδικασία να κυβερνήσει σε 5-6 χρόνια; Δεν έχω στοιχεία να το υποστηρίζουν αυτό.

Το πιο πιθανό είναι πώς χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες: Αυτοί που ο κύριος και πρωταρχικός μπελάς τους ήταν ο εμφύλιος μεταξύ συνιστωσών άρα και με εκείνους που έφυγαν, με τους οποίους ποτέ δε συνεννοήθηκαν και τώρα αισθάνονται ανακουφισμένοι, άρα μένουν.

Δεύτερη κατηγορία, αυτοί που πιστεύουν πώς τα πράγματα δε μπορούν να πάνε πολύ χειρότερα και ο ΣΥΡΙΖΑ αν δεν είναι στο 15%, άντε να πάει στο 10%, άρα θα υπάρχουν θέσεις για διεκδίκηση με καλύτερες πιθανότητες και προϋποθέσεις, τώρα που έφυγαν και οι πιο δυνατοί, οι επαγγελματίες της πολιτικής.

Και η τρίτη κατηγορία που αν και κινείται προς το παρόν στη σφαίρα της φαντασίας είναι εκείνοι που περιμένουν μετά τις ευρωεκλογές ο Τσίπρας να πάρει πάνω του τη μετεξέλιξη του κόμματος σ’ αυτό που ήθελε αλλά δεν κατάφερε, δηλαδή να γίνει ένα ευρωπαϊκό κόμμα της σοσιαλδημοκρατίας με τον ίδιο ιστορικό «σοφό» ηγέτη από τις Βρυξέλλες και ένα κόμμα στην Ελλάδα απαλλαγμένο με τη βοήθεια του Κασσελάκη απ’ όσους ο ίδιος ήθελε (ή έπρεπε) να ξεφορτωθεί αλλά δεν το επέτρεπε η ιδιοσυγκρασία του.

* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 26.11.2023

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία