ΑΠΟΨΕΙΣ

Εκλογές στην Τουρκία: Πώς θα εξελιχθούν οι Ελληνοτουρκικές σχέσεις;

 28/05/2023 14:00

Με βάση τα μαθηματικά και τη λογική στις σημερινές τουρκικές εκλογές ο Ερντογάν θα αναδειχθεί για άλλα πέντε έτη πρόεδρος της Τουρκίας. Ήδη, στις εκλογές που προηγήθηκαν στις 14 Μαΐου κέρδισε, μαζί με το ακραία εθνικιστικό κόμμα MHP, την πλειοψηφία της βουλής.

Το ερώτημα για τον Έλληνα παρατηρητή είναι πως θα εξελιχθούν στην επόμενη πενταετία οι ελληνοτουρκικές σχέσεις και αν υπάρχουν νέα δεδομένα.

Και νέα δεδομένα υπάρχουν και η εξέλιξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων δεν έχει μία αυτοδύναμη δυναμική. Η ελληνική πολιτική, ακόμη, και στο θέμα των ελληνοτουρκικών που είναι μείζον και καθοριστικό για την ακεραιότητα της χώρας δεν έχει αυτοδύναμα χαρακτηριστικά. Εξαρτάται και επηρεάζεται καθοριστικά από την Ουάσιγκτον και τις Βρυξέλλες. Άρα, το ερώτημα μετατίθεται στο πως θα εξελιχθούν οι σχέσεις της Τουρκίας με τη δύση και κυρίως με τις ΗΠΑ.

Οι περισσότεροι αναλυτές δεν περιμένουν βελτίωση των σχέσεων Άγκυρας και Ουάσιγκτον παρά τις δυσκολίες που θα αντιμετωπίσει ο Ερντογάν.

Ο Ερντογάν δεν εκλέχτηκε μόνος. Τον εξέλεξε το τουρκικό βαθύ κράτος το οποίο αποφάσισε πως έπρεπε να συνεχίσει με αυτόν. Το υψηλό ποσοστό του δεν αμφισβητήθηκε επισήμως αλλά τα ερωτήματα που εμφανίσθηκαν στα ΜΜΕ παραπέμπουν σε μία εκτεταμένη νοθεία. Τις διαστάσεις της δεν θα τις μάθουμε, τουλάχιστον, προς το παρόν. Ούτε και πόσο επηρέασαν το αποτέλεσμα. Αλλά ο Τούρκος δημοσιογράφος Μουράτ Γιετκίν ευλόγως αναρωτήθηκε γιατί ο αριθμός των ψηφοφόρων ήταν 6,7 εκατομμύρια μεγαλύτερος από τον πληθυσμό της χώρας;

Για την Ελλάδα το ζήτημα δεν εστιάζεται εκεί. Ενδεχομένως με την αντιπολίτευση της Τουρκίας τα προβλήματα και οι πιέσεις που θα αντιμετώπιζε η Αθήνα να ήταν περισσότερα.

Ο Τούρκος πρόεδρος βοηθήθηκε στην προεκλογική εκστρατεία του από την Πούτιν ο οποίος μετέθεσε πληρωμές που έπρεπε να καταβληθούν και έδειξε το ενδιαφέρον του για την επικράτηση του Ερντογάν με διάφορους τρόπους. Η πολιτική της Τουρκίας δεν θα αποκλίνει από τη μέχρι τώρα πολιτική προς την Ρωσία. Και αυτό για τη Δύση αποτελεί πρόβλημα.

Ο Ερντογάν όμως θα αντιμετωπίσει βαθιά οικονομική κρίση αμέσως με την έναρξη της δεύτερης προεδρικής θητείας του. Τα χρήματα που θα χρειασθεί δεν μπορεί να εξασφαλισθούν από την Ανατολή Θα τα αναζητήσει στη Δύση. Και στην αναζήτηση αυτή η αμερικανική υποστήριξη και συνδρομή θα του είναι αναγκαία. Άρα, ούτε με την Δύση θα θελήσει να έρθει σε περαιτέρω ρήξη.

Μπίζνες και με την Δύση και με την Ανατολή θα είναι το σύνθημα του Ερντογάν και αυτό θα τον κρατήσει σε μία ισορροπία μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Θα επιχειρήσει να συνεχίσει να παίζει τον ρόλο του «Επιτήδειου Ουδέτερου» έναν ρόλο που το τουρκικό βαθύ κράτος έχει ενσωματώσει στην συμπεριφορά του.

Ο προσανατολισμός έχει ιδιαίτερη σημασία για τη Δύση αλλά δεν φαίνεται να έχει τα εργαλεία να τον επηρεάσει. Η αμερικανική πολιτική θα ήθελε να ενθαρρύνει την Τουρκία να διαδραματίσει έναν ρόλο θετικό γι’ αυτήν στον Καύκασο και τον Εύξεινο Πόντο, ιδιαίτερα μετά την εκδήλωση στρατιωτικών αδυναμιών της Ρωσίας, όπως αποκαλύφθηκαν από τον ουκρανικό πόλεμο, αλλά η Τουρκία δεν θα κάνει τίποτε χωρίς ανταλλάγματα. Ούτε και θα αποδεχθεί ρόλο τον οποίο η ίδια η Τουρκία δεν θα ήθελε να διαδραματίσει. Στο τραπέζι των ανταλλαγμάτων βρίσκονται προφανώς και οι σχέσεις με την Ελλάδα. Μέχρι ποίου σημείου οι ΗΠΑ και η Ευρώπη είναι διατεθειμένες να πιέσουν την Ελλάδα για παραχωρήσεις; Και ποια μορφή θα έχουν οι παραχωρήσεις αυτές; Και μέχρι ποίου σημείου η Αθήνα μπορεί να υποχωρήσει; Αυτό που αποκαλείται «Πρέσπες του Αιγαίου» μέχρι που φθάνει;

Την Ουάσιγκτον και τους συμμάχους της τις απασχολούν οι απειλές της Τουρκίας κατά των ελληνικών νησιών και κατά των Κούρδων της βόρειας Συρίας αλλά, κυρίως, από άποψη τρέχουσας επικαιρότητας τις απασχολεί το θέμα της τουρκικής συγκατάθεσης για ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Και πιστεύουν πως στην Σύνοδο Κορυφής του Ιουνίου στην Λιθουανία θα έχουν μία ένδειξη των προθέσεων της Άγκυρας.

Το αντάλλαγμα που διαπραγματεύονται είναι τα F-16 αλλά δεν είναι σίγουροι ότι οι προσπάθειες θα ευοδωθούν. Πάντως, Αμερικανοί και Τούρκοι αναλυτές που εργάζονται στις ΗΠΑ εκτιμούν πως η Σουηδία θα γίνει μέλος του ΝΑΤΟ ανεξαρτήτως της εκλογής της Κυριακής. Πως;

Εκείνο, όμως, που ανησυχεί την Δύση, και μερικούς Έλληνες αναλυτές είναι η αύξηση της Δύναμης των ακραίων εθνικιστών στην Τουρκία, κάτι που δεν προοιωνίζεται ήρεμα νερά. Ήδη, Τουρκία και ΗΠΑ έχουν απομακρυνθεί πολύ μεταξύ τους και η άνοδος των υπερεθνικιστών υπάρχει κίνδυνος να διευρύνει το χάσμα. Το ζήτημα είναι πόσο η τάση αυτή επηρεάζει το βαθύ τουρκικό κράτος διότι εκεί διαμορφώνονται οι κατευθύνσεις της τουρκικής πολιτικής. Είναι οι εθνικιστές που αποτελούν τον εγκληματικό βραχίονα του βαθέως κράτους.

Στις ΗΠΑ δεν είναι αισιόδοξοι ότι θα μπορέσουν να ελέγξουν την Τουρκία και στην νέα αρχιτεκτονική ασφαλείας που διαμορφώνουν αναζητούν συνδυασμούς συνεργασιών στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή που θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν τον ρόλο της Άγκυρας. Οι συνεργασίες που διαμορφώθηκαν ως σήμερα (Ελλάδα- Κύπρος-Ισραήλ ή Ελλάδα-Κύπρος-Αίγυπτος) δείχνουν να αντέχουν, τουλάχιστον, προς το παρόν.

Η προσπάθεια διεύρυνσής τους με Εμιράτα και άλλες χώρες της περιοχής φάνηκε πιο καιροσκοπική αφού με τις πρώτες αλλαγές οι συνεργασίες αποδομήθηκαν. Η συνεργασία στο πλαίσιο EastMedAct είναι ρευστή χωρίς το ενδιαφέρον για τον αγωγό ενώ η Ιταλία θεωρεί πως καμιά ενεργειακή συνεργασία δεν μπορεί να επιτευχθεί στην περιοχή χωρίς την Τουρκία. Είναι ευνόητο πως η Ρώμη καθορίζει την στάση της από την εξέλιξη των σχέσεών της με την Άγκυρα και φροντίζει, όπως είναι λογικό, η σχέση αυτή να είναι καλή. Και η Γερμανία διατηρεί καλές σχέσεις με την Άγκυρα. Αυτό δεν είναι αρνητικό. Αντιθέτως, μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να αποβεί και ωφέλιμο αφού ο πρόεδρος της Κύπρου αναζητά από το Βερολίνο μια προσωπικότητα της ΕΕ που θα μπορούσε να ενεργοποιήσει το ενδιαφέρον για το κυπριακό. Και θέτει ως προϋπόθεση η προσωπικότητα αυτή να έχει καλές σχέσεις με την Τουρκία για να γίνει αποδεκτή. Δεν αποκλείεται να αναλάβει τον ρόλο αυτό η κ. Μέρκελ. Ακόμη και η Βουλγαρία η οποία είχε συμφωνήσει με την Ελλάδα για την προμήθεια φυσικού αερίου από τον TAP στρέφεται, τώρα, προς την Τουρκία προκαλώντας την ενόχληση της Αθήνας.

Η κάθε χώρα προωθεί τα συμφέροντά της και αυτό είναι λογικό. Το ζήτημα είναι αν θα τηρήσουν, και ποια, ισορροπία στις σχέσεις τους με Άγκυρα και Αθήνα και αν υπάρχει, έστω και άτυπα, κοινή ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική.

Η ενίσχυση των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων με όπλα τύπου F-35 ή η αποδοχή εκ μέρους των ΗΠΑ της αγοράς Belharra και Rafale, εν μέρει έχουν να κάνουν με την άμυνα της χώρας. Είναι όπλα για ανοικτές θάλασσες και μεγάλες αποστάσεις και η απόκτησή τους υποδηλοί ανάθεση ρόλου πέραν του συνήθους. Ποιού δεν είναι, ακόμη, σαφές.

Το ενεργειακό και η εξόρυξη υδρογονανθράκων από τα αποθέματα της Ανατολικής Μεσογείου απασχολεί τις ΗΠΑ και δεν θέλουν να αφήσουν -ούτε και θα το κάνουν- την Τουρκία εκτός των σχετικών εξελίξεων αλλά στην πολιτική τους θα πρέπει να αναζητηθεί ένα πειστικό μοντέλο που να συνάδει, ή να φαίνεται πως συνάδει και με το Διεθνές Δίκαιο για να μπορέσει να το αποδεχθεί και η Αθήνα και, κυρίως, να το κάνει αποδεκτό από την κοινή γνώμη.

Αλλά η Δύση θα έχει να αντιμετωπίσει πιο σύνθετα, από τα σημερινά, προβλήματα μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία. Οι εξελίξεις στο ουκρανικό μέτωπο θα επιταχυνθούν μετά την αναμενόμενη αντεπίθεση του Κιέβου προς ανακατάληψη εδαφών που απωλέσθηκαν.

Ο Αμερικανός φιλόσοφος Φράνσις Φουκουγιάμα έγραψε πως η ουκρανική αντεπίθεση δεν μπορεί να επιτύχει το όλον των απαιτήσεων του Κιέβου και θα πρέπει να περιορισθεί στην ανακατάκτηση εδαφών στην Χερσώνα και την Ζαπορίζια. Αν αποβεί επιτυχής, θα πρέπει η Ουκρανία να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, λέει ο κ. Φουκουγιάμα, και να υπάρξει μια συμφωνία με την Ρωσία. Πάντως, αν κρίνει κανείς από αμερικανικές αναλύσεις, πρέπει εντός του 2023 να αρχίσουμε να βλέπουμε το τέλος του ουκρανικού δράματος.

Δεν θα είναι ομαλές, όμως, οι εξελίξεις ούτε εντός του ΝΑΤΟ. Δεν αποκλείεται, μάλιστα, να τεθούν και ζητήματα αποχωρήσεων, όπως δήλωσε στις 25 Φεβρουαρίου ότι θα κάνει ο κ. Τράμπ αν επανεκλεγεί ή πολώσεων εντός της Συμμαχίας.

Μητσοτάκης και Ερντογάν θα είναι το πολιτικό δίδυμο στην περιοχή που κατά πάσα πιθανότητα θα χειρισθεί τις σχέσεις των δύο χωρών. Οι σεισμοί τους έφεραν πιο κοντά. Θα δούμε αν υπάρχει πεδίο συνεννόησης.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 28.05.2023