ΑΠΟΨΕΙΣ

Η ακρίβεια απειλεί το πλεονέκτημα της κυβέρνησης

Οι τιμές προϊόντων και υπηρεσιών έχουν πάρει την ανηφόρα, σε βαθμό που δεν δικαιολογούνται από κάποιες πραγματικές αιτίες

 03/12/2023 19:21

Η ακρίβεια απειλεί το πλεονέκτημα της κυβέρνησης

Μιχάλης Αλεξανδρίδης

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης κέρδισε τις εκλογές της άνοιξης (και του καλοκαιριού που ακολούθησε), παρά τα όχι λίγα στίγματα που άφησαν στην εικόνα του οι «πληγές» της πρώτης τετραετίας της ΝΔ στην κυβέρνηση, με σημαντικότερες αυτές των φονικών πλημμυρών, του τραγικού δυστυχήματος-εγκλήματος- των Τεμπών, των καταστροφικών πυρκαγιών, του σκανδάλου των παρακολουθήσεων ΕΥΠ και Predator.

Όσο κι αν νομίζουν μερικοί πως η αντοχή που επέδειξε η Νέα Δημοκρατία στις κάλπες και η άνετες νίκες της στις διπλές εκλογές οφείλονται εν πολλοίς στην κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ εξαιτίας της αποτυχίας του Τσίπρα να ανανεώσει το αφήγημα που πρότεινε στους ψηφοφόρους και τις χαμηλές πτήσεις των άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης, η αλήθεια είναι διαφορετική.

Ούτε οι όποιες -λίγες στην πραγματικότητα- μεταρρυθμίσεις που έγιναν, ούτε το προφίλ του πρωθυπουργού και η σιγουριά που εκπέμπει προς τους πολίτες, κρίνονται επαρκείς από μόνες τους για να ερμηνεύσουν το 41%.

Θεωρώ, πως η απάντηση βρίσκεται στην οικονομία. Στο ότι από το 2019, η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων, βρήκαμε μια μικρή ή μεγαλύτερη βελτίωση στα εισοδήματά μας. Είτε με μια μικρή αύξηση μισθών και συντάξεων, είτε με μια μικρή μείωση των φορολογικών μας υποχρεώσεων, είτε με κάποιες σημαντικές ελαφρύνσεις, είτε με μείωση της ανεργίας, είτε με επέκταση κι αύξηση των επιδομάτων και των περίφημων pass(es), υπήρξε μια αλλαγή προς το καλό στις τσέπες μας.

Το γεγονός πως ύστερα από μια δεκαετία πρωτοφανούς οικονομικής κρίσης και τρομακτικών περιορισμών στο εισόδημα των ελληνικών νοικοκυριών, καταγράφηκε μία αναστροφή του κλίματος και βελτίωση, εκτιμήθηκε ιδιαίτερα από τους πολίτες. Αυτό ήταν που κατά την ταπεινή μου γνώμη επέδρασε καταλυτικά στο να αυξηθεί η επιρροή της κυβέρνησης στους ψηφοφόρους και να ξεπεραστεί η δυσφορία για τα λάθη, τις παραλείψεις και τις αβελτηρίες κυβερνητικών μηχανισμών που αποκαλύφτηκαν.

Αυτήν την γενική αίσθηση πως επί Μητσοτάκη βελτιώθηκε η οικονομική θέση των Ελλήνων, απειλεί να τσακίσει η ακρίβεια. Οι τιμές προϊόντων και υπηρεσιών έχουν πάρει την ανηφόρα, σε βαθμό που δεν δικαιολογούνται από κάποιες πραγματικές αιτίες.

Τη μια επικαλούμενοι τον πόλεμο στην Ουκρανία, την άλλη αναφερόμενοι στην κλιματική κρίση και την μείωση της παραγωγής, την άλλη σε οποιαδήποτε άλλη πρόσφορη αφορμή, οι επιτήδειοι βρήκαν την ευκαιρία και… πήραν πίσω όποια βελτίωση βρήκε μία μέση ελληνική οικογένεια στο εισόδημά της. Οι πολυεθνικές, οι μεγάλες εταιρείες υπηρεσιών (επικοινωνίες, ενέργειας, μεταφορών κλπ), τα σούπερ μάρκετ, έχουν αποδοθεί σε έναν αγώνα δρόμου, για να υφαρπάξουν το μεγαλύτερο μερίδιο από ό,τι περισσότερο μπήκε στις τσέπες μας.

Η κυβέρνηση, θύμα της ιδεοληψίας της πως ο ανταγωνισμός λειτουργεί και η αγορά θα δώσει μόνη της τη λύση, έχασε πολύτιμο χρόνο περιμένοντας…

Όταν διαπίστωσε πως… τα ράφια τρελάθηκαν και δεν μαζεύονται, ήταν ήδη αργά.

Τώρα τρέχουν να προφτάσουν να σώσουν ό,τι μπορεί να σωθεί. Το κακό όμως έγινε. Εφόσον δεν υπάρξει θεαματική διόρθωση αυτής της κατάστασης, ο λογαριασμός για την κυβέρνηση θα έρθει στις ευρωεκλογές. Ας τρέξουν όσο είναι καιρός. Δεν γίνεται το ελληνικό λάδι για παράδειγμα να πωλείται στην Ιταλία και την Γαλλία φτηνότερα από όσο στο σούπερ μάρκετ της γειτονιάς μας, ούτε τα μωρά μας να πίνουν το ακριβότερο γάλα στην Ευρώπη- ας μην μιλήσουμε για το πετρέλαιο και την βενζίνη.


Κι αν το κεντρικό γκουβέρνο έχει επικεντρωθεί σχεδόν αποκλειστικά στην οικονομία, ο «πρωτοβάθμιος» φορέας, η τοπική αυτοδιοίκηση δηλαδή και οι νέοι άρχοντες και αρχόντισσες δεν έχουν τέτοια... πολυτέλεια. Τουλάχιστον οι πιο άτυχοι απ’ αυτούς που αντί να ασχολούνται με τον σχεδιασμό του έργου των περίφημων πρώτων 100 ημερών και τα πρόσωπα που θα τους βοηθήσουν να εφαρμόσουν όσα έταξαν προεκλογικά στους συνδημότες τους για να τους στηρίξουν στις κάλπες, τρέχουν να συμμαζέψουν τα ασυμμάζευτα των προηγούμενων.

Μία από αυτές τις περιπτώσεις και η Καλαμαριά και μάλιστα για ένα θέμα που είναι υπερτοπικής σημασίας, αφού αφορά το παραλιακό μέτωπο, το οποίο είναι πηγή ανάσας και ζωής για όλη τη Θεσσαλονίκη. Λίγο, λοιπόν, πριν η νέα δήμαρχος αναλάβει καθήκοντα, στο Καραμπουρνάκι έσκασαν μύτη μπουλντόζες και ξεκίνησαν οικοδομικές εργασίες σε δύο οικόπεδα με μεγάλη (και αμαρτωλή ως προς κάποιες πτυχές) ιστορία, με προφανή στόχο να προλάβουν και να προκαταλάβουν την εκπεφρασμένη σε κάθε τόνο βούληση της Χρύσας Αράπογλου να κάνει πράξη το αυτονόητο, να υπερασπιστεί δηλαδή τον αδόμητο χαρακτήρα ολόκληρου του παραλιακού μετώπου της Καλαμαριάς.

Οι μπουλντόζες, λοιπόν, μπήκαν τη Δευτέρα, η αντίδραση της νεοεκλεγείσας δημάρχου αλλά και των συλλογικοτήτων που χρόνια τώρα υπερασπίζονται το Καραμπουρνάκι ήταν άμεση και η απερχόμενη δημοτική αρχή μετά από μεγάλη πίεση και με καθυστέρηση δύο ημερών, δέχτηκε την σύγκληση έκτακτου δημοτικού συμβουλίου. Εκεί ακούστηκαν συγκεκριμένες προτάσεις άμεσης δράσης ώστε να παύσουν οι εργασίες και οι δύο πλευρές να καθίσουν στο τραπέζι και να τα βρουν, χωρίς η Καλαμαριά, η Θεσσαλονίκη και οι πολίτες του σήμερα αλλά και του αύριο να χάσουν πολύτιμο χώρο ανάσας.

Για την ιστορία, πάντως, παρά την ομόφωνη απόφαση του δημοτικού συμβουλίου για τον τρόπο που θα γίνει η παύση εργασιών, μέχρι το απόγευμα της Παρασκευής η δημοτική αρχή που καταψηφίστηκε από τους πολίτες, δε βρήκε τρόπο να υλοποιήσει την ίδια της την απόφαση.

Και μιας και στέκομαι στην Καλαμαριά, την ίδια Παρασκευή που οι μπουλντόζες ήταν ακόμα εκεί, η ανακοίνωση της απόφασης του υπουργείου με την οποία δεν εξαιρέθηκε από την κατάργηση το μοναδικό στο είδος του και κρίσιμης σημασίας για τη διαφύλαξη της ιστορικής μνήμης, ΙΑΠΕ, παρά τη μεγάλη κινητοποίηση της νέας δημοτικής αρχής και της κοινωνίας της Καλαμαριάς που πάλι είχε... σύρει την απερχόμενη διοίκηση στη λήψη απόφασης να το υπερασπιστεί (και που πάλι, προφανώς, έμεινε στα χαρτιά) δείχνει όχι μόνο το βουνό που καλούνται να ανέβουν όσοι αναλαμβάνουν την Πρωτοχρονιά, αλλά και και μια διαχρονική παθογένεια της χώρας.

Πώς το κράτος (έστω ο δήμος) σ’ αυτή τη χώρα ούτε συνέχεια έχει, ούτε ο όρκος που οι αιρετοί παίρνουν στην αρχή της θητείας τους, δείχνει να τους δεσμεύει μέχρι το τέλος αυτής. Ή τελοσπάντων, το «πικάρισμα» της ήττας είναι αρκετό για να τιμωρήσουν τους ψηφοφόρους που τους «μαύρισαν», υποθηκεύοντας το παρόν και το μέλλον τους...

* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 03.12.2023

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης κέρδισε τις εκλογές της άνοιξης (και του καλοκαιριού που ακολούθησε), παρά τα όχι λίγα στίγματα που άφησαν στην εικόνα του οι «πληγές» της πρώτης τετραετίας της ΝΔ στην κυβέρνηση, με σημαντικότερες αυτές των φονικών πλημμυρών, του τραγικού δυστυχήματος-εγκλήματος- των Τεμπών, των καταστροφικών πυρκαγιών, του σκανδάλου των παρακολουθήσεων ΕΥΠ και Predator.

Όσο κι αν νομίζουν μερικοί πως η αντοχή που επέδειξε η Νέα Δημοκρατία στις κάλπες και η άνετες νίκες της στις διπλές εκλογές οφείλονται εν πολλοίς στην κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ εξαιτίας της αποτυχίας του Τσίπρα να ανανεώσει το αφήγημα που πρότεινε στους ψηφοφόρους και τις χαμηλές πτήσεις των άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης, η αλήθεια είναι διαφορετική.

Ούτε οι όποιες -λίγες στην πραγματικότητα- μεταρρυθμίσεις που έγιναν, ούτε το προφίλ του πρωθυπουργού και η σιγουριά που εκπέμπει προς τους πολίτες, κρίνονται επαρκείς από μόνες τους για να ερμηνεύσουν το 41%.

Θεωρώ, πως η απάντηση βρίσκεται στην οικονομία. Στο ότι από το 2019, η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων, βρήκαμε μια μικρή ή μεγαλύτερη βελτίωση στα εισοδήματά μας. Είτε με μια μικρή αύξηση μισθών και συντάξεων, είτε με μια μικρή μείωση των φορολογικών μας υποχρεώσεων, είτε με κάποιες σημαντικές ελαφρύνσεις, είτε με μείωση της ανεργίας, είτε με επέκταση κι αύξηση των επιδομάτων και των περίφημων pass(es), υπήρξε μια αλλαγή προς το καλό στις τσέπες μας.

Το γεγονός πως ύστερα από μια δεκαετία πρωτοφανούς οικονομικής κρίσης και τρομακτικών περιορισμών στο εισόδημα των ελληνικών νοικοκυριών, καταγράφηκε μία αναστροφή του κλίματος και βελτίωση, εκτιμήθηκε ιδιαίτερα από τους πολίτες. Αυτό ήταν που κατά την ταπεινή μου γνώμη επέδρασε καταλυτικά στο να αυξηθεί η επιρροή της κυβέρνησης στους ψηφοφόρους και να ξεπεραστεί η δυσφορία για τα λάθη, τις παραλείψεις και τις αβελτηρίες κυβερνητικών μηχανισμών που αποκαλύφτηκαν.

Αυτήν την γενική αίσθηση πως επί Μητσοτάκη βελτιώθηκε η οικονομική θέση των Ελλήνων, απειλεί να τσακίσει η ακρίβεια. Οι τιμές προϊόντων και υπηρεσιών έχουν πάρει την ανηφόρα, σε βαθμό που δεν δικαιολογούνται από κάποιες πραγματικές αιτίες.

Τη μια επικαλούμενοι τον πόλεμο στην Ουκρανία, την άλλη αναφερόμενοι στην κλιματική κρίση και την μείωση της παραγωγής, την άλλη σε οποιαδήποτε άλλη πρόσφορη αφορμή, οι επιτήδειοι βρήκαν την ευκαιρία και… πήραν πίσω όποια βελτίωση βρήκε μία μέση ελληνική οικογένεια στο εισόδημά της. Οι πολυεθνικές, οι μεγάλες εταιρείες υπηρεσιών (επικοινωνίες, ενέργειας, μεταφορών κλπ), τα σούπερ μάρκετ, έχουν αποδοθεί σε έναν αγώνα δρόμου, για να υφαρπάξουν το μεγαλύτερο μερίδιο από ό,τι περισσότερο μπήκε στις τσέπες μας.

Η κυβέρνηση, θύμα της ιδεοληψίας της πως ο ανταγωνισμός λειτουργεί και η αγορά θα δώσει μόνη της τη λύση, έχασε πολύτιμο χρόνο περιμένοντας…

Όταν διαπίστωσε πως… τα ράφια τρελάθηκαν και δεν μαζεύονται, ήταν ήδη αργά.

Τώρα τρέχουν να προφτάσουν να σώσουν ό,τι μπορεί να σωθεί. Το κακό όμως έγινε. Εφόσον δεν υπάρξει θεαματική διόρθωση αυτής της κατάστασης, ο λογαριασμός για την κυβέρνηση θα έρθει στις ευρωεκλογές. Ας τρέξουν όσο είναι καιρός. Δεν γίνεται το ελληνικό λάδι για παράδειγμα να πωλείται στην Ιταλία και την Γαλλία φτηνότερα από όσο στο σούπερ μάρκετ της γειτονιάς μας, ούτε τα μωρά μας να πίνουν το ακριβότερο γάλα στην Ευρώπη- ας μην μιλήσουμε για το πετρέλαιο και την βενζίνη.


Κι αν το κεντρικό γκουβέρνο έχει επικεντρωθεί σχεδόν αποκλειστικά στην οικονομία, ο «πρωτοβάθμιος» φορέας, η τοπική αυτοδιοίκηση δηλαδή και οι νέοι άρχοντες και αρχόντισσες δεν έχουν τέτοια... πολυτέλεια. Τουλάχιστον οι πιο άτυχοι απ’ αυτούς που αντί να ασχολούνται με τον σχεδιασμό του έργου των περίφημων πρώτων 100 ημερών και τα πρόσωπα που θα τους βοηθήσουν να εφαρμόσουν όσα έταξαν προεκλογικά στους συνδημότες τους για να τους στηρίξουν στις κάλπες, τρέχουν να συμμαζέψουν τα ασυμμάζευτα των προηγούμενων.

Μία από αυτές τις περιπτώσεις και η Καλαμαριά και μάλιστα για ένα θέμα που είναι υπερτοπικής σημασίας, αφού αφορά το παραλιακό μέτωπο, το οποίο είναι πηγή ανάσας και ζωής για όλη τη Θεσσαλονίκη. Λίγο, λοιπόν, πριν η νέα δήμαρχος αναλάβει καθήκοντα, στο Καραμπουρνάκι έσκασαν μύτη μπουλντόζες και ξεκίνησαν οικοδομικές εργασίες σε δύο οικόπεδα με μεγάλη (και αμαρτωλή ως προς κάποιες πτυχές) ιστορία, με προφανή στόχο να προλάβουν και να προκαταλάβουν την εκπεφρασμένη σε κάθε τόνο βούληση της Χρύσας Αράπογλου να κάνει πράξη το αυτονόητο, να υπερασπιστεί δηλαδή τον αδόμητο χαρακτήρα ολόκληρου του παραλιακού μετώπου της Καλαμαριάς.

Οι μπουλντόζες, λοιπόν, μπήκαν τη Δευτέρα, η αντίδραση της νεοεκλεγείσας δημάρχου αλλά και των συλλογικοτήτων που χρόνια τώρα υπερασπίζονται το Καραμπουρνάκι ήταν άμεση και η απερχόμενη δημοτική αρχή μετά από μεγάλη πίεση και με καθυστέρηση δύο ημερών, δέχτηκε την σύγκληση έκτακτου δημοτικού συμβουλίου. Εκεί ακούστηκαν συγκεκριμένες προτάσεις άμεσης δράσης ώστε να παύσουν οι εργασίες και οι δύο πλευρές να καθίσουν στο τραπέζι και να τα βρουν, χωρίς η Καλαμαριά, η Θεσσαλονίκη και οι πολίτες του σήμερα αλλά και του αύριο να χάσουν πολύτιμο χώρο ανάσας.

Για την ιστορία, πάντως, παρά την ομόφωνη απόφαση του δημοτικού συμβουλίου για τον τρόπο που θα γίνει η παύση εργασιών, μέχρι το απόγευμα της Παρασκευής η δημοτική αρχή που καταψηφίστηκε από τους πολίτες, δε βρήκε τρόπο να υλοποιήσει την ίδια της την απόφαση.

Και μιας και στέκομαι στην Καλαμαριά, την ίδια Παρασκευή που οι μπουλντόζες ήταν ακόμα εκεί, η ανακοίνωση της απόφασης του υπουργείου με την οποία δεν εξαιρέθηκε από την κατάργηση το μοναδικό στο είδος του και κρίσιμης σημασίας για τη διαφύλαξη της ιστορικής μνήμης, ΙΑΠΕ, παρά τη μεγάλη κινητοποίηση της νέας δημοτικής αρχής και της κοινωνίας της Καλαμαριάς που πάλι είχε... σύρει την απερχόμενη διοίκηση στη λήψη απόφασης να το υπερασπιστεί (και που πάλι, προφανώς, έμεινε στα χαρτιά) δείχνει όχι μόνο το βουνό που καλούνται να ανέβουν όσοι αναλαμβάνουν την Πρωτοχρονιά, αλλά και και μια διαχρονική παθογένεια της χώρας.

Πώς το κράτος (έστω ο δήμος) σ’ αυτή τη χώρα ούτε συνέχεια έχει, ούτε ο όρκος που οι αιρετοί παίρνουν στην αρχή της θητείας τους, δείχνει να τους δεσμεύει μέχρι το τέλος αυτής. Ή τελοσπάντων, το «πικάρισμα» της ήττας είναι αρκετό για να τιμωρήσουν τους ψηφοφόρους που τους «μαύρισαν», υποθηκεύοντας το παρόν και το μέλλον τους...

* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 03.12.2023

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία