ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Κ. Χ. Λάμπερτς: Η Ε.Ε. φέρει μεγάλη ευθύνη για την άνοδο του ευρωσκεπτικισμού

Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Περιφερειών καλεί την Ελλάδα να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τα ευρωπαϊκά κονδύλια συνοχής

 16/03/2019 09:45

Κ. Χ. Λάμπερτς: Η Ε.Ε. φέρει μεγάλη ευθύνη για την άνοδο του ευρωσκεπτικισμού
Φωτογραφία ΑΠΕ-ΜΠΕ

Την άποψη ότι η ΕΕ φέρει μεγάλο μερίδιο ευθύνης για την προβλεπομένη περαιτέρω άνοδο του ευρωσκεπτικισμού εκφράζει ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Περιφερειών Καρλ Χάινς Λάμπερτς στο περιθώριο της Συνόδου των Περιφερειών και των Πόλεων που πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη και την Παρασκευή, 14-15 Μαρτίου, στο Βουκουρέστι.

Μιλώντας για την Ελλάδα, ο Βέλγος πολιτικός από τη γερμανόφωνη περιφέρεια της χώρας, εξηγεί πως στο δρόμο προς την ανάκαμψη η Ελλάδα πρέπει να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τα ευρωπαϊκά κονδύλια συνοχής, αλλά και να αναλύσει σε βάθος τις αιτίες που προκάλεσαν την οικονομική κρίση.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή των Περιφερειών είναι ένα συμβουλευτικό όργανο της ΕΕ που εκπροσωπεί τις τοπικές κοινότητες σε ευρωπαϊκό επίπεδο, παρεμβαίνοντας με γνωμοδοτήσεις επί των νομοθετικών προτάσεων. Σύμφωνα με τον κ. Χάινς, η ΕΕ οφείλει να είναι παρούσα σε τοπικό επίπεδο γιατί εκεί έχει ο κάθε πολίτης «τα προβλήματα και τις επιδιώξεις του».

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Περιφερειών, Καρλ Χάινς Λάμπερτς, στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων:

Ερ.: Το 2019 είναι χρονιά Ευρωεκλογών και υπάρχουν αυξημένοι φόβοι ότι θα αναδειχθούν ιδιαίτερα τα ακροδεξιά, λαϊκιστικά κόμματα. Ανησυχείτε για αυτό και ποια είναι η ευθύνη της ΕΕ;

Απ.: Δεν είναι μόνο κίνδυνος. Είναι σίγουρο. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν θα είναι πια το ίδιο με το σημερινό πόσο μάλλον με τα προηγούμενα. Ήδη την τελευταία φορά, το 2014, το Ευρωκοινοβούλιο άλλαξε σε σχέση με το προηγούμενο σε όλα τα επίπεδα. Υπάρχουν σημαντικές εξελίξεις στον πολιτικό κόσμο και στο εκλογικό σώμα που διαπερνούν όλο το ευρωπαϊκό φάσμα. Στο παρελθόν είχαμε σε μεγάλο βαθμό καθορισμένα κομματικά μπλοκ στις ευρωπαϊκές χώρες, όπως και στην Ελλάδα αλλά και στη Γερμανία. Τώρα βλέπουμε παντού ότι το εκλογικό σώμα γίνεται πιο ευάλωτο, πιο ρευστό. Οι άνθρωποι αλλάζουν τις επιλογές τους πιο συχνά. Οι παραδοσιακοί ψηφοφόροι που μένουν σταθεροί στα κόμματά τους ανεξάρτητα με την οικονομική τους πολιτική ήτα πιστεύω τους όλο και λιγοστεύουν. Αυτό είναι ήδη ένα φαινόμενο που επιφέρει αλλαγές. Αλλά επίσης, υπάρχουν σήμερα ευρωσκεπτιστικά κινήματα, συχνά λαϊκιστές της δεξιάς αλλά και ευρωσκεπτικιστές από την αριστερά που καταφέρνουν να κινητοποιήσουν τους ψηφοφόρους, γιατί ταπράγματα δε λειτουργούν καλά στην Ευρώπη και είναι εύκολο να απευθυνθούν στο συναίσθημα.

Ερ.: Ποιο πιστεύετε πως είναι το βασικό πρόβλημα που κλήθηκε να διαχειριστεί η Ευρώπη και αντί να βοηθήσει στην καταπολέμηση της ακροδεξιάς την ενδυνάμωσε;

Απ.: Μπορούμε να πάρουμε για παράδειγμα, ακόμα κι αν δεν είναι ουσιαστικά το σημαντικότερο πρόβλημα στην Ευρώπη, το μεταναστευτικό. Στην Ιορδανία και στην Τουρκία είναι πραγματικό πρόβλημα, στην Ευρώπη δεν είμαι σίγουρος ότι είναι. Αλλά ο τρόπος με τον οποίο δεν λύσαμε το πρόβλημα, κυρίως πριν το 2015, όταν αφήσαμε τους Ιταλούς, τους Έλληνες και τους Ισπανούς τελικά μόνους τους με τον Κανονισμό του Δουβλίνου, δημιούργησε μια δυναμική πραγματικά θεμελιώδη. Έδειξε κατ' αρχάς ότι η Ευρώπη δε λειτουργεί και δεν μπορεί να λύσει ένα από τα βασικά προβλήματα της μεταναστευτικής πολιτικής, τη διαχείριση των εξωτερικών συνόρων. Επίσης, υπήρξαν μεγάλα μεταναστευτικά κύματα, υπήρξαν τεράστιες προσπάθειες ένταξης των μεταναστών αλλά υπήρξαν και ορισμένα μέρη όπου απλά το αφήσαμε. Όλα αυτά σε συνδυασμό και με μια μεγάλη πίεση όπως αυτή του 2015 άλλαξαν εντελώς τα πράγματα και έγινε το σημείο εκκίνησης για μια εθνικιστική, ξενοφοβική και αντιευρωπαϊκή δημαγωγία.

Και μάλιστα σε ένα ζήτημα που η Ευρώπη μπορούσε να λάβει αποφάσεις για την ανακατανομή των προσφύγων με ποσοστώσεις, σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Αποδείξαμε, δηλαδή, ότι η Ευρώπη μπορεί να αποφασίζει ό,τι θέλει, αλλά να μην εφαρμόζεται. Αυτό είναι το πιο σοβαρό απ' όλα. Γιατί μια Ευρώπη που μπορεί να αποφασίσει κάτι αλλά δεν είναι ικανή να εκτελέσει τις αποφάσεις, είναι μια τίγρης χωρίς δόντια. Αυτό είναι δραματικό. Όχι μόνο για το μεταναστευτικό αλλά για όλα.

Εκεί μόνο που είναι αποτελεσματική η Ευρώπη είναι η κοινή αγορά. Εκεί επιβάλλεται, είναι νόμος. Αλλά κάνοντας αυτό και μένοντας άπραγη για τον κοινωνικό πυλώνα, δημιουργεί επίσης διακρίσεις που προστίθενται στο πρόβλημα.

Ερ.: Από τη θέση του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής των Περιφερειών θεωρείτε ότι η απόσταση μεταξύ Βρυξέλλων και τοπικών κοινωνιών έχει συμβάλει επίσης στην άνοδο του ευρωσκεπτικισμού;

Απ.: Ας κάνουμε πρώτα λίγο γεωγραφία. Η Ευρώπη είναι η πιο μικρή ήπειρος, μετά την Αυστραλία. Είναι εντυπωσιακό αν πάρει κανείς τον παγκόσμιο χάρτη, θα δει ότι η Ευρώπη είναι μικρή. Είναι επίσης η ήπειρος με τη μεγαλύτερη πυκνότητα εθνικών συνόρων. Είναι λοιπόν κατακερματισμένη. Αλλά δεν υπάρχει μεγάλη φυσική απόσταση.

Μεταξύ Βρυξελλών και του Βορρά της Φινλανδίας και του Νότου της Ελλάδας η απόσταση δεν είναι μεγάλη. Στη Ρωσία ή στον Καναδά οι αποστάσεις είναι πολύ μεγαλύτερες. Αλλά υπάρχει πνευματική απόσταση και κοινωνική. Γιατί το ευρωπαϊκό πρότζεκτ επηρεάζει σημαντικά τις ζωές των πολιτών, αλλά οι πολίτες είτε δεν το ξέρουν είτε εισπράττουν μόνο τις αρνητικές συνέπειες. Και εκεί υπάρχει κάτι που δε λειτουργεί σωστά. Και αυτό είναι το μήνυμα της Επιτροπής των Περιφερειών και για αυτό κάνουμε και αυτή τη Σύνοδο. Η Ευρώπη έχει τρεις διαστάσεις. Έχει την ευρωπαϊκή διάσταση, την εθνική διάσταση αλλά έχει επίσης τη διάσταση των τοπικών κοινοτήτων. Αυτή η διάσταση είναι ίσως η πιο σημαντική. Για το λόγο ότι εκεί είναι που ζουν οι άνθρωποι. Δε ζουν στην Ευρώπη. Ζουν στις πόλεις και στα χωριά. Και εκεί υφίστανται τις πολιτικές αποφάσεις ή επωφελούνται αυτών. Εκεί έχουν τα προβλήματά τους ή τις επιδιώξεις τους. Όταν κάποιος έχει ένα πρόβλημα και θέλει να το επιλύσει, δεν τον ενδιαφέρει αν θα του το λύσει η περιφέρεια, το κράτος ή η Ευρώπη. Θέλει απλά να λυθεί. Αλλά θα μιλήσει στο δήμαρχό του. Δε θα πάρει τηλέφωνο τον Γιούνκερ.

Για αυτό η Ευρώπη δεν μπορεί να επιτύχει, παρά μόνο εάν είναι παρούσα σε αυτό το επίπεδο. Ο ρόλος λοιπόν της Επιτροπής των Περιφερειών, που είναι μόλις 25 ετών, είναι ακριβώς να κάνει αυτή τη διπλή δουλειά. Να φέρει τα τοπικά προβλήματα στο ευρωπαϊκό επίπεδο. Για να το καταφέρουμε αυτό πρέπει πρώτα να ξέρουμε τι λέμε, να οργανώσουμε την είσοδό μας στο«τρίγωνο των Βερμούδων», των αποφάσεων, δηλαδή του Κοινοβουλίου, της Επιτροπής και του Συμβουλίου, αλλά πάνω από όλα πρέπει οι 100.000 κοινότητες ή οι 300 περιφέρειες να κινητοποιηθούν.

Ερ.: Η Επιτροπή των Περιφερειών ξεκίνησε μια προσπάθεια κινητοποίησης κατά των προτεινόμενων περικοπών στα ταμεία συνοχής κατά το προσεχές πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο. Πού βρισκόμαστε τώρα σε σχέση με αυτό, δεδομένου ότι η απόφαση φαίνεται ότι θα ληφθεί μετά τις ευρωεκλογές;

Απ.: Αυτό είναι το καλύτερο παράδειγμα που μπορούμε να πάρουμε για το έργο της Επιτροπής των Περιφερειών. Η συνοχή για μας είναι θεμελιώδης. Για μας μια Ευρώπη χωρίς σημαντική πολιτική συνοχής, δεν είναι η Ευρώπη που θέλουμε. Για αυτό κινητοποιηθήκαμε πολύ νωρίς σε αυτό το ζήτημα. Συγκροτήσαμε τη «Συμμαχία για τη Συνοχή» και δουλέψαμε πολύ πριν ο επίτροπος Έτινγκερ αναγγείλει τον προϋπολογισμό και μπορέσαμε ήδη να επιλύσουμε κάποια προβλήματα.

Ήδη η πρόταση που έχουμε σήμερα δεν είναι τόσο κακή όσο θα μπορούσε να είναι. Αλλά δεν είναι ακόμα αυτό που θα θέλαμε. Γιατί ακόμα δεν έχουμε αποφασίσει το ακριβές ποσό, το οποίο παραμένει η αιτία πολέμου, αν θα είναι 1%, 1,1% ή 1,3%. Αυτό δεν έχει λυθεί ακόμα, αλλά υπήρξε ένα σημαντικό βήμα. Έγινε η κατάθεση του προϋπολογισμού και η πρόταση νόμου για τους διαφορετικούς τομείς. Και εκεί παρείχαμε γνωμοδοτήσεις, εγκαίρως προκειμένου να διαμορφώσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τη θέση του. Τώρα περνάμε στη φάση των τριμερών συνομιλιών μεταξύ του Κοινοβουλίου, της Επιτροπής και του Συμβουλίου. Πολεμήσαμε, επίσης κατά της σύνδεσης των κονδυλίων με προϋποθέσεις, γιατί εάν η συνοχή χρησιμοποιηθεί ως τιμωρία για τη μη εφαρμογή πολιτικών όπως το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο, επί της ουσίας τιμωρούμε τις περιφέρειες για κάτι που κάνει η κεντρική κυβέρνηση. Η ευχή πάντως να έχει ολοκληρωθεί η διαπραγμάτευση πριν από τις Ευρωκλογές, φαίνεται πάντως ότι αποτελεί ψευδαίσθηση.

Ερ.: Σε ό,τι αφορά, τώρα την Ελλάδα. Η οικονομία βγαίνει από μια μακρά κρίση και βλέπουμε ότι τέσσερις από τις 20 φτωχότερες ευρωπαϊκές περιφέρειες είναι ελληνικές. Ποιος είναι ο ρόλος των ευρωπαϊκών κονδυλίων στην προσπάθεια επιστροφής της χώρας στην ευμάρεια;

Απ.: Η ελληνική περίπτωση είναι προφανώς πολύ περίπλοκη. Η κρίση που πέρασε ήταν μεγάλη και-όπως έχω πει προκαλώντας την αντίδραση του Γιούνκερ- δεν αντιμετωπίστηκε σωστά. Τώρα πρέπει να προσπαθήσει να χρησιμοποιήσει όσο το δυνατόν περισσότερο τα ταμεία συνοχής αλλά πρέπει επίσης να αναλύσει με κριτική διάθεση τι έχει συμβεί μέχρι τώρα, εάν είναι αποτελεσματικό, αν υπάρχουν λάθη κλπ. Πρέπει πάντα να βελτιώνουμε την απόδοσή μας. Πρέπει να συνεχίσουμε να κάνουμε μια δυνατή πολιτική συνοχής ειδικά στις περιοχές της Ευρώπης που έχουν πραγματικά ανάγκη ανάπτυξης. Αλλά δεν πρέπει να περιμένουμε και θαύματα. Ένας προϋπολογισμός 1% του συνολικού ΑΕΠ της ΕΕ δεν μπορεί να λύσει όλα τα προβλήματα. Πρέπει όμως να είμαστε δημιουργικοί. Και ειδικά στην Ελλάδα σε ό,τι αφορά τη συγχρηματοδότηση. Μιλούσα με κάποιον δήμαρχο της Πορτογαλίας που είχε το ίδιο πρόβλημα. Ότι θα ήθελε να προχωρήσει ένα έργο αλλά οι δημοσιονομικοί κανόνες δεν το επιτρέπουν. Αυτό είναι ένας φαύλος κύκλος και πρέπει να σταματήσει. Πρέπει να προσαρμόσουμε τα εργαλεία της συνοχής και τα χρηματοδοτικά εργαλεία στην κάθε περίπτωση ξεχωριστά προκειμένου να συνεχίσουμε τις επενδύσεις. Γιατί εάν η χώρα είναι φτωχή και δεν μπορεί να επενδύσει, κάθε φορά που θα υπάρχει πίεση η οικονομία θα αποδυναμώνεται. Και αυτό είναι ένα πολιτικό ντιμπέιτ. Πώς μπορούμε να εκπληρώνουμε τα κριτήρια του Πακέτου Σταθερότητας μαζί με μια αποτελεσματική χρήση των διαρθρωτικών ταμείων και των επενδυτικών εργαλείων όπως το Πακέτο Γιούνκερ.

Την άποψη ότι η ΕΕ φέρει μεγάλο μερίδιο ευθύνης για την προβλεπομένη περαιτέρω άνοδο του ευρωσκεπτικισμού εκφράζει ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Περιφερειών Καρλ Χάινς Λάμπερτς στο περιθώριο της Συνόδου των Περιφερειών και των Πόλεων που πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη και την Παρασκευή, 14-15 Μαρτίου, στο Βουκουρέστι.

Μιλώντας για την Ελλάδα, ο Βέλγος πολιτικός από τη γερμανόφωνη περιφέρεια της χώρας, εξηγεί πως στο δρόμο προς την ανάκαμψη η Ελλάδα πρέπει να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τα ευρωπαϊκά κονδύλια συνοχής, αλλά και να αναλύσει σε βάθος τις αιτίες που προκάλεσαν την οικονομική κρίση.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή των Περιφερειών είναι ένα συμβουλευτικό όργανο της ΕΕ που εκπροσωπεί τις τοπικές κοινότητες σε ευρωπαϊκό επίπεδο, παρεμβαίνοντας με γνωμοδοτήσεις επί των νομοθετικών προτάσεων. Σύμφωνα με τον κ. Χάινς, η ΕΕ οφείλει να είναι παρούσα σε τοπικό επίπεδο γιατί εκεί έχει ο κάθε πολίτης «τα προβλήματα και τις επιδιώξεις του».

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Περιφερειών, Καρλ Χάινς Λάμπερτς, στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων:

Ερ.: Το 2019 είναι χρονιά Ευρωεκλογών και υπάρχουν αυξημένοι φόβοι ότι θα αναδειχθούν ιδιαίτερα τα ακροδεξιά, λαϊκιστικά κόμματα. Ανησυχείτε για αυτό και ποια είναι η ευθύνη της ΕΕ;

Απ.: Δεν είναι μόνο κίνδυνος. Είναι σίγουρο. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν θα είναι πια το ίδιο με το σημερινό πόσο μάλλον με τα προηγούμενα. Ήδη την τελευταία φορά, το 2014, το Ευρωκοινοβούλιο άλλαξε σε σχέση με το προηγούμενο σε όλα τα επίπεδα. Υπάρχουν σημαντικές εξελίξεις στον πολιτικό κόσμο και στο εκλογικό σώμα που διαπερνούν όλο το ευρωπαϊκό φάσμα. Στο παρελθόν είχαμε σε μεγάλο βαθμό καθορισμένα κομματικά μπλοκ στις ευρωπαϊκές χώρες, όπως και στην Ελλάδα αλλά και στη Γερμανία. Τώρα βλέπουμε παντού ότι το εκλογικό σώμα γίνεται πιο ευάλωτο, πιο ρευστό. Οι άνθρωποι αλλάζουν τις επιλογές τους πιο συχνά. Οι παραδοσιακοί ψηφοφόροι που μένουν σταθεροί στα κόμματά τους ανεξάρτητα με την οικονομική τους πολιτική ήτα πιστεύω τους όλο και λιγοστεύουν. Αυτό είναι ήδη ένα φαινόμενο που επιφέρει αλλαγές. Αλλά επίσης, υπάρχουν σήμερα ευρωσκεπτιστικά κινήματα, συχνά λαϊκιστές της δεξιάς αλλά και ευρωσκεπτικιστές από την αριστερά που καταφέρνουν να κινητοποιήσουν τους ψηφοφόρους, γιατί ταπράγματα δε λειτουργούν καλά στην Ευρώπη και είναι εύκολο να απευθυνθούν στο συναίσθημα.

Ερ.: Ποιο πιστεύετε πως είναι το βασικό πρόβλημα που κλήθηκε να διαχειριστεί η Ευρώπη και αντί να βοηθήσει στην καταπολέμηση της ακροδεξιάς την ενδυνάμωσε;

Απ.: Μπορούμε να πάρουμε για παράδειγμα, ακόμα κι αν δεν είναι ουσιαστικά το σημαντικότερο πρόβλημα στην Ευρώπη, το μεταναστευτικό. Στην Ιορδανία και στην Τουρκία είναι πραγματικό πρόβλημα, στην Ευρώπη δεν είμαι σίγουρος ότι είναι. Αλλά ο τρόπος με τον οποίο δεν λύσαμε το πρόβλημα, κυρίως πριν το 2015, όταν αφήσαμε τους Ιταλούς, τους Έλληνες και τους Ισπανούς τελικά μόνους τους με τον Κανονισμό του Δουβλίνου, δημιούργησε μια δυναμική πραγματικά θεμελιώδη. Έδειξε κατ' αρχάς ότι η Ευρώπη δε λειτουργεί και δεν μπορεί να λύσει ένα από τα βασικά προβλήματα της μεταναστευτικής πολιτικής, τη διαχείριση των εξωτερικών συνόρων. Επίσης, υπήρξαν μεγάλα μεταναστευτικά κύματα, υπήρξαν τεράστιες προσπάθειες ένταξης των μεταναστών αλλά υπήρξαν και ορισμένα μέρη όπου απλά το αφήσαμε. Όλα αυτά σε συνδυασμό και με μια μεγάλη πίεση όπως αυτή του 2015 άλλαξαν εντελώς τα πράγματα και έγινε το σημείο εκκίνησης για μια εθνικιστική, ξενοφοβική και αντιευρωπαϊκή δημαγωγία.

Και μάλιστα σε ένα ζήτημα που η Ευρώπη μπορούσε να λάβει αποφάσεις για την ανακατανομή των προσφύγων με ποσοστώσεις, σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Αποδείξαμε, δηλαδή, ότι η Ευρώπη μπορεί να αποφασίζει ό,τι θέλει, αλλά να μην εφαρμόζεται. Αυτό είναι το πιο σοβαρό απ' όλα. Γιατί μια Ευρώπη που μπορεί να αποφασίσει κάτι αλλά δεν είναι ικανή να εκτελέσει τις αποφάσεις, είναι μια τίγρης χωρίς δόντια. Αυτό είναι δραματικό. Όχι μόνο για το μεταναστευτικό αλλά για όλα.

Εκεί μόνο που είναι αποτελεσματική η Ευρώπη είναι η κοινή αγορά. Εκεί επιβάλλεται, είναι νόμος. Αλλά κάνοντας αυτό και μένοντας άπραγη για τον κοινωνικό πυλώνα, δημιουργεί επίσης διακρίσεις που προστίθενται στο πρόβλημα.

Ερ.: Από τη θέση του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής των Περιφερειών θεωρείτε ότι η απόσταση μεταξύ Βρυξέλλων και τοπικών κοινωνιών έχει συμβάλει επίσης στην άνοδο του ευρωσκεπτικισμού;

Απ.: Ας κάνουμε πρώτα λίγο γεωγραφία. Η Ευρώπη είναι η πιο μικρή ήπειρος, μετά την Αυστραλία. Είναι εντυπωσιακό αν πάρει κανείς τον παγκόσμιο χάρτη, θα δει ότι η Ευρώπη είναι μικρή. Είναι επίσης η ήπειρος με τη μεγαλύτερη πυκνότητα εθνικών συνόρων. Είναι λοιπόν κατακερματισμένη. Αλλά δεν υπάρχει μεγάλη φυσική απόσταση.

Μεταξύ Βρυξελλών και του Βορρά της Φινλανδίας και του Νότου της Ελλάδας η απόσταση δεν είναι μεγάλη. Στη Ρωσία ή στον Καναδά οι αποστάσεις είναι πολύ μεγαλύτερες. Αλλά υπάρχει πνευματική απόσταση και κοινωνική. Γιατί το ευρωπαϊκό πρότζεκτ επηρεάζει σημαντικά τις ζωές των πολιτών, αλλά οι πολίτες είτε δεν το ξέρουν είτε εισπράττουν μόνο τις αρνητικές συνέπειες. Και εκεί υπάρχει κάτι που δε λειτουργεί σωστά. Και αυτό είναι το μήνυμα της Επιτροπής των Περιφερειών και για αυτό κάνουμε και αυτή τη Σύνοδο. Η Ευρώπη έχει τρεις διαστάσεις. Έχει την ευρωπαϊκή διάσταση, την εθνική διάσταση αλλά έχει επίσης τη διάσταση των τοπικών κοινοτήτων. Αυτή η διάσταση είναι ίσως η πιο σημαντική. Για το λόγο ότι εκεί είναι που ζουν οι άνθρωποι. Δε ζουν στην Ευρώπη. Ζουν στις πόλεις και στα χωριά. Και εκεί υφίστανται τις πολιτικές αποφάσεις ή επωφελούνται αυτών. Εκεί έχουν τα προβλήματά τους ή τις επιδιώξεις τους. Όταν κάποιος έχει ένα πρόβλημα και θέλει να το επιλύσει, δεν τον ενδιαφέρει αν θα του το λύσει η περιφέρεια, το κράτος ή η Ευρώπη. Θέλει απλά να λυθεί. Αλλά θα μιλήσει στο δήμαρχό του. Δε θα πάρει τηλέφωνο τον Γιούνκερ.

Για αυτό η Ευρώπη δεν μπορεί να επιτύχει, παρά μόνο εάν είναι παρούσα σε αυτό το επίπεδο. Ο ρόλος λοιπόν της Επιτροπής των Περιφερειών, που είναι μόλις 25 ετών, είναι ακριβώς να κάνει αυτή τη διπλή δουλειά. Να φέρει τα τοπικά προβλήματα στο ευρωπαϊκό επίπεδο. Για να το καταφέρουμε αυτό πρέπει πρώτα να ξέρουμε τι λέμε, να οργανώσουμε την είσοδό μας στο«τρίγωνο των Βερμούδων», των αποφάσεων, δηλαδή του Κοινοβουλίου, της Επιτροπής και του Συμβουλίου, αλλά πάνω από όλα πρέπει οι 100.000 κοινότητες ή οι 300 περιφέρειες να κινητοποιηθούν.

Ερ.: Η Επιτροπή των Περιφερειών ξεκίνησε μια προσπάθεια κινητοποίησης κατά των προτεινόμενων περικοπών στα ταμεία συνοχής κατά το προσεχές πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο. Πού βρισκόμαστε τώρα σε σχέση με αυτό, δεδομένου ότι η απόφαση φαίνεται ότι θα ληφθεί μετά τις ευρωεκλογές;

Απ.: Αυτό είναι το καλύτερο παράδειγμα που μπορούμε να πάρουμε για το έργο της Επιτροπής των Περιφερειών. Η συνοχή για μας είναι θεμελιώδης. Για μας μια Ευρώπη χωρίς σημαντική πολιτική συνοχής, δεν είναι η Ευρώπη που θέλουμε. Για αυτό κινητοποιηθήκαμε πολύ νωρίς σε αυτό το ζήτημα. Συγκροτήσαμε τη «Συμμαχία για τη Συνοχή» και δουλέψαμε πολύ πριν ο επίτροπος Έτινγκερ αναγγείλει τον προϋπολογισμό και μπορέσαμε ήδη να επιλύσουμε κάποια προβλήματα.

Ήδη η πρόταση που έχουμε σήμερα δεν είναι τόσο κακή όσο θα μπορούσε να είναι. Αλλά δεν είναι ακόμα αυτό που θα θέλαμε. Γιατί ακόμα δεν έχουμε αποφασίσει το ακριβές ποσό, το οποίο παραμένει η αιτία πολέμου, αν θα είναι 1%, 1,1% ή 1,3%. Αυτό δεν έχει λυθεί ακόμα, αλλά υπήρξε ένα σημαντικό βήμα. Έγινε η κατάθεση του προϋπολογισμού και η πρόταση νόμου για τους διαφορετικούς τομείς. Και εκεί παρείχαμε γνωμοδοτήσεις, εγκαίρως προκειμένου να διαμορφώσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τη θέση του. Τώρα περνάμε στη φάση των τριμερών συνομιλιών μεταξύ του Κοινοβουλίου, της Επιτροπής και του Συμβουλίου. Πολεμήσαμε, επίσης κατά της σύνδεσης των κονδυλίων με προϋποθέσεις, γιατί εάν η συνοχή χρησιμοποιηθεί ως τιμωρία για τη μη εφαρμογή πολιτικών όπως το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο, επί της ουσίας τιμωρούμε τις περιφέρειες για κάτι που κάνει η κεντρική κυβέρνηση. Η ευχή πάντως να έχει ολοκληρωθεί η διαπραγμάτευση πριν από τις Ευρωκλογές, φαίνεται πάντως ότι αποτελεί ψευδαίσθηση.

Ερ.: Σε ό,τι αφορά, τώρα την Ελλάδα. Η οικονομία βγαίνει από μια μακρά κρίση και βλέπουμε ότι τέσσερις από τις 20 φτωχότερες ευρωπαϊκές περιφέρειες είναι ελληνικές. Ποιος είναι ο ρόλος των ευρωπαϊκών κονδυλίων στην προσπάθεια επιστροφής της χώρας στην ευμάρεια;

Απ.: Η ελληνική περίπτωση είναι προφανώς πολύ περίπλοκη. Η κρίση που πέρασε ήταν μεγάλη και-όπως έχω πει προκαλώντας την αντίδραση του Γιούνκερ- δεν αντιμετωπίστηκε σωστά. Τώρα πρέπει να προσπαθήσει να χρησιμοποιήσει όσο το δυνατόν περισσότερο τα ταμεία συνοχής αλλά πρέπει επίσης να αναλύσει με κριτική διάθεση τι έχει συμβεί μέχρι τώρα, εάν είναι αποτελεσματικό, αν υπάρχουν λάθη κλπ. Πρέπει πάντα να βελτιώνουμε την απόδοσή μας. Πρέπει να συνεχίσουμε να κάνουμε μια δυνατή πολιτική συνοχής ειδικά στις περιοχές της Ευρώπης που έχουν πραγματικά ανάγκη ανάπτυξης. Αλλά δεν πρέπει να περιμένουμε και θαύματα. Ένας προϋπολογισμός 1% του συνολικού ΑΕΠ της ΕΕ δεν μπορεί να λύσει όλα τα προβλήματα. Πρέπει όμως να είμαστε δημιουργικοί. Και ειδικά στην Ελλάδα σε ό,τι αφορά τη συγχρηματοδότηση. Μιλούσα με κάποιον δήμαρχο της Πορτογαλίας που είχε το ίδιο πρόβλημα. Ότι θα ήθελε να προχωρήσει ένα έργο αλλά οι δημοσιονομικοί κανόνες δεν το επιτρέπουν. Αυτό είναι ένας φαύλος κύκλος και πρέπει να σταματήσει. Πρέπει να προσαρμόσουμε τα εργαλεία της συνοχής και τα χρηματοδοτικά εργαλεία στην κάθε περίπτωση ξεχωριστά προκειμένου να συνεχίσουμε τις επενδύσεις. Γιατί εάν η χώρα είναι φτωχή και δεν μπορεί να επενδύσει, κάθε φορά που θα υπάρχει πίεση η οικονομία θα αποδυναμώνεται. Και αυτό είναι ένα πολιτικό ντιμπέιτ. Πώς μπορούμε να εκπληρώνουμε τα κριτήρια του Πακέτου Σταθερότητας μαζί με μια αποτελεσματική χρήση των διαρθρωτικών ταμείων και των επενδυτικών εργαλείων όπως το Πακέτο Γιούνκερ.

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία