ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Τάσος Νούσιας: Με συγκινεί βαθιά η συναίσθηση της θνητότητας, όποτε κι αν έρχεται στον άνθρωπο

Ερμηνεύοντας ακόμη έναν σπουδαίο ρόλο της παγκόσμιας δραματουργίας, τον Ριχάρδο Β’, ο ηθοποιός μιλά στη «ΜτΚ» για τις ιδιαιτερότητες του έργου, τις ποικίλες προεκτάσεις του και τον προσωπικό του αγώνα

 21/03/2019 07:00

Τάσος Νούσιας: Με συγκινεί βαθιά η συναίσθηση της θνητότητας, όποτε κι αν έρχεται στον άνθρωπο

Συνέντευξη στον Αλέξανδρο Παντελάκη

Ο «Ριχάρδος Β’ - Το ρέκβιεμ ενός βασιλιά» του Σαίξπηρ, που ανεβαίνει την Πέμπτη στο θέατρο «Αθήναιον», αφορά την ιστορία εξουσίας του άγγλου βασιλιά, η οποία, ωστόσο, ξεκινά από το τέλος. Ο Ριχάρδος έχει χάσει το θρόνο του από τον ξάδερφό του, τον Μπόλιμπροκ. Φυλακισμένος, βιώνει την απόλυτη μοναξιά. Ώσπου ο πρώην σταβλίτης που τον επισκέπτεται τον προκαλεί να ζήσει το παρελθόν του και να αναλογιστεί το παρόν του.

Η ιδιαιτερότητα της παράστασης, όπως μας επισημαίνει ο κ. Νούσιας, είναι «η δραματουργική επεξεργασία, η οποία δεν έχει πρόσθετα κείμενα, όπως συνήθως γίνεται». Το κείμενο που αποτελείται από 38 χαρακτήρες, καθώς είναι «από τα πιο πολυπληθή έργα του Σαίξπηρ», καταλήγει να έχει δυο. Ο ηθοποιός παραδέχεται ότι αυτό που τους συγκίνησε είναι «η ιστορία της γύμνιας του ανθρώπου, πληρώνοντας την άγνοιά του».

Οι υψηλές ερμηνευτικές απαιτήσεις, οι σχεδόν ακαριαίες αλλαγές από ρόλο σε ρόλο που κάνει επί σκηνής, σχετίζονται «με τη δεξιότητα που αποκτά ένας ηθοποιός μέσα στα χρόνια». Ο σκοπός, άλλωστε, όπως μας εκμυστηρεύεται ο ηθοποιός, είναι να μπορέσουν να καταθέσουν μαζί με τη σκηνοθέτη της παράστασης Μαρλέν Καμίνσκι «αυτόν το βηματισμό μας, της ωριμότητας και του συγκερασμού των πολλών τεχνών τόσο σωματικά όσο και εικαστικά, φωνητικά...».

Όσον αφορά το θεατή που θα το δει, ο στόχος είναι «μέσα από την παράσταση να αναλογιστεί και ο ίδιος αυτήν την υπέροχη θνητότητά του, να δει για τι πράγματα παλεύει μέσα στις διαδρομές του», επισημαίνει, ενώ τονίζει ότι όλο αυτό είναι «μία αναζήτηση προς τη λύτρωση».

Σχετικά με το περιεχόμενο, το έργο «έχει πολιτικό, πνευματικό, υπαρξιακό πρόσημο» και η ιστορία, η οποία είναι αληθινή και συνέβη τον 15ο αιώνα, περιγράφει εκτός των άλλων και την οικειοθελή αποχώρηση του βασιλιά από ένα θεοκρατικό κράτος, που μόνο ο θάνατος μπορεί να μεταβιβάσει το αξίωμα αυτό σε κάποιον άλλον. Είναι ένα γεγονός που σπανίως συμβαίνει στην Ιστορία.

Στο ρόλο του Ριχάρδου τον εντυπωσιάζει «ο αγώνας και η αγωνία του». Προσωπικά τον «συγκινεί βαθιά η συναίσθηση της θνητότητας όποτε και αν έρχεται στον άνθρωπο» και του θυμίζει και πολλά πράγματα, για τα οποία παλεύει στη ζωή του, όπως τις φοβίες του. Επισημαίνει ότι το έργο «είναι ένα βαθύ ανθρώπινο μάθημα».

«Είμαι γέννημα του ΚΘΒΕ»

Έχοντας λάβει διθυραμβικές κριτικές για τις ερμηνείες του σε κλασικούς ρόλους, του ζητάμε να μας σχολιάσει την προτίμησή του αυτή: «Είμαι γέννημα του ΚΘΒΕ, η παιδεία μου είναι κλασική κατά βάση. Η επαφή μου και η σπουδή μου με τα κλασικά κείμενα γίνεται από νωρίς. Προχωρώντας και ως επαγγελματίας αναγκάζεσαι να κάνεις κι άλλα πράγματα κατ' επιλογή -καλά, κρίνοντας από το αποτέλεσμα- που σε αποκόβουν από τη μήτρα των κλασικών έργων, τα οποία κουβαλάνε μια σπουδαία διαχρονικότητα πάνω τους γι’ αυτό είναι και επίκαιρα… Η σχέση μου με τα κλασικά κείμενα είναι απαραίτητη και αναγκαία για να επαναπροσδιοριστώ ως άνθρωπος, ως οντότητα».

Υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες της συζύγου του, Μαρλέν Καμίνσκι, ο ηθοποιός δηλώνει ότι «είναι από τις πιο εμπνευσμένες σκηνοθεσίες που έχω βρει μπροστά μου σε σχέση με τους υπέροχους σκηνοθέτες, που έχω συνεργαστεί κατά καιρούς», δίνοντας έμφαση στη λιτότητα και την ερμηνεία. «Είναι ένας πολύ αποκαλυπτικός μηχανισμός γεμάτος συμβολισμούς, οι οποίοι είναι εύληπτοι, όπως και το κείμενο… Εδώ είναι πολύ κυρίαρχος ο λόγος, ισόποσα κυρίαρχος με την κίνηση και περισσότερο φωτισμένος, ίσως γιατί έτσι του πρέπει. Χωρίς να έχει γίνει καμία προσθήκη και κανένας νεωτερισμός. Άσκοπος είναι ο νεωτερισμός».

Για τις διασκευές που γίνονται στο θέατρο σημειώνει ότι πολλές «χάνουν την αρχή, τη μέση, το τέλος, δεν ξέρω γιατί γίνεται αυτό εκείνη την ώρα, βλέπω μία εμμονή, βλέπω προσθήκες άλλων συγγραφέων, ουκ ολίγες φορές ως εφαλτήρια, ως πρόλογοι, ως άμεσα κομμάτια ξένα ως προς το κύριο έργο και ούτω καθεξής». Μιλώντας για το ρόλο του ηθοποιού, τονίζει: «Μετουσιώνουμε την κατάσταση και της δίνουμε σάρκα και οστά, είμαστε φορείς. Γι’ αυτό και όταν πετυχαίνουμε, μπορούμε εύστοχα να λεγόμαστε ερμηνευτές».

Η πολιτική προέκταση

Το έργο είναι κλασικό και άρα διαχρονικό, αλλά και επίκαιρο. Συζητώντας για αυτό με τον κ. Νούσια, μας περιγράφει τη δεινή κατάσταση που είχε φτάσει η χώρα του Ριχάρδου, η οποία είχε αρχίσει να καταρρέει ταμειακά, κάτι που τον οδήγησε όχι μόνο στο να αρπάζει περιουσίες, αλλά και να νοικιάσει το ίδιο το παλάτι. «Ο θείος του, του λέει κάποια στιγμή, ‘αχ ανιψιέ, και όλου του κόσμου να ήσουν βασιλιάς, θα ήταν ντροπή να δώσεις με νοίκι αυτήν τη χώρα, όταν όμως για κόσμο σου δεν έχεις παρά μονάχα τη χώρα αυτή, δεν είναι περισσότερο κι από ντροπή να την ντροπιάζεις έτσι; Ένα λαμόγιο ήσουν της Αγγλίας, όχι ο βασιλιάς της’».

Ο ηθοποιός καταλήγει ότι το έργο «είναι ένα πολύ ολοκληρωμένο πόνημα για την ανθρώπινη ύπαρξη, την ανθρώπινη φύση, τις διαδρομές που κάνει, για την αλαζονεία του ανθρώπου μέχρι την απόλυτη πτώση», ενώ η κριτική που κρατάει στο μυαλό του είναι αυτή του Σταύρου Ξαρχάκου, που σχολίασε το βιωματικό χαρακτήρα της παράστασης και έφυγε ενθουσιασμένος.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ριχάρδος Β’ - Το ρέκβιεμ ενός βασιλιά

του Ουίλιαμ Σαίξπηρ στο θέατρο «Αθήναιον»

Παραστάσεις: 21 με 31/03 στις 9 μ.μ., Κυριακές 8 μ.μ.

Εισιτήρια: 10 με 12 ευρώ

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 17 Μαρτίου 2019

Συνέντευξη στον Αλέξανδρο Παντελάκη

Ο «Ριχάρδος Β’ - Το ρέκβιεμ ενός βασιλιά» του Σαίξπηρ, που ανεβαίνει την Πέμπτη στο θέατρο «Αθήναιον», αφορά την ιστορία εξουσίας του άγγλου βασιλιά, η οποία, ωστόσο, ξεκινά από το τέλος. Ο Ριχάρδος έχει χάσει το θρόνο του από τον ξάδερφό του, τον Μπόλιμπροκ. Φυλακισμένος, βιώνει την απόλυτη μοναξιά. Ώσπου ο πρώην σταβλίτης που τον επισκέπτεται τον προκαλεί να ζήσει το παρελθόν του και να αναλογιστεί το παρόν του.

Η ιδιαιτερότητα της παράστασης, όπως μας επισημαίνει ο κ. Νούσιας, είναι «η δραματουργική επεξεργασία, η οποία δεν έχει πρόσθετα κείμενα, όπως συνήθως γίνεται». Το κείμενο που αποτελείται από 38 χαρακτήρες, καθώς είναι «από τα πιο πολυπληθή έργα του Σαίξπηρ», καταλήγει να έχει δυο. Ο ηθοποιός παραδέχεται ότι αυτό που τους συγκίνησε είναι «η ιστορία της γύμνιας του ανθρώπου, πληρώνοντας την άγνοιά του».

Οι υψηλές ερμηνευτικές απαιτήσεις, οι σχεδόν ακαριαίες αλλαγές από ρόλο σε ρόλο που κάνει επί σκηνής, σχετίζονται «με τη δεξιότητα που αποκτά ένας ηθοποιός μέσα στα χρόνια». Ο σκοπός, άλλωστε, όπως μας εκμυστηρεύεται ο ηθοποιός, είναι να μπορέσουν να καταθέσουν μαζί με τη σκηνοθέτη της παράστασης Μαρλέν Καμίνσκι «αυτόν το βηματισμό μας, της ωριμότητας και του συγκερασμού των πολλών τεχνών τόσο σωματικά όσο και εικαστικά, φωνητικά...».

Όσον αφορά το θεατή που θα το δει, ο στόχος είναι «μέσα από την παράσταση να αναλογιστεί και ο ίδιος αυτήν την υπέροχη θνητότητά του, να δει για τι πράγματα παλεύει μέσα στις διαδρομές του», επισημαίνει, ενώ τονίζει ότι όλο αυτό είναι «μία αναζήτηση προς τη λύτρωση».

Σχετικά με το περιεχόμενο, το έργο «έχει πολιτικό, πνευματικό, υπαρξιακό πρόσημο» και η ιστορία, η οποία είναι αληθινή και συνέβη τον 15ο αιώνα, περιγράφει εκτός των άλλων και την οικειοθελή αποχώρηση του βασιλιά από ένα θεοκρατικό κράτος, που μόνο ο θάνατος μπορεί να μεταβιβάσει το αξίωμα αυτό σε κάποιον άλλον. Είναι ένα γεγονός που σπανίως συμβαίνει στην Ιστορία.

Στο ρόλο του Ριχάρδου τον εντυπωσιάζει «ο αγώνας και η αγωνία του». Προσωπικά τον «συγκινεί βαθιά η συναίσθηση της θνητότητας όποτε και αν έρχεται στον άνθρωπο» και του θυμίζει και πολλά πράγματα, για τα οποία παλεύει στη ζωή του, όπως τις φοβίες του. Επισημαίνει ότι το έργο «είναι ένα βαθύ ανθρώπινο μάθημα».

«Είμαι γέννημα του ΚΘΒΕ»

Έχοντας λάβει διθυραμβικές κριτικές για τις ερμηνείες του σε κλασικούς ρόλους, του ζητάμε να μας σχολιάσει την προτίμησή του αυτή: «Είμαι γέννημα του ΚΘΒΕ, η παιδεία μου είναι κλασική κατά βάση. Η επαφή μου και η σπουδή μου με τα κλασικά κείμενα γίνεται από νωρίς. Προχωρώντας και ως επαγγελματίας αναγκάζεσαι να κάνεις κι άλλα πράγματα κατ' επιλογή -καλά, κρίνοντας από το αποτέλεσμα- που σε αποκόβουν από τη μήτρα των κλασικών έργων, τα οποία κουβαλάνε μια σπουδαία διαχρονικότητα πάνω τους γι’ αυτό είναι και επίκαιρα… Η σχέση μου με τα κλασικά κείμενα είναι απαραίτητη και αναγκαία για να επαναπροσδιοριστώ ως άνθρωπος, ως οντότητα».

Υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες της συζύγου του, Μαρλέν Καμίνσκι, ο ηθοποιός δηλώνει ότι «είναι από τις πιο εμπνευσμένες σκηνοθεσίες που έχω βρει μπροστά μου σε σχέση με τους υπέροχους σκηνοθέτες, που έχω συνεργαστεί κατά καιρούς», δίνοντας έμφαση στη λιτότητα και την ερμηνεία. «Είναι ένας πολύ αποκαλυπτικός μηχανισμός γεμάτος συμβολισμούς, οι οποίοι είναι εύληπτοι, όπως και το κείμενο… Εδώ είναι πολύ κυρίαρχος ο λόγος, ισόποσα κυρίαρχος με την κίνηση και περισσότερο φωτισμένος, ίσως γιατί έτσι του πρέπει. Χωρίς να έχει γίνει καμία προσθήκη και κανένας νεωτερισμός. Άσκοπος είναι ο νεωτερισμός».

Για τις διασκευές που γίνονται στο θέατρο σημειώνει ότι πολλές «χάνουν την αρχή, τη μέση, το τέλος, δεν ξέρω γιατί γίνεται αυτό εκείνη την ώρα, βλέπω μία εμμονή, βλέπω προσθήκες άλλων συγγραφέων, ουκ ολίγες φορές ως εφαλτήρια, ως πρόλογοι, ως άμεσα κομμάτια ξένα ως προς το κύριο έργο και ούτω καθεξής». Μιλώντας για το ρόλο του ηθοποιού, τονίζει: «Μετουσιώνουμε την κατάσταση και της δίνουμε σάρκα και οστά, είμαστε φορείς. Γι’ αυτό και όταν πετυχαίνουμε, μπορούμε εύστοχα να λεγόμαστε ερμηνευτές».

Η πολιτική προέκταση

Το έργο είναι κλασικό και άρα διαχρονικό, αλλά και επίκαιρο. Συζητώντας για αυτό με τον κ. Νούσια, μας περιγράφει τη δεινή κατάσταση που είχε φτάσει η χώρα του Ριχάρδου, η οποία είχε αρχίσει να καταρρέει ταμειακά, κάτι που τον οδήγησε όχι μόνο στο να αρπάζει περιουσίες, αλλά και να νοικιάσει το ίδιο το παλάτι. «Ο θείος του, του λέει κάποια στιγμή, ‘αχ ανιψιέ, και όλου του κόσμου να ήσουν βασιλιάς, θα ήταν ντροπή να δώσεις με νοίκι αυτήν τη χώρα, όταν όμως για κόσμο σου δεν έχεις παρά μονάχα τη χώρα αυτή, δεν είναι περισσότερο κι από ντροπή να την ντροπιάζεις έτσι; Ένα λαμόγιο ήσουν της Αγγλίας, όχι ο βασιλιάς της’».

Ο ηθοποιός καταλήγει ότι το έργο «είναι ένα πολύ ολοκληρωμένο πόνημα για την ανθρώπινη ύπαρξη, την ανθρώπινη φύση, τις διαδρομές που κάνει, για την αλαζονεία του ανθρώπου μέχρι την απόλυτη πτώση», ενώ η κριτική που κρατάει στο μυαλό του είναι αυτή του Σταύρου Ξαρχάκου, που σχολίασε το βιωματικό χαρακτήρα της παράστασης και έφυγε ενθουσιασμένος.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ριχάρδος Β’ - Το ρέκβιεμ ενός βασιλιά

του Ουίλιαμ Σαίξπηρ στο θέατρο «Αθήναιον»

Παραστάσεις: 21 με 31/03 στις 9 μ.μ., Κυριακές 8 μ.μ.

Εισιτήρια: 10 με 12 ευρώ

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 17 Μαρτίου 2019

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία