ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Το παλιότερο καφενείο της Θεσσαλονίκης κατέβασε τα ρολά 102 χρόνων

Η ιστορία του «Καφαντάρι» και οι μνήμες της τελευταίας ιδιοκτήτριάς του

 07/04/2019 17:16

Το παλιότερο καφενείο της Θεσσαλονίκης κατέβασε τα ρολά 102 χρόνων

Κατερίνα Δηλαβεράκη

Το παλαιότερο και πιο ιστορικό καφενείο της πόλης, «Καφαντάρι», έκλεισε, αφήνοντας πίσω του μια τεράστια ιστορία για την πόλη της Θεσσαλονίκης και συγκεκριμένα για την περιοχή του Βαρδάρη, όπου βρισκόταν. Στο "Καφαντάρι" όχι απλά έχουν περάσει και έχουν τραγουδήσει  τα μεγαλύτερα ονόματα της ελληνικής λαϊκής μουσικής όπως ο Βαμβακάρης και ο Τσιτσάνης, αλλά έχουν γραφτεί και τραγούδια γι' αυτό. 

Η πρώτη ημέρα λειτουργίας του χρονολογείται γύρω στο 1920, με ιδιοκτήτη τον Καφαντάρη, έναν άνθρωπο της «νύχτας» και της παρανομίας της τότε εποχής. Η τοποθεσία του ήταν έξω από τα δυτικά τείχη, μια περιοχή αμαρτωλή, γεμάτη οίκους ανοχής και χαμαιτυπεία. Το καφενείο ήταν στέκι συμμοριών και χαρτοπαικτών, αλλά το επισκέπτονταν επίσης και ταξιδιώτες. Ο Καφαντάρης ήταν ο «αρχηγός» της περιοχής και λαθρέμπορος. Στο καφενείο μέχρι και την ημέρα που έκλεισε υπήρχε η μυστική κρυψώνα που έκρυβε τα λαθραία, ενώ αργότερα χρησιμοποιήθηκε ως καταφύγιο. «Εμείς το χρησιμοποιούσαμε σαν μια απλή αποθήκη», σημειώνει η τελευταία ιδιοκτήτρια του καφενείου Αφροδίτη Διαμαντικίδου.

Πριν από περίπου 80 χρόνια, το "Καφαντάρι" πέρασε στα χέρια του Καρυοφύλλη Διαμαντακίδη, παππού της Αφροδίτης. «Το είχε πάρει πρώτα ο παππούς μου, στη συνέχεια το πήρε ο πατέρας μου και μετά εγώ μαζί με τα αδέρφια μου και το δουλέψαμε για 20 χρόνια», αναφέρει η Αφροδίτη. Η οικογένεια Διαμαντικίδη κράτησε το "Καφαντάρι" «εν ζωή» για 80 ολόκληρα χρόνια, μέχρι και πριν από ενάμιση μήνα που, παρ' όλες τις προσπάθειες να το κρατήσουν, τελικά έκλεισε.

Τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του καφενείου από την οικογένεια Διαμαντικίδη θαμώνες του ήταν Τούρκοι της περιοχής αλλά και πολλοί εργάτες. «Ήταν μία εποχή που δούλευαν πολλοί σε οικοδομές και έρχονταν πολλοί εργάτες μετά τη δουλειά. Όμως μετέπειτα γενικά άρχισε σιγά σιγά να σβήνει η ιδέα του καφενείου», τόνισε η Αφροδίτη.

kafantari-03.jpg

Οι ιστορίες για το "Καφαντάρι" είναι από αυτές που μεταφέρονται από στόμα σε στόμα ή μέσα από τραγούδια που έχουν γραφτεί γι' αυτό. Ένα πράγμα που δεν ισχύει από αυτά που ακούγονται αφορά την ταυτότητα του πρώτου ιδιοκτήτη. «Ο Καφαντάρης που είχε το καφενείο δεν ήταν ο γνωστός πολιτικός. Πολλοί τον μπερδεύουν. Κάτι που έχω επίσης ακούσει είναι ότι παλιά πάνω από το καφενείο ήταν τα γραφεία της Νέας Δημοκρατίας και πολλοί πολιτικοί κατέβαιναν και έκαναν ομιλίες στο 'Καφαντάρι'», συμπληρώνει η Αφροδίτη Διαμαντικίδου.

Το "Καφαντάρι" επισκέπτονταν μέχρι και τα τελευταία χρόνια πολλοί τουρίστες λόγω της περιοχής. Ο κόσμος, σύμφωνα με την τελευταία οικοδέσποινα του καφενείου, πήγαινε για να παίξει χαρτιά ή τάβλι, να παρακολουθήσει από τις τηλεοράσεις αθλητικούς αγώνες, «να βρει μια παρέα, για να πιει τον καφέ του». 

Η Αφροδίτη είχε επιλέξει να κρατήσει το "Καφαντάρι" σχεδόν όπως το βρήκε  και να το διατηρήσει σε ένα στιλ κλασικού και παραδοσιακού καφενείου, με μία διακόσμηση που δεν έχει καμία σχέση με τα σύγχρονα καφέ. Ο τιμοκατάλογος στον τοίχο του μαγαζιού, ήταν κρατημένος από την παλιά εποχή και σε ταξίδευε στο παρελθόν. Οι τιμές ήταν οικονομικές, ώστε να είναι προσιτό σε όλους. Έξω από το καφενείο υπάρχει ένας μεγάλος πλάτανος και το καλοκαίρι οι πελάτες κάθονταν στα εξωτερικά τραπεζάκια κάτω από τον ίσκιο του, ενώ οι τουρίστες έβρισκαν ευκαιρία για να ξεκουραστούν και να δροσιστούν, ώστε να συνεχίσουν την περιήγησή τους στην πόλη.

«Παίρναμε πολλά θετικά μηνύματα από τον κόσμο, τους ενδιέφερε η ιστορία του μαγαζιού, τους εντυπωσίαζε ότι ήταν τόσο παλιό. Θυμάμαι ότι έχει τύχει να μπει ένας στο μαγαζί και να πει: «επιτέλους μπήκα, τόσα χρόνια το έβλεπα!». Κάποιοι που έρχονταν μας λέγανε ότι όταν ήταν μικροί, τους έφερναν σε αυτό οι παππούδες ή οι μπαμπάδες τους», σημειώνει χαρακτηριστικά η Αφροδίτη Διαμαντικίδου.

Τα τελευταία χρόνια τα πράγματα έγιναν δύσκολα για το "Καφαντάρι", η πελατεία έπεσε κατακόρυφα και τα οικονομικά της επιχείρησης παρουσίασαν πτωτική πορεία. Παρά τις προσπάθειες της Αφροδίτης να το κρατήσει ανοιχτό, σύμφωνα με την ίδια, οι ιδιοκτήτες του χώρου αποφάσισαν να το κλείσουν. Όπως αναφέρει, «οι ιδιοκτήτες δεν κατανόησαν ποτέ ότι το 'Καφαντάρι' δεν ήταν ένα απλό καφενείο αλλά κάτι πολύ ξεχωριστό για την πόλη, με βάση την ιστορία που κουβαλούσε».  

«Δυστυχώς δεν μπορέσαμε να κάνουμε κάτι, το παλέψαμε όσο μπορούσαμε» δηλώνει η Αφροδίτη και κλείνει, λέγοντας πως: «Συγκινήθηκα με το ενδιαφέρον που είδα από τον κόσμο όταν έκλεισε το 'Καφαντάρι'. Είναι κάτι που με πονάει πάρα πολύ, με στεναχωρεί που έκλεισε γιατί ήταν ένα κομμάτι της ζωής μου, όταν μεγαλώνεις με κάτι, το θεωρείς κομμάτι σου. Ακόμα δεν το έχω συνειδητοποιήσει ότι έχει πλέον κλείσει αυτό το κεφάλαιο. Ήταν πολλά χρόνια, ήταν η δουλειά του παππού μου και του πατέρα μου και μέχρι και ο κόσμος τους θυμάται. Οι αναμνήσεις από αυτό το μέρος είναι ξεχωριστές».

Το παλαιότερο και πιο ιστορικό καφενείο της πόλης, «Καφαντάρι», έκλεισε, αφήνοντας πίσω του μια τεράστια ιστορία για την πόλη της Θεσσαλονίκης και συγκεκριμένα για την περιοχή του Βαρδάρη, όπου βρισκόταν. Στο "Καφαντάρι" όχι απλά έχουν περάσει και έχουν τραγουδήσει  τα μεγαλύτερα ονόματα της ελληνικής λαϊκής μουσικής όπως ο Βαμβακάρης και ο Τσιτσάνης, αλλά έχουν γραφτεί και τραγούδια γι' αυτό. 

Η πρώτη ημέρα λειτουργίας του χρονολογείται γύρω στο 1920, με ιδιοκτήτη τον Καφαντάρη, έναν άνθρωπο της «νύχτας» και της παρανομίας της τότε εποχής. Η τοποθεσία του ήταν έξω από τα δυτικά τείχη, μια περιοχή αμαρτωλή, γεμάτη οίκους ανοχής και χαμαιτυπεία. Το καφενείο ήταν στέκι συμμοριών και χαρτοπαικτών, αλλά το επισκέπτονταν επίσης και ταξιδιώτες. Ο Καφαντάρης ήταν ο «αρχηγός» της περιοχής και λαθρέμπορος. Στο καφενείο μέχρι και την ημέρα που έκλεισε υπήρχε η μυστική κρυψώνα που έκρυβε τα λαθραία, ενώ αργότερα χρησιμοποιήθηκε ως καταφύγιο. «Εμείς το χρησιμοποιούσαμε σαν μια απλή αποθήκη», σημειώνει η τελευταία ιδιοκτήτρια του καφενείου Αφροδίτη Διαμαντικίδου.

Πριν από περίπου 80 χρόνια, το "Καφαντάρι" πέρασε στα χέρια του Καρυοφύλλη Διαμαντακίδη, παππού της Αφροδίτης. «Το είχε πάρει πρώτα ο παππούς μου, στη συνέχεια το πήρε ο πατέρας μου και μετά εγώ μαζί με τα αδέρφια μου και το δουλέψαμε για 20 χρόνια», αναφέρει η Αφροδίτη. Η οικογένεια Διαμαντικίδη κράτησε το "Καφαντάρι" «εν ζωή» για 80 ολόκληρα χρόνια, μέχρι και πριν από ενάμιση μήνα που, παρ' όλες τις προσπάθειες να το κρατήσουν, τελικά έκλεισε.

Τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του καφενείου από την οικογένεια Διαμαντικίδη θαμώνες του ήταν Τούρκοι της περιοχής αλλά και πολλοί εργάτες. «Ήταν μία εποχή που δούλευαν πολλοί σε οικοδομές και έρχονταν πολλοί εργάτες μετά τη δουλειά. Όμως μετέπειτα γενικά άρχισε σιγά σιγά να σβήνει η ιδέα του καφενείου», τόνισε η Αφροδίτη.

kafantari-03.jpg

Οι ιστορίες για το "Καφαντάρι" είναι από αυτές που μεταφέρονται από στόμα σε στόμα ή μέσα από τραγούδια που έχουν γραφτεί γι' αυτό. Ένα πράγμα που δεν ισχύει από αυτά που ακούγονται αφορά την ταυτότητα του πρώτου ιδιοκτήτη. «Ο Καφαντάρης που είχε το καφενείο δεν ήταν ο γνωστός πολιτικός. Πολλοί τον μπερδεύουν. Κάτι που έχω επίσης ακούσει είναι ότι παλιά πάνω από το καφενείο ήταν τα γραφεία της Νέας Δημοκρατίας και πολλοί πολιτικοί κατέβαιναν και έκαναν ομιλίες στο 'Καφαντάρι'», συμπληρώνει η Αφροδίτη Διαμαντικίδου.

Το "Καφαντάρι" επισκέπτονταν μέχρι και τα τελευταία χρόνια πολλοί τουρίστες λόγω της περιοχής. Ο κόσμος, σύμφωνα με την τελευταία οικοδέσποινα του καφενείου, πήγαινε για να παίξει χαρτιά ή τάβλι, να παρακολουθήσει από τις τηλεοράσεις αθλητικούς αγώνες, «να βρει μια παρέα, για να πιει τον καφέ του». 

Η Αφροδίτη είχε επιλέξει να κρατήσει το "Καφαντάρι" σχεδόν όπως το βρήκε  και να το διατηρήσει σε ένα στιλ κλασικού και παραδοσιακού καφενείου, με μία διακόσμηση που δεν έχει καμία σχέση με τα σύγχρονα καφέ. Ο τιμοκατάλογος στον τοίχο του μαγαζιού, ήταν κρατημένος από την παλιά εποχή και σε ταξίδευε στο παρελθόν. Οι τιμές ήταν οικονομικές, ώστε να είναι προσιτό σε όλους. Έξω από το καφενείο υπάρχει ένας μεγάλος πλάτανος και το καλοκαίρι οι πελάτες κάθονταν στα εξωτερικά τραπεζάκια κάτω από τον ίσκιο του, ενώ οι τουρίστες έβρισκαν ευκαιρία για να ξεκουραστούν και να δροσιστούν, ώστε να συνεχίσουν την περιήγησή τους στην πόλη.

«Παίρναμε πολλά θετικά μηνύματα από τον κόσμο, τους ενδιέφερε η ιστορία του μαγαζιού, τους εντυπωσίαζε ότι ήταν τόσο παλιό. Θυμάμαι ότι έχει τύχει να μπει ένας στο μαγαζί και να πει: «επιτέλους μπήκα, τόσα χρόνια το έβλεπα!». Κάποιοι που έρχονταν μας λέγανε ότι όταν ήταν μικροί, τους έφερναν σε αυτό οι παππούδες ή οι μπαμπάδες τους», σημειώνει χαρακτηριστικά η Αφροδίτη Διαμαντικίδου.

Τα τελευταία χρόνια τα πράγματα έγιναν δύσκολα για το "Καφαντάρι", η πελατεία έπεσε κατακόρυφα και τα οικονομικά της επιχείρησης παρουσίασαν πτωτική πορεία. Παρά τις προσπάθειες της Αφροδίτης να το κρατήσει ανοιχτό, σύμφωνα με την ίδια, οι ιδιοκτήτες του χώρου αποφάσισαν να το κλείσουν. Όπως αναφέρει, «οι ιδιοκτήτες δεν κατανόησαν ποτέ ότι το 'Καφαντάρι' δεν ήταν ένα απλό καφενείο αλλά κάτι πολύ ξεχωριστό για την πόλη, με βάση την ιστορία που κουβαλούσε».  

«Δυστυχώς δεν μπορέσαμε να κάνουμε κάτι, το παλέψαμε όσο μπορούσαμε» δηλώνει η Αφροδίτη και κλείνει, λέγοντας πως: «Συγκινήθηκα με το ενδιαφέρον που είδα από τον κόσμο όταν έκλεισε το 'Καφαντάρι'. Είναι κάτι που με πονάει πάρα πολύ, με στεναχωρεί που έκλεισε γιατί ήταν ένα κομμάτι της ζωής μου, όταν μεγαλώνεις με κάτι, το θεωρείς κομμάτι σου. Ακόμα δεν το έχω συνειδητοποιήσει ότι έχει πλέον κλείσει αυτό το κεφάλαιο. Ήταν πολλά χρόνια, ήταν η δουλειά του παππού μου και του πατέρα μου και μέχρι και ο κόσμος τους θυμάται. Οι αναμνήσεις από αυτό το μέρος είναι ξεχωριστές».

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία