26 Απριλίου 1986: Η πυρηνική καταστροφή του Τσερνόμπιλ, 38 χρόνια μετά (βίντεο, φωτ.)
26/04/2024 07:56
26/04/2024 07:56
Σαν σήμερα, στις 26 Απριλίου 1986 συνέβη το πυρηνικό ατύχημα στο εργοστάσιο του Τσερνόμπιλ στην τότε Σοβιετική Ένωση, στη σημερινή Ουκρανία. Συγκεκριμένα, σημειώθηκε έκρηξη στον αντιδραστήρα νούμερο 4 του Πυρηνικού Σταθμού Παραγωγής Ενέργειας του Τσερνόμπιλ.
Τα ξημερώματα της 26ης Απριλίου 1986 οι εργαζόμενοι στον πυρηνικό σταθμό «Βλαντιμίρ Ίλιτς Λένιν», στο Τσέρνομπιλ της Ουκρανίας, ξεκίνησαν ένα πείραμα. Έκλεισαν όλα τα συστήματα ασφαλείας, αφήνοντας ωστόσο τον αντιδραστήρα της τέταρτης μονάδας του σταθμού, να λειτουργεί με το 7% της ισχύος του.
Στη 1:23 το πρωί, ξεκίνησαν διαδοχικές εκρήξεις, οι οποίες τίναξαν στον αέρα το ατσάλινο κάλυμμα του αντιδραστήρα, βάρους χιλίων τόνων. Είχε μόλις προκληθεί, το μεγαλύτερο πυρηνικό ατύχημα στην ανθρώπινη ιστορία.
Το ατύχημα συνέβη, ξημερώματα του Σαββάτου 26 Απριλίου 1986. Εκείνη την ώρα στο εργοστάσιο βρίσκονταν περίπου 200 εργαζόμενοι των οποίων οι ενασχολήσεις σχετίζονταν με την ομαλή λειτουργία των πυρηνικών αντιδραστήρων 1, 2 και 3, καθώς και με το πρόγραμμα ελέγχου που λάμβανε χώρα στον αντιδραστήρα 4 όπου και σημειώθηκε η έκρηξη. Σε απόσταση ενός χιλιομέτρου υπήρχαν άλλοι εργάτες οι οποίοι δούλευαν σε νυχτερινή βάρδια για την κατασκευή των αντιδραστήρων 5 και 6 που επρόκειτο να λειτουργήσουν το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς. Σημειώθηκαν δύο εκρήξεις στο κτίριο του αντιδραστήρα Νο 4.
Το αποτέλεσμα τους ήταν η διάνοιξη μιας τρύπας στην οροφή του κτιρίου και η εκτόξευση γραφίτη, σκυροδέματος και συντριμμιών. Ως αποτέλεσμα αυτών, ο πυρήνας του αντιδραστήρα βρέθηκε σε επαφή με το εξωτερικό περιβάλλον. Μεγάλο μέρος του ουρανίου που χρησιμοποιούνταν ως καύσιμο έφυγε στον αέρα μαζί με υπερουράνια στοιχεία και προϊόντα της σχάσης από τον πυρήνα του αντιδραστήρα, παρασυρόμενα από τον καπνό του οποίου η στήλη έφτασε σε ύψος το ένα χιλιόμετρο.
Πυρκαγιά ξέσπασε στην οροφή πάνω από τον στρόβιλο του αντιδραστήρα. Επίσης φλόγες υπήρχαν στο εσωτερικό του κτιρίου μαζί με ατμούς και σκόνη. Ο γραφίτης που έπαιζε το ρόλο του επιβραδυντή του αντιδραστήρα, ανεφλέγη από τη θερμότητα και την έκρηξη. Ένας υπάλληλος του εργοστασίου που βρισκόταν ακριβώς πάνω από τον αντιδραστήρα της στιγμή της έκρηξης σκοτώθηκε ακαριαία και το πτώμα του δεν ήταν δυνατό να ανασυρθεί και ένας δεύτερος υπάλληλος τραυματίστηκε από συντρίμμια που έπεσαν πάνω του και εμφάνισε σοβαρά εγκαύματα. Απεγκλωβίστηκε άμεσα αλλά υπέκυψε λίγες ώρες αργότερα.
Το ατύχημα στο Τσερνόμπιλ προήλθε γενικά από μια σειρά γεγονότων η οποία περιλάμβανε μεταξύ άλλων μη προβλεπόμενους χειρισμούς και λάθη, τα οποία σε συνδυασμό με τον σχεδιασμό του αντιδραστήρα RBMK-1000, που χρησιμοποιούσε το εργοστάσιο, οδήγησαν στο ατύχημα. H κλίμακα της καταστροφής ενισχύθηκε από την έλλειψη εκπαίδευσης και εξοπλισμού του προσωπικού του εργοστασίου, η οποία οδήγησε σε σοβαρά λάθη εκτίμησης της πραγματικής κατάστασης.
Τα επίπεδα ραδιενέργειας στις πλέον μολυσμένες περιοχές του εργοστασίου έχει υπολογιστεί ότι έφτασαν τα 5,6 Ρέντγκεν ανά δευτερόλεπτο (Ρ/δ), τα οποία ισοδυναμούν με 20.000 Ρέντγκεν ανά ώρα (Ρ/ω). Καθώς η θανάσιμη δόση είναι 500 Ρέντγκεν σε 5 ώρες, μη προστατευμένοι εργαζόμενοι έλαβαν μοιραίες δόσεις μέσα σε λίγα μόλις λεπτά. Εντούτοις την ώρα της καταστροφής οι εργαζόμενοι δεν ήξεραν τα πραγματικά επίπεδα ραδιενέργειας.
Εξαιτίας των λανθασμένων μετρήσεων, ο επικεφαλής του προσωπικού του αντιδραστήρα, Αλεξάντερ Ακίμοβ, υπέθεσε ότι ο αντιδραστήρας ήταν ανέπαφος. Ο Ακίμοβ έμεινε με τους άντρες του στο κτίριο του αντιδραστήρα μέχρι το πρωί, προσπαθώντας να αντλήσει νερό στον αντιδραστήρα. Κανείς τους δεν φορούσε προστατευτικές στολές και οι περισσότεροι, ανάμεσά τους και ο Ακίμοβ, πέθαναν από έκθεση σε ακτινοβολία μέσα σε τρεις εβδομάδες.
Ως αποτέλεσμα του ατυχήματος 237 άνθρωποι υπέφεραν από οξείας μορφής μόλυνση από ραδιενέργεια, από τους οποίους 31 πέθαναν μέσα στους πρώτους τρεις μήνες. Οι περισσότεροι ήταν πυροσβέστες και διασώστες, οι οποίοι δεν ήταν πλήρως ενήμεροι για τους κινδύνους που διέτρεχαν. 135.000 άνθρωποι εκκένωσαν την περιοχή, 50.000 από αυτούς κάτοικοι του Πριπυάτ. Ο συνολικός αριθμός των θανάτων στην περιοχή είναι δύσκολο να καθοριστεί επακριβώς λόγω της μυστικοπάθειας του τότε καθεστώτος, η οποία οδήγησε σε ελλιπή καταγραφή των σχετικών στατιστικών στοιχείων.
Στην αρχή, η Σοβιετική Ένωση δεν είπε στη Δύση τι συνέβαινε ακριβώς. Στην πραγματικότητα, τους πήρε μέρες για να πουν στους δικούς τους ανθρώπους να εκκενώσουν τις κοντινές περιοχές.
Μετά την έκρηξη, οι πρώτοι δυτικοί που το έμαθαν ήταν οι Σουηδοί εργαζόμενοι στα πυρηνικά εργοστάσια των οποίων οι αισθητήρες έδειξαν υψηλά επίπεδα ραδιενέργειας. Η Σουηδία έστειλε τον πρώτο συναγερμό ότι κάτι συνέβαινε.
Μόνο όταν ο κόσμος έστρεψε τους δορυφόρους του προς τη σημερινή βόρεια Ουκρανία, συνειδητοποίησε τι είχε συμβεί. Παρότι η σοβιετική κυβέρνηση αποπειράθηκε αρχικώς να συγκαλύψει το γεγονός, αναγκάστηκε να παραδεχθεί ότι υπήρξε ένα «μικρό ατύχημα».
Επί δέκα ημέρες, τα φλεγόμενα πυρηνικά καύσιμα απελευθέρωναν στην ατμόσφαιρα εκατομμύρια ραδιενεργά στοιχεία, σε ποσότητα που αντιστοιχεί σε 200 βόμβες σαν αυτή της Χιροσίμας. Ραδιενεργός σκόνη απλώθηκε πάνω από την Ευρώπη και μέχρι το Βόρειο Πόλο.
Χρειάστηκαν 7.000 τόνοι μετάλλου και 400.000 κυβικά μέτρα σιδηροπαγούς σκυροδέματος, προκειμένου να θαφτούν οι εκατοντάδες τόνοι πυρηνικών καυσίμων και ραδιενεργών συντριμμιών μέσα σε μια σαρκοφάγο.
Η έκρηξη αυτή ήταν η πρώτη μεγάλη έκρηξη πυρηνικού αντιδραστήρα σε Ευρωπαϊκό έδαφος, διατάραξε σοβαρότατα τις οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που επικρατούσαν στις γύρω περιοχές και είχε σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και στην υγεία. Οι επιστήμονες αναφέρουν ότι η συγκεκριμένη περιοχή δε θα μπορέσει να κατοικηθεί με ασφάλεια, πριν περάσουν τουλάχιστον 24.000 χρόνια.
Από την έκρηξη και την πυρκαγιά που ακολούθησε βρήκαν επιτόπου τραγικό θάνατο 2 από τους εργάτες του σταθμού. Παρόλα αυτά οι συνέπειες της διάχυσης ραδιενέργειας ήταν τρομακτικές μιας και μέσα σε τέσσερις μήνες πέθαναν 28 πυροσβέστες που έσπευσαν στο χώρο του ατυχήματος και διαπιστώθηκαν 19 επιπλέον θάνατοι ως το 2004, οι οποίοι σχετίζονταν με την έκρηξη.
Ταυτόχρονα, πάνω από 25.000 στρατιώτες και πολίτες έχασαν τη ζωή τους κατά τις εργασίες αποκατάστασης του σταθμού. Πολλοί οργανισμοί ωστόσο αμφισβητούν αυτά τα στοιχεία, κάνουν λόγο για μέχρι και 100.000 θανάτους λόγω της έκρηξης. Τετρακόσιες χιλιάδες άνθρωποι εγκατέλειψαν τις εστίες τους, αλλά περίπου 6 εκατομμύρια εξακολουθούν να ζουν σε μολυσμένες ζώνες.
Μέχρι τη Μεγάλη Δευτέρα ο ελληνικός λαός πιστεύει ότι Τσερνόμπιλ και Ουκρανία βρίσκονται πολύ μακριά, αλλά το απόγευμα της ίδιας μέρας ενημερώνεται από την τηλεόραση ότι από τις 18:30 συνεδριάζουν για το ζήτημα «αρμόδιοι φορείς» στον «Δημόκριτο», καθώς και διϋπουργικό όργανο υπό τις οδηγίες του πρωθυπουργού.
Όταν η συνάντηση ολοκληρώνεται, μετά τα μεσάνυχτα, μαθαίνει πως αυτή πραγματοποιήθηκε τελικά στο Πεντάγωνο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη σοβαρότητα του θέματος. Τα πρώτα μέτρα που ανακοινώνονται δεν διαφέρουν με αντίστοιχα άλλων ευρωπαϊκών χωρών: Αποφυγή κατανάλωσης γάλακτος από αιγοπρόβατα και χόρτων. Αντίθετα, δίνονται διαβεβαιώσεις πως δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα στο εμφιαλωμένο γάλα, καθώς και στην πόση νερού από δίκτυα ύδρευσης, υπόγεια ρεύματα ή καλυμμένες δεξαμενές.
Ο Τέρενς Κουίκ ανακοινώνει τις πρώτες ειδήσεις για το πυρηνικό ατύχημα το Πάσχα του 1986:
Η Ελληνική Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας έβγαλε καθησυχαστική ανακοίνωση στις 3 Μαΐου: «το ραδιενεργό νέφος δεν έχει φτάσει στον ελληνικό χώρο, αλλά ακόμη και αν οι μετεωρολογικές συνθήκες ευνοήσουν τη μεταφορά υπολειμμάτων στη χώρα δεν αναμένεται να σημειωθεί σημαντική αύξηση της ραδιενέργειας γιατί το νέφος θα έχει εξασθενίσει». Συγκρατήστε την ημερομηνία…
Ουσιαστικά τα πρώτα μέτρα της κυβέρνησης έρχονται ακριβώς μετά το τέλος και της επιστροφής των εκδρομέων από την επαρχία! Τότε, από την Τρίτη 6 Μαΐου, μπαίνουν οι πρώτοι περιορισμοί (με την μορφή σύστασης) στην κατανάλωση γαλακτοκομικών και οπωροκηπευτικών προϊόντων.
Αυτό ήταν αρκετό. Επικρατεί πανικός και τα ράφια των σούπερ μάρκετ αδειάζουν.
Στην πραγματικότητα το ραδιενεργό νέφος είχε μπει στην Ελλάδα από τα βόρεια σύνορά μας, τα ξημερώματα της επόμενης του Πάσχα, λίγες ώρες δηλαδή μετά το πατροπαράδοτο σούβλισμα του οβελία. Σύμφωνα με τους επιστήμονες μάλιστα είχε χρειαστεί περίπου 24 ώρες για να καλύψει ολόκληρη τη χώρα.
Μια σοβαρότατη πτυχή του αντίκτυπου που είχε στην Ελλάδα, το πυρηνικό δυστύχημα του Τσερνόμπιλ ήταν οι χιλιάδες εκτρώσεις, που έγιναν λόγω του πανικού που είχε προκληθεί.
Δυόμισι χιλιάδες παιδιά δεν γεννήθηκαν στην Ελλάδα στο διάστημα από τον Μάιο του 1986 έως και τον Μάρτιο του 1987 μετά το πυρηνικό ατύχημα του Τσερνόμπιλ, το 1986. Τόσες ήταν οι αμβλώσεις που έγιναν εκείνη την περίοδο με μοναδική αιτία τον φόβο των εγκύων για τις επιπτώσεις της ραδιενέργειας στα παιδιά που θα έφερναν στον κόσμο.
Σύμφωνα με μελέτη του καθηγητή Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ κ. Δημητρίου Τριχόπουλου, τον Ιούνιο του 1986 – ένα μήνα μετά το ατύχημα – τα επίπεδα ραδιενέργειας στη χώρα μας ήταν τέτοια που δεν δικαιολογούσαν επιπλοκές στην κύηση και προβλήματα στο έμβρυο.
Ωστόσο, η επιστημονική πληροφόρηση της εποχής δεν έδινε σαφείς απαντήσεις, με αποτέλεσμα να προκληθεί πανικός και έντονοι φόβοι για πιθανές τερατογενέσεις ανάμεσα στις εγκύους. Έτσι, από τον Μάιο του 1986 έως και τον Μάρτιο του 1987, σχεδόν μία στις τέσσερις εγκυμοσύνες (23% του συνόλου) στη χώρα μας διακόπηκε.
Σε άλλη μελέτη του καθηγητή Τριχόπουλου και συνεργατών του διαπιστώθηκε ότι τα βρέφη που είχαν εκτεθεί σε ραδιενέργεια στη διάρκεια της κύησης είχαν 2,6 φορές περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν βρεφική λευχαιμία, σε σύγκριση με όσα δεν είχαν υποστεί ενδομήτρια έκθεση.
Ωστόσο, στην Ελλάδα δεν παρατηρήθηκε αξιοσημείωτη αύξηση των περιστατικών παιδικής λευχαιμίας μετά το ατύχημα. «Ο αριθμός των θυμάτων του Τσερνόμπιλ στη χώρα μας εκτιμάται ότι φτάνει τα 1.500», σημειώνει ο κος Τριχόπουλος. Ειδικότερα, ο αριθμός αυτός αναφέρεται στις περιπτώσεις καρκίνου που καταγράφηκαν στη χώρα μας από το 1986 έως το 1996 και θεωρήθηκαν «ανεξήγητες».
Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που ζουν στο Τσερνόμπιλ σε διαφορετικές χρονικές περιόδους. Η πόλη-φάντασμα που εμφανίζεται συχνά στις περισσότερες φωτογραφίες είναι η τροφοδοτική πόλη Πρίπιατ. Θεωρητικά, κανείς δεν ζει πια εκεί. Ωστόσο, η πόλη του Τσερνόμπιλ, η οποία απέχει μόλις 10 χιλιόμετρα από τον αντιδραστήρα, έχει κατοίκους που μπαινοβγαίνουν σε τακτά χρονικά διαστήματα. Επίσης, υπάρχουν άνθρωποι που ζουν «ανεπίσημα» στην περιοχή γιατί δεν έχουν που αλλού να ζήσουν ή γιατί είναι πολύ μεγάλοι για να ξεκινήσουν μια νέα ζωή αλλού.
Η καταστροφή που προκάλεσε το ατύχημα φάνηκε από τις μετέπειτα συνέπειες του: ο χώρος εκκενώθηκε, έγινε μια μεγάλη διαρροή ραδιενέργειας, πολλοί άνθρωποι εκτέθηκαν σε αυτή και εργάτες εγκατέλειψαν τον τόπο εργασίας τους.
Επιπλέον, υπολογίζεται ότι επηρεάστηκε η υγεία εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων εξαιτίας της επιβάρυνσης του περιβάλλοντος με ραδιενέργεια. Οι ποσοστιαίες αυξήσεις των καρκίνων ήταν άνω του 15% στους πληθυσμούς που εκτέθηκαν, με χιλιάδες θανάτους από καρκίνο και λευχαιμία να συνδέονται με την έκρηξη.
Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, περίπου 8,4 εκατομμύρια άνθρωποι εκτέθηκαν στη ραδιενέργεια, η οποία μόλυνε έκταση 150.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων, ίση με τη μισή έκταση της Ιταλίας.
Ο σημερινός απολογισμός της έκρηξης του πυρηνικού αντιδραστήρα στο Τσερνόμπιλ είναι ιδιαίτερα αρνητικός μιας και οι ειδικοί εκτιμούν ότι η ζημιά που προκλήθηκε στο Τσέρνομπιλ είχε καταστροφικές συνέπειες και για την υπόλοιπη Ευρώπη. Από τα γεγονότα στο Τσερνόμπιλ και έπειτα τέθηκαν επιτακτικά στο δημόσιο διάλογο το ζήτημα της ασφάλειας και της επικινδυνότητας που συνεπάγονται με τη χρήση της πυρηνικής ενέργειας.
Ο πυρηνικός σταθμός του Τσέρνομπιλ σφραγίστηκε οριστικά τον Δεκέμβριο του 2000, ενώ με κόστος που ξεπέρασε τα 2,1 δισεκατομμύρια ευρώ και χρηματοδότηση από τη διεθνή κοινότητα, μια νέα σαρκοφάγος εξασφαλίζει την ασφάλεια της εγκατάστασης για τα επόμενα 100 χρόνια.
Πολλά φωτορεπορτάζ και αναφορές στον Τύπο τιτλοφορούνται με ελπιδοφόρα μηνύματα, όπως «Η ζωή ανθίζει στο Τσέρνομπιλ» ή «ο φυσικός παράδεισος του Τσέρνομπιλ», δίνοντας την εντύπωση στους αναγνώστες ότι η φύση γύρω από το σημείο του ατυχήματος του αντιδραστήρα έχει ήδη ανακάμψει από την πυρηνική καταστροφή. Τι συμβαίνει όμως στην πραγματικότητα; «Δεν είναι αλήθεια», επισημαίνει η Κέιτ Μπράουν, ερευνήτρια στο Τσέρνομπιλ εδώ και 25 χρόνια.
«Είναι πολύ όμορφη η ιδέα ότι οι άνθρωποι, αφού έχουν μολύνει τη φύση, το μόνο που πρέπει να κάνουν είναι να αποσυρθούν για κάποιο καιρό – και η φύση θα τα διορθώσει μετά όλα μόνη της», λέει η επιστήμονας.
Στην πραγματικότητα όμως τα είδη εντόμων, πουλιών και θηλαστικών στην αποκλεισμένη ζώνη είναι σαφώς λιγότερα, σύμφωνα με τους βιολόγους. Είναι αλήθεια ότι γίνονται αναφορές σε απειλούμενα είδη πτηνών και εντόμων, που κάνουν παρ' όλα αυτά την εμφάνισή τους στην αποκλεισμένη ζώνη - αλλά αυτό δεν αποτελεί απόδειξη για την υγεία της φύσης στο Τσέρνομπιλ, υπογραμμίζουν οι ειδικοί.
Μακροχρόνιες παρατηρήσεις, τόσο άγριων ζώων, όσο και πειραματόζωων στις μολυσμένες περιοχές δείχνουν σημαντική αύξηση της θνησιμότητας, προβλήματα υγείας, μειωμένο προσδόκιμο ζωής, πρόωρη γήρανση, αλλαγές στο αίμα και το κυκλοφορικό σύστημα, δυσπλασίες καθώς και άλλους παράγοντες που επηρεάζουν την υγεία των ζώων.
Δείτε σπάνιο υλικό:
Σαν σήμερα, στις 26 Απριλίου 1986 συνέβη το πυρηνικό ατύχημα στο εργοστάσιο του Τσερνόμπιλ στην τότε Σοβιετική Ένωση, στη σημερινή Ουκρανία. Συγκεκριμένα, σημειώθηκε έκρηξη στον αντιδραστήρα νούμερο 4 του Πυρηνικού Σταθμού Παραγωγής Ενέργειας του Τσερνόμπιλ.
Τα ξημερώματα της 26ης Απριλίου 1986 οι εργαζόμενοι στον πυρηνικό σταθμό «Βλαντιμίρ Ίλιτς Λένιν», στο Τσέρνομπιλ της Ουκρανίας, ξεκίνησαν ένα πείραμα. Έκλεισαν όλα τα συστήματα ασφαλείας, αφήνοντας ωστόσο τον αντιδραστήρα της τέταρτης μονάδας του σταθμού, να λειτουργεί με το 7% της ισχύος του.
Στη 1:23 το πρωί, ξεκίνησαν διαδοχικές εκρήξεις, οι οποίες τίναξαν στον αέρα το ατσάλινο κάλυμμα του αντιδραστήρα, βάρους χιλίων τόνων. Είχε μόλις προκληθεί, το μεγαλύτερο πυρηνικό ατύχημα στην ανθρώπινη ιστορία.
Το ατύχημα συνέβη, ξημερώματα του Σαββάτου 26 Απριλίου 1986. Εκείνη την ώρα στο εργοστάσιο βρίσκονταν περίπου 200 εργαζόμενοι των οποίων οι ενασχολήσεις σχετίζονταν με την ομαλή λειτουργία των πυρηνικών αντιδραστήρων 1, 2 και 3, καθώς και με το πρόγραμμα ελέγχου που λάμβανε χώρα στον αντιδραστήρα 4 όπου και σημειώθηκε η έκρηξη. Σε απόσταση ενός χιλιομέτρου υπήρχαν άλλοι εργάτες οι οποίοι δούλευαν σε νυχτερινή βάρδια για την κατασκευή των αντιδραστήρων 5 και 6 που επρόκειτο να λειτουργήσουν το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς. Σημειώθηκαν δύο εκρήξεις στο κτίριο του αντιδραστήρα Νο 4.
Το αποτέλεσμα τους ήταν η διάνοιξη μιας τρύπας στην οροφή του κτιρίου και η εκτόξευση γραφίτη, σκυροδέματος και συντριμμιών. Ως αποτέλεσμα αυτών, ο πυρήνας του αντιδραστήρα βρέθηκε σε επαφή με το εξωτερικό περιβάλλον. Μεγάλο μέρος του ουρανίου που χρησιμοποιούνταν ως καύσιμο έφυγε στον αέρα μαζί με υπερουράνια στοιχεία και προϊόντα της σχάσης από τον πυρήνα του αντιδραστήρα, παρασυρόμενα από τον καπνό του οποίου η στήλη έφτασε σε ύψος το ένα χιλιόμετρο.
Πυρκαγιά ξέσπασε στην οροφή πάνω από τον στρόβιλο του αντιδραστήρα. Επίσης φλόγες υπήρχαν στο εσωτερικό του κτιρίου μαζί με ατμούς και σκόνη. Ο γραφίτης που έπαιζε το ρόλο του επιβραδυντή του αντιδραστήρα, ανεφλέγη από τη θερμότητα και την έκρηξη. Ένας υπάλληλος του εργοστασίου που βρισκόταν ακριβώς πάνω από τον αντιδραστήρα της στιγμή της έκρηξης σκοτώθηκε ακαριαία και το πτώμα του δεν ήταν δυνατό να ανασυρθεί και ένας δεύτερος υπάλληλος τραυματίστηκε από συντρίμμια που έπεσαν πάνω του και εμφάνισε σοβαρά εγκαύματα. Απεγκλωβίστηκε άμεσα αλλά υπέκυψε λίγες ώρες αργότερα.
Το ατύχημα στο Τσερνόμπιλ προήλθε γενικά από μια σειρά γεγονότων η οποία περιλάμβανε μεταξύ άλλων μη προβλεπόμενους χειρισμούς και λάθη, τα οποία σε συνδυασμό με τον σχεδιασμό του αντιδραστήρα RBMK-1000, που χρησιμοποιούσε το εργοστάσιο, οδήγησαν στο ατύχημα. H κλίμακα της καταστροφής ενισχύθηκε από την έλλειψη εκπαίδευσης και εξοπλισμού του προσωπικού του εργοστασίου, η οποία οδήγησε σε σοβαρά λάθη εκτίμησης της πραγματικής κατάστασης.
Τα επίπεδα ραδιενέργειας στις πλέον μολυσμένες περιοχές του εργοστασίου έχει υπολογιστεί ότι έφτασαν τα 5,6 Ρέντγκεν ανά δευτερόλεπτο (Ρ/δ), τα οποία ισοδυναμούν με 20.000 Ρέντγκεν ανά ώρα (Ρ/ω). Καθώς η θανάσιμη δόση είναι 500 Ρέντγκεν σε 5 ώρες, μη προστατευμένοι εργαζόμενοι έλαβαν μοιραίες δόσεις μέσα σε λίγα μόλις λεπτά. Εντούτοις την ώρα της καταστροφής οι εργαζόμενοι δεν ήξεραν τα πραγματικά επίπεδα ραδιενέργειας.
Εξαιτίας των λανθασμένων μετρήσεων, ο επικεφαλής του προσωπικού του αντιδραστήρα, Αλεξάντερ Ακίμοβ, υπέθεσε ότι ο αντιδραστήρας ήταν ανέπαφος. Ο Ακίμοβ έμεινε με τους άντρες του στο κτίριο του αντιδραστήρα μέχρι το πρωί, προσπαθώντας να αντλήσει νερό στον αντιδραστήρα. Κανείς τους δεν φορούσε προστατευτικές στολές και οι περισσότεροι, ανάμεσά τους και ο Ακίμοβ, πέθαναν από έκθεση σε ακτινοβολία μέσα σε τρεις εβδομάδες.
Ως αποτέλεσμα του ατυχήματος 237 άνθρωποι υπέφεραν από οξείας μορφής μόλυνση από ραδιενέργεια, από τους οποίους 31 πέθαναν μέσα στους πρώτους τρεις μήνες. Οι περισσότεροι ήταν πυροσβέστες και διασώστες, οι οποίοι δεν ήταν πλήρως ενήμεροι για τους κινδύνους που διέτρεχαν. 135.000 άνθρωποι εκκένωσαν την περιοχή, 50.000 από αυτούς κάτοικοι του Πριπυάτ. Ο συνολικός αριθμός των θανάτων στην περιοχή είναι δύσκολο να καθοριστεί επακριβώς λόγω της μυστικοπάθειας του τότε καθεστώτος, η οποία οδήγησε σε ελλιπή καταγραφή των σχετικών στατιστικών στοιχείων.
Στην αρχή, η Σοβιετική Ένωση δεν είπε στη Δύση τι συνέβαινε ακριβώς. Στην πραγματικότητα, τους πήρε μέρες για να πουν στους δικούς τους ανθρώπους να εκκενώσουν τις κοντινές περιοχές.
Μετά την έκρηξη, οι πρώτοι δυτικοί που το έμαθαν ήταν οι Σουηδοί εργαζόμενοι στα πυρηνικά εργοστάσια των οποίων οι αισθητήρες έδειξαν υψηλά επίπεδα ραδιενέργειας. Η Σουηδία έστειλε τον πρώτο συναγερμό ότι κάτι συνέβαινε.
Μόνο όταν ο κόσμος έστρεψε τους δορυφόρους του προς τη σημερινή βόρεια Ουκρανία, συνειδητοποίησε τι είχε συμβεί. Παρότι η σοβιετική κυβέρνηση αποπειράθηκε αρχικώς να συγκαλύψει το γεγονός, αναγκάστηκε να παραδεχθεί ότι υπήρξε ένα «μικρό ατύχημα».
Επί δέκα ημέρες, τα φλεγόμενα πυρηνικά καύσιμα απελευθέρωναν στην ατμόσφαιρα εκατομμύρια ραδιενεργά στοιχεία, σε ποσότητα που αντιστοιχεί σε 200 βόμβες σαν αυτή της Χιροσίμας. Ραδιενεργός σκόνη απλώθηκε πάνω από την Ευρώπη και μέχρι το Βόρειο Πόλο.
Χρειάστηκαν 7.000 τόνοι μετάλλου και 400.000 κυβικά μέτρα σιδηροπαγούς σκυροδέματος, προκειμένου να θαφτούν οι εκατοντάδες τόνοι πυρηνικών καυσίμων και ραδιενεργών συντριμμιών μέσα σε μια σαρκοφάγο.
Η έκρηξη αυτή ήταν η πρώτη μεγάλη έκρηξη πυρηνικού αντιδραστήρα σε Ευρωπαϊκό έδαφος, διατάραξε σοβαρότατα τις οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που επικρατούσαν στις γύρω περιοχές και είχε σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και στην υγεία. Οι επιστήμονες αναφέρουν ότι η συγκεκριμένη περιοχή δε θα μπορέσει να κατοικηθεί με ασφάλεια, πριν περάσουν τουλάχιστον 24.000 χρόνια.
Από την έκρηξη και την πυρκαγιά που ακολούθησε βρήκαν επιτόπου τραγικό θάνατο 2 από τους εργάτες του σταθμού. Παρόλα αυτά οι συνέπειες της διάχυσης ραδιενέργειας ήταν τρομακτικές μιας και μέσα σε τέσσερις μήνες πέθαναν 28 πυροσβέστες που έσπευσαν στο χώρο του ατυχήματος και διαπιστώθηκαν 19 επιπλέον θάνατοι ως το 2004, οι οποίοι σχετίζονταν με την έκρηξη.
Ταυτόχρονα, πάνω από 25.000 στρατιώτες και πολίτες έχασαν τη ζωή τους κατά τις εργασίες αποκατάστασης του σταθμού. Πολλοί οργανισμοί ωστόσο αμφισβητούν αυτά τα στοιχεία, κάνουν λόγο για μέχρι και 100.000 θανάτους λόγω της έκρηξης. Τετρακόσιες χιλιάδες άνθρωποι εγκατέλειψαν τις εστίες τους, αλλά περίπου 6 εκατομμύρια εξακολουθούν να ζουν σε μολυσμένες ζώνες.
Μέχρι τη Μεγάλη Δευτέρα ο ελληνικός λαός πιστεύει ότι Τσερνόμπιλ και Ουκρανία βρίσκονται πολύ μακριά, αλλά το απόγευμα της ίδιας μέρας ενημερώνεται από την τηλεόραση ότι από τις 18:30 συνεδριάζουν για το ζήτημα «αρμόδιοι φορείς» στον «Δημόκριτο», καθώς και διϋπουργικό όργανο υπό τις οδηγίες του πρωθυπουργού.
Όταν η συνάντηση ολοκληρώνεται, μετά τα μεσάνυχτα, μαθαίνει πως αυτή πραγματοποιήθηκε τελικά στο Πεντάγωνο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη σοβαρότητα του θέματος. Τα πρώτα μέτρα που ανακοινώνονται δεν διαφέρουν με αντίστοιχα άλλων ευρωπαϊκών χωρών: Αποφυγή κατανάλωσης γάλακτος από αιγοπρόβατα και χόρτων. Αντίθετα, δίνονται διαβεβαιώσεις πως δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα στο εμφιαλωμένο γάλα, καθώς και στην πόση νερού από δίκτυα ύδρευσης, υπόγεια ρεύματα ή καλυμμένες δεξαμενές.
Ο Τέρενς Κουίκ ανακοινώνει τις πρώτες ειδήσεις για το πυρηνικό ατύχημα το Πάσχα του 1986:
Η Ελληνική Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας έβγαλε καθησυχαστική ανακοίνωση στις 3 Μαΐου: «το ραδιενεργό νέφος δεν έχει φτάσει στον ελληνικό χώρο, αλλά ακόμη και αν οι μετεωρολογικές συνθήκες ευνοήσουν τη μεταφορά υπολειμμάτων στη χώρα δεν αναμένεται να σημειωθεί σημαντική αύξηση της ραδιενέργειας γιατί το νέφος θα έχει εξασθενίσει». Συγκρατήστε την ημερομηνία…
Ουσιαστικά τα πρώτα μέτρα της κυβέρνησης έρχονται ακριβώς μετά το τέλος και της επιστροφής των εκδρομέων από την επαρχία! Τότε, από την Τρίτη 6 Μαΐου, μπαίνουν οι πρώτοι περιορισμοί (με την μορφή σύστασης) στην κατανάλωση γαλακτοκομικών και οπωροκηπευτικών προϊόντων.
Αυτό ήταν αρκετό. Επικρατεί πανικός και τα ράφια των σούπερ μάρκετ αδειάζουν.
Στην πραγματικότητα το ραδιενεργό νέφος είχε μπει στην Ελλάδα από τα βόρεια σύνορά μας, τα ξημερώματα της επόμενης του Πάσχα, λίγες ώρες δηλαδή μετά το πατροπαράδοτο σούβλισμα του οβελία. Σύμφωνα με τους επιστήμονες μάλιστα είχε χρειαστεί περίπου 24 ώρες για να καλύψει ολόκληρη τη χώρα.
Μια σοβαρότατη πτυχή του αντίκτυπου που είχε στην Ελλάδα, το πυρηνικό δυστύχημα του Τσερνόμπιλ ήταν οι χιλιάδες εκτρώσεις, που έγιναν λόγω του πανικού που είχε προκληθεί.
Δυόμισι χιλιάδες παιδιά δεν γεννήθηκαν στην Ελλάδα στο διάστημα από τον Μάιο του 1986 έως και τον Μάρτιο του 1987 μετά το πυρηνικό ατύχημα του Τσερνόμπιλ, το 1986. Τόσες ήταν οι αμβλώσεις που έγιναν εκείνη την περίοδο με μοναδική αιτία τον φόβο των εγκύων για τις επιπτώσεις της ραδιενέργειας στα παιδιά που θα έφερναν στον κόσμο.
Σύμφωνα με μελέτη του καθηγητή Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ κ. Δημητρίου Τριχόπουλου, τον Ιούνιο του 1986 – ένα μήνα μετά το ατύχημα – τα επίπεδα ραδιενέργειας στη χώρα μας ήταν τέτοια που δεν δικαιολογούσαν επιπλοκές στην κύηση και προβλήματα στο έμβρυο.
Ωστόσο, η επιστημονική πληροφόρηση της εποχής δεν έδινε σαφείς απαντήσεις, με αποτέλεσμα να προκληθεί πανικός και έντονοι φόβοι για πιθανές τερατογενέσεις ανάμεσα στις εγκύους. Έτσι, από τον Μάιο του 1986 έως και τον Μάρτιο του 1987, σχεδόν μία στις τέσσερις εγκυμοσύνες (23% του συνόλου) στη χώρα μας διακόπηκε.
Σε άλλη μελέτη του καθηγητή Τριχόπουλου και συνεργατών του διαπιστώθηκε ότι τα βρέφη που είχαν εκτεθεί σε ραδιενέργεια στη διάρκεια της κύησης είχαν 2,6 φορές περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν βρεφική λευχαιμία, σε σύγκριση με όσα δεν είχαν υποστεί ενδομήτρια έκθεση.
Ωστόσο, στην Ελλάδα δεν παρατηρήθηκε αξιοσημείωτη αύξηση των περιστατικών παιδικής λευχαιμίας μετά το ατύχημα. «Ο αριθμός των θυμάτων του Τσερνόμπιλ στη χώρα μας εκτιμάται ότι φτάνει τα 1.500», σημειώνει ο κος Τριχόπουλος. Ειδικότερα, ο αριθμός αυτός αναφέρεται στις περιπτώσεις καρκίνου που καταγράφηκαν στη χώρα μας από το 1986 έως το 1996 και θεωρήθηκαν «ανεξήγητες».
Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που ζουν στο Τσερνόμπιλ σε διαφορετικές χρονικές περιόδους. Η πόλη-φάντασμα που εμφανίζεται συχνά στις περισσότερες φωτογραφίες είναι η τροφοδοτική πόλη Πρίπιατ. Θεωρητικά, κανείς δεν ζει πια εκεί. Ωστόσο, η πόλη του Τσερνόμπιλ, η οποία απέχει μόλις 10 χιλιόμετρα από τον αντιδραστήρα, έχει κατοίκους που μπαινοβγαίνουν σε τακτά χρονικά διαστήματα. Επίσης, υπάρχουν άνθρωποι που ζουν «ανεπίσημα» στην περιοχή γιατί δεν έχουν που αλλού να ζήσουν ή γιατί είναι πολύ μεγάλοι για να ξεκινήσουν μια νέα ζωή αλλού.
Η καταστροφή που προκάλεσε το ατύχημα φάνηκε από τις μετέπειτα συνέπειες του: ο χώρος εκκενώθηκε, έγινε μια μεγάλη διαρροή ραδιενέργειας, πολλοί άνθρωποι εκτέθηκαν σε αυτή και εργάτες εγκατέλειψαν τον τόπο εργασίας τους.
Επιπλέον, υπολογίζεται ότι επηρεάστηκε η υγεία εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων εξαιτίας της επιβάρυνσης του περιβάλλοντος με ραδιενέργεια. Οι ποσοστιαίες αυξήσεις των καρκίνων ήταν άνω του 15% στους πληθυσμούς που εκτέθηκαν, με χιλιάδες θανάτους από καρκίνο και λευχαιμία να συνδέονται με την έκρηξη.
Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, περίπου 8,4 εκατομμύρια άνθρωποι εκτέθηκαν στη ραδιενέργεια, η οποία μόλυνε έκταση 150.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων, ίση με τη μισή έκταση της Ιταλίας.
Ο σημερινός απολογισμός της έκρηξης του πυρηνικού αντιδραστήρα στο Τσερνόμπιλ είναι ιδιαίτερα αρνητικός μιας και οι ειδικοί εκτιμούν ότι η ζημιά που προκλήθηκε στο Τσέρνομπιλ είχε καταστροφικές συνέπειες και για την υπόλοιπη Ευρώπη. Από τα γεγονότα στο Τσερνόμπιλ και έπειτα τέθηκαν επιτακτικά στο δημόσιο διάλογο το ζήτημα της ασφάλειας και της επικινδυνότητας που συνεπάγονται με τη χρήση της πυρηνικής ενέργειας.
Ο πυρηνικός σταθμός του Τσέρνομπιλ σφραγίστηκε οριστικά τον Δεκέμβριο του 2000, ενώ με κόστος που ξεπέρασε τα 2,1 δισεκατομμύρια ευρώ και χρηματοδότηση από τη διεθνή κοινότητα, μια νέα σαρκοφάγος εξασφαλίζει την ασφάλεια της εγκατάστασης για τα επόμενα 100 χρόνια.
Πολλά φωτορεπορτάζ και αναφορές στον Τύπο τιτλοφορούνται με ελπιδοφόρα μηνύματα, όπως «Η ζωή ανθίζει στο Τσέρνομπιλ» ή «ο φυσικός παράδεισος του Τσέρνομπιλ», δίνοντας την εντύπωση στους αναγνώστες ότι η φύση γύρω από το σημείο του ατυχήματος του αντιδραστήρα έχει ήδη ανακάμψει από την πυρηνική καταστροφή. Τι συμβαίνει όμως στην πραγματικότητα; «Δεν είναι αλήθεια», επισημαίνει η Κέιτ Μπράουν, ερευνήτρια στο Τσέρνομπιλ εδώ και 25 χρόνια.
«Είναι πολύ όμορφη η ιδέα ότι οι άνθρωποι, αφού έχουν μολύνει τη φύση, το μόνο που πρέπει να κάνουν είναι να αποσυρθούν για κάποιο καιρό – και η φύση θα τα διορθώσει μετά όλα μόνη της», λέει η επιστήμονας.
Στην πραγματικότητα όμως τα είδη εντόμων, πουλιών και θηλαστικών στην αποκλεισμένη ζώνη είναι σαφώς λιγότερα, σύμφωνα με τους βιολόγους. Είναι αλήθεια ότι γίνονται αναφορές σε απειλούμενα είδη πτηνών και εντόμων, που κάνουν παρ' όλα αυτά την εμφάνισή τους στην αποκλεισμένη ζώνη - αλλά αυτό δεν αποτελεί απόδειξη για την υγεία της φύσης στο Τσέρνομπιλ, υπογραμμίζουν οι ειδικοί.
Μακροχρόνιες παρατηρήσεις, τόσο άγριων ζώων, όσο και πειραματόζωων στις μολυσμένες περιοχές δείχνουν σημαντική αύξηση της θνησιμότητας, προβλήματα υγείας, μειωμένο προσδόκιμο ζωής, πρόωρη γήρανση, αλλαγές στο αίμα και το κυκλοφορικό σύστημα, δυσπλασίες καθώς και άλλους παράγοντες που επηρεάζουν την υγεία των ζώων.
Δείτε σπάνιο υλικό:
ΣΧΟΛΙΑ