Δεύτερη αλλά... καταϊδρωμένη η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας
25/03/2024 15:00
25/03/2024 15:00
Δεύτερη, με μεγάλη όμως απόσταση από την Αττική, κατατάσσεται η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, σε όλα τα μεγέθη που περιγράφουν την αναπτυξιακή της δυναμική, ενώ σε κάποιους δείκτες όπως το κατά κεφαλήν εισόδημα βρίσκεται χαμηλότερα ακόμα και από τον μέσο όρο της χώρας.
«Η διαπεριφερειακή ανισότητα στην ελληνική οικονομία είναι ιδιαίτερα σημαντική» επισημαίνεται στην πρώτη έκθεση του ΙΟΒΕ για τις κοινωνικές και οικονομικές τάσεις στις ελληνικές περιφέρειες, ενώ συγκρίνοντας την Αττική με την Κεντρική Μακεδονίας σημειώνεται ότι υπάρχουν «σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των δύο περιφερειών».
Στην 8η θέση στο κατα κεφαλήν ΑΕΠ
Λόγω πληθυσμιακής συγκέντρωσης είναι αναμενόμενο η Αττική να παράγει και να συγκεντρώνει το μεγαλύτερο μερίδιο του παραγόμενου πλούτου της χώρας, όμως αυτός ο πλούτος δεν κατανέμεται αναλογικά, μεταξύ των περιφερειών. Στην Αττική ζει το ένα τρίτο του πληθυσμού, όμως είναι κατατεθειμένα σχεδόν τα δύο τρίτα των καταθέσεων (40 δισ. σε σύνολο 67,5 δισ. ευρώ). Στην περιοχή όπου ζει το 36% του πληθυσμού ο παραγόμενος πλούτος ξεπερνά το 45% του ΑΕΠ της χώρας. Δεύτερη με μεγάλη διαφορά έρχεται η περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, όπου ζει το 17% του πληθυσμού και όπου παράγεται το 13,7% του εθνικού πλούτου. Συντριπτικά μεγαλύτερη είναι η διαφορά των δύο περιφερειών όταν η σύγκριση γίνει με όρους κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Η Αττική είναι στην 1η θέση με 23.000 ευρώ κατά κεφαλήν εισόδημα (στοιχεία 2021) αλλά η Κεντρική Μακεδονία όχι μόνο δεν είναι στη 2η θέση, αλλά κατατάσσεται στην 8η θέση μεταξύ των 13 περιφερειών, χαμηλότερα και από τον μέσο όρο της χώρας (17.000 ευρώ), με κατά κεφαλήν ΑΕΠ 13.400 ευρώ το 2021, σύμφωνα με τα στοιχεία που συνέλλεξε και επεξεργάστηκε το ΙΟΒΕ.
Ο Δείκτης Περιφερειακής Ανταγωνιστικότητας (ΔΠΑ), μετρά διάφορες πτυχές της ανταγωνιστικότητας (θεσμοί, μακροοικονομία, υποδομές, υγεία, εκπαίδευση, αποδοτικότητα της αγοράς εργασίας, μέγεθος αγορών, τεχνολογία, καινοτομία, επιχειρηματικότητα). Η περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας καταγραφεί τη δεύτερη υψηλότερη επίδοση σε αυτό τον δείκτη, όμως και εδώ η απόσταση από την Αττική είναι μεγάλη. «Οι περιφέρειες των πρωτευουσών είναι αναμενόμενο να είναι σχεδόν πάντα οι πιο ανταγωνιστικές, αλλά το χάσμα είναι μικρότερο στα πιο ανταγωνιστικά κράτη-μέλη. Ο ΔΠΑ για την περιφέρεια της Αττικής το 2022 είναι 92,3, ενώ για την περιφέρεια της Κεντρικής Μακεδονίας είναι μόλις 69,8» σημειώνεται στην έκθεση.
Τετραπλάσιος ο τζίρος στην Αττική
Στις περιφέρειες όπου βρίσκονται τα δύο μεγαλύτερα αστικά κέντρα λειτουργεί και ο μεγαλύτερος αριθμός επιχειρήσεων, «με σημαντικές ωστόσο αποκλίσεις μεταξύ των δύο περιφερειών» όπως σημειώνεται στην έκθεση του ΙΟΒΕ.
Το 2019 ο συνολικός τζίρος των επιχειρήσεων της Αττικής ήταν σχεδόν 209 δισ. ευρώ, όταν στην Κεντρική Μακεδονία ο συνολικός τζίρος ήταν 33,5 δισ. Όταν δε εξετάσουμε τον τζίρο που αναλογεί σε κάθε επιχείρηση, αυτός είναι σχεδόν τετραπλάσιος στις επιχειρήσεις που λειτουργούν στην Αττική σε σχέση με αυτές στην Κεντρική Μακεδονία (580.000 ευρώ έναντι 142.000 ευρώ).
Εμφανείς είναι οι ανισότητες και ως προς την πρόσβαση των επιχειρήσεων στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Τόσο η αξία των ροών επιχειρηματικών δανείων ως προς ΑΕΠ, όσο και η αξία του υπολοίπου επιχειρηματικών δανείων προς ΑΕΠ είναι διπλάσια στην Αττική σε σχέση με την Κεντρική Μακεδονία.
Υποδιπλάσιες οι επενδύσεις
Η διαπεριφερειακή ανισότητα αντικατοπτρίζεται και στο πεδίο των επενδύσεων, που αποτελεί βασική προϋπόθεση για τη βελτίωση της παραγωγικότητας και την ανάπτυξη. Οι περιφέρειες της Αττικής και της Κεντρικής Μακεδονίας συνεισέφεραν σχεδόν το μισό των συνολικών εγχώριων επενδύσεων το 2020, το πιο πρόσφατο έτος για το οποίο υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία σε επίπεδο περιφερειών. Όμως μεταξύ των δύο περιφερειών υπάρχει χάσμα. Συγκεκριμένα από το σύνολο των επενδύσεων που έγιναν το 2020 στην Ελλάδα, η Αττική έχει μερίδιο 36,7% και η Κ. Μακεδονία 14,2%.
Αν πάμε λίγο πιο πίσω στο χρόνο το διάστημα 2017-2019, οι μόνες περιφέρειες που είχαν θετικό ρυθμό μεταβολής επενδύσεων ήταν το Νότιο Αιγαίο με το εκπληκτικό 17,3% και η Αττική με 2,3%, ενώ η Κεντρική Μακεδονία κατέγραψε συρρίκνωση επενδύσεων κατά 9,4%. Το 2022 οι επενδύσεις ενισχύθηκαν σημαντικά κατά 21,8%, και συνεχίζουν να μεγεθύνονται, στηριζόμενες από την πιστωτική επέκταση των ιδιωτικών τραπεζών και στους πόρους που διατίθενται από τον Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) της ΕΕ, επομένως θα έχει ενδιαφέρον να καταγραφεί και το πώς κατανεμήθηκαν αυτά τα κεφάλαια σε επίπεδο περιφερειών.
Αγορά εργασίας
Το 2019, όταν δηλαδή όταν άρχισε η Ελλάδα να βγαίνει από την κρίση, η Αττική είχε 9.500 περισσότερες επιχειρήσεις σε σχέση με το 2017, ενώ η Κεντρική Μακεδονία 1.200 λιγότερες. Εκείνη τη χρονιά στην Αττική λειτουργούσαν σχεδόν 360.000 επιχειρήσεις που απασχολούσαν πάνω από 2 εκατομμύρια εργαζόμενους, ενώ στην Κεντρική Μακεδονία σχεδόν 236.000 επιχειρήσεις που απασχολούσαν 650 χιλιάδες εργαζόμενους. Αναλογικά κάθε επιχείρηση στην Αττική απασχολούσε σχεδόν διπλάσιο αριθμό εργαζομένων σε σχέση με το αντίστοιχο μέγεθος στην Κεντρική Μακεδονία (κατά μέσο όρο 5,7 έναντι 2,7 εργαζόμενους ανά επιχείρηση) κάτι που φανερώνει και τη διαφορά στα μεγέθη των επιχειρήσεων. Το ποσοστό ανεργίας στην Κεντρική Μακεδονία ήταν στο 14,7%, δυόμιση μονάδες υψηλότερα σε σχέση με τον εθνικό μέσο όρο, ήταν δε το τρίτο υψηλότερο ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα (μαζί με την Ανατολική Μακεδονία και Θράκη).
Γήρανση και μείωση πληθυσμού
Με όρους πληθυσμιακής γήρανσης, η Κεντρική Μακεδονία καταγράφει τον πέμπτο κατά σειρά μεγαλύτερο δείκτη πληθυσμιακής εξάρτησης της τρίτης ηλικίας, μεγαλύτερο κατά περίπου 5 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με τον εθνικό μέσο όρο. Όπως σημειώνεται στην έκθεση του ΙΟΒΕ οι τάσεις στις ηλικιακές ομάδες φανερώνουν μείωση του ποσοστού των ατόμων παραγωγικής ηλικίας την τελευταία 12ετία, μείωση των γεννήσεων και παράλληλη αύξηση του ποσοστού της γηραιότερης ηλικιακής ομάδας. Η μείωση αυτή του πληθυσμού της αντιστοιχεί σε 6.8% και είναι περίπου κατά μία μονάδα μεγαλύτερη από τη μείωση που σημειώθηκε στο εθνικό επίπεδο. Όπως σημειώνεται στην έκθεση, σημαντικές είναι και οι προκλήσεις σε όρους προσδόκιμου επιβίωσης του πληθυσμού της, όπου η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας καταγράφει τη χαμηλότερη επίδοση στη χώρα.
Ο κίνδυνος της φτώχειας
«Με κατά κεφαλήν διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών κάτω από τον εθνικό μέσο όρο και ένα μεγαλύτερο συγκριτικά ποσοστό του πληθυσμού της σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, η περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας εμφανίζει περιθώρια σύγκλισης ως προς τον τομέα της κοινωνικής ένταξης και της πρόσβασης σε κοινωνικές υπηρεσίες» αναφέρεται στην έκθεση του ΙΟΒΕ.
Σχεδόν το 30% του πληθυσμού της Κεντρικής Μακεδονίας αντιμετώπιζε τον κίνδυνο φτώχειας όταν δεν συνυπολογίζονται οι κοινωνικές μεταβιβάσεις, δηλαδή τα διάφορα επιδόματα πλην συνάξεων (10η θέση σε σύνολο 13 περιφερειών), ενώ μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις το ποσοστό αυτό μειώνεται στο 23,8% (8η θέση).
«Άλλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η περιφέρεια σχετίζονται με την εισοδηματική ανισότητα (τέταρτη υψηλότερη θέση στη σχετική κατάταξη των περιφερειών) και το χάσμα απασχόλησης φύλων (πέμπτη θέση)» σημειώνεται στην έκθεση.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 24.03.2024Δεύτερη, με μεγάλη όμως απόσταση από την Αττική, κατατάσσεται η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, σε όλα τα μεγέθη που περιγράφουν την αναπτυξιακή της δυναμική, ενώ σε κάποιους δείκτες όπως το κατά κεφαλήν εισόδημα βρίσκεται χαμηλότερα ακόμα και από τον μέσο όρο της χώρας.
«Η διαπεριφερειακή ανισότητα στην ελληνική οικονομία είναι ιδιαίτερα σημαντική» επισημαίνεται στην πρώτη έκθεση του ΙΟΒΕ για τις κοινωνικές και οικονομικές τάσεις στις ελληνικές περιφέρειες, ενώ συγκρίνοντας την Αττική με την Κεντρική Μακεδονίας σημειώνεται ότι υπάρχουν «σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των δύο περιφερειών».
Στην 8η θέση στο κατα κεφαλήν ΑΕΠ
Λόγω πληθυσμιακής συγκέντρωσης είναι αναμενόμενο η Αττική να παράγει και να συγκεντρώνει το μεγαλύτερο μερίδιο του παραγόμενου πλούτου της χώρας, όμως αυτός ο πλούτος δεν κατανέμεται αναλογικά, μεταξύ των περιφερειών. Στην Αττική ζει το ένα τρίτο του πληθυσμού, όμως είναι κατατεθειμένα σχεδόν τα δύο τρίτα των καταθέσεων (40 δισ. σε σύνολο 67,5 δισ. ευρώ). Στην περιοχή όπου ζει το 36% του πληθυσμού ο παραγόμενος πλούτος ξεπερνά το 45% του ΑΕΠ της χώρας. Δεύτερη με μεγάλη διαφορά έρχεται η περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, όπου ζει το 17% του πληθυσμού και όπου παράγεται το 13,7% του εθνικού πλούτου. Συντριπτικά μεγαλύτερη είναι η διαφορά των δύο περιφερειών όταν η σύγκριση γίνει με όρους κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Η Αττική είναι στην 1η θέση με 23.000 ευρώ κατά κεφαλήν εισόδημα (στοιχεία 2021) αλλά η Κεντρική Μακεδονία όχι μόνο δεν είναι στη 2η θέση, αλλά κατατάσσεται στην 8η θέση μεταξύ των 13 περιφερειών, χαμηλότερα και από τον μέσο όρο της χώρας (17.000 ευρώ), με κατά κεφαλήν ΑΕΠ 13.400 ευρώ το 2021, σύμφωνα με τα στοιχεία που συνέλλεξε και επεξεργάστηκε το ΙΟΒΕ.
Ο Δείκτης Περιφερειακής Ανταγωνιστικότητας (ΔΠΑ), μετρά διάφορες πτυχές της ανταγωνιστικότητας (θεσμοί, μακροοικονομία, υποδομές, υγεία, εκπαίδευση, αποδοτικότητα της αγοράς εργασίας, μέγεθος αγορών, τεχνολογία, καινοτομία, επιχειρηματικότητα). Η περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας καταγραφεί τη δεύτερη υψηλότερη επίδοση σε αυτό τον δείκτη, όμως και εδώ η απόσταση από την Αττική είναι μεγάλη. «Οι περιφέρειες των πρωτευουσών είναι αναμενόμενο να είναι σχεδόν πάντα οι πιο ανταγωνιστικές, αλλά το χάσμα είναι μικρότερο στα πιο ανταγωνιστικά κράτη-μέλη. Ο ΔΠΑ για την περιφέρεια της Αττικής το 2022 είναι 92,3, ενώ για την περιφέρεια της Κεντρικής Μακεδονίας είναι μόλις 69,8» σημειώνεται στην έκθεση.
Τετραπλάσιος ο τζίρος στην Αττική
Στις περιφέρειες όπου βρίσκονται τα δύο μεγαλύτερα αστικά κέντρα λειτουργεί και ο μεγαλύτερος αριθμός επιχειρήσεων, «με σημαντικές ωστόσο αποκλίσεις μεταξύ των δύο περιφερειών» όπως σημειώνεται στην έκθεση του ΙΟΒΕ.
Το 2019 ο συνολικός τζίρος των επιχειρήσεων της Αττικής ήταν σχεδόν 209 δισ. ευρώ, όταν στην Κεντρική Μακεδονία ο συνολικός τζίρος ήταν 33,5 δισ. Όταν δε εξετάσουμε τον τζίρο που αναλογεί σε κάθε επιχείρηση, αυτός είναι σχεδόν τετραπλάσιος στις επιχειρήσεις που λειτουργούν στην Αττική σε σχέση με αυτές στην Κεντρική Μακεδονία (580.000 ευρώ έναντι 142.000 ευρώ).
Εμφανείς είναι οι ανισότητες και ως προς την πρόσβαση των επιχειρήσεων στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Τόσο η αξία των ροών επιχειρηματικών δανείων ως προς ΑΕΠ, όσο και η αξία του υπολοίπου επιχειρηματικών δανείων προς ΑΕΠ είναι διπλάσια στην Αττική σε σχέση με την Κεντρική Μακεδονία.
Υποδιπλάσιες οι επενδύσεις
Η διαπεριφερειακή ανισότητα αντικατοπτρίζεται και στο πεδίο των επενδύσεων, που αποτελεί βασική προϋπόθεση για τη βελτίωση της παραγωγικότητας και την ανάπτυξη. Οι περιφέρειες της Αττικής και της Κεντρικής Μακεδονίας συνεισέφεραν σχεδόν το μισό των συνολικών εγχώριων επενδύσεων το 2020, το πιο πρόσφατο έτος για το οποίο υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία σε επίπεδο περιφερειών. Όμως μεταξύ των δύο περιφερειών υπάρχει χάσμα. Συγκεκριμένα από το σύνολο των επενδύσεων που έγιναν το 2020 στην Ελλάδα, η Αττική έχει μερίδιο 36,7% και η Κ. Μακεδονία 14,2%.
Αν πάμε λίγο πιο πίσω στο χρόνο το διάστημα 2017-2019, οι μόνες περιφέρειες που είχαν θετικό ρυθμό μεταβολής επενδύσεων ήταν το Νότιο Αιγαίο με το εκπληκτικό 17,3% και η Αττική με 2,3%, ενώ η Κεντρική Μακεδονία κατέγραψε συρρίκνωση επενδύσεων κατά 9,4%. Το 2022 οι επενδύσεις ενισχύθηκαν σημαντικά κατά 21,8%, και συνεχίζουν να μεγεθύνονται, στηριζόμενες από την πιστωτική επέκταση των ιδιωτικών τραπεζών και στους πόρους που διατίθενται από τον Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) της ΕΕ, επομένως θα έχει ενδιαφέρον να καταγραφεί και το πώς κατανεμήθηκαν αυτά τα κεφάλαια σε επίπεδο περιφερειών.
Αγορά εργασίας
Το 2019, όταν δηλαδή όταν άρχισε η Ελλάδα να βγαίνει από την κρίση, η Αττική είχε 9.500 περισσότερες επιχειρήσεις σε σχέση με το 2017, ενώ η Κεντρική Μακεδονία 1.200 λιγότερες. Εκείνη τη χρονιά στην Αττική λειτουργούσαν σχεδόν 360.000 επιχειρήσεις που απασχολούσαν πάνω από 2 εκατομμύρια εργαζόμενους, ενώ στην Κεντρική Μακεδονία σχεδόν 236.000 επιχειρήσεις που απασχολούσαν 650 χιλιάδες εργαζόμενους. Αναλογικά κάθε επιχείρηση στην Αττική απασχολούσε σχεδόν διπλάσιο αριθμό εργαζομένων σε σχέση με το αντίστοιχο μέγεθος στην Κεντρική Μακεδονία (κατά μέσο όρο 5,7 έναντι 2,7 εργαζόμενους ανά επιχείρηση) κάτι που φανερώνει και τη διαφορά στα μεγέθη των επιχειρήσεων. Το ποσοστό ανεργίας στην Κεντρική Μακεδονία ήταν στο 14,7%, δυόμιση μονάδες υψηλότερα σε σχέση με τον εθνικό μέσο όρο, ήταν δε το τρίτο υψηλότερο ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα (μαζί με την Ανατολική Μακεδονία και Θράκη).
Γήρανση και μείωση πληθυσμού
Με όρους πληθυσμιακής γήρανσης, η Κεντρική Μακεδονία καταγράφει τον πέμπτο κατά σειρά μεγαλύτερο δείκτη πληθυσμιακής εξάρτησης της τρίτης ηλικίας, μεγαλύτερο κατά περίπου 5 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με τον εθνικό μέσο όρο. Όπως σημειώνεται στην έκθεση του ΙΟΒΕ οι τάσεις στις ηλικιακές ομάδες φανερώνουν μείωση του ποσοστού των ατόμων παραγωγικής ηλικίας την τελευταία 12ετία, μείωση των γεννήσεων και παράλληλη αύξηση του ποσοστού της γηραιότερης ηλικιακής ομάδας. Η μείωση αυτή του πληθυσμού της αντιστοιχεί σε 6.8% και είναι περίπου κατά μία μονάδα μεγαλύτερη από τη μείωση που σημειώθηκε στο εθνικό επίπεδο. Όπως σημειώνεται στην έκθεση, σημαντικές είναι και οι προκλήσεις σε όρους προσδόκιμου επιβίωσης του πληθυσμού της, όπου η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας καταγράφει τη χαμηλότερη επίδοση στη χώρα.
Ο κίνδυνος της φτώχειας
«Με κατά κεφαλήν διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών κάτω από τον εθνικό μέσο όρο και ένα μεγαλύτερο συγκριτικά ποσοστό του πληθυσμού της σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, η περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας εμφανίζει περιθώρια σύγκλισης ως προς τον τομέα της κοινωνικής ένταξης και της πρόσβασης σε κοινωνικές υπηρεσίες» αναφέρεται στην έκθεση του ΙΟΒΕ.
Σχεδόν το 30% του πληθυσμού της Κεντρικής Μακεδονίας αντιμετώπιζε τον κίνδυνο φτώχειας όταν δεν συνυπολογίζονται οι κοινωνικές μεταβιβάσεις, δηλαδή τα διάφορα επιδόματα πλην συνάξεων (10η θέση σε σύνολο 13 περιφερειών), ενώ μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις το ποσοστό αυτό μειώνεται στο 23,8% (8η θέση).
«Άλλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η περιφέρεια σχετίζονται με την εισοδηματική ανισότητα (τέταρτη υψηλότερη θέση στη σχετική κατάταξη των περιφερειών) και το χάσμα απασχόλησης φύλων (πέμπτη θέση)» σημειώνεται στην έκθεση.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 24.03.2024
ΣΧΟΛΙΑ