ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Η Σοφία Νικολαΐδου δίνει φωνή στα «Δικά μας Παιδιά»

Η συγγραφέας μιλά στη «ΜτΚ« για το νέο της βιβλίο με τίτλο «Δικά μας Παιδιά» που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μεταίχμιο

 26/05/2024 21:48

Η Σοφία Νικολαΐδου δίνει φωνή στα «Δικά μας Παιδιά»

Ελένη Θεοδωρίδου

Στη νέα γενιά και τις ανείπωτες ιστορίες τους στρέφει το βλέμμα η Σοφία Νικολαΐδου με το νέο της βιβλίο «Δικά μας Παιδιά» που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Πρόκειται για ένα βιβλίο που κοιτάει διεισδυτικά και στοργικά μία γενιά που όλο και περισσότερο φαίνεται να απομακρύνεται: από εμάς και από όσα ξέρουμε. Είναι η γενιά των social media, του οπαδισμού, της παραβατικότητας, της ραπ. Η συγγραφέας τολμά να κοιτάξει πίσω από τις κλειστές πόρτες και να πει την ιστορία των παιδιών που απομονώνονται στα δωμάτιά τους, που ζουν τη ζωή τους online, που ακούν δυνατά μουσική. Στόχος της είναι να ακούσει, να καταλάβει και εντέλει διανύσει τα χιλιόμετρα που της αναλογούν ώστε να γεφυρώσει το χάσμα που ολοένα δείχνει να αμβλύνεται.

«Όλα ξεκίνησαν όταν κατάλαβα ότι δεν καταλαβαίνω» εξηγεί η Σοφία Νικολαΐδου μιλώντας στη «ΜτΚ». «Δεν καταλάβαινα αυτό που έβλεπα γύρω μου, στα σχολεία, στις σχολές, στα πάρκα, η μουσική που ακουγόταν απ’ τα κινητά, χρειαζόταν υποτιτλισμό και επεξήγηση. Και ήθελα να καταλάβω. Όχι μόνο γιατί έχω και εγώ παιδί, όχι μόνο γιατί αυτή είναι η δουλειά μου και έχω περάσει τη μισή μου ζωή σε σχολεία και σε σχολές, αλλά γιατί αυτό που συμβαίνει εδώ, τώρα, μπροστά στα έκπληκτα μάτια μας, είναι πως τα παιδιά της δικής μου γενιάς μεγάλωσαν. Κι εμείς μεγαλώσαμε. Και τώρα ετοιμαζόμαστε να παραδώσουμε τη σκυτάλη σε μία νέα γενιά που βρίζουμε και ταυτόχρονα αγαπάμε. Γιατί είναι δικά μας παιδιά -και ας μην τα καταλαβαίνουμε. Και ας θέλουμε να έχουν τα δικά μας μυαλά.

Έκανα λοιπόν ένα βήμα πίσω. Προσπάθησα να δω τη μεγάλη εικόνα. Δεν ήταν εύκολο. Δεν είχα τα εργαλεία. Δεν είχα τη γλώσσα. Δεν είχα τον ρυθμό. Κι έτσι έκανα αυτό που κάνω πάντα. Έρευνα. Μίλησα με τα παιδιά. Μπήκα στα κλειστά δωμάτιά τους, στα δωμάτια που είχαν απαγορευτικό. Και μερικά μου άνοιξαν τους υπολογιστές και τα κινητά τους. Μου είπαν τις ιστορίες τους. Κι εγώ παρατηρούσα όσα δε λέγονται. Αυτά που ούτε κι εμείς θα λέγαμε ποτέ, αν μας ρωτούσαν.

Τη δική μου γενιά, τη γενιά των παιδιών που μεγάλωσαν πια, τη γενιά των ανθρώπων που πίστεψαν πως θα τα κάνουν όλα αλλιώς αλλά βρέθηκαν να λένε τις ίδιες ατάκες με τους δικούς τους γονείς, την ξέρω κάπως καλύτερα. Είναι οι φίλες μου, είναι οι παλιοί συμμαθητές και οι συνάδελφοι. Μισός αιώνας ζωή -γνωριζόμαστε πια. Άνοιξα τα μάτια μου, για να δω καλύτερα. Πέταξα τις βεβαιότητές μου στα σκουπίδια».

Ποια είναι όμως τα «Δικά μας Παιδιά»; Είναι αυτά που η κοινωνία αποκαλεί «κακά», τα παραβατικά, του περιθωρίου; «Νομίζω ότι απαντούν τα ίδια σ’ αυτό το ερώτημα και είναι κρίμα να απαντήσει η συγγραφέας εκ μέρους τους.» απαντά η κ. Νικολαΐδου. «Ας ακούσουμε τι έχουν τα ίδια να πουν, ας ακούσουμε τις ιστορίες τους. Αυτό πάντως που σίγουρα με ενδιέφερε όταν έγραφα το βιβλίο ήταν να πιάσω τον παλμό. Να ζωγραφίσω τη μεγάλη εικόνα. Και με ενδιέφερε αυτό το δύσκολο πράγμα που λέμε οικογένεια, σε όλες τις εκδοχές και τις μορφές. Αυτά που έβλεπα, αυτά που άκουγα, αυτά που μελετούσα ήταν το ορυκτό υλικό της ζωής μας, της ζωής που βράζει. Το ωμό νεύρο μίας κοινωνίας που πάλλεται.

Γι’ αυτό γύρισα τον φακό μου στους δρόμους της πόλης. Στα κλειστά δωμάτια των παιδιών. Στα μαγαζιά των μανάδων τους, στα τυροπιτάδικα, στα Αστυνομικά Μέγαρα. Και τότε είδα.

Φωνές και ουρλιαχτά στο γήπεδο, στη θύρα με τα θηρία. Αίμα στα πεζοδρόμια. Κρυφούς λογαριασμούς στα σόσιαλ. Συμμαθητές που δαγκώνουν σαν οχιές στα προαύλια των σχολείων. Μανάδες που ανησυχούν. Μανάδες που τα παρατούν. Μανάδες με κότσια. Πατεράδες που γίνονται μάνες στα ζόρικα και πατεράδες που δεν είναι εντάξει. Τα «Δικά μας Παιδιά» ζουν δίπλα μας. Μπορεί και μέσα στα σπίτια μας. Ή μπορεί να ήμασταν κάποτε και εμείς, γιατί όχι;».

Η κ. Νικολαΐδου αν και είναι εκπαιδευτικός εδώ και πολλά χρόνια, δεν θα αποκαλούσε το βιβλίο της «βιωματικό». «Στις ευχαριστίες και τις οφειλές, στο τέλος του βιβλίου, αναφέρονται, ανάμεσα σε αρκετούς άλλους, και οι φοιτητές και οι φοιτήτριές μου στο Τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ ‘που ξέρουν τόσα πράγματα που αγνοώ και μου τα μαθαίνουν κάθε μέρα’. Δε θα έλεγα ότι το βιβλίο είναι βιωματικό. Σίγουρα όμως είναι ένα βιβλίο που σκύβει στο ‘εμείς’ και στο ‘τώρα’» λέει χαρακτηριστικά.

Όσο για το αν το θέμα της βίας των ανηλίκων αυξάνεται με τα χρόνια ή απλά ακούγεται περισσότερο η συγγραφέας εξηγεί πως δεν θα ήθελε να δώσει μία εύκολη και μονοσήμαντη απάντηση σε ένα τόσο σύνθετο θέμα. «Ευελπιστώ ότι το μυθιστόρημα αποτυπώνει και αυτό το ζήτημα με τρόπο πολυπρισματικό και διαγενεακό, ώστε να καταφέρουμε να δούμε τη μεγάλη εικόνα. Καμιά φορά, η αφήγηση μάς δίνει ένα κλειδί. Μας κάνει να δούμε πιο καθαρά, μας δίνει να καταλάβουμε. Προσπαθεί να σκάψει λίγο πιο βαθιά, στη ρίζα των πραγμάτων. Στο μυαλό των ηρώων, εκεί που γεννιούνται οι σκέψεις τους. Στην καρδιά, εκεί που παίρνονται συνήθως οι αποφάσεις. Και αποφεύγει τα εύκολα και άκοπα συμπεράσματα». Στο αν πιστεύει ότι το χάσμα κάποια στιγμή θα γεφυρωθεί η ίδια απαντά πως είμαι φύσει αισιόδοξος άνθρωπος και στο ερώτημά αυτό ευελπιστεί ότι απαντούν, δίνοντας την απάντηση για τον κάθε ήρωα και την κάθε οικογένεια χωριστά, τα ίδια τα «Δικά μας Παιδιά».

Τι διαβάζουμε όμως λάθος ως κοινωνία σε σχέση με τα παιδιά; «Πάρα πολλά -τα ίδια τα παιδιά μπορεί να απαντούσαν ‘τα πάντα’ (γέλια)» απαντά η κ. Νικολαΐδου. «Ξέρετε, κάθε γενιά νομίζει ότι προστατεύει τα παιδιά της. Μα, αν ακούσουμε την ιστορία από την άλλη πλευρά, θα δούμε ότι και τα παιδιά προστατεύουν τους γονείς από όσα δεν θα υποψιαστούν ποτέ -και ευτυχώς».

Το οπισθόφυλλο του βιβλίου γράφει μεταξύ άλλων «για τα παιδιά που έσωσε η μουσική». «Η τέχνη έχει τη δύναμη να μας κρατάει όρθιους στα ζόρικα» σημειώνει η συγγραφέας και συμπληρώνει: «Για μας αυτό ποτέ δεν ήταν μόνο μουσική/τις νύχτες που λυγίζαμε αυτή ήταν πάντα εκεί/μας έδινε πνοή, μας έδινε φωνή/μας έκανε να νιώθουμε λίγο πιο δυνατοί’ λένε οι στίχοι του ράπερ Novel 729 και νομίζω ότι όλες και όλοι έχουμε περάσει τέτοιες στιγμές και μπορούμε να καταλάβουμε» καταλήγει η συγγραφέας.

efimerida-dikamaspaidia.jpg

Το βιβλίο της Σοφίας Νικολαΐδου «Δικά μας Παιδιά» παρουσιάζεται αύριο Δευτέρα 27 Μαΐου στο REMEZZO στις 20.00, στην Αίθουσα της Κεντρικής Βιβλιοθήκης του Δήμου Καλαμαριάς σε συνεργασία με τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 26.05.2024

Στη νέα γενιά και τις ανείπωτες ιστορίες τους στρέφει το βλέμμα η Σοφία Νικολαΐδου με το νέο της βιβλίο «Δικά μας Παιδιά» που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Πρόκειται για ένα βιβλίο που κοιτάει διεισδυτικά και στοργικά μία γενιά που όλο και περισσότερο φαίνεται να απομακρύνεται: από εμάς και από όσα ξέρουμε. Είναι η γενιά των social media, του οπαδισμού, της παραβατικότητας, της ραπ. Η συγγραφέας τολμά να κοιτάξει πίσω από τις κλειστές πόρτες και να πει την ιστορία των παιδιών που απομονώνονται στα δωμάτιά τους, που ζουν τη ζωή τους online, που ακούν δυνατά μουσική. Στόχος της είναι να ακούσει, να καταλάβει και εντέλει διανύσει τα χιλιόμετρα που της αναλογούν ώστε να γεφυρώσει το χάσμα που ολοένα δείχνει να αμβλύνεται.

«Όλα ξεκίνησαν όταν κατάλαβα ότι δεν καταλαβαίνω» εξηγεί η Σοφία Νικολαΐδου μιλώντας στη «ΜτΚ». «Δεν καταλάβαινα αυτό που έβλεπα γύρω μου, στα σχολεία, στις σχολές, στα πάρκα, η μουσική που ακουγόταν απ’ τα κινητά, χρειαζόταν υποτιτλισμό και επεξήγηση. Και ήθελα να καταλάβω. Όχι μόνο γιατί έχω και εγώ παιδί, όχι μόνο γιατί αυτή είναι η δουλειά μου και έχω περάσει τη μισή μου ζωή σε σχολεία και σε σχολές, αλλά γιατί αυτό που συμβαίνει εδώ, τώρα, μπροστά στα έκπληκτα μάτια μας, είναι πως τα παιδιά της δικής μου γενιάς μεγάλωσαν. Κι εμείς μεγαλώσαμε. Και τώρα ετοιμαζόμαστε να παραδώσουμε τη σκυτάλη σε μία νέα γενιά που βρίζουμε και ταυτόχρονα αγαπάμε. Γιατί είναι δικά μας παιδιά -και ας μην τα καταλαβαίνουμε. Και ας θέλουμε να έχουν τα δικά μας μυαλά.

Έκανα λοιπόν ένα βήμα πίσω. Προσπάθησα να δω τη μεγάλη εικόνα. Δεν ήταν εύκολο. Δεν είχα τα εργαλεία. Δεν είχα τη γλώσσα. Δεν είχα τον ρυθμό. Κι έτσι έκανα αυτό που κάνω πάντα. Έρευνα. Μίλησα με τα παιδιά. Μπήκα στα κλειστά δωμάτιά τους, στα δωμάτια που είχαν απαγορευτικό. Και μερικά μου άνοιξαν τους υπολογιστές και τα κινητά τους. Μου είπαν τις ιστορίες τους. Κι εγώ παρατηρούσα όσα δε λέγονται. Αυτά που ούτε κι εμείς θα λέγαμε ποτέ, αν μας ρωτούσαν.

Τη δική μου γενιά, τη γενιά των παιδιών που μεγάλωσαν πια, τη γενιά των ανθρώπων που πίστεψαν πως θα τα κάνουν όλα αλλιώς αλλά βρέθηκαν να λένε τις ίδιες ατάκες με τους δικούς τους γονείς, την ξέρω κάπως καλύτερα. Είναι οι φίλες μου, είναι οι παλιοί συμμαθητές και οι συνάδελφοι. Μισός αιώνας ζωή -γνωριζόμαστε πια. Άνοιξα τα μάτια μου, για να δω καλύτερα. Πέταξα τις βεβαιότητές μου στα σκουπίδια».

Ποια είναι όμως τα «Δικά μας Παιδιά»; Είναι αυτά που η κοινωνία αποκαλεί «κακά», τα παραβατικά, του περιθωρίου; «Νομίζω ότι απαντούν τα ίδια σ’ αυτό το ερώτημα και είναι κρίμα να απαντήσει η συγγραφέας εκ μέρους τους.» απαντά η κ. Νικολαΐδου. «Ας ακούσουμε τι έχουν τα ίδια να πουν, ας ακούσουμε τις ιστορίες τους. Αυτό πάντως που σίγουρα με ενδιέφερε όταν έγραφα το βιβλίο ήταν να πιάσω τον παλμό. Να ζωγραφίσω τη μεγάλη εικόνα. Και με ενδιέφερε αυτό το δύσκολο πράγμα που λέμε οικογένεια, σε όλες τις εκδοχές και τις μορφές. Αυτά που έβλεπα, αυτά που άκουγα, αυτά που μελετούσα ήταν το ορυκτό υλικό της ζωής μας, της ζωής που βράζει. Το ωμό νεύρο μίας κοινωνίας που πάλλεται.

Γι’ αυτό γύρισα τον φακό μου στους δρόμους της πόλης. Στα κλειστά δωμάτια των παιδιών. Στα μαγαζιά των μανάδων τους, στα τυροπιτάδικα, στα Αστυνομικά Μέγαρα. Και τότε είδα.

Φωνές και ουρλιαχτά στο γήπεδο, στη θύρα με τα θηρία. Αίμα στα πεζοδρόμια. Κρυφούς λογαριασμούς στα σόσιαλ. Συμμαθητές που δαγκώνουν σαν οχιές στα προαύλια των σχολείων. Μανάδες που ανησυχούν. Μανάδες που τα παρατούν. Μανάδες με κότσια. Πατεράδες που γίνονται μάνες στα ζόρικα και πατεράδες που δεν είναι εντάξει. Τα «Δικά μας Παιδιά» ζουν δίπλα μας. Μπορεί και μέσα στα σπίτια μας. Ή μπορεί να ήμασταν κάποτε και εμείς, γιατί όχι;».

Η κ. Νικολαΐδου αν και είναι εκπαιδευτικός εδώ και πολλά χρόνια, δεν θα αποκαλούσε το βιβλίο της «βιωματικό». «Στις ευχαριστίες και τις οφειλές, στο τέλος του βιβλίου, αναφέρονται, ανάμεσα σε αρκετούς άλλους, και οι φοιτητές και οι φοιτήτριές μου στο Τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ ‘που ξέρουν τόσα πράγματα που αγνοώ και μου τα μαθαίνουν κάθε μέρα’. Δε θα έλεγα ότι το βιβλίο είναι βιωματικό. Σίγουρα όμως είναι ένα βιβλίο που σκύβει στο ‘εμείς’ και στο ‘τώρα’» λέει χαρακτηριστικά.

Όσο για το αν το θέμα της βίας των ανηλίκων αυξάνεται με τα χρόνια ή απλά ακούγεται περισσότερο η συγγραφέας εξηγεί πως δεν θα ήθελε να δώσει μία εύκολη και μονοσήμαντη απάντηση σε ένα τόσο σύνθετο θέμα. «Ευελπιστώ ότι το μυθιστόρημα αποτυπώνει και αυτό το ζήτημα με τρόπο πολυπρισματικό και διαγενεακό, ώστε να καταφέρουμε να δούμε τη μεγάλη εικόνα. Καμιά φορά, η αφήγηση μάς δίνει ένα κλειδί. Μας κάνει να δούμε πιο καθαρά, μας δίνει να καταλάβουμε. Προσπαθεί να σκάψει λίγο πιο βαθιά, στη ρίζα των πραγμάτων. Στο μυαλό των ηρώων, εκεί που γεννιούνται οι σκέψεις τους. Στην καρδιά, εκεί που παίρνονται συνήθως οι αποφάσεις. Και αποφεύγει τα εύκολα και άκοπα συμπεράσματα». Στο αν πιστεύει ότι το χάσμα κάποια στιγμή θα γεφυρωθεί η ίδια απαντά πως είμαι φύσει αισιόδοξος άνθρωπος και στο ερώτημά αυτό ευελπιστεί ότι απαντούν, δίνοντας την απάντηση για τον κάθε ήρωα και την κάθε οικογένεια χωριστά, τα ίδια τα «Δικά μας Παιδιά».

Τι διαβάζουμε όμως λάθος ως κοινωνία σε σχέση με τα παιδιά; «Πάρα πολλά -τα ίδια τα παιδιά μπορεί να απαντούσαν ‘τα πάντα’ (γέλια)» απαντά η κ. Νικολαΐδου. «Ξέρετε, κάθε γενιά νομίζει ότι προστατεύει τα παιδιά της. Μα, αν ακούσουμε την ιστορία από την άλλη πλευρά, θα δούμε ότι και τα παιδιά προστατεύουν τους γονείς από όσα δεν θα υποψιαστούν ποτέ -και ευτυχώς».

Το οπισθόφυλλο του βιβλίου γράφει μεταξύ άλλων «για τα παιδιά που έσωσε η μουσική». «Η τέχνη έχει τη δύναμη να μας κρατάει όρθιους στα ζόρικα» σημειώνει η συγγραφέας και συμπληρώνει: «Για μας αυτό ποτέ δεν ήταν μόνο μουσική/τις νύχτες που λυγίζαμε αυτή ήταν πάντα εκεί/μας έδινε πνοή, μας έδινε φωνή/μας έκανε να νιώθουμε λίγο πιο δυνατοί’ λένε οι στίχοι του ράπερ Novel 729 και νομίζω ότι όλες και όλοι έχουμε περάσει τέτοιες στιγμές και μπορούμε να καταλάβουμε» καταλήγει η συγγραφέας.

efimerida-dikamaspaidia.jpg

Το βιβλίο της Σοφίας Νικολαΐδου «Δικά μας Παιδιά» παρουσιάζεται αύριο Δευτέρα 27 Μαΐου στο REMEZZO στις 20.00, στην Αίθουσα της Κεντρικής Βιβλιοθήκης του Δήμου Καλαμαριάς σε συνεργασία με τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 26.05.2024

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία