Ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης DBRS αναβάθμισε τις προοπτικές (trend) του ελληνικού αξιόχρεου σε θετικές από σταθερές, επιβεβαιώνοντας το αξιόχρεο στη βαθμίδα ΒΒΒ (low).
Η αναβάθμιση των προοπτικών αντανακλά τις προσδοκίες του DBRS για περαιτέρω βελτίωση των θεμελιωδών μεγεθών του τραπεζικού συστήματος, αναφέρει ο οίκος στην ανακοίνωσή του.
Ο τραπεζικός τομέας, προσθέτει, πιθανόν θα συνεχίσει να έχει καλή κερδοφορία, να περιορίζει τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPLs) και να μειώνει τις αναβαλλόμενες φορολογικές πιστώσεις.
Ο ισχυρός δεσμός των τραπεζών με τη κυβέρνηση από το παρελθόν έχει επίσης υποχωρήσει ως αποτέλεσμα της απόφασης της κυβέρνησης να πουλήσει μεγάλα πακέτα μετοχών της σε συστημικές τράπεζες.
Επιπλέον, σημειώνει ο καναδικός οίκος, τα υγιή και αυξανόμενα πρωτογενή πλεονάσματα, σε συνδυασμό με την υγιή ονομαστική ανάπτυξη, θα διευκολύνουν την περαιτέρω σημαντική μείωση του δημόσιου χρέους σε σχέση με το ΑΕΠ, το οποίο αναμένεται να μειωθεί κάτω από το 140% έως το 2027 από 161,9% το 2023.
Επίσης, η εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων παραμένει σε καλό δρόμο, η οποία, μαζί με τις υψηλότερες επενδύσεις που υποστηρίζονται από πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), αναμένεται να αυξήσει το δυνητικό ΑΕΠ και να καταστήσει την ανάπτυξη της χώρας πιο αυτοδύναμη.
Από το 2021, η Ελλάδα έχει υψηλότερη ανάπτυξη από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης και αυτό είναι πιθανό να συνεχιστεί και τα επόμενα δύο χρόνια, αναφέρει ο οίκος. Το ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί περισσότερο από 2% τόσο το 2024 όσο και το 2025.
Η αξιολόγηση της Ελλάδας στη βαθμίδα ΒΒΒ (low) στηρίζεται από τη συμμετοχή της στην ΕΕ και την Ευρωζώνη και από το ότι έχει εφαρμόσει θεσμικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις που έχουν ενισχύσει την ανθεκτικότητα της οικονομίας.
Η χώρα συνεχίζει να σημειώνει πρόοδο όσον αφορά την υλοποίηση του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, αναφέρει ο DBRS, το οποίο αναμένεται να βελτιώσει το επιχειρηματικό περιβάλλον της χώρας, να ενισχύσει την παραγωγικότητα και να συμβάλει στη μείωση του επενδυτικού χάσματος με τις άλλες χώρες στη ζώνη του ευρώ.
Οι σημαντικοί πόροι της ΕΕ παρέχουν κίνητρα για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη, ενώ παράλληλα υποστηρίζουν τις επενδύσεις με κεφάλαια που διοχετεύονται επίσης μέσω του ενισχυμένου τραπεζικού συστήματος.
Επιπλέον, σημειώνει, υπάρχει ισχυρή πολιτική δέσμευση για τη διατήρηση μιας συνετής δημοσιονομικής στρατηγικής, η οποία αντικατοπτρίζεται στην ταχεία βελτίωση του πρωτογενούς πλεονάσματος παρά τα πολλαπλά σοκ που αντιμετώπισε η οικονομία από το 2020 και μετά.
Η αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας περιορίζεται από τον ακόμη υψηλό δείκτη δημόσιου χρέους, το μικρό μέγεθος της οικονομίας και το επίμονο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
Κ. Χατζηδάκης: Η αξιολόγηση της DBRS ακόμα μια θετική είδηση για την πορεία της ελληνικής οικονομίας
Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, μετά την ανακοίνωση του οίκου DBRS Morningstar για την αναβάθμιση των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας στην επενδυτική βαθμίδα έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Ο καναδικός οίκος αξιολόγησης DBRS Morningstar, ο πρώτος αναγνωρισμένος από την ΕΚΤ που απένειμε πέρυσι στην ελληνική οικονομία την επενδυτική βαθμίδα, προχώρησε σήμερα σε αναβάθμιση των προοπτικών της, από σταθερές σε θετικές.
Ακόμα μια θετική είδηση για την Ελλάδα μετά τις σημερινές ανακοινώσεις της Eurostat, που κατατάσσουν την ελληνική οικονομία δεύτερη στην ΕΕ από πλευράς ανάπτυξης το δεύτερο τρίμηνο του 2024. Ακόμα μια θετική είδηση μετά τα αποτελέσματα της δημοπρασίας του ΟΔΔΗΧ για έντοκα γραμμάτια ετήσιας διάρκειας, σύμφωνα με τα οποία η Ελλάδα στις αρχές Σεπτεμβρίου δανείστηκε με επιτόκιο 2,82%, χαμηλότερο από τη Γαλλία και συγκρίσιμο με το αντίστοιχο Γερμανικό.
Ακόμα πιο σημαντικά ίσως όμως είναι όσα γράφει η έκθεση της DBRS για την πρόοδο και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Για την επίτευξη δημοσιονομικών στόχων. Το ρυθμό ανάπτυξης που είναι υψηλότερος από το μέσο όρο της ΕΕ. Τις θετικές εκτιμήσεις για το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Τη μείωση του δημοσίου χρέους που - όπως αναφέρεται - στο τέλος του 2024 εκτιμάται πως θα είναι από τις μεγαλύτερες μειώσεις στη σύγχρονη εποχή. Αλλά και την πολιτική σταθερότητα που εγγυάται τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων.
Η έκθεση της DBRS Morningstar αποτελεί μία ακόμη απόδειξη της ορθότητας της οικονομικής πολιτικής που βασίζεται στη δημοσιονομική υπευθυνότητα, τις φιλοεπενδυτικές δράσεις και έχει χειροπιαστά αποτελέσματα για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις. Είναι ένας ακόμη λόγος να επιταχύνουμε την προσπάθεια με το ίδιο μείγμα πολιτικής για να ανεβάσουμε την Ελλάδα ψηλότερα».
Νίκος Παπαθανάσης: Η ανακοίνωση της DBRS αποτελεί νέο διεθνές μήνυμα αξιοπιστίας για την ελληνική οικονομία, ενισχύει το στόχο για περισσότερες επενδύσεις και νέες θέσεις εργασίας
«Η νέα θετική αξιολόγηση από τον καναδικό οίκο αξιολόγησης DBRS Morningstar -έναν από τους ελάχιστους διεθνείς οίκους που αναγνωρίζονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα- αποτελεί ένα ακόμα διεθνές μήνυμα εμπιστοσύνης απέναντι στην αξιόπιστη οικονομική πολιτική των κυβερνήσεων του Κυριάκου Μητσοτάκη», ανέφερε ο αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Νίκος Παπαθανάσης, με αφορμή την ανακοίνωση του οίκου DBRS Morningstar για την ελληνική οικονομία.
«Σε μια συγκυρία που εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από την ρευστότητα και πρωτοφανείς-πολυεπίπεδες κρίσεις σε διεθνές και περιφερειακό επίπεδο, η εξέλιξη αυτή, σε συνέχεια όλων των ανάλογων αξιολογήσεων που προηγήθηκαν και είχαν ως αποτέλεσμα την ανάκτηση από την Ελλάδα της επενδυτικής βαθμίδας μετά από σχεδόν 14 χρόνια, μόνο τεχνικό χαρακτήρα δεν έχει, μόνο τυχαία δεν είναι.
Έρχεται να επιβεβαιώσει την ανθεκτικότητα της οικονομίας και τη συστηματική προσπάθεια που βρίσκεται σε εξέλιξη από το 2019. Ενισχύει περαιτέρω τις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας, τη βελτίωση του κόστους δανεισμού, τη μείωση του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ, την επιτάχυνση της κάλυψης του επενδυτικού κενού που προκάλεσε η κρίση, την ενίσχυση των εξαγωγών, κυρίως όμως, τη μείωση της ανεργίας με τη δημιουργία ακόμα περισσότερων και καλύτερα αμειβόμενων θέσεων εργασίας για όλες και όλους τους συμπολίτες μας, πρωτίστως τις νέες και τους νέους.
Ωστόσο, παρά τις θετικές επιπτώσεις της, η αξιολόγηση μόνο εφησυχασμό δεν μας προκαλεί. Αντιθέτως, ενισχύει την πεποίθησή μας ότι μόνο με δημοσιονομική πειθαρχία, σταθερότητα, υπευθυνότητα και αποτελεσματικότητα, η πατρίδα θα παραμείνει σε πορεία βιώσιμης ανάπτυξης. Μέσα από τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων και των διαρθρωτικών αλλαγών, που θα εξασφαλίσουν τη διπλή σύγκλιση, τόσο με την υπόλοιπη Ευρώπη, όσο και μεταξύ όλων των Περιφερειών της χώρας. Αυτή την Ελλάδα δημιουργούμε όπως δεσμευτήκαμε, αυτή την Ελλάδα αξίζουμε» ανέφερε ο κ. Παπαθανάσης.
Τι αναφέρει η έκθεση
Το Morningstar DBRS αλλάζει τις τάσεις στην Ελληνική Δημοκρατία σε θετικές, επιβεβαιώνει τις αξιολογήσεις στο BBB (χαμηλό)
Η DBRS Ratings GmbH (Morningstar DBRS) άλλαξε τις τάσεις στις μακροπρόθεσμες αξιολογήσεις ξένου και τοπικού νομίσματος - Εκδότης της Ελληνικής Δημοκρατίας (Ελλάδα) σε Θετική από Σταθερή και επιβεβαίωσε τις αξιολογήσεις στο ΒΒΒ (χαμηλό). Ταυτόχρονα, η Morningstar DBRS άλλαξε τις τάσεις στις βραχυπρόθεσμες αξιολογήσεις ξένου και τοπικού νομίσματος της Ελλάδας - Εκδότης σε Θετικό από Σταθερό και επιβεβαίωσε τις αξιολογήσεις στο R-2 (μέση).
ΒΑΣΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΠΙΣΤΩΣΗΣ
Οι αλλαγές τάσεων αντικατοπτρίζουν τις προσδοκίες της Morningstar DBRS για περαιτέρω βελτίωση των θεμελιωδών μεγεθών του τραπεζικού συστήματος. Ο τραπεζικός τομέας είναι πιθανό να συνεχίσει να διατηρεί καλή κερδοφορία, μειώνοντας τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPLs) και μειώνοντας τις αναβαλλόμενες φορολογικές πιστώσεις. Οι κληρονομιές που σχετίζονται με έναν ισχυρό δεσμό με την κυβέρνηση έχουν επίσης υποχωρήσει ως αποτέλεσμα της κυβερνητικής απόφασης να πουλήσει μεγάλο μέρος των μετοχών σε συστημικές τράπεζες. Επιπλέον, τα υγιή και αυξανόμενα πρωτογενή πλεονάσματα, σε συνδυασμό με την υγιή ονομαστική ανάπτυξη, θα διευκολύνουν περαιτέρω σημαντική μείωση του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ, το οποίο αναμένεται να μειωθεί κάτω από 140% έως το 2027 από 161,9% το 2023. Η εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων παραμένει σε καλό δρόμο, οι οποίες, μαζί με υψηλότερες επενδύσεις που υποστηρίζονται από πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), αναμένεται να αυξήσουν το δυναμικό του ΑΕΠ και να κάνουν την ανάπτυξη της χώρας πιο αυτοσυντηρούμενη. Από το 2021, η Ελλάδα ξεπερνά τον μέσο ρυθμό ανάπτυξης της ζώνης του ευρώ και αυτό είναι πιθανό να συνεχιστεί τα επόμενα δύο χρόνια. Το ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί κατά περισσότερο από 2,0% τόσο το 2024 όσο και το 2025.
Η πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας BBB (χαμηλή) υποστηρίζεται από τη συμμετοχή της στην ΕΕ και στη ζώνη του ευρώ και από την εφαρμογή παλαιότερων θεσμικών και οικονομικών μεταρρυθμίσεων που έχουν ενισχύσει την ανθεκτικότητα της οικονομίας. Η χώρα συνεχίζει να σημειώνει πρόοδο στην εκτέλεση του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRP ή Ελλάδα 2.0), το οποίο αναμένεται να βελτιώσει το επιχειρηματικό περιβάλλον της χώρας, να ενισχύσει την παραγωγικότητα και να συμβάλει στη μείωση του επενδυτικού χάσματος με τους ομολόγους της στη ζώνη του ευρώ. Σημαντικοί πόροι της ΕΕ παρέχουν κίνητρα για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη, ενώ υποστηρίζουν τις επενδύσεις με κεφάλαια που διοχετεύονται επίσης μέσω του ενισχυμένου τραπεζικού συστήματος. Επιπλέον, υπάρχει ισχυρή πολιτική δέσμευση για τη διατήρηση μιας συνετής δημοσιονομικής στρατηγικής, η οποία αντανακλάται στην ταχεία βελτίωση του πρωτογενούς πλεονάσματος παρά τους πολλαπλούς κραδασμούς που έχει αντιμετωπίσει η οικονομία από το 2020. Οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας περιορίζονται από τον ακόμη υψηλό δείκτη δημόσιου χρέους, το μικρό μέγεθος της οικονομίας και το επίμονο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
ΟΔΗΓΟΙ ΠΙΣΤΩΤΙΚΗΣ ΒΑΘΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
Η Morningstar DBRS θα μπορούσε να αναβαθμίσει τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας εάν συμβεί ένα ή συνδυασμός των παρακάτω: (1) περαιτέρω βελτίωση της κατάστασης του τραπεζικού συστήματος. (2) συνέχιση των υγιών δημοσιονομικών επιδόσεων, που υποστηρίζονται από διατηρούμενα πρωτογενή πλεονάσματα και σημαντική μείωση του δείκτη του δημόσιου χρέους. ή (3) συνεχιζόμενη εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν τις επενδύσεις, βελτιώνοντας έτσι τις μακροπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης.
Η Morningstar DBRS θα μπορούσε να αλλάξει τις τάσεις στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας και πάλι σε σταθερή, εάν ο τραπεζικός τομέας δεν καταφέρει να μειώσει τις ευπάθειές του, η προβλεπόμενη μείωση του δείκτη του δημόσιου χρέους υποαποδώσει σημαντικά ή εάν η βελτίωση των προοπτικών ανάπτυξης υπονομεύσει. Οι πιθανοί παράγοντες ενεργοποίησης για μια υποβάθμιση περιλαμβάνουν ένα ή συνδυασμό των παρακάτω: (1) παρατεταμένη αποδυνάμωση της δημοσιονομικής πειθαρχίας που θέτει τον δείκτη του δημόσιου χρέους σε μια διαρκή ανοδική τάση. (2) ανατροπή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΠΙΣΤΩΣΗΣ
Περαιτέρω μειώσεις σε NPL και Lower Nexus with the Sovereign Μειώνουν τις ευπάθειες παλαιού τύπου
Έχει γίνει σημαντική προσπάθεια για την ενίσχυση του τραπεζικού τομέα της Ελλάδας, ο οποίος, χάρη στη βελτίωση της πιστωτικής ποιότητας, είναι πλέον πιο ανθεκτικός από ό,τι στο παρελθόν. Οι τράπεζες έχουν καλύτερη κεφαλαιοποίηση, μεγαλύτερη ρευστότητα και έχουν αυξήσει την κερδοφορία τους, με την υποστήριξη της αύξησης του καθαρού επιτοκιακού περιθωρίου. Επιπλέον, η βελτίωση της λειτουργικής αποτελεσματικότητας μετά από μια βαθιά διαδικασία αναδιάρθρωσης και η μείωση του πιστωτικού κόστους σε συνάρτηση με τη βελτίωση του προφίλ κινδύνου ενίσχυσαν περαιτέρω τις ελληνικές τράπεζες. Οι πρόσφατες κρίσεις, συμπεριλαμβανομένης της ενεργειακής κρίσης και του υψηλού κόστους τόκων, δεν εμπόδισαν τον συνολικό δείκτη ακαθάριστων ΜΕΔ να συνεχίσει να μειώνεται. Ήταν στο 7,5% το 1ο τρίμηνο του 2024, σημειώνοντας πτώση πάνω από 40 ποσοστιαίες μονάδες από την κορύφωσή του τον Ιούνιο του 2017. Αυτή η μείωση οφείλεται κυρίως στις πωλήσεις και τις τιτλοποιήσεις δανείων στο πλαίσιο του Hercules Asset Protection Scheme (HAPS), το οποίο έχει επωφεληθεί από το δημόσιο εγγύηση. Η επικείμενη συγχώνευση μεταξύ της Attica Bank και της Pancreta Bank, αν και θα οδηγήσει σε δημόσια ανακεφαλαιοποίηση περίπου 500 εκατ. ευρώ, πιθανότατα θα βοηθήσει τον δείκτη ΜΕΔ του τραπεζικού συστήματος να μειωθεί περαιτέρω προς τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ.
Με την υγεία του τραπεζικού συστήματος να βελτιώνεται, το Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας προχώρησε σε σημαντικές αποεπενδύσεις σε συστημικές τράπεζες. Αυτό προσέλκυσε ιδιώτες επενδυτές που επέτρεψαν στην κυβέρνηση να πουλήσει μεγάλο μέρος των μετοχών σε συστημικές τράπεζες, γεγονός που συμβάλλει στη μείωση της σχέσης με τις τράπεζες. Η Morningstar DBRS αναμένει περαιτέρω βελτίωση στην ποιότητα του κεφαλαίου με συνεχή μείωση της αναβαλλόμενης φορολογικής πίστωσης, η οποία, από το έτος 2023, αντιπροσώπευε το 44% των συνολικών ιδίων κεφαλαίων προληπτικής εποπτείας, μειωμένα κατά 8 ποσοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με το 2022. Οι τιμές των κατοικιών αυξήθηκαν σημαντικά κατά τη διάρκεια Τα τελευταία χρόνια, η αντιστροφή της πτωτικής τάσης της δεκαετίας, αλλά το αυξανόμενο κόστος διαβίωσης και τα επιτόκια έχουν επιδεινώσει τους πίνακες προσιτότητας των νοικοκυριών. Ωστόσο, δεν υπάρχουν ενδείξεις υπέρβασης δανεισμού και μόχλευσης και η Morningstar DBRS θεωρεί κινδύνους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα όπως περιέχονται αυτή τη στιγμή. Τα νέα μακροπροληπτικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένου του ανώτατου ορίου της αναλογίας δανείων προς αξία, που θα τεθούν σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2025 θα συμβάλουν στη διατήρηση υγιών προτύπων δανεισμού.
Την τελευταία δεκαετία, η αύξηση των δανείων ήταν υποτονική, αλλά πρόσφατα βελτιώνεται, ιδιαίτερα για τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις. Η Morningstar DBRS σημειώνει ότι η αποτελεσματική διαχείριση και η κατανομή των κεφαλαίων RRF από τις τράπεζες, σε συνδυασμό με τη σημαντική μείωση των ΜΕΔ που έχει σημειωθεί, τοποθετούν τις τράπεζες καλά στην περαιτέρω παροχή πιστώσεων σε ελληνικές επιχειρήσεις, υποστηρίζοντας έτσι την οικονομική ανάπτυξη. Στο πλαίσιο του RRF, η Ελλάδα θα λάβει δάνεια ύψους 17,7 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 16,7 δισ. ευρώ θα διοχετευθούν μέσω ελληνικών τραπεζών. Μέχρι στιγμής, μόνο 1,9 δισεκατομμύρια ευρώ έχουν εκταμιευθεί σε επιχειρήσεις, αλλά είναι πιθανό να υπάρξει επιτάχυνση στο μέλλον. Η επίλυση των ιδιωτικών μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) που μεταφέρθηκαν από τους ισολογισμούς των τραπεζών στην πραγματική οικονομία και πλέον διαχειρίζονται οι εταιρείες εξυπηρέτησης πιστώσεων (ΚΠΣ) παραμένει ευάλωτη. Ωστόσο, η Morningstar DBRS αναμένει σταδιακή μείωση αυτών των NPEs με την πάροδο του χρόνου.
Ο λόγος δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ παραμένει ο υψηλότερος στη ζώνη του ευρώ, αλλά βρίσκεται σε απότομη καθοδική τροχιά: Η ευνοϊκή δομή και η προληπτική διαχείριση του χρέους μετριάζουν τους κινδύνους
Ο δείκτης του ελληνικού δημόσιου χρέους αναμένεται να συνεχίσει να μειώνεται, επωφελούμενος από την αύξηση των πρωτογενών πλεονασμάτων, τα μέτρια επιτόκια και την υγιή, αν και επιβραδυνόμενη, ονομαστική ανάπτυξη. Ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ της Ελλάδας κορυφώθηκε στο 207,0% το 2020 πριν πέσει στο 161,9% το 2023, το χαμηλότερο επίπεδο από το 2010. περαιτέρω μειώσεις είναι πιθανό να σημειωθούν μεσοπρόθεσμα. Η κυβέρνηση προβλέπει ότι ο λόγος του δημόσιου χρέους θα συνεχίσει να μειώνεται στο 152,7% του ΑΕΠ φέτος, υποδηλώνοντας πτώση περίπου 54 ποσοστιαίων μονάδων σε μόλις τέσσερα χρόνια, μια από τις πιο απότομες μειώσεις στη σύγχρονη εποχή.
Κατά την άποψη της Morningstar DBRS, οι κίνδυνοι για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους μετριάζονται από διάφορους παράγοντες. Πρώτον, η δομή του χρέους της Ελλάδας είναι πολύ ευνοϊκή με το 100% του χρέους σε σταθερά επιτόκια μετά τις ανταλλαγές. Δεύτερον, η μέση σταθμισμένη διάρκεια είναι πολύ υψηλή, αναμένεται να ανέλθει στα 19 έτη το 2024 και περίπου το 70% του χρέους κατέχεται από τον επίσημο τομέα, γεγονός που καθιστά το χρέος λιγότερο επιρρεπές στην αστάθεια της αγοράς. Τέλος, ο Ελληνικός Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΦΔΔΑ) κατάφερε να υπερκαλύψει προσωρινά το χαρτοφυλάκιό του χρέους, μετριάζοντας τις επιπτώσεις της αύξησης του κόστους τόκων. Το 2024, το μέσο πραγματικό επιτόκιο του μεσομακροπρόθεσμου χρέους αναμένεται να διαμορφωθεί στο 1,3%. Αυτοί οι παράγοντες αποτελούν καλό οιωνό για την εμπιστοσύνη των επενδυτών και οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων συνεχίζουν να επωφελούνται από την ευνοϊκή ζήτηση, με το 10ετές spread στα γερμανικά ομόλογα ελαφρώς πάνω από τις 100 μονάδες βάσης.
Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας επωφελείται επίσης από μια προληπτική στρατηγική διαχείρισης του χρέους με πρόωρες αποπληρωμές που μείωσαν το βραχυπρόθεσμο χρέος και εξομάλυνσαν το προφίλ εξόφλησης. Για παράδειγμα, η PDMA αποπλήρωσε πλήρως τα δάνειά της από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και προπλήρωσε 2,6 δισ. ευρώ και 5,3 δισ. ευρώ της Ελληνικής Δανειακής Διευκόλυνσης (δάνεια GLF) το 2022 και το 2023, αντίστοιχα. Το PDMA, το οποίο στοχεύει να συνεχίσει να μειώνει το απόθεμα του καθαρού δημόσιου χρέους, πιθανότατα θα αποπληρώσει πρόωρα επιπλέον δάνεια GLF ύψους περίπου 8 δισεκατομμυρίων ευρώ το 2024, που αντιστοιχεί σε τρία χρόνια εξαγορών GLF. Αυτό θα συμβάλει στη μείωση των αναγκών χρηματοδότησης και θα περιορίσει το κόστος χρηματοδότησης, εκμεταλλευόμενοι τη θετική θέση στην αγορά των παραγώγων.
Τα σημαντικά ταμειακά αποθέματα περίπου 34 δισεκατομμυρίων ευρώ (15% του ΑΕΠ ή τρία χρόνια ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών) στα μέσα του 2024 συνεχίζουν να χρησιμεύουν ως απόθεμα ρευστότητας και να ενισχύουν την εμπιστοσύνη μεταξύ των συμμετεχόντων στην αγορά μειώνοντας τον κίνδυνο αναχρηματοδότησης και επιτοκίου. Αυτά τα αποθεματικά αποθεματικών, σε συνδυασμό με την προληπτική στρατηγική διαχείρισης του χρέους για την επίτευξη του χαμηλότερου δυνατού κόστους επιτοκίου, μειώνοντας σημαντικά τους κινδύνους αποπληρωμής, στηρίζουν τη θετική ποιοτική προσαρμογή στην αξιολόγηση δομικών στοιχείων του χρέους και της ρευστότητας. Ωστόσο, παρά το ευνοϊκό προφίλ χρέους, η Morningstar DBRS σημειώνει ότι η βιωσιμότητα του χρέους της Ελλάδας βασίζεται κυρίως στην ικανότητά της να διατηρεί πρωτογενή πλεονάσματα και σε σταθερούς ρυθμούς αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ, καθώς, μακροπρόθεσμα, το χρέος του επίσημου τομέα θα αντικατασταθεί από χρέος που χρηματοδοτείται από την αγορά. θα εκθέσει την Ελλάδα σε αυξημένη αστάθεια της αγοράς.
Η οικονομία θα συνεχίσει να υποστηρίζεται από επενδύσεις. Η επιτυχής εφαρμογή του RRP κλειδιού για τη βιώσιμη ανάπτυξη
Η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε κατά 2,0% το 2023 χάρη στην ισχυρή ανάπτυξη της ιδιωτικής κατανάλωσης, των εξαγωγών και των επενδύσεων. Το 2024, η οικονομική δραστηριότητα της χώρας πιθανότατα θα συνεχίσει να ξεπερνά τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ επωφελούμενη από τη χαλάρωση των συνθηκών χρηματοδότησης, την αναμενόμενη βελτίωση του εξωτερικού περιβάλλοντος και τη ροή κεφαλαίων της ΕΕ. Η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ προβλέπεται να είναι 2,2% φέτος και 2,5% το 2025, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος. Η αγορά εργασίας παραμένει ανθεκτική με το ποσοστό ανεργίας να πέφτει κάτω από το 10% τον Ιούνιο του 2024 για πρώτη φορά από τον Αύγουστο του 2009, αν και εξακολουθεί να είναι πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Όπως και άλλες μικρές οικονομίες, η Ελλάδα εκτίθεται σε γεωπολιτικούς κινδύνους που θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά τις τουριστικές και ναυτιλιακές βιομηχανίες ή να οδηγήσουν σε άνοδο των τιμών των εμπορευμάτων και να ασκήσουν ανοδικές πιέσεις στις τιμές. Η χώρα παραμένει επίσης ευάλωτη σε ακραία κλιματικά φαινόμενα.
Η Ελλάδα στοχεύει να βελτιώσει τις προοπτικές ανάπτυξής της χρησιμοποιώντας τόσο τη συνιστώσα επιχορήγησης όσο και τη συνιστώσα δανείου του NGEU. Το RRF θα μπορούσε να βοηθήσει την Ελλάδα να κλείσει το επενδυτικό χάσμα με τους ομολόγους της στη ζώνη του ευρώ ως αποτέλεσμα του υψηλότερου μεριδίου των δαπανών (ως ποσοστό του ΑΕΠ) σε σχέση με άλλες χώρες, το οποίο διαμορφώθηκε στο 14,1% του ΑΕΠ στο τέλος του 2023 από 10,7% το 2019. Επιπλέον, το απόθεμα κεφαλαίου, το οποίο μειώνονταν από το 2009, έγινε θετικό το 2022 και αναμένεται να συνεχίσει να αυξάνεται.
Η Ελλάδα συνεχίζει να αποδίδει το RRP της. Μέχρι στιγμής, η χώρα είναι μεταξύ των κορυφαίων επιδόσεων στην ΕΕ για το μερίδιο των κεφαλαίων που εκταμιεύονται. Έχει ολοκληρώσει το 23% των ορόσημων και των στόχων της και έχει λάβει 7,59 δισ. ευρώ επιχορηγήσεις και 9,62 δισ. ευρώ δάνεια, κοντά στο 50% του συνολικού κονδυλίου των σχεδόν 36 δισ. ευρώ (16% του ΑΕΠ). Αν και υπάρχουν κάποιες καθυστερήσεις όσον αφορά τις υλοποιήσεις που σχετίζονται με τη συνιστώσα της επιχορήγησης, η χώρα απορροφά τεράστιο όγκο πόρων. Η επιτυχής εφαρμογή του RRP θα βοηθήσει την Ελλάδα να βελτιώσει τις προοπτικές ανάπτυξής της και εγγυάται μια θετική ποιοτική προσαρμογή στην αξιολόγηση των δομικών στοιχείων της Οικονομικής Δομής και της Απόδοσης.
Παραμένει η δέσμευση για δημοσιονομική ευθύνη, με στόχο το πρωτογενές πλεόνασμα να ορίζεται στο 2,1% το 2024. Το Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Σχέδιο αναμένεται να είναι συνετό
Οι δημοσιονομικοί λογαριασμοί της Ελλάδας, μετά την επιδείνωση λόγω των μέτρων που εφαρμόστηκαν για τον μετριασμό των επιπτώσεων της πανδημίας COVID-19 και της ενεργειακής κρίσης, βελτιώνονται με ταχείς ρυθμούς. Μετά την κορύφωση στο 9,8% του ΑΕΠ το 2020, το έλλειμμα μειώθηκε στο 1,6% το 2023 με περαιτέρω βελτιώσεις που αναμένονται φέτος και το 2025. Τα ισχυρότερα από τα αναμενόμενα φορολογικά έσοδα, καθώς και οι χαμηλότερες πρωτογενείς δαπάνες, οδήγησαν στην αύξηση του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 1,9% του ΑΕΠ, υπερβαίνοντας σε μεγάλο βαθμό τον στόχο του 1,1% πέρυσι. Με βάση την υγιή οικονομική ανάπτυξη και τα ισχυρότερα δημοσιονομικά έσοδα, το πρωτογενές πλεόνασμα πιθανότατα θα συνεχίσει να αυξάνεται. Ενώ η κυβέρνηση έθεσε στόχο ΑΕΠ 2,1% στο πρόγραμμα σταθερότητάς της τον Απρίλιο, τα υψηλότερα από τα αναμενόμενα δημοσιονομικά έσοδα, με τη βοήθεια μέτρων ψηφιοποίησης και φορολογικής συμμόρφωσης, πιθανότατα θα οδηγήσουν σε υπεραπόδοση του πρωτογενούς πλεονάσματος φέτος. Τα τελευταία στοιχεία για τα φορολογικά έσοδα είναι ενθαρρυντικά, με το πρωτογενές πλεόνασμα της γενικής κυβέρνησης το πρώτο εξάμηνο του έτους να είναι περίπου 1 δισ. ευρώ υψηλότερο από την αντίστοιχη περσινή περίοδο. Στο πλαίσιο αυτό, το έλλειμμα αναμένεται να μειωθεί στο 1,2% και στο 0,9% του ΑΕΠ το 2024 και το 2025, αντίστοιχα.
Τις επόμενες ημέρες, η κυβέρνηση θα παρουσιάσει το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό της σχέδιο στις ευρωπαϊκές αρχές για χρονικό ορίζοντα τεσσάρων ετών και η Morningstar DBRS δεν προβλέπει εκτροχιασμό της δημοσιονομικής σύνεσης. Οι στόχοι των καθαρών πρωτογενών δαπανών πιθανότατα θα είναι σύμφωνοι με τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ, αντανακλώντας την ισχυρή δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης σε μια συντηρητική δημοσιονομική στρατηγική. Η Morningstar DBRS αναμένει από την κυβέρνηση να διατηρήσει πρωτογενές πλεόνασμα 2,0% του ΑΕΠ ή περισσότερο για παρατεταμένη χρονική περίοδο πρόκληση, αλλά οι ελληνικές αρχές έχουν καλή πορεία στην ταχεία αποκατάσταση των δημοσιονομικών λογαριασμών, παρά τις πολλαπλές κρίσεις τα τελευταία χρόνια.
Οι κίνδυνοι για τις δημοσιονομικές προοπτικές παραμένουν και σχετίζονται με επιβράδυνση της ανάπτυξης που θα μπορούσε να οδηγήσει σε ασθενέστερα δημοσιονομικά έσοδα, ανανεωμένη ενέργεια και πίεση στις τιμές των τροφίμων που θα απαιτούσαν πρόσθετα μέτρα στήριξης, ακραία κλιματικά γεγονότα και επιπτώσεις στις ενδεχόμενες υποχρεώσεις. Από την άλλη πλευρά, η επίμονη βελτίωση των δημοσιονομικών εσόδων χάρη στα κυβερνητικά μέτρα για την αύξηση της φορολογικής συμμόρφωσης μπορεί να αποφέρει καλύτερα από τα αναμενόμενα δημοσιονομικά αποτελέσματα. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, το μερίδιο της παραοικονομίας έχει μειωθεί σημαντικά στο 16% το 2021 από περίπου 30% το 2013 και είναι πιθανές περαιτέρω μειώσεις. Αυτό θα ήταν καλό οιωνό για τη δημοσιονομική ικανότητα στο μέλλον.
Το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών θα μειωθεί αργά αλλά θα παραμείνει υψηλό μεσοπρόθεσμα
Το παρατεταμένο έλλειμμα της Ελλάδας στο ισοζύγιο αγαθών και η αυξημένη αρνητική Καθαρή Διεθνής Επενδυτική Θέση (NIIP) επιβαρύνουν την εξωτερική θέση της χώρας και τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας. Στο μέλλον, αυτές οι ευπάθειες είναι πιθανό να υποχωρήσουν, αν και οριακά, με το εμπορικό έλλειμμα να μειώνεται σταδιακά αλλά να παραμένει αυξημένο, ενώ το εξωτερικό χρέος ως μερίδιο του ΑΕΠ μειώνεται ως αποτέλεσμα των καθαρών αποπληρωμών του δημόσιου χρέους και της ισχυρότερης ονομαστικής ανάπτυξης.
Ωστόσο, η Morningstar DBRS θεωρεί την εξωτερική θέση της Ελλάδας ως πιο ανθεκτική από ό,τι στο παρελθόν. Η χώρα έχει βελτιώσει την εξωτερική της ανταγωνιστικότητα, έχει γίνει μια πιο ανοιχτή οικονομία και οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών σε όρους ΑΕΠ ήταν περίπου 45% το 2023 από 22% το 2010. Επιπλέον, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, μετά από προσωρινή διεύρυνση το 2022 παραπάνω 10,3% του ΑΕΠ, μειώθηκε σε περίπου 6,3% το 2023. Το έλλειμμα επωφελήθηκε από την ομαλοποίηση των τιμών της ενέργειας και την ισχυρή ανάκαμψη των εσόδων από τον τουρισμό, που αυξήθηκαν κατά 13% το 2023 σε σχέση με το επίπεδο του 2019. Μεσοπρόθεσμα, παρά την οικονομική ανάπτυξη πάνω από το δυναμικό και τις υψηλές εισαγωγές επενδυτικών αγαθών, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών θα μπορούσε να συνεχίσει να μειώνεται, με το ΔΝΤ να προβλέπει ότι το έλλειμμα θα μειωθεί ελαφρώς πάνω από το 5% του ΑΕΠ το 2025. Στο Morningstar DBRS Κατά την άποψη, οι μελλοντικές βελτιώσεις στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών θα εξαρτηθούν επίσης από τη διαρθρωτική αύξηση της εξαγωγικής ικανότητας, καθώς και από την αντικατάσταση των εισαγωγών ενέργειας με την παραγωγή ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Οι υποστηρικτικές εισροές ΑΞΕ, οι οποίες έφθασαν σε υψηλό δύο δεκαετιών το 2022, και τα κεφάλαια της NGEU θα πρέπει να μετριάσουν τους κινδύνους χρηματοδότησης που προκύπτουν από τα αυξημένα ελλείμματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
Το αρνητικό NIIP της Ελλάδας στο 139% περίπου του ΑΕΠ από το πρώτο τρίμηνο του 2024, παρά την πτώση άνω των 40 ποσοστιαίων μονάδων από την κορύφωση το δεύτερο τρίμηνο του 2021, παραμένει πολύ υψηλό. Ωστόσο, είναι λιγότερο ανησυχητικό κατά την άποψη της Morningstar DBRS, καθώς η Ελλάδα επωφελείται από μια ευνοϊκή δομή χρέους που αντικατοπτρίζει μεγάλο μερίδιο των υποχρεώσεων στα χέρια του επίσημου τομέα, με μεγάλη διάρκεια, κυρίως σε ευρώ και με σταθερά επιτόκια. Ωστόσο, μελλοντικές σημαντικές μειώσεις είναι απίθανο να σημειωθούν σύντομα λόγω του μακροπρόθεσμου ορίζοντα των ξένων δανείων του δημόσιου τομέα από τον δημόσιο τομέα.
Η απόλυτη πλειοψηφία διασφαλίζει τη συνέχεια της πολιτικής για να εκμεταλλευτείτε την ισχυρή ορμή στις μεταρρυθμίσεις
Η απόλυτη πλειοψηφία που συγκέντρωσε το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, υπό τον Κυριάκο Μιστοτάκη, στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές του 2023 προμηνύεται καλό για πολιτική συνέχεια καθώς και για υλοποίηση της κυβερνητικής ατζέντας. Αυτό θα βοηθήσει επίσης στη σταθερότητα της κυβέρνησης όταν η Ελλάδα στοχεύει να εκπληρώσει τους στόχους και τα ορόσημα του RRP της, με στόχο την ενίσχυση της ανθεκτικότητας και των οικονομικών της προοπτικών. Αν και οι εκλογές στην ΕΕ τον Ιούνιο, είδαν μια στενότερη υποστήριξη για το κυβερνών κόμμα, η πολιτική αντιπολίτευση φαίνεται κατακερματισμένη και αδύναμη. Ως εκ τούτου, η κυβέρνηση αναμένεται να εκπληρώσει ολόκληρη τη νομοθετική περίοδο.
Η επιτυχής εφαρμογή του οικονομικού προγράμματος Greece 2.0, με αρκετές μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις σε εξέλιξη, παραμένει βασική προτεραιότητα για την κυβέρνηση. Μεταξύ άλλων, η κυβέρνηση σχεδιάζει να αντιμετωπίσει τις αδυναμίες στο σύστημα δικαιοσύνης, τη δημόσια διοίκηση και να ενισχύσει το δημόσιο σύστημα υγείας, κάτι που μαζί με τις βελτιώσεις στην εκπαίδευση θα βοηθήσει την Ελλάδα να επιτύχει μακροπρόθεσμα οφέλη. Η βελτίωση του πολιτικού περιβάλλοντος και η δέσμευση της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει τις μακροχρόνιες προκλήσεις της Ελλάδας δικαιολογεί μια θετική ποιοτική προσαρμογή στην αξιολόγηση του δομικού στοιχείου του Πολιτικού Περιβάλλοντος.
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΑ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΑΙ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
Οι εκτιμήσεις ESG είχαν σημαντική επίδραση στην πιστωτική ανάλυση.
Περιβαλλοντικοί (Ε) Παράγοντες
Δεν υπήρχαν περιβαλλοντικοί παράγοντες που να είχαν σημαντική ή σχετική επίδραση στην πιστωτική ανάλυση.
Κοινωνικοί (S) Παράγοντες
Ο ακόλουθος Κοινωνικός παράγοντας είχε σημαντική επίδραση στην πιστωτική ανάλυση: Ανθρώπινο Κεφάλαιο και Ανθρώπινα Δικαιώματα. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας που εκτιμάται από το ΔΝΤ σε 22.805 δολάρια ΗΠΑ το 2023 ήταν σχετικά χαμηλό σε σύγκριση με τα αντίστοιχα του ευρωσύστημα. Αυτός ο παράγοντας έχει ληφθεί υπόψη στο δομικό στοιχείο οικονομικής δομής και απόδοσης.
Παράγοντες Διακυβέρνησης (Ζ).
Ο ακόλουθος παράγοντας Διακυβέρνηση είχε σημαντική επίδραση στην πιστωτική ανάλυση: Θεσμική Ισχύς, Διακυβέρνηση και Διαφάνεια. Σύμφωνα με τους Δείκτες Παγκόσμιας Διακυβέρνησης της Παγκόσμιας Τράπεζας, το 2022 η κατάταξη της Ελλάδας τόσο για το Κράτος Δικαίου (59,9 εκατοστημόριο) όσο και για την Αποτελεσματικότητα της Κυβέρνησης (66,5 εκατοστημόριο) ήταν σημαντικά χαμηλότερη από τις αντίστοιχες χώρες της ζώνης του ευρώ. Ο ακόλουθος παράγοντας Διακυβέρνηση είχε σχετική επίδραση στην πιστωτική ανάλυση: Δωροδοκία, Διαφθορά και Πολιτικός Κίνδυνος. Η Ελλάδα παρουσιάζει χαμηλότερες επιδόσεις από τον μέσο όρο της ΕΕ στον δείκτη «Έλεγχος της Διαφθοράς» (κατάταξη 56,6 εκατοστημόριου). Ωστόσο, έχει σημειώσει καλή πρόοδο τα τελευταία χρόνια βελτιώνοντας τη βαθμολογία της στον Δείκτη Αντίληψης Διαφθοράς στο 49 το 2023 από 36 το 2012. Η Morningstar DBRS σημειώνει τις θεσμικές δυνάμεις της Ελλάδας που συνδέονται με την ένταξη στο ευρώ και τις πρόσφατες βελτιώσεις σε αυτούς τους τομείς. Αυτοί οι παράγοντες έχουν ληφθεί υπόψη στα δομικά στοιχεία Δημοσιονομικής Διαχείρισης και Πολιτικής και Πολιτικού Περιβάλλοντος.
Μια περιγραφή του τρόπου με τον οποίο η Morningstar DBRS θεωρεί τους παράγοντες ESG εντός του αναλυτικού πλαισίου Morningstar DBRS μπορεί να βρεθεί στο Morningstar DBRS Criteria: Approach to Environmental, Social and Governance Factors in Credit Ratings (13 Αυγούστου 2024) https://dbrs.morningstar.com /research/437781 .
Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την απόφαση της Επιτροπής Αξιολόγησης, ανατρέξτε στους Δείκτες Κάρτας Αποτελεσμάτων και τις Αξιολογήσεις Δομικών Συστημάτων: https://dbrs.morningstar.com/research/439026/ .
ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΖΩΝΗΣ ΕΥΡΩ: ΧΑΜΗΛΟΣ
Σημειώσεις:
Όλα τα στοιχεία είναι σε ευρώ, εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά. Οι στατιστικές για τα δημόσια οικονομικά αναφέρονται σε βάση της γενικής κυβέρνησης, εκτός εάν προσδιορίζεται.
Ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης DBRS αναβάθμισε τις προοπτικές (trend) του ελληνικού αξιόχρεου σε θετικές από σταθερές, επιβεβαιώνοντας το αξιόχρεο στη βαθμίδα ΒΒΒ (low).
Η αναβάθμιση των προοπτικών αντανακλά τις προσδοκίες του DBRS για περαιτέρω βελτίωση των θεμελιωδών μεγεθών του τραπεζικού συστήματος, αναφέρει ο οίκος στην ανακοίνωσή του.
Ο τραπεζικός τομέας, προσθέτει, πιθανόν θα συνεχίσει να έχει καλή κερδοφορία, να περιορίζει τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPLs) και να μειώνει τις αναβαλλόμενες φορολογικές πιστώσεις.
Ο ισχυρός δεσμός των τραπεζών με τη κυβέρνηση από το παρελθόν έχει επίσης υποχωρήσει ως αποτέλεσμα της απόφασης της κυβέρνησης να πουλήσει μεγάλα πακέτα μετοχών της σε συστημικές τράπεζες.
Επιπλέον, σημειώνει ο καναδικός οίκος, τα υγιή και αυξανόμενα πρωτογενή πλεονάσματα, σε συνδυασμό με την υγιή ονομαστική ανάπτυξη, θα διευκολύνουν την περαιτέρω σημαντική μείωση του δημόσιου χρέους σε σχέση με το ΑΕΠ, το οποίο αναμένεται να μειωθεί κάτω από το 140% έως το 2027 από 161,9% το 2023.
Επίσης, η εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων παραμένει σε καλό δρόμο, η οποία, μαζί με τις υψηλότερες επενδύσεις που υποστηρίζονται από πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), αναμένεται να αυξήσει το δυνητικό ΑΕΠ και να καταστήσει την ανάπτυξη της χώρας πιο αυτοδύναμη.
Από το 2021, η Ελλάδα έχει υψηλότερη ανάπτυξη από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης και αυτό είναι πιθανό να συνεχιστεί και τα επόμενα δύο χρόνια, αναφέρει ο οίκος. Το ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί περισσότερο από 2% τόσο το 2024 όσο και το 2025.
Η αξιολόγηση της Ελλάδας στη βαθμίδα ΒΒΒ (low) στηρίζεται από τη συμμετοχή της στην ΕΕ και την Ευρωζώνη και από το ότι έχει εφαρμόσει θεσμικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις που έχουν ενισχύσει την ανθεκτικότητα της οικονομίας.
Η χώρα συνεχίζει να σημειώνει πρόοδο όσον αφορά την υλοποίηση του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, αναφέρει ο DBRS, το οποίο αναμένεται να βελτιώσει το επιχειρηματικό περιβάλλον της χώρας, να ενισχύσει την παραγωγικότητα και να συμβάλει στη μείωση του επενδυτικού χάσματος με τις άλλες χώρες στη ζώνη του ευρώ.
Οι σημαντικοί πόροι της ΕΕ παρέχουν κίνητρα για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη, ενώ παράλληλα υποστηρίζουν τις επενδύσεις με κεφάλαια που διοχετεύονται επίσης μέσω του ενισχυμένου τραπεζικού συστήματος.
Επιπλέον, σημειώνει, υπάρχει ισχυρή πολιτική δέσμευση για τη διατήρηση μιας συνετής δημοσιονομικής στρατηγικής, η οποία αντικατοπτρίζεται στην ταχεία βελτίωση του πρωτογενούς πλεονάσματος παρά τα πολλαπλά σοκ που αντιμετώπισε η οικονομία από το 2020 και μετά.
Η αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας περιορίζεται από τον ακόμη υψηλό δείκτη δημόσιου χρέους, το μικρό μέγεθος της οικονομίας και το επίμονο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
Κ. Χατζηδάκης: Η αξιολόγηση της DBRS ακόμα μια θετική είδηση για την πορεία της ελληνικής οικονομίας
Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, μετά την ανακοίνωση του οίκου DBRS Morningstar για την αναβάθμιση των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας στην επενδυτική βαθμίδα έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Ο καναδικός οίκος αξιολόγησης DBRS Morningstar, ο πρώτος αναγνωρισμένος από την ΕΚΤ που απένειμε πέρυσι στην ελληνική οικονομία την επενδυτική βαθμίδα, προχώρησε σήμερα σε αναβάθμιση των προοπτικών της, από σταθερές σε θετικές.
Ακόμα μια θετική είδηση για την Ελλάδα μετά τις σημερινές ανακοινώσεις της Eurostat, που κατατάσσουν την ελληνική οικονομία δεύτερη στην ΕΕ από πλευράς ανάπτυξης το δεύτερο τρίμηνο του 2024. Ακόμα μια θετική είδηση μετά τα αποτελέσματα της δημοπρασίας του ΟΔΔΗΧ για έντοκα γραμμάτια ετήσιας διάρκειας, σύμφωνα με τα οποία η Ελλάδα στις αρχές Σεπτεμβρίου δανείστηκε με επιτόκιο 2,82%, χαμηλότερο από τη Γαλλία και συγκρίσιμο με το αντίστοιχο Γερμανικό.
Ακόμα πιο σημαντικά ίσως όμως είναι όσα γράφει η έκθεση της DBRS για την πρόοδο και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Για την επίτευξη δημοσιονομικών στόχων. Το ρυθμό ανάπτυξης που είναι υψηλότερος από το μέσο όρο της ΕΕ. Τις θετικές εκτιμήσεις για το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Τη μείωση του δημοσίου χρέους που - όπως αναφέρεται - στο τέλος του 2024 εκτιμάται πως θα είναι από τις μεγαλύτερες μειώσεις στη σύγχρονη εποχή. Αλλά και την πολιτική σταθερότητα που εγγυάται τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων.
Η έκθεση της DBRS Morningstar αποτελεί μία ακόμη απόδειξη της ορθότητας της οικονομικής πολιτικής που βασίζεται στη δημοσιονομική υπευθυνότητα, τις φιλοεπενδυτικές δράσεις και έχει χειροπιαστά αποτελέσματα για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις. Είναι ένας ακόμη λόγος να επιταχύνουμε την προσπάθεια με το ίδιο μείγμα πολιτικής για να ανεβάσουμε την Ελλάδα ψηλότερα».
Νίκος Παπαθανάσης: Η ανακοίνωση της DBRS αποτελεί νέο διεθνές μήνυμα αξιοπιστίας για την ελληνική οικονομία, ενισχύει το στόχο για περισσότερες επενδύσεις και νέες θέσεις εργασίας
«Η νέα θετική αξιολόγηση από τον καναδικό οίκο αξιολόγησης DBRS Morningstar -έναν από τους ελάχιστους διεθνείς οίκους που αναγνωρίζονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα- αποτελεί ένα ακόμα διεθνές μήνυμα εμπιστοσύνης απέναντι στην αξιόπιστη οικονομική πολιτική των κυβερνήσεων του Κυριάκου Μητσοτάκη», ανέφερε ο αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Νίκος Παπαθανάσης, με αφορμή την ανακοίνωση του οίκου DBRS Morningstar για την ελληνική οικονομία.
«Σε μια συγκυρία που εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από την ρευστότητα και πρωτοφανείς-πολυεπίπεδες κρίσεις σε διεθνές και περιφερειακό επίπεδο, η εξέλιξη αυτή, σε συνέχεια όλων των ανάλογων αξιολογήσεων που προηγήθηκαν και είχαν ως αποτέλεσμα την ανάκτηση από την Ελλάδα της επενδυτικής βαθμίδας μετά από σχεδόν 14 χρόνια, μόνο τεχνικό χαρακτήρα δεν έχει, μόνο τυχαία δεν είναι.
Έρχεται να επιβεβαιώσει την ανθεκτικότητα της οικονομίας και τη συστηματική προσπάθεια που βρίσκεται σε εξέλιξη από το 2019. Ενισχύει περαιτέρω τις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας, τη βελτίωση του κόστους δανεισμού, τη μείωση του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ, την επιτάχυνση της κάλυψης του επενδυτικού κενού που προκάλεσε η κρίση, την ενίσχυση των εξαγωγών, κυρίως όμως, τη μείωση της ανεργίας με τη δημιουργία ακόμα περισσότερων και καλύτερα αμειβόμενων θέσεων εργασίας για όλες και όλους τους συμπολίτες μας, πρωτίστως τις νέες και τους νέους.
Ωστόσο, παρά τις θετικές επιπτώσεις της, η αξιολόγηση μόνο εφησυχασμό δεν μας προκαλεί. Αντιθέτως, ενισχύει την πεποίθησή μας ότι μόνο με δημοσιονομική πειθαρχία, σταθερότητα, υπευθυνότητα και αποτελεσματικότητα, η πατρίδα θα παραμείνει σε πορεία βιώσιμης ανάπτυξης. Μέσα από τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων και των διαρθρωτικών αλλαγών, που θα εξασφαλίσουν τη διπλή σύγκλιση, τόσο με την υπόλοιπη Ευρώπη, όσο και μεταξύ όλων των Περιφερειών της χώρας. Αυτή την Ελλάδα δημιουργούμε όπως δεσμευτήκαμε, αυτή την Ελλάδα αξίζουμε» ανέφερε ο κ. Παπαθανάσης.
Τι αναφέρει η έκθεση
Το Morningstar DBRS αλλάζει τις τάσεις στην Ελληνική Δημοκρατία σε θετικές, επιβεβαιώνει τις αξιολογήσεις στο BBB (χαμηλό)
Η DBRS Ratings GmbH (Morningstar DBRS) άλλαξε τις τάσεις στις μακροπρόθεσμες αξιολογήσεις ξένου και τοπικού νομίσματος - Εκδότης της Ελληνικής Δημοκρατίας (Ελλάδα) σε Θετική από Σταθερή και επιβεβαίωσε τις αξιολογήσεις στο ΒΒΒ (χαμηλό). Ταυτόχρονα, η Morningstar DBRS άλλαξε τις τάσεις στις βραχυπρόθεσμες αξιολογήσεις ξένου και τοπικού νομίσματος της Ελλάδας - Εκδότης σε Θετικό από Σταθερό και επιβεβαίωσε τις αξιολογήσεις στο R-2 (μέση).
ΒΑΣΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΠΙΣΤΩΣΗΣ
Οι αλλαγές τάσεων αντικατοπτρίζουν τις προσδοκίες της Morningstar DBRS για περαιτέρω βελτίωση των θεμελιωδών μεγεθών του τραπεζικού συστήματος. Ο τραπεζικός τομέας είναι πιθανό να συνεχίσει να διατηρεί καλή κερδοφορία, μειώνοντας τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPLs) και μειώνοντας τις αναβαλλόμενες φορολογικές πιστώσεις. Οι κληρονομιές που σχετίζονται με έναν ισχυρό δεσμό με την κυβέρνηση έχουν επίσης υποχωρήσει ως αποτέλεσμα της κυβερνητικής απόφασης να πουλήσει μεγάλο μέρος των μετοχών σε συστημικές τράπεζες. Επιπλέον, τα υγιή και αυξανόμενα πρωτογενή πλεονάσματα, σε συνδυασμό με την υγιή ονομαστική ανάπτυξη, θα διευκολύνουν περαιτέρω σημαντική μείωση του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ, το οποίο αναμένεται να μειωθεί κάτω από 140% έως το 2027 από 161,9% το 2023. Η εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων παραμένει σε καλό δρόμο, οι οποίες, μαζί με υψηλότερες επενδύσεις που υποστηρίζονται από πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), αναμένεται να αυξήσουν το δυναμικό του ΑΕΠ και να κάνουν την ανάπτυξη της χώρας πιο αυτοσυντηρούμενη. Από το 2021, η Ελλάδα ξεπερνά τον μέσο ρυθμό ανάπτυξης της ζώνης του ευρώ και αυτό είναι πιθανό να συνεχιστεί τα επόμενα δύο χρόνια. Το ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί κατά περισσότερο από 2,0% τόσο το 2024 όσο και το 2025.
Η πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας BBB (χαμηλή) υποστηρίζεται από τη συμμετοχή της στην ΕΕ και στη ζώνη του ευρώ και από την εφαρμογή παλαιότερων θεσμικών και οικονομικών μεταρρυθμίσεων που έχουν ενισχύσει την ανθεκτικότητα της οικονομίας. Η χώρα συνεχίζει να σημειώνει πρόοδο στην εκτέλεση του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRP ή Ελλάδα 2.0), το οποίο αναμένεται να βελτιώσει το επιχειρηματικό περιβάλλον της χώρας, να ενισχύσει την παραγωγικότητα και να συμβάλει στη μείωση του επενδυτικού χάσματος με τους ομολόγους της στη ζώνη του ευρώ. Σημαντικοί πόροι της ΕΕ παρέχουν κίνητρα για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη, ενώ υποστηρίζουν τις επενδύσεις με κεφάλαια που διοχετεύονται επίσης μέσω του ενισχυμένου τραπεζικού συστήματος. Επιπλέον, υπάρχει ισχυρή πολιτική δέσμευση για τη διατήρηση μιας συνετής δημοσιονομικής στρατηγικής, η οποία αντανακλάται στην ταχεία βελτίωση του πρωτογενούς πλεονάσματος παρά τους πολλαπλούς κραδασμούς που έχει αντιμετωπίσει η οικονομία από το 2020. Οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας περιορίζονται από τον ακόμη υψηλό δείκτη δημόσιου χρέους, το μικρό μέγεθος της οικονομίας και το επίμονο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
ΟΔΗΓΟΙ ΠΙΣΤΩΤΙΚΗΣ ΒΑΘΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
Η Morningstar DBRS θα μπορούσε να αναβαθμίσει τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας εάν συμβεί ένα ή συνδυασμός των παρακάτω: (1) περαιτέρω βελτίωση της κατάστασης του τραπεζικού συστήματος. (2) συνέχιση των υγιών δημοσιονομικών επιδόσεων, που υποστηρίζονται από διατηρούμενα πρωτογενή πλεονάσματα και σημαντική μείωση του δείκτη του δημόσιου χρέους. ή (3) συνεχιζόμενη εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν τις επενδύσεις, βελτιώνοντας έτσι τις μακροπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης.
Η Morningstar DBRS θα μπορούσε να αλλάξει τις τάσεις στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας και πάλι σε σταθερή, εάν ο τραπεζικός τομέας δεν καταφέρει να μειώσει τις ευπάθειές του, η προβλεπόμενη μείωση του δείκτη του δημόσιου χρέους υποαποδώσει σημαντικά ή εάν η βελτίωση των προοπτικών ανάπτυξης υπονομεύσει. Οι πιθανοί παράγοντες ενεργοποίησης για μια υποβάθμιση περιλαμβάνουν ένα ή συνδυασμό των παρακάτω: (1) παρατεταμένη αποδυνάμωση της δημοσιονομικής πειθαρχίας που θέτει τον δείκτη του δημόσιου χρέους σε μια διαρκή ανοδική τάση. (2) ανατροπή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΠΙΣΤΩΣΗΣ
Περαιτέρω μειώσεις σε NPL και Lower Nexus with the Sovereign Μειώνουν τις ευπάθειες παλαιού τύπου
Έχει γίνει σημαντική προσπάθεια για την ενίσχυση του τραπεζικού τομέα της Ελλάδας, ο οποίος, χάρη στη βελτίωση της πιστωτικής ποιότητας, είναι πλέον πιο ανθεκτικός από ό,τι στο παρελθόν. Οι τράπεζες έχουν καλύτερη κεφαλαιοποίηση, μεγαλύτερη ρευστότητα και έχουν αυξήσει την κερδοφορία τους, με την υποστήριξη της αύξησης του καθαρού επιτοκιακού περιθωρίου. Επιπλέον, η βελτίωση της λειτουργικής αποτελεσματικότητας μετά από μια βαθιά διαδικασία αναδιάρθρωσης και η μείωση του πιστωτικού κόστους σε συνάρτηση με τη βελτίωση του προφίλ κινδύνου ενίσχυσαν περαιτέρω τις ελληνικές τράπεζες. Οι πρόσφατες κρίσεις, συμπεριλαμβανομένης της ενεργειακής κρίσης και του υψηλού κόστους τόκων, δεν εμπόδισαν τον συνολικό δείκτη ακαθάριστων ΜΕΔ να συνεχίσει να μειώνεται. Ήταν στο 7,5% το 1ο τρίμηνο του 2024, σημειώνοντας πτώση πάνω από 40 ποσοστιαίες μονάδες από την κορύφωσή του τον Ιούνιο του 2017. Αυτή η μείωση οφείλεται κυρίως στις πωλήσεις και τις τιτλοποιήσεις δανείων στο πλαίσιο του Hercules Asset Protection Scheme (HAPS), το οποίο έχει επωφεληθεί από το δημόσιο εγγύηση. Η επικείμενη συγχώνευση μεταξύ της Attica Bank και της Pancreta Bank, αν και θα οδηγήσει σε δημόσια ανακεφαλαιοποίηση περίπου 500 εκατ. ευρώ, πιθανότατα θα βοηθήσει τον δείκτη ΜΕΔ του τραπεζικού συστήματος να μειωθεί περαιτέρω προς τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ.
Με την υγεία του τραπεζικού συστήματος να βελτιώνεται, το Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας προχώρησε σε σημαντικές αποεπενδύσεις σε συστημικές τράπεζες. Αυτό προσέλκυσε ιδιώτες επενδυτές που επέτρεψαν στην κυβέρνηση να πουλήσει μεγάλο μέρος των μετοχών σε συστημικές τράπεζες, γεγονός που συμβάλλει στη μείωση της σχέσης με τις τράπεζες. Η Morningstar DBRS αναμένει περαιτέρω βελτίωση στην ποιότητα του κεφαλαίου με συνεχή μείωση της αναβαλλόμενης φορολογικής πίστωσης, η οποία, από το έτος 2023, αντιπροσώπευε το 44% των συνολικών ιδίων κεφαλαίων προληπτικής εποπτείας, μειωμένα κατά 8 ποσοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με το 2022. Οι τιμές των κατοικιών αυξήθηκαν σημαντικά κατά τη διάρκεια Τα τελευταία χρόνια, η αντιστροφή της πτωτικής τάσης της δεκαετίας, αλλά το αυξανόμενο κόστος διαβίωσης και τα επιτόκια έχουν επιδεινώσει τους πίνακες προσιτότητας των νοικοκυριών. Ωστόσο, δεν υπάρχουν ενδείξεις υπέρβασης δανεισμού και μόχλευσης και η Morningstar DBRS θεωρεί κινδύνους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα όπως περιέχονται αυτή τη στιγμή. Τα νέα μακροπροληπτικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένου του ανώτατου ορίου της αναλογίας δανείων προς αξία, που θα τεθούν σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2025 θα συμβάλουν στη διατήρηση υγιών προτύπων δανεισμού.
Την τελευταία δεκαετία, η αύξηση των δανείων ήταν υποτονική, αλλά πρόσφατα βελτιώνεται, ιδιαίτερα για τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις. Η Morningstar DBRS σημειώνει ότι η αποτελεσματική διαχείριση και η κατανομή των κεφαλαίων RRF από τις τράπεζες, σε συνδυασμό με τη σημαντική μείωση των ΜΕΔ που έχει σημειωθεί, τοποθετούν τις τράπεζες καλά στην περαιτέρω παροχή πιστώσεων σε ελληνικές επιχειρήσεις, υποστηρίζοντας έτσι την οικονομική ανάπτυξη. Στο πλαίσιο του RRF, η Ελλάδα θα λάβει δάνεια ύψους 17,7 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 16,7 δισ. ευρώ θα διοχετευθούν μέσω ελληνικών τραπεζών. Μέχρι στιγμής, μόνο 1,9 δισεκατομμύρια ευρώ έχουν εκταμιευθεί σε επιχειρήσεις, αλλά είναι πιθανό να υπάρξει επιτάχυνση στο μέλλον. Η επίλυση των ιδιωτικών μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) που μεταφέρθηκαν από τους ισολογισμούς των τραπεζών στην πραγματική οικονομία και πλέον διαχειρίζονται οι εταιρείες εξυπηρέτησης πιστώσεων (ΚΠΣ) παραμένει ευάλωτη. Ωστόσο, η Morningstar DBRS αναμένει σταδιακή μείωση αυτών των NPEs με την πάροδο του χρόνου.
Ο λόγος δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ παραμένει ο υψηλότερος στη ζώνη του ευρώ, αλλά βρίσκεται σε απότομη καθοδική τροχιά: Η ευνοϊκή δομή και η προληπτική διαχείριση του χρέους μετριάζουν τους κινδύνους
Ο δείκτης του ελληνικού δημόσιου χρέους αναμένεται να συνεχίσει να μειώνεται, επωφελούμενος από την αύξηση των πρωτογενών πλεονασμάτων, τα μέτρια επιτόκια και την υγιή, αν και επιβραδυνόμενη, ονομαστική ανάπτυξη. Ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ της Ελλάδας κορυφώθηκε στο 207,0% το 2020 πριν πέσει στο 161,9% το 2023, το χαμηλότερο επίπεδο από το 2010. περαιτέρω μειώσεις είναι πιθανό να σημειωθούν μεσοπρόθεσμα. Η κυβέρνηση προβλέπει ότι ο λόγος του δημόσιου χρέους θα συνεχίσει να μειώνεται στο 152,7% του ΑΕΠ φέτος, υποδηλώνοντας πτώση περίπου 54 ποσοστιαίων μονάδων σε μόλις τέσσερα χρόνια, μια από τις πιο απότομες μειώσεις στη σύγχρονη εποχή.
Κατά την άποψη της Morningstar DBRS, οι κίνδυνοι για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους μετριάζονται από διάφορους παράγοντες. Πρώτον, η δομή του χρέους της Ελλάδας είναι πολύ ευνοϊκή με το 100% του χρέους σε σταθερά επιτόκια μετά τις ανταλλαγές. Δεύτερον, η μέση σταθμισμένη διάρκεια είναι πολύ υψηλή, αναμένεται να ανέλθει στα 19 έτη το 2024 και περίπου το 70% του χρέους κατέχεται από τον επίσημο τομέα, γεγονός που καθιστά το χρέος λιγότερο επιρρεπές στην αστάθεια της αγοράς. Τέλος, ο Ελληνικός Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΦΔΔΑ) κατάφερε να υπερκαλύψει προσωρινά το χαρτοφυλάκιό του χρέους, μετριάζοντας τις επιπτώσεις της αύξησης του κόστους τόκων. Το 2024, το μέσο πραγματικό επιτόκιο του μεσομακροπρόθεσμου χρέους αναμένεται να διαμορφωθεί στο 1,3%. Αυτοί οι παράγοντες αποτελούν καλό οιωνό για την εμπιστοσύνη των επενδυτών και οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων συνεχίζουν να επωφελούνται από την ευνοϊκή ζήτηση, με το 10ετές spread στα γερμανικά ομόλογα ελαφρώς πάνω από τις 100 μονάδες βάσης.
Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας επωφελείται επίσης από μια προληπτική στρατηγική διαχείρισης του χρέους με πρόωρες αποπληρωμές που μείωσαν το βραχυπρόθεσμο χρέος και εξομάλυνσαν το προφίλ εξόφλησης. Για παράδειγμα, η PDMA αποπλήρωσε πλήρως τα δάνειά της από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και προπλήρωσε 2,6 δισ. ευρώ και 5,3 δισ. ευρώ της Ελληνικής Δανειακής Διευκόλυνσης (δάνεια GLF) το 2022 και το 2023, αντίστοιχα. Το PDMA, το οποίο στοχεύει να συνεχίσει να μειώνει το απόθεμα του καθαρού δημόσιου χρέους, πιθανότατα θα αποπληρώσει πρόωρα επιπλέον δάνεια GLF ύψους περίπου 8 δισεκατομμυρίων ευρώ το 2024, που αντιστοιχεί σε τρία χρόνια εξαγορών GLF. Αυτό θα συμβάλει στη μείωση των αναγκών χρηματοδότησης και θα περιορίσει το κόστος χρηματοδότησης, εκμεταλλευόμενοι τη θετική θέση στην αγορά των παραγώγων.
Τα σημαντικά ταμειακά αποθέματα περίπου 34 δισεκατομμυρίων ευρώ (15% του ΑΕΠ ή τρία χρόνια ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών) στα μέσα του 2024 συνεχίζουν να χρησιμεύουν ως απόθεμα ρευστότητας και να ενισχύουν την εμπιστοσύνη μεταξύ των συμμετεχόντων στην αγορά μειώνοντας τον κίνδυνο αναχρηματοδότησης και επιτοκίου. Αυτά τα αποθεματικά αποθεματικών, σε συνδυασμό με την προληπτική στρατηγική διαχείρισης του χρέους για την επίτευξη του χαμηλότερου δυνατού κόστους επιτοκίου, μειώνοντας σημαντικά τους κινδύνους αποπληρωμής, στηρίζουν τη θετική ποιοτική προσαρμογή στην αξιολόγηση δομικών στοιχείων του χρέους και της ρευστότητας. Ωστόσο, παρά το ευνοϊκό προφίλ χρέους, η Morningstar DBRS σημειώνει ότι η βιωσιμότητα του χρέους της Ελλάδας βασίζεται κυρίως στην ικανότητά της να διατηρεί πρωτογενή πλεονάσματα και σε σταθερούς ρυθμούς αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ, καθώς, μακροπρόθεσμα, το χρέος του επίσημου τομέα θα αντικατασταθεί από χρέος που χρηματοδοτείται από την αγορά. θα εκθέσει την Ελλάδα σε αυξημένη αστάθεια της αγοράς.
Η οικονομία θα συνεχίσει να υποστηρίζεται από επενδύσεις. Η επιτυχής εφαρμογή του RRP κλειδιού για τη βιώσιμη ανάπτυξη
Η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε κατά 2,0% το 2023 χάρη στην ισχυρή ανάπτυξη της ιδιωτικής κατανάλωσης, των εξαγωγών και των επενδύσεων. Το 2024, η οικονομική δραστηριότητα της χώρας πιθανότατα θα συνεχίσει να ξεπερνά τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ επωφελούμενη από τη χαλάρωση των συνθηκών χρηματοδότησης, την αναμενόμενη βελτίωση του εξωτερικού περιβάλλοντος και τη ροή κεφαλαίων της ΕΕ. Η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ προβλέπεται να είναι 2,2% φέτος και 2,5% το 2025, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος. Η αγορά εργασίας παραμένει ανθεκτική με το ποσοστό ανεργίας να πέφτει κάτω από το 10% τον Ιούνιο του 2024 για πρώτη φορά από τον Αύγουστο του 2009, αν και εξακολουθεί να είναι πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Όπως και άλλες μικρές οικονομίες, η Ελλάδα εκτίθεται σε γεωπολιτικούς κινδύνους που θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά τις τουριστικές και ναυτιλιακές βιομηχανίες ή να οδηγήσουν σε άνοδο των τιμών των εμπορευμάτων και να ασκήσουν ανοδικές πιέσεις στις τιμές. Η χώρα παραμένει επίσης ευάλωτη σε ακραία κλιματικά φαινόμενα.
Η Ελλάδα στοχεύει να βελτιώσει τις προοπτικές ανάπτυξής της χρησιμοποιώντας τόσο τη συνιστώσα επιχορήγησης όσο και τη συνιστώσα δανείου του NGEU. Το RRF θα μπορούσε να βοηθήσει την Ελλάδα να κλείσει το επενδυτικό χάσμα με τους ομολόγους της στη ζώνη του ευρώ ως αποτέλεσμα του υψηλότερου μεριδίου των δαπανών (ως ποσοστό του ΑΕΠ) σε σχέση με άλλες χώρες, το οποίο διαμορφώθηκε στο 14,1% του ΑΕΠ στο τέλος του 2023 από 10,7% το 2019. Επιπλέον, το απόθεμα κεφαλαίου, το οποίο μειώνονταν από το 2009, έγινε θετικό το 2022 και αναμένεται να συνεχίσει να αυξάνεται.
Η Ελλάδα συνεχίζει να αποδίδει το RRP της. Μέχρι στιγμής, η χώρα είναι μεταξύ των κορυφαίων επιδόσεων στην ΕΕ για το μερίδιο των κεφαλαίων που εκταμιεύονται. Έχει ολοκληρώσει το 23% των ορόσημων και των στόχων της και έχει λάβει 7,59 δισ. ευρώ επιχορηγήσεις και 9,62 δισ. ευρώ δάνεια, κοντά στο 50% του συνολικού κονδυλίου των σχεδόν 36 δισ. ευρώ (16% του ΑΕΠ). Αν και υπάρχουν κάποιες καθυστερήσεις όσον αφορά τις υλοποιήσεις που σχετίζονται με τη συνιστώσα της επιχορήγησης, η χώρα απορροφά τεράστιο όγκο πόρων. Η επιτυχής εφαρμογή του RRP θα βοηθήσει την Ελλάδα να βελτιώσει τις προοπτικές ανάπτυξής της και εγγυάται μια θετική ποιοτική προσαρμογή στην αξιολόγηση των δομικών στοιχείων της Οικονομικής Δομής και της Απόδοσης.
Παραμένει η δέσμευση για δημοσιονομική ευθύνη, με στόχο το πρωτογενές πλεόνασμα να ορίζεται στο 2,1% το 2024. Το Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Σχέδιο αναμένεται να είναι συνετό
Οι δημοσιονομικοί λογαριασμοί της Ελλάδας, μετά την επιδείνωση λόγω των μέτρων που εφαρμόστηκαν για τον μετριασμό των επιπτώσεων της πανδημίας COVID-19 και της ενεργειακής κρίσης, βελτιώνονται με ταχείς ρυθμούς. Μετά την κορύφωση στο 9,8% του ΑΕΠ το 2020, το έλλειμμα μειώθηκε στο 1,6% το 2023 με περαιτέρω βελτιώσεις που αναμένονται φέτος και το 2025. Τα ισχυρότερα από τα αναμενόμενα φορολογικά έσοδα, καθώς και οι χαμηλότερες πρωτογενείς δαπάνες, οδήγησαν στην αύξηση του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 1,9% του ΑΕΠ, υπερβαίνοντας σε μεγάλο βαθμό τον στόχο του 1,1% πέρυσι. Με βάση την υγιή οικονομική ανάπτυξη και τα ισχυρότερα δημοσιονομικά έσοδα, το πρωτογενές πλεόνασμα πιθανότατα θα συνεχίσει να αυξάνεται. Ενώ η κυβέρνηση έθεσε στόχο ΑΕΠ 2,1% στο πρόγραμμα σταθερότητάς της τον Απρίλιο, τα υψηλότερα από τα αναμενόμενα δημοσιονομικά έσοδα, με τη βοήθεια μέτρων ψηφιοποίησης και φορολογικής συμμόρφωσης, πιθανότατα θα οδηγήσουν σε υπεραπόδοση του πρωτογενούς πλεονάσματος φέτος. Τα τελευταία στοιχεία για τα φορολογικά έσοδα είναι ενθαρρυντικά, με το πρωτογενές πλεόνασμα της γενικής κυβέρνησης το πρώτο εξάμηνο του έτους να είναι περίπου 1 δισ. ευρώ υψηλότερο από την αντίστοιχη περσινή περίοδο. Στο πλαίσιο αυτό, το έλλειμμα αναμένεται να μειωθεί στο 1,2% και στο 0,9% του ΑΕΠ το 2024 και το 2025, αντίστοιχα.
Τις επόμενες ημέρες, η κυβέρνηση θα παρουσιάσει το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό της σχέδιο στις ευρωπαϊκές αρχές για χρονικό ορίζοντα τεσσάρων ετών και η Morningstar DBRS δεν προβλέπει εκτροχιασμό της δημοσιονομικής σύνεσης. Οι στόχοι των καθαρών πρωτογενών δαπανών πιθανότατα θα είναι σύμφωνοι με τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ, αντανακλώντας την ισχυρή δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης σε μια συντηρητική δημοσιονομική στρατηγική. Η Morningstar DBRS αναμένει από την κυβέρνηση να διατηρήσει πρωτογενές πλεόνασμα 2,0% του ΑΕΠ ή περισσότερο για παρατεταμένη χρονική περίοδο πρόκληση, αλλά οι ελληνικές αρχές έχουν καλή πορεία στην ταχεία αποκατάσταση των δημοσιονομικών λογαριασμών, παρά τις πολλαπλές κρίσεις τα τελευταία χρόνια.
Οι κίνδυνοι για τις δημοσιονομικές προοπτικές παραμένουν και σχετίζονται με επιβράδυνση της ανάπτυξης που θα μπορούσε να οδηγήσει σε ασθενέστερα δημοσιονομικά έσοδα, ανανεωμένη ενέργεια και πίεση στις τιμές των τροφίμων που θα απαιτούσαν πρόσθετα μέτρα στήριξης, ακραία κλιματικά γεγονότα και επιπτώσεις στις ενδεχόμενες υποχρεώσεις. Από την άλλη πλευρά, η επίμονη βελτίωση των δημοσιονομικών εσόδων χάρη στα κυβερνητικά μέτρα για την αύξηση της φορολογικής συμμόρφωσης μπορεί να αποφέρει καλύτερα από τα αναμενόμενα δημοσιονομικά αποτελέσματα. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, το μερίδιο της παραοικονομίας έχει μειωθεί σημαντικά στο 16% το 2021 από περίπου 30% το 2013 και είναι πιθανές περαιτέρω μειώσεις. Αυτό θα ήταν καλό οιωνό για τη δημοσιονομική ικανότητα στο μέλλον.
Το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών θα μειωθεί αργά αλλά θα παραμείνει υψηλό μεσοπρόθεσμα
Το παρατεταμένο έλλειμμα της Ελλάδας στο ισοζύγιο αγαθών και η αυξημένη αρνητική Καθαρή Διεθνής Επενδυτική Θέση (NIIP) επιβαρύνουν την εξωτερική θέση της χώρας και τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας. Στο μέλλον, αυτές οι ευπάθειες είναι πιθανό να υποχωρήσουν, αν και οριακά, με το εμπορικό έλλειμμα να μειώνεται σταδιακά αλλά να παραμένει αυξημένο, ενώ το εξωτερικό χρέος ως μερίδιο του ΑΕΠ μειώνεται ως αποτέλεσμα των καθαρών αποπληρωμών του δημόσιου χρέους και της ισχυρότερης ονομαστικής ανάπτυξης.
Ωστόσο, η Morningstar DBRS θεωρεί την εξωτερική θέση της Ελλάδας ως πιο ανθεκτική από ό,τι στο παρελθόν. Η χώρα έχει βελτιώσει την εξωτερική της ανταγωνιστικότητα, έχει γίνει μια πιο ανοιχτή οικονομία και οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών σε όρους ΑΕΠ ήταν περίπου 45% το 2023 από 22% το 2010. Επιπλέον, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, μετά από προσωρινή διεύρυνση το 2022 παραπάνω 10,3% του ΑΕΠ, μειώθηκε σε περίπου 6,3% το 2023. Το έλλειμμα επωφελήθηκε από την ομαλοποίηση των τιμών της ενέργειας και την ισχυρή ανάκαμψη των εσόδων από τον τουρισμό, που αυξήθηκαν κατά 13% το 2023 σε σχέση με το επίπεδο του 2019. Μεσοπρόθεσμα, παρά την οικονομική ανάπτυξη πάνω από το δυναμικό και τις υψηλές εισαγωγές επενδυτικών αγαθών, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών θα μπορούσε να συνεχίσει να μειώνεται, με το ΔΝΤ να προβλέπει ότι το έλλειμμα θα μειωθεί ελαφρώς πάνω από το 5% του ΑΕΠ το 2025. Στο Morningstar DBRS Κατά την άποψη, οι μελλοντικές βελτιώσεις στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών θα εξαρτηθούν επίσης από τη διαρθρωτική αύξηση της εξαγωγικής ικανότητας, καθώς και από την αντικατάσταση των εισαγωγών ενέργειας με την παραγωγή ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Οι υποστηρικτικές εισροές ΑΞΕ, οι οποίες έφθασαν σε υψηλό δύο δεκαετιών το 2022, και τα κεφάλαια της NGEU θα πρέπει να μετριάσουν τους κινδύνους χρηματοδότησης που προκύπτουν από τα αυξημένα ελλείμματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
Το αρνητικό NIIP της Ελλάδας στο 139% περίπου του ΑΕΠ από το πρώτο τρίμηνο του 2024, παρά την πτώση άνω των 40 ποσοστιαίων μονάδων από την κορύφωση το δεύτερο τρίμηνο του 2021, παραμένει πολύ υψηλό. Ωστόσο, είναι λιγότερο ανησυχητικό κατά την άποψη της Morningstar DBRS, καθώς η Ελλάδα επωφελείται από μια ευνοϊκή δομή χρέους που αντικατοπτρίζει μεγάλο μερίδιο των υποχρεώσεων στα χέρια του επίσημου τομέα, με μεγάλη διάρκεια, κυρίως σε ευρώ και με σταθερά επιτόκια. Ωστόσο, μελλοντικές σημαντικές μειώσεις είναι απίθανο να σημειωθούν σύντομα λόγω του μακροπρόθεσμου ορίζοντα των ξένων δανείων του δημόσιου τομέα από τον δημόσιο τομέα.
Η απόλυτη πλειοψηφία διασφαλίζει τη συνέχεια της πολιτικής για να εκμεταλλευτείτε την ισχυρή ορμή στις μεταρρυθμίσεις
Η απόλυτη πλειοψηφία που συγκέντρωσε το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, υπό τον Κυριάκο Μιστοτάκη, στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές του 2023 προμηνύεται καλό για πολιτική συνέχεια καθώς και για υλοποίηση της κυβερνητικής ατζέντας. Αυτό θα βοηθήσει επίσης στη σταθερότητα της κυβέρνησης όταν η Ελλάδα στοχεύει να εκπληρώσει τους στόχους και τα ορόσημα του RRP της, με στόχο την ενίσχυση της ανθεκτικότητας και των οικονομικών της προοπτικών. Αν και οι εκλογές στην ΕΕ τον Ιούνιο, είδαν μια στενότερη υποστήριξη για το κυβερνών κόμμα, η πολιτική αντιπολίτευση φαίνεται κατακερματισμένη και αδύναμη. Ως εκ τούτου, η κυβέρνηση αναμένεται να εκπληρώσει ολόκληρη τη νομοθετική περίοδο.
Η επιτυχής εφαρμογή του οικονομικού προγράμματος Greece 2.0, με αρκετές μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις σε εξέλιξη, παραμένει βασική προτεραιότητα για την κυβέρνηση. Μεταξύ άλλων, η κυβέρνηση σχεδιάζει να αντιμετωπίσει τις αδυναμίες στο σύστημα δικαιοσύνης, τη δημόσια διοίκηση και να ενισχύσει το δημόσιο σύστημα υγείας, κάτι που μαζί με τις βελτιώσεις στην εκπαίδευση θα βοηθήσει την Ελλάδα να επιτύχει μακροπρόθεσμα οφέλη. Η βελτίωση του πολιτικού περιβάλλοντος και η δέσμευση της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει τις μακροχρόνιες προκλήσεις της Ελλάδας δικαιολογεί μια θετική ποιοτική προσαρμογή στην αξιολόγηση του δομικού στοιχείου του Πολιτικού Περιβάλλοντος.
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΑ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΑΙ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
Οι εκτιμήσεις ESG είχαν σημαντική επίδραση στην πιστωτική ανάλυση.
Περιβαλλοντικοί (Ε) Παράγοντες
Δεν υπήρχαν περιβαλλοντικοί παράγοντες που να είχαν σημαντική ή σχετική επίδραση στην πιστωτική ανάλυση.
Κοινωνικοί (S) Παράγοντες
Ο ακόλουθος Κοινωνικός παράγοντας είχε σημαντική επίδραση στην πιστωτική ανάλυση: Ανθρώπινο Κεφάλαιο και Ανθρώπινα Δικαιώματα. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας που εκτιμάται από το ΔΝΤ σε 22.805 δολάρια ΗΠΑ το 2023 ήταν σχετικά χαμηλό σε σύγκριση με τα αντίστοιχα του ευρωσύστημα. Αυτός ο παράγοντας έχει ληφθεί υπόψη στο δομικό στοιχείο οικονομικής δομής και απόδοσης.
Παράγοντες Διακυβέρνησης (Ζ).
Ο ακόλουθος παράγοντας Διακυβέρνηση είχε σημαντική επίδραση στην πιστωτική ανάλυση: Θεσμική Ισχύς, Διακυβέρνηση και Διαφάνεια. Σύμφωνα με τους Δείκτες Παγκόσμιας Διακυβέρνησης της Παγκόσμιας Τράπεζας, το 2022 η κατάταξη της Ελλάδας τόσο για το Κράτος Δικαίου (59,9 εκατοστημόριο) όσο και για την Αποτελεσματικότητα της Κυβέρνησης (66,5 εκατοστημόριο) ήταν σημαντικά χαμηλότερη από τις αντίστοιχες χώρες της ζώνης του ευρώ. Ο ακόλουθος παράγοντας Διακυβέρνηση είχε σχετική επίδραση στην πιστωτική ανάλυση: Δωροδοκία, Διαφθορά και Πολιτικός Κίνδυνος. Η Ελλάδα παρουσιάζει χαμηλότερες επιδόσεις από τον μέσο όρο της ΕΕ στον δείκτη «Έλεγχος της Διαφθοράς» (κατάταξη 56,6 εκατοστημόριου). Ωστόσο, έχει σημειώσει καλή πρόοδο τα τελευταία χρόνια βελτιώνοντας τη βαθμολογία της στον Δείκτη Αντίληψης Διαφθοράς στο 49 το 2023 από 36 το 2012. Η Morningstar DBRS σημειώνει τις θεσμικές δυνάμεις της Ελλάδας που συνδέονται με την ένταξη στο ευρώ και τις πρόσφατες βελτιώσεις σε αυτούς τους τομείς. Αυτοί οι παράγοντες έχουν ληφθεί υπόψη στα δομικά στοιχεία Δημοσιονομικής Διαχείρισης και Πολιτικής και Πολιτικού Περιβάλλοντος.
Μια περιγραφή του τρόπου με τον οποίο η Morningstar DBRS θεωρεί τους παράγοντες ESG εντός του αναλυτικού πλαισίου Morningstar DBRS μπορεί να βρεθεί στο Morningstar DBRS Criteria: Approach to Environmental, Social and Governance Factors in Credit Ratings (13 Αυγούστου 2024) https://dbrs.morningstar.com /research/437781 .
Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την απόφαση της Επιτροπής Αξιολόγησης, ανατρέξτε στους Δείκτες Κάρτας Αποτελεσμάτων και τις Αξιολογήσεις Δομικών Συστημάτων: https://dbrs.morningstar.com/research/439026/ .
ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΖΩΝΗΣ ΕΥΡΩ: ΧΑΜΗΛΟΣ
Σημειώσεις:
Όλα τα στοιχεία είναι σε ευρώ, εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά. Οι στατιστικές για τα δημόσια οικονομικά αναφέρονται σε βάση της γενικής κυβέρνησης, εκτός εάν προσδιορίζεται.
ΣΧΟΛΙΑ