Σε κίνδυνο τα τέσσερα αιωνόβια πλατάνια της Θεσσαλονίκης
14/09/2024 08:00
14/09/2024 08:00
Προχθές Πέμπτη, ένας βραχίονας από το υπεραιωνόβιο πλατάνι της Πλατείας Ναυαρίνου έσπασε, σε συνθήκες μάλιστα μετεωρολογικής νηνεμίας. Από τύχη και μόνο, αποφεύχθηκαν τα χειρότερα, καθώς η πλατεία συγκεντρώνει καθημερινά εκατοντάδες περίοικους. Ένα άτομο που καθόταν κάτω από το πλατάνι πρόλαβε την τελευταία στιγμή να απομακρυνθεί καθώς το γέρικο δέντρο φρόντισε να τον προειδοποιήσει με τον κρότο που προηγήθηκε πριν από την πτώση του βραχίονα.
Το περιστατικό δεν είναι το πρώτο ανάλογο που σημειώνεται στη Θεσσαλονίκη και αφορά τα υπεραιωνόβια πλατάνια. Είχαν προηγηθεί άλλα δύο παρόμοια συμβάντα τα τελευταία χρόνια.
Το πρώτο συνέβη στην πλατεία Τσιρογιάννη, στην περιοχή του Λευκού Πύργου, ευτυχώς σε ώρα που τα πολυσύχναστα καταστήματα είχαν σχεδόν αδειάσει από πελάτες και το δεύτερο στη συμβολή των οδών Αγίου Δημητρίου με Αποστόλου Παύλου, μπροστά από το τουρκικό προξενείο.
Τα τρία αυτά πλατάνια, μαζί και με αυτό το οποίο βρίσκεται στην κεντρική πορτάρα, στα Κάστρα, έχουν ανακηρυχθεί σε διατηρητέα μνημεία της φύσης, με απόφαση την οποία έλαβε το δημοτικό συμβούλιο Θεσσαλονίκης τον Οκτώβριο του 2019.
Ο στόχος εκείνης της πρωτοβουλίας ήταν, μέσα από την εφαρμογή της ισχύουσας περιβαλλοντικής νομοθεσίας, τα παραπάνω μνημεία της ελληνικής φύσης να προστατεύονται αποτελεσματικά, αλλά ταυτόχρονα να καθορισθεί ένα σύγχρονο πλαίσιο διαχείρισης και καλύτερης ανάδειξης τους, αφού πρόκειται για ήδη γνωστά τοπόσημα της Θεσσαλονίκης.
Προς την επίτευξη αυτού του σκοπού εκπονήθηκε μάλιστα μελέτη καθώς και ειδική έκθεση για την κήρυξη των υπεραιωνόβιων πλατάνων ως «Διατηρητέων Μνημείων της Φύσης» από ομάδα Δασολόγων- Περιβαλλοντολόγων και ειδικών επιστημόνων, του Ινστιτούτου Δασικών Ερευνών της Γενικής Διεύθυνσης Αγροτικής Έρευνας του Ελληνικού Γεωργικού Οργανισμού – Δήμητρα, του Τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του Α.Π.Θ, της Εφορείας Αρχαιοτήτων πόλης Θεσσαλονίκης και του Δήμου Θεσσαλονίκης.
Από τις αλλεπάλληλες πτώσεις των μεγάλων κλαδιών των υπεραιωνόβιων δέντρων φαίνεται πως τίποτε από όσα προτάθηκαν στη μελέτη δεν έχει γίνει. Ούτε έλεγχος και συστηματική φροντίδα υπάρχει (υποστύλωση κλαδιών, κατασκευή δενδροδόχου κ.ο.κ.), ούτε φυσικά υπήρξαν πρωτοβουλίες για την ανάδειξή τους.
Σύμφωνα με τον αντιδήμαρχο Περιβάλλοντος, Τεχνικών Έργων και Βιώσιμης Κινητικότητας, Πρόδρομο Νικηφορίδη «πρέπει να βρούμε τρόπους ώστε αυτά τα δέντρα να προστατευτούν και να αναδειχθούν». Όπως αναφέρει στις προθέσεις του δήμου είναι «να συγκαλέσουμε μία μεγάλη σύσκεψη με όλους τους αρμόδιους φορείς, το ΑΠΘ, το Δασαρχείο, το Ινστιτούτο Δήμητρα, την Εφορεία Αρχαιοτήτων κ.ο.κ., προκειμένου να δούμε πως θα αντιμετωπίσουμε αυτές τις περιπτώσεις».
Ειδικότερα σε ό,τι αφορά την πλατεία Ναυαρίνου, δίπλα στην είσοδο του αρχαιολογικού χώρου του Γαλεριανού συγκροτήματος, βρίσκεται ένα πλατάνι που έστεκε την εποχή της τουρκοκρατίας δίπλα στη δημόσια κρήνη Büyük Çeşme, δηλαδή μεγάλη βρύση.
Η βρύση, όπως και η βρύση της περιοχής του πλατάνου στα Κάστρα, αντλούσε νερό από την Μονή Βλατάδων.
Ο πλάτανος αποτελούσε το κέντρο της συνοικίας Akce Mescid (Λευκό Τέμενος), και ήταν ένας τόπος λατρείας και συνάντησης των μεσοαστικών στρωμάτων. Η συνοικία αυτή ήταν πολυπληθής και η μόνη τουρκική κοντά στη θάλασσα, καθώς οι υπόλοιπες ήταν συγκεντρωμένες πάνω από την οδό Εγνατία.
Από το 1950 μέχρι και το 2014 οπότε και ολοκληρώθηκε η αποκατάσταση των αρχαιολογικών ευρημάτων το πλατάνι κατάφερε να επιβιώσει των ανασκαφών. Μάλιστα αναφέρεται ότι στο σημείο αυτό υπήρχαν και άλλοι πλάτανοι που όμως πιθανόν απομακρύνθηκαν λόγω των εργασιών.
Ο πλάτανος αυτός επίσης επέζησε της «Μεγάλης Πυρκαγιάς» του 1917, η οποία έφτασε ακριβώς μέχρι την τοποθεσία αυτή, σύμφωνα με φωτογραφικό ντοκουμέντο του ίδιου έτους και σχετικούς χάρτες.
Από τελευταία μέτρηση που έγινε πριν από μερικά χρόνια το πλατάνι έχει στηθιαία διάμετρο 124 εκ. και ύψος 24 μ. Σύμφωνα με τους μελετητές η ηλικία του υπολογίζεται σε περίπου 315 χρόνια, ενώ οι ηλικίες των άλλων τριών είναι 833 έτη για τον πλάτανο στα Κάστρα, 240 έτη γι’ αυτόν της πλατείας Τσιρογιάννη και 205 έτη για τον πλάτανο του τούρκικου προξενείου.
Οι μελετητές αξιολόγησαν και το βαθμό επικινδυνότητας των τεσσάρων δέντρων, μέσω τετραβάθμιας κλίμακας (1.Χαμηλή, 2.Μέτρια, 3.Υψηλή, 4.Ακραία).
Σύμφωνα με τη μελέτη ο πλάτανος της πλατείας Ναυαρίνου θεωρείται υψηλής επικινδυνότητας.
Για τον πλάτανο στα Κάστρα ο κορμός του αξιολογήθηκε να είναι ακραίας επικινδυνότητας, το ριζικό σύστημα αξιολογήθηκε ως υψηλής επικινδυνότητας και τα κλαδιά του αξιολογήθηκαν ως χαμηλής επικινδυνότητας.
Για τον πλάτανο στο τουρκικό προξενείο ο κορμός του αξιολογήθηκε να είναι υψηλής επικινδυνότητας, όπως και το ριζικό του σύστημα, σε αντίθεση με τα κλαδιά του που αξιολογήθηκαν ως χαμηλής επικινδυνότητας.
Ως μέτριας επικινδυνότητας, όσον αφορά τον κορμό, αλλά και τα κλαδιά του αξιολογήθηκε ο πλάτανος στην πλατεία Τσιρογιάννη.
Οι μελετητές έχουν προτείνει την άμεση λήψη μέτρων για την προστασία καθώς και την ανάδειξή τους. Σε αυτά περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων προστατευτικές κατασκευές για τη στήριξη του κορμού αλλά και των κλαδιών του, τοποθέτηση ειδικού φωτισμού καθώς και πινακίδων ερμηνείας στις οποίες να αναγράφονται πληροφορίες λαογραφικού και πολιτιστικού ενδιαφέροντος κ.ο.κ.
Προχθές Πέμπτη, ένας βραχίονας από το υπεραιωνόβιο πλατάνι της Πλατείας Ναυαρίνου έσπασε, σε συνθήκες μάλιστα μετεωρολογικής νηνεμίας. Από τύχη και μόνο, αποφεύχθηκαν τα χειρότερα, καθώς η πλατεία συγκεντρώνει καθημερινά εκατοντάδες περίοικους. Ένα άτομο που καθόταν κάτω από το πλατάνι πρόλαβε την τελευταία στιγμή να απομακρυνθεί καθώς το γέρικο δέντρο φρόντισε να τον προειδοποιήσει με τον κρότο που προηγήθηκε πριν από την πτώση του βραχίονα.
Το περιστατικό δεν είναι το πρώτο ανάλογο που σημειώνεται στη Θεσσαλονίκη και αφορά τα υπεραιωνόβια πλατάνια. Είχαν προηγηθεί άλλα δύο παρόμοια συμβάντα τα τελευταία χρόνια.
Το πρώτο συνέβη στην πλατεία Τσιρογιάννη, στην περιοχή του Λευκού Πύργου, ευτυχώς σε ώρα που τα πολυσύχναστα καταστήματα είχαν σχεδόν αδειάσει από πελάτες και το δεύτερο στη συμβολή των οδών Αγίου Δημητρίου με Αποστόλου Παύλου, μπροστά από το τουρκικό προξενείο.
Τα τρία αυτά πλατάνια, μαζί και με αυτό το οποίο βρίσκεται στην κεντρική πορτάρα, στα Κάστρα, έχουν ανακηρυχθεί σε διατηρητέα μνημεία της φύσης, με απόφαση την οποία έλαβε το δημοτικό συμβούλιο Θεσσαλονίκης τον Οκτώβριο του 2019.
Ο στόχος εκείνης της πρωτοβουλίας ήταν, μέσα από την εφαρμογή της ισχύουσας περιβαλλοντικής νομοθεσίας, τα παραπάνω μνημεία της ελληνικής φύσης να προστατεύονται αποτελεσματικά, αλλά ταυτόχρονα να καθορισθεί ένα σύγχρονο πλαίσιο διαχείρισης και καλύτερης ανάδειξης τους, αφού πρόκειται για ήδη γνωστά τοπόσημα της Θεσσαλονίκης.
Προς την επίτευξη αυτού του σκοπού εκπονήθηκε μάλιστα μελέτη καθώς και ειδική έκθεση για την κήρυξη των υπεραιωνόβιων πλατάνων ως «Διατηρητέων Μνημείων της Φύσης» από ομάδα Δασολόγων- Περιβαλλοντολόγων και ειδικών επιστημόνων, του Ινστιτούτου Δασικών Ερευνών της Γενικής Διεύθυνσης Αγροτικής Έρευνας του Ελληνικού Γεωργικού Οργανισμού – Δήμητρα, του Τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του Α.Π.Θ, της Εφορείας Αρχαιοτήτων πόλης Θεσσαλονίκης και του Δήμου Θεσσαλονίκης.
Από τις αλλεπάλληλες πτώσεις των μεγάλων κλαδιών των υπεραιωνόβιων δέντρων φαίνεται πως τίποτε από όσα προτάθηκαν στη μελέτη δεν έχει γίνει. Ούτε έλεγχος και συστηματική φροντίδα υπάρχει (υποστύλωση κλαδιών, κατασκευή δενδροδόχου κ.ο.κ.), ούτε φυσικά υπήρξαν πρωτοβουλίες για την ανάδειξή τους.
Σύμφωνα με τον αντιδήμαρχο Περιβάλλοντος, Τεχνικών Έργων και Βιώσιμης Κινητικότητας, Πρόδρομο Νικηφορίδη «πρέπει να βρούμε τρόπους ώστε αυτά τα δέντρα να προστατευτούν και να αναδειχθούν». Όπως αναφέρει στις προθέσεις του δήμου είναι «να συγκαλέσουμε μία μεγάλη σύσκεψη με όλους τους αρμόδιους φορείς, το ΑΠΘ, το Δασαρχείο, το Ινστιτούτο Δήμητρα, την Εφορεία Αρχαιοτήτων κ.ο.κ., προκειμένου να δούμε πως θα αντιμετωπίσουμε αυτές τις περιπτώσεις».
Ειδικότερα σε ό,τι αφορά την πλατεία Ναυαρίνου, δίπλα στην είσοδο του αρχαιολογικού χώρου του Γαλεριανού συγκροτήματος, βρίσκεται ένα πλατάνι που έστεκε την εποχή της τουρκοκρατίας δίπλα στη δημόσια κρήνη Büyük Çeşme, δηλαδή μεγάλη βρύση.
Η βρύση, όπως και η βρύση της περιοχής του πλατάνου στα Κάστρα, αντλούσε νερό από την Μονή Βλατάδων.
Ο πλάτανος αποτελούσε το κέντρο της συνοικίας Akce Mescid (Λευκό Τέμενος), και ήταν ένας τόπος λατρείας και συνάντησης των μεσοαστικών στρωμάτων. Η συνοικία αυτή ήταν πολυπληθής και η μόνη τουρκική κοντά στη θάλασσα, καθώς οι υπόλοιπες ήταν συγκεντρωμένες πάνω από την οδό Εγνατία.
Από το 1950 μέχρι και το 2014 οπότε και ολοκληρώθηκε η αποκατάσταση των αρχαιολογικών ευρημάτων το πλατάνι κατάφερε να επιβιώσει των ανασκαφών. Μάλιστα αναφέρεται ότι στο σημείο αυτό υπήρχαν και άλλοι πλάτανοι που όμως πιθανόν απομακρύνθηκαν λόγω των εργασιών.
Ο πλάτανος αυτός επίσης επέζησε της «Μεγάλης Πυρκαγιάς» του 1917, η οποία έφτασε ακριβώς μέχρι την τοποθεσία αυτή, σύμφωνα με φωτογραφικό ντοκουμέντο του ίδιου έτους και σχετικούς χάρτες.
Από τελευταία μέτρηση που έγινε πριν από μερικά χρόνια το πλατάνι έχει στηθιαία διάμετρο 124 εκ. και ύψος 24 μ. Σύμφωνα με τους μελετητές η ηλικία του υπολογίζεται σε περίπου 315 χρόνια, ενώ οι ηλικίες των άλλων τριών είναι 833 έτη για τον πλάτανο στα Κάστρα, 240 έτη γι’ αυτόν της πλατείας Τσιρογιάννη και 205 έτη για τον πλάτανο του τούρκικου προξενείου.
Οι μελετητές αξιολόγησαν και το βαθμό επικινδυνότητας των τεσσάρων δέντρων, μέσω τετραβάθμιας κλίμακας (1.Χαμηλή, 2.Μέτρια, 3.Υψηλή, 4.Ακραία).
Σύμφωνα με τη μελέτη ο πλάτανος της πλατείας Ναυαρίνου θεωρείται υψηλής επικινδυνότητας.
Για τον πλάτανο στα Κάστρα ο κορμός του αξιολογήθηκε να είναι ακραίας επικινδυνότητας, το ριζικό σύστημα αξιολογήθηκε ως υψηλής επικινδυνότητας και τα κλαδιά του αξιολογήθηκαν ως χαμηλής επικινδυνότητας.
Για τον πλάτανο στο τουρκικό προξενείο ο κορμός του αξιολογήθηκε να είναι υψηλής επικινδυνότητας, όπως και το ριζικό του σύστημα, σε αντίθεση με τα κλαδιά του που αξιολογήθηκαν ως χαμηλής επικινδυνότητας.
Ως μέτριας επικινδυνότητας, όσον αφορά τον κορμό, αλλά και τα κλαδιά του αξιολογήθηκε ο πλάτανος στην πλατεία Τσιρογιάννη.
Οι μελετητές έχουν προτείνει την άμεση λήψη μέτρων για την προστασία καθώς και την ανάδειξή τους. Σε αυτά περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων προστατευτικές κατασκευές για τη στήριξη του κορμού αλλά και των κλαδιών του, τοποθέτηση ειδικού φωτισμού καθώς και πινακίδων ερμηνείας στις οποίες να αναγράφονται πληροφορίες λαογραφικού και πολιτιστικού ενδιαφέροντος κ.ο.κ.
ΣΧΟΛΙΑ