Πέντε λόγους δηλώνουν οι γονείς για τη μη πρόσβαση παιδιών και εφήβων στις υπηρεσίες ψυχικής υγείας
19/10/2024 22:15
19/10/2024 22:15
«Δεν μπορώ να αντέξω οικονομικά το κόστος μιας θεραπείας για το παιδί μου». «Και αν ο έφηβος γιος μου θεωρηθεί αδύναμος από τον περίγυρό του, σε περίπτωση που απευθυνθούμε σε υπηρεσία ψυχικής υγείας;». «Τι θα γίνει αν αργότερα, ως ενήλικας, η κόρη μου στιγματιστεί, επειδή ως έφηβη προσέτρεξε σε μια υπηρεσία ψυχικής υγείας; Θα μπορεί να βρει δουλειά;».
Παράγοντες, πεποιθήσεις, ανησυχίες και φόβοι όπως οι παραπάνω φαίνεται ότι λειτουργούν ως εμπόδια για την πρόσβαση παιδιών και εφήβων σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας, όπως τεκμηριώνεται από τα ευρήματα πανελλαδικής ποσοτικής και ποιοτικής έρευνας, που παρουσίασε απόψε, στη Θεσσαλονίκη, παρουσία του υφυπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Δημήτρη Βαρτζόπουλου, η ψυχίατρος παιδιών και εφήβων, δρ Αναστασία Κουμούλα, διευθύντρια της Πρωτοβουλίας για την Ψυχική Υγεία Παιδιών και Εφήβων.
Η Πρωτοβουλία, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ αποτελεί πενταετές πρόγραμμα, που υλοποιείται με αποκλειστική στήριξη από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΙΣΝ), στο πλαίσιο της Διεθνούς Πρωτοβουλίας του για την Υγεία (ΔΠΥ) και σε συνεργασία με το Child Mind Institute στη Νέα Υόρκη.
Τελικός στόχος είναι, κατά την δρα Κουμούλα, η απόδοση του όλου προγράμματος στο ελληνικό Δημόσιο, ώστε να υποστηριχθούν όσα παιδιά και έφηβοι το έχουν ανάγκη. Μάλιστα, ένα δίκτυο, αποτελούμενο από κέντρα αναφοράς του προγράμματος στην Αθήνα, την Αλεξανδρούπολη, το Ηράκλειο Κρήτης, τη Θεσσαλονίκη και τα Ιωάννινα, έχει ήδη συσταθεί στο πλαίσιο δημόσιων δομών ψυχικής υγείας. Το Κέντρο Αναφοράς της Θεσσαλονίκης είναι το τελευταίο που λειτούργησε, μετά τα άλλα τέσσερα, σε Αλεξανδρούπολη, Ιωάννινα, Ηράκλειο και Αθήνα (για πληροφορίες σχετικά με το πού λειτουργούν οι συνεργαζόμενες υπηρεσίες στη Θεσσαλονίκη, οι ενδιαφερόμενοι/ες μπορούν να ανατρέχουν στην ιστοσελίδα της πρωτοβουλίας, www.camhi.gr).
Τα ευρήματα της ποιοτικής και ποσοτικής έρευνας
«Ρωτήσαμε τους γονείς ποια είναι τα εμπόδια για την πρόσβαση σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας παιδιών και εφήβων. Είδαμε ότι τα πιο συχνά αναφερόμενα εμπόδια είναι πέντε: ένα από αυτά είναι η αδυναμία τους ν' αντέξουν οικονομικά το κόστος των θεραπειών, διότι οι μισοί από όσους έλαβαν φροντίδα ψυχικής υγείας απευθύνθηκαν σε ιδιωτικούς φορείς, σύμφωνα με την έρευνά μας. Ένας άλλος λόγος ήταν η ανησυχία ότι το παιδί τους θα θεωρηθεί αδύναμο. Βλέπουμε ότι το στίγμα υπάρχει (...) Υπάρχει επίσης η άποψη ότι μπορούν να λύσουν μόνοι τους τα προβλήματα των παιδιών τους ή ότι θα λυθούν από μόνα τους με την πάροδο του χρόνου. Ως εμπόδιο λειτουργεί επίσης ο φόβος ότι στο μέλλον τα παιδιά τους δεν θα μπορούν να βρουν δουλειά εάν χαρακτηριστούν ως ψυχικά αδύναμα. Και επίσης, ένας τελευταίος και σοβαρός λόγος είναι η ελλιπής ενημέρωση για το πού μπορούν να απευθυνθούν» εξήγησε η δρ Κουμούλα.
Όσον αφορά τα ποσοτικά ευρήματα της έρευνας, η οποία «διεξήχθη σε σημαντικό δείγμα, προκειμένου τα εκπαιδευτικά προγράμματα και οι δράσεις της Πρωτοβουλίας να ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες που υπάρχουν στον τομέα της ψυχικής υγείας των παιδιών και των εφήβων», τα αποτελέσματα παρουσιάζουν επίσης ενδιαφέρον: «ένα σημαντικό ποσοστό των ερωτηθέντων, 9% συνολικά των γονέων και των παιδιών, αναφέρουν προβλήματα συμπεριφοράς (13% των γονέων και 5% των παιδιών). Συναισθηματικά προβλήματα αναφέρει το 9% των γονέων και το 5% των παιδιών. Όσον αφορά τα προβλήματα με τους συνομηλίκους, υπάρχει μεγάλη απόκλιση μεταξύ γονέων και παιδιών στις απαντήσεις τους και αυτό είναι κάτι το οποίο μελετάμε προσεκτικά: με βάση τις απαντήσεις των γονέων, το 13% των παιδιών έχουν προβλήματα με τους συνομηλίκους τους, πχ, bullying, ενώ σε ό,τι αφορά τα ίδια τα παιδιά, μόνο το 1% αναφέρουν ότι έχουν τέτοιου είδους προβλήματα. Επίσης, περίπου το 5% των συμμετεχόντων αναφέρουν προβλήματα υπερκινητικότητας και απροσεξίας» σημείωσε η δρ Κουμούλα.
Το όραμα της Πρωτοβουλίας, εξήγησε, είναι κάθε παιδί, έφηβος και οικογένεια στην Ελλάδα να έχει πρόσβαση σε ποιοτική φροντίδα ψυχικής υγείας και αξιόπιστες πηγές ενημέρωσης και να υπάρχει εγγραμματισμός στην ψυχική υγεία. Ο πρώτος στόχος πραγματοποιείται μέσα από την ιστοσελίδα της Πρωτοβουλίας όπου υπάρχει πλήρης και με διαρκή επικαιροποίηση χαρτογράφηση των υπηρεσιών στη χώρα μας, κι όπου, μέσα από τέσσερις διαδραστικούς χάρτες δίνεται η δυνατότητα αναζήτησης ανά περιοχή. Ακόμα, στην ιστοσελίδα υπάρχει επιμορφωτικό υλικό και 76 συνοπτικοί οδηγοί με επιστημονικά τεκμηριωμένες πληροφορίες για εφήβους, γονείς/φροντιστές, εκπαιδευτικούς και επαγγελματίες υγείας για τη διαχείριση καταστάσεων σε παιδιά και εφήβους. Για τον δεύτερο στόχο, τον εγγραμματισμό και την περαιτέρω επιμόρφωση στην ψυχική υγεία, οι δράσεις της Πρωτοβουλίας εστιάζουν -μεταξύ άλλων- στην ενδυνάμωση των εργαζομένων στην εκπαίδευση (π.χ., εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης), αλλά και στη στήριξη των επαγγελματιών ψυχικής υγείας που εργάζονται στο δημόσιο τομέα..
«Δεν μπορώ να αντέξω οικονομικά το κόστος μιας θεραπείας για το παιδί μου». «Και αν ο έφηβος γιος μου θεωρηθεί αδύναμος από τον περίγυρό του, σε περίπτωση που απευθυνθούμε σε υπηρεσία ψυχικής υγείας;». «Τι θα γίνει αν αργότερα, ως ενήλικας, η κόρη μου στιγματιστεί, επειδή ως έφηβη προσέτρεξε σε μια υπηρεσία ψυχικής υγείας; Θα μπορεί να βρει δουλειά;».
Παράγοντες, πεποιθήσεις, ανησυχίες και φόβοι όπως οι παραπάνω φαίνεται ότι λειτουργούν ως εμπόδια για την πρόσβαση παιδιών και εφήβων σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας, όπως τεκμηριώνεται από τα ευρήματα πανελλαδικής ποσοτικής και ποιοτικής έρευνας, που παρουσίασε απόψε, στη Θεσσαλονίκη, παρουσία του υφυπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Δημήτρη Βαρτζόπουλου, η ψυχίατρος παιδιών και εφήβων, δρ Αναστασία Κουμούλα, διευθύντρια της Πρωτοβουλίας για την Ψυχική Υγεία Παιδιών και Εφήβων.
Η Πρωτοβουλία, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ αποτελεί πενταετές πρόγραμμα, που υλοποιείται με αποκλειστική στήριξη από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΙΣΝ), στο πλαίσιο της Διεθνούς Πρωτοβουλίας του για την Υγεία (ΔΠΥ) και σε συνεργασία με το Child Mind Institute στη Νέα Υόρκη.
Τελικός στόχος είναι, κατά την δρα Κουμούλα, η απόδοση του όλου προγράμματος στο ελληνικό Δημόσιο, ώστε να υποστηριχθούν όσα παιδιά και έφηβοι το έχουν ανάγκη. Μάλιστα, ένα δίκτυο, αποτελούμενο από κέντρα αναφοράς του προγράμματος στην Αθήνα, την Αλεξανδρούπολη, το Ηράκλειο Κρήτης, τη Θεσσαλονίκη και τα Ιωάννινα, έχει ήδη συσταθεί στο πλαίσιο δημόσιων δομών ψυχικής υγείας. Το Κέντρο Αναφοράς της Θεσσαλονίκης είναι το τελευταίο που λειτούργησε, μετά τα άλλα τέσσερα, σε Αλεξανδρούπολη, Ιωάννινα, Ηράκλειο και Αθήνα (για πληροφορίες σχετικά με το πού λειτουργούν οι συνεργαζόμενες υπηρεσίες στη Θεσσαλονίκη, οι ενδιαφερόμενοι/ες μπορούν να ανατρέχουν στην ιστοσελίδα της πρωτοβουλίας, www.camhi.gr).
Τα ευρήματα της ποιοτικής και ποσοτικής έρευνας
«Ρωτήσαμε τους γονείς ποια είναι τα εμπόδια για την πρόσβαση σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας παιδιών και εφήβων. Είδαμε ότι τα πιο συχνά αναφερόμενα εμπόδια είναι πέντε: ένα από αυτά είναι η αδυναμία τους ν' αντέξουν οικονομικά το κόστος των θεραπειών, διότι οι μισοί από όσους έλαβαν φροντίδα ψυχικής υγείας απευθύνθηκαν σε ιδιωτικούς φορείς, σύμφωνα με την έρευνά μας. Ένας άλλος λόγος ήταν η ανησυχία ότι το παιδί τους θα θεωρηθεί αδύναμο. Βλέπουμε ότι το στίγμα υπάρχει (...) Υπάρχει επίσης η άποψη ότι μπορούν να λύσουν μόνοι τους τα προβλήματα των παιδιών τους ή ότι θα λυθούν από μόνα τους με την πάροδο του χρόνου. Ως εμπόδιο λειτουργεί επίσης ο φόβος ότι στο μέλλον τα παιδιά τους δεν θα μπορούν να βρουν δουλειά εάν χαρακτηριστούν ως ψυχικά αδύναμα. Και επίσης, ένας τελευταίος και σοβαρός λόγος είναι η ελλιπής ενημέρωση για το πού μπορούν να απευθυνθούν» εξήγησε η δρ Κουμούλα.
Όσον αφορά τα ποσοτικά ευρήματα της έρευνας, η οποία «διεξήχθη σε σημαντικό δείγμα, προκειμένου τα εκπαιδευτικά προγράμματα και οι δράσεις της Πρωτοβουλίας να ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες που υπάρχουν στον τομέα της ψυχικής υγείας των παιδιών και των εφήβων», τα αποτελέσματα παρουσιάζουν επίσης ενδιαφέρον: «ένα σημαντικό ποσοστό των ερωτηθέντων, 9% συνολικά των γονέων και των παιδιών, αναφέρουν προβλήματα συμπεριφοράς (13% των γονέων και 5% των παιδιών). Συναισθηματικά προβλήματα αναφέρει το 9% των γονέων και το 5% των παιδιών. Όσον αφορά τα προβλήματα με τους συνομηλίκους, υπάρχει μεγάλη απόκλιση μεταξύ γονέων και παιδιών στις απαντήσεις τους και αυτό είναι κάτι το οποίο μελετάμε προσεκτικά: με βάση τις απαντήσεις των γονέων, το 13% των παιδιών έχουν προβλήματα με τους συνομηλίκους τους, πχ, bullying, ενώ σε ό,τι αφορά τα ίδια τα παιδιά, μόνο το 1% αναφέρουν ότι έχουν τέτοιου είδους προβλήματα. Επίσης, περίπου το 5% των συμμετεχόντων αναφέρουν προβλήματα υπερκινητικότητας και απροσεξίας» σημείωσε η δρ Κουμούλα.
Το όραμα της Πρωτοβουλίας, εξήγησε, είναι κάθε παιδί, έφηβος και οικογένεια στην Ελλάδα να έχει πρόσβαση σε ποιοτική φροντίδα ψυχικής υγείας και αξιόπιστες πηγές ενημέρωσης και να υπάρχει εγγραμματισμός στην ψυχική υγεία. Ο πρώτος στόχος πραγματοποιείται μέσα από την ιστοσελίδα της Πρωτοβουλίας όπου υπάρχει πλήρης και με διαρκή επικαιροποίηση χαρτογράφηση των υπηρεσιών στη χώρα μας, κι όπου, μέσα από τέσσερις διαδραστικούς χάρτες δίνεται η δυνατότητα αναζήτησης ανά περιοχή. Ακόμα, στην ιστοσελίδα υπάρχει επιμορφωτικό υλικό και 76 συνοπτικοί οδηγοί με επιστημονικά τεκμηριωμένες πληροφορίες για εφήβους, γονείς/φροντιστές, εκπαιδευτικούς και επαγγελματίες υγείας για τη διαχείριση καταστάσεων σε παιδιά και εφήβους. Για τον δεύτερο στόχο, τον εγγραμματισμό και την περαιτέρω επιμόρφωση στην ψυχική υγεία, οι δράσεις της Πρωτοβουλίας εστιάζουν -μεταξύ άλλων- στην ενδυνάμωση των εργαζομένων στην εκπαίδευση (π.χ., εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης), αλλά και στη στήριξη των επαγγελματιών ψυχικής υγείας που εργάζονται στο δημόσιο τομέα..
ΣΧΟΛΙΑ