ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Μ. Βορίδης: Έκανε εξαιρετικά και αποχώρησε από την ομιλία Τσίπρα η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου

Τί απάντησε στο αν υπάρχει περίπτωση να φθάσει η υπόθεση της Novartis σε Ειδικό Δικαστήριο

 02/11/2024 11:28

Μ. Βορίδης: Έκανε εξαιρετικά και αποχώρησε από την ομιλία Τσίπρα η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου

Στο περιστατικό που σημειώθηκε την Παρασκευή στη Βουλή μεταξύ του πρώην πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα και της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου Γεωργίας Αδειλίνη αναφέρθηκε ο υπουργός Επικρατείας Μάκης Βορίδης, σε συνέντευξή του στο «Mega», ενώ έδωσε και μια καθαρή απάντηση στο αν υπάρχει περίπτωση να φθάσει η υπόθεση της Novartis σε Ειδικό Δικαστήριο.

Η συνέντευξη ξεκίνησε όμως από τις πλημμύρες στη Βαλένθια. Ο υπουργός Επικρατείας αφού υπενθύμισε ότι στη χώρα μας «το "112" έχει χλευαστεί», έκανε την αντιδιαστολή με την Ισπανία: «Πόσες ζωές χάθηκαν επειδή δεν λειτούργησε το "112";», διερωτήθηκε και προσέθεσε: Κάτω από χειρότερες συνθήκες «στην Ελλάδα οι απώλειες ήταν πολύ, πολύ μικρότερες από αυτές που είδαμε στην Ισπανία. Άρα, το "112" έχει τεράστια σημασία».

Τελικώς, «εγώ προτιμώ μια πιο συντηρητική προσέγγιση στο "112", καμιά φορά μπορεί να οδηγεί και σε υπερ-χρησιμοποίηση, η οποία καταλήγει, όμως, να μην έχουμε απώλειες ζωών, παρά σε μια προσέγγιση που λέει, "χρησιμοποιείται το 112 για να μην παίρνετε μέτρα". Αν υιοθετούσαμε μια τέτοια λογική θα μετρούσαμε τα θύματα που μέτρησε η Ισπανία στο μισό ή και στο 1/3 του φαινομένου που είχαμε να αντιμετωπίσουμε εμείς. Η κλιματική κρίση και τα φαινόμενα αυτά θα μας απασχολούν», εκτίμησε εν κατακλείδι.

Για τα επεισόδια με εποχικούς πυροσβέστες, ανέφερε εν πρώτοις ότι «η κυβέρνηση είχε συναντηθεί με την ηγεσία των πυροσβεστών» και μετά από αυτή τη συνάντηση με την ηγεσία του Υπουργείου Πολιτικής Προστασίας και του Πυροσβεστικού Σώματος, «το μεγάλο τμήμα των πυροσβεστών αποχώρησε. Χωρίς να αναιρείται το σπουδαίο έργο που επιτελούν οι πυροσβέστες, αυτό δεν καθαγιάζει κάθε συμπεριφορά. Το να μπαίνουν ένστολα σώματα στο κέντρο επιχειρήσεων και μάλιστα εκείνη την ώρα να έχεις και φωτιές τις οποίες διαχειρίζεται το κέντρο, εμένα δεν μου φαίνεται καθόλου κανονικό», ήταν η θέση που διατύπωσε, κάνοντας, επιπλέον, λόγο για «άσχημη εικόνα για την οποία δεν ευθύνεται η κυβέρνηση».

Επί της ουσίας του αιτήματος των εποχικών πυροσβεστών, σημείωσε ότι «το 2019 οι πυροσβέστες ήταν 13.400, αυτή τη στιγμή είναι 14.800. Από τη δεξαμενή των 2.500, έχουν προσληφθεί 1.100 δασοκομάντος, έχουν δρομολογηθεί άλλες 1.000 προσλήψεις με πρόσθετη μοριοδότηση λόγω αυξημένης εμπειρίας».

Σε κάθε περίπτωση, διευκρίνισε, «διαδικασία άμεσης προσλήψεως άνευ διαγωνισμού δεν υφίσταται γιατί απαγορεύεται συνταγματικά», με την ταυτόχρονη επισήμανση ότι «το όριο ηλικίας συνδέεται με τη σωματική ικανότητα», άλλωστε, «τα όρια ηλικίας έχουν κριθεί απολύτως συνταγματικά από το Συμβούλιο της Επικρατείας».

Αλλάζοντας θέμα, και στην ερώτηση αν οι σχέσεις των κ.κ. Μητσοτάκη και Σαμαρά είναι... συννεφιασμένες, ο υπουργός Επικρατείας απάντησε ως εξής: «Σε προσωπικό επίπεδο δεν γνωρίζω», άλλωστε συμπλήρωσε, «οι προσωπικές σχέσεις δεν ξέρω αν έχουν ιδιαίτερη πολιτική σημασία». Σε κάθε περίπτωση, «δεν σχολιάζουμε δηλώσεις των πρώην πρωθυπουργών, οι οποίοι έχουν μια ειδική μεταχείριση που την δικαιούνται εξαιτίας της ιστορίας, της πορείας και των αξιωμάτων τους».

Στο δια ταύτα, «παρά την ωραία αυτή δημόσια συζήτηση, με την όποια σημασία έχει, η Νέα Δημοκρατία είναι πιο συμπαγής από ποτέ και τέτοιου είδους συνοχή Κοινοβουλευτικής Ομάδας μετά από 5,5 χρόνια διακυβέρνησης δεν έχει υπάρξει». Και, αμέσως μετά, «είμαστε η πιο συμπαγής και συνεκτική Κ.Ο. κι αυτό οφείλουμε, ως κυβέρνηση, να το αναγνωρίζουμε στην Κ.Ο. της ΝΔ. Γιατί έχει στηρίξει όλες τις κυβερνητικές επιλογές. Απολύτως συμπαγής και αρραγής και είμαστε μάλιστα να διευρύνουμε την κοινοβουλευτική επιρροή μας και τον κοινοβουλευτικό συσχετισμό μας, αν δείτε πόσοι ψηφίζουν τα νομοσχέδια».

Στο ερώτημα που δέχθηκε για το σενάριο αλλαγής του εκλογικού νόμου, επέμεινε ότι «η κυβέρνηση δεν έχει συζητήσει ποτέ και τίποτε για τον εκλογικό νόμο. Υπάρχει μία δήλωση του πρωθυπουργού, ο οποίος απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου, είπε ότι οι επόμενες εκλογές θα γίνουν με αυτόν τον εκλογικό νόμο». Συμπερασματικά, «τέτοια συζήτηση σε επίπεδο κυβέρνησης, από τον πρωθυπουργό, τους αρμόδιους υπουργούς, δεν υπάρχει».

Για το περιστατικό στη Βουλή, με πρωταγωνιστές τον πρώην πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα και την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργία Αδειλίνη, ο Μ. Βορίδης σχολίασε: «Ο γνωστός απαράδεκτος κ. Τσίπρας για μια ακόμη φορά θέλει να ποδηγετήσει και να χειραγωγήσει τη δικαιοσύνη σε συγκεκριμένες υποθέσεις, που έχουν πολιτικό ενδιαφέρον κατά την κρίση του. Για μια ακόμη φορά φέρονται κατ' εξοχήν αντιθεσμικά».

Ακόμη, «η κυρία εισαγγελεύς του Αρείου Πάγου εξαιρετικά έκανε και αποχώρησε, γιατί δεν είναι υποχρεωμένη να ανέχεται προσβολές και ευθείες παρεμβάσεις στο έργο της. Κι αυτό (σ.σ. η παρέμβαση Τσίπρα) δεν είναι γενική κριτική αν η δικαιοσύνη κινείται γρήγορα, για τα διοικητικά ζητήματά της, για το αν τα κτήρια είναι κατάλληλα, για το αν οι αίθουσες είναι σωστές, για το αν λειτουργεί το ψηφιακό σύστημα». Θέματα τα οποία «είναι υποχρέωση του υπουργού Δικαιοσύνης, του Υπουργείου Δικαιοσύνης και της κυβέρνησης συνολικά να τα διασφαλίζει. Να ακούσουμε κριτική για αυτό, αλλά αυτά που ακούω από τον κύριο Ανδρουλάκη, "γιατί δεν εξετάσθηκε ο τάδε μάρτυρας"...». Κατά τον υπουργό Επικρατείας, «ο κ. Ανδρουλάκης, ως διάδικος, ως εμπλεκόμενος σε μία δίκη μπορεί να πάει να θέσει τα ερωτήματά του στη δικαιοσύνη».

Εν συνεχεία δε, κάνοντας λόγο για «κατ' εξοχήν αντιθεσμικές» ενέργειες, στήριξε τη θέση του στο επιχείρημα ότι «η δικαιοσύνη δεν έχει τη δυνατότητα και δεν πρέπει να απαντά στον καθένα, ο οποίος εγείρει ερωτήματα στο δημόσιο διάλογο. Βλέπω να στοχοποιούνται δικαστές ειδικά από την αντιπολίτευση, γιατί κάνουν τη δουλειά τους με έναν ορισμένο τρόπο και δεν αρέσει ο τρόπος αυτός στην αντιπολίτευση ή δεν αρέσουν οι αποφάσεις, χωρίς οι ίδιοι οι δικαστές να μπορούν να υπερασπισθούν τον εαυτό τους και το έργο τους».

Ενώ για τη Novartis επεσήμανε, απαντώντας σε σχετικό ερώτημα, ότι «σε Ειδικό Δικαστήριο για να φθάσει κανείς, θα έπρεπε να γίνει προκαταρκτική (επιτροπή) και να εντοπίσει αδικήματα υπουργών. Επειδή, όμως, ισχύουν οι διατάξεις του Συντάγματος, προ της αλλαγής που κάναμε εμείς που είχαν τη βραχεία αποσβεστική προθεσμία, οι δύο κοινοβουλευτικές σύνοδοι έχουν περάσει».

Τέλος, ο Μ. Βορίδης έκανε ένα καταληκτικό σχόλιο για τ ζήτημα της επιτάχυνσης της απονομής της δικαιοσύνης και το οποίο, διευκρίνισε, «δεν αφορά όμως την α ή τη β υπόθεση. Είναι ευρύτερο, είναι οριζόντιο και ενδιαφέρει τους πολίτες, τις επιχειρήσεις και όλους όσοι προσφεύγουν στη δικαιοσύνη και θέλουν εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος να παίρνουν ορθή και δικαία κρίση. Όλος ο δικαστικός χάρτης είναι αυτό. Η κατάργηση του βαθμού του ειρηνοδίκη και η αξιοποίηση των ειρηνοδικών στα πρωτοδικεία είναι αυτό, η προσπάθεια επιτάχυνσης. Στο Πρωτοδικείο της Αθήνας, στην εκδίκαση των ποινικών υποθέσεων, ήδη έχει φέρει αποτελέσματα. Γιατί άδειασαν αίθουσες, μετακινήθηκαν υποθέσεις», κατέληξε.

Στο περιστατικό που σημειώθηκε την Παρασκευή στη Βουλή μεταξύ του πρώην πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα και της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου Γεωργίας Αδειλίνη αναφέρθηκε ο υπουργός Επικρατείας Μάκης Βορίδης, σε συνέντευξή του στο «Mega», ενώ έδωσε και μια καθαρή απάντηση στο αν υπάρχει περίπτωση να φθάσει η υπόθεση της Novartis σε Ειδικό Δικαστήριο.

Η συνέντευξη ξεκίνησε όμως από τις πλημμύρες στη Βαλένθια. Ο υπουργός Επικρατείας αφού υπενθύμισε ότι στη χώρα μας «το "112" έχει χλευαστεί», έκανε την αντιδιαστολή με την Ισπανία: «Πόσες ζωές χάθηκαν επειδή δεν λειτούργησε το "112";», διερωτήθηκε και προσέθεσε: Κάτω από χειρότερες συνθήκες «στην Ελλάδα οι απώλειες ήταν πολύ, πολύ μικρότερες από αυτές που είδαμε στην Ισπανία. Άρα, το "112" έχει τεράστια σημασία».

Τελικώς, «εγώ προτιμώ μια πιο συντηρητική προσέγγιση στο "112", καμιά φορά μπορεί να οδηγεί και σε υπερ-χρησιμοποίηση, η οποία καταλήγει, όμως, να μην έχουμε απώλειες ζωών, παρά σε μια προσέγγιση που λέει, "χρησιμοποιείται το 112 για να μην παίρνετε μέτρα". Αν υιοθετούσαμε μια τέτοια λογική θα μετρούσαμε τα θύματα που μέτρησε η Ισπανία στο μισό ή και στο 1/3 του φαινομένου που είχαμε να αντιμετωπίσουμε εμείς. Η κλιματική κρίση και τα φαινόμενα αυτά θα μας απασχολούν», εκτίμησε εν κατακλείδι.

Για τα επεισόδια με εποχικούς πυροσβέστες, ανέφερε εν πρώτοις ότι «η κυβέρνηση είχε συναντηθεί με την ηγεσία των πυροσβεστών» και μετά από αυτή τη συνάντηση με την ηγεσία του Υπουργείου Πολιτικής Προστασίας και του Πυροσβεστικού Σώματος, «το μεγάλο τμήμα των πυροσβεστών αποχώρησε. Χωρίς να αναιρείται το σπουδαίο έργο που επιτελούν οι πυροσβέστες, αυτό δεν καθαγιάζει κάθε συμπεριφορά. Το να μπαίνουν ένστολα σώματα στο κέντρο επιχειρήσεων και μάλιστα εκείνη την ώρα να έχεις και φωτιές τις οποίες διαχειρίζεται το κέντρο, εμένα δεν μου φαίνεται καθόλου κανονικό», ήταν η θέση που διατύπωσε, κάνοντας, επιπλέον, λόγο για «άσχημη εικόνα για την οποία δεν ευθύνεται η κυβέρνηση».

Επί της ουσίας του αιτήματος των εποχικών πυροσβεστών, σημείωσε ότι «το 2019 οι πυροσβέστες ήταν 13.400, αυτή τη στιγμή είναι 14.800. Από τη δεξαμενή των 2.500, έχουν προσληφθεί 1.100 δασοκομάντος, έχουν δρομολογηθεί άλλες 1.000 προσλήψεις με πρόσθετη μοριοδότηση λόγω αυξημένης εμπειρίας».

Σε κάθε περίπτωση, διευκρίνισε, «διαδικασία άμεσης προσλήψεως άνευ διαγωνισμού δεν υφίσταται γιατί απαγορεύεται συνταγματικά», με την ταυτόχρονη επισήμανση ότι «το όριο ηλικίας συνδέεται με τη σωματική ικανότητα», άλλωστε, «τα όρια ηλικίας έχουν κριθεί απολύτως συνταγματικά από το Συμβούλιο της Επικρατείας».

Αλλάζοντας θέμα, και στην ερώτηση αν οι σχέσεις των κ.κ. Μητσοτάκη και Σαμαρά είναι... συννεφιασμένες, ο υπουργός Επικρατείας απάντησε ως εξής: «Σε προσωπικό επίπεδο δεν γνωρίζω», άλλωστε συμπλήρωσε, «οι προσωπικές σχέσεις δεν ξέρω αν έχουν ιδιαίτερη πολιτική σημασία». Σε κάθε περίπτωση, «δεν σχολιάζουμε δηλώσεις των πρώην πρωθυπουργών, οι οποίοι έχουν μια ειδική μεταχείριση που την δικαιούνται εξαιτίας της ιστορίας, της πορείας και των αξιωμάτων τους».

Στο δια ταύτα, «παρά την ωραία αυτή δημόσια συζήτηση, με την όποια σημασία έχει, η Νέα Δημοκρατία είναι πιο συμπαγής από ποτέ και τέτοιου είδους συνοχή Κοινοβουλευτικής Ομάδας μετά από 5,5 χρόνια διακυβέρνησης δεν έχει υπάρξει». Και, αμέσως μετά, «είμαστε η πιο συμπαγής και συνεκτική Κ.Ο. κι αυτό οφείλουμε, ως κυβέρνηση, να το αναγνωρίζουμε στην Κ.Ο. της ΝΔ. Γιατί έχει στηρίξει όλες τις κυβερνητικές επιλογές. Απολύτως συμπαγής και αρραγής και είμαστε μάλιστα να διευρύνουμε την κοινοβουλευτική επιρροή μας και τον κοινοβουλευτικό συσχετισμό μας, αν δείτε πόσοι ψηφίζουν τα νομοσχέδια».

Στο ερώτημα που δέχθηκε για το σενάριο αλλαγής του εκλογικού νόμου, επέμεινε ότι «η κυβέρνηση δεν έχει συζητήσει ποτέ και τίποτε για τον εκλογικό νόμο. Υπάρχει μία δήλωση του πρωθυπουργού, ο οποίος απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου, είπε ότι οι επόμενες εκλογές θα γίνουν με αυτόν τον εκλογικό νόμο». Συμπερασματικά, «τέτοια συζήτηση σε επίπεδο κυβέρνησης, από τον πρωθυπουργό, τους αρμόδιους υπουργούς, δεν υπάρχει».

Για το περιστατικό στη Βουλή, με πρωταγωνιστές τον πρώην πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα και την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργία Αδειλίνη, ο Μ. Βορίδης σχολίασε: «Ο γνωστός απαράδεκτος κ. Τσίπρας για μια ακόμη φορά θέλει να ποδηγετήσει και να χειραγωγήσει τη δικαιοσύνη σε συγκεκριμένες υποθέσεις, που έχουν πολιτικό ενδιαφέρον κατά την κρίση του. Για μια ακόμη φορά φέρονται κατ' εξοχήν αντιθεσμικά».

Ακόμη, «η κυρία εισαγγελεύς του Αρείου Πάγου εξαιρετικά έκανε και αποχώρησε, γιατί δεν είναι υποχρεωμένη να ανέχεται προσβολές και ευθείες παρεμβάσεις στο έργο της. Κι αυτό (σ.σ. η παρέμβαση Τσίπρα) δεν είναι γενική κριτική αν η δικαιοσύνη κινείται γρήγορα, για τα διοικητικά ζητήματά της, για το αν τα κτήρια είναι κατάλληλα, για το αν οι αίθουσες είναι σωστές, για το αν λειτουργεί το ψηφιακό σύστημα». Θέματα τα οποία «είναι υποχρέωση του υπουργού Δικαιοσύνης, του Υπουργείου Δικαιοσύνης και της κυβέρνησης συνολικά να τα διασφαλίζει. Να ακούσουμε κριτική για αυτό, αλλά αυτά που ακούω από τον κύριο Ανδρουλάκη, "γιατί δεν εξετάσθηκε ο τάδε μάρτυρας"...». Κατά τον υπουργό Επικρατείας, «ο κ. Ανδρουλάκης, ως διάδικος, ως εμπλεκόμενος σε μία δίκη μπορεί να πάει να θέσει τα ερωτήματά του στη δικαιοσύνη».

Εν συνεχεία δε, κάνοντας λόγο για «κατ' εξοχήν αντιθεσμικές» ενέργειες, στήριξε τη θέση του στο επιχείρημα ότι «η δικαιοσύνη δεν έχει τη δυνατότητα και δεν πρέπει να απαντά στον καθένα, ο οποίος εγείρει ερωτήματα στο δημόσιο διάλογο. Βλέπω να στοχοποιούνται δικαστές ειδικά από την αντιπολίτευση, γιατί κάνουν τη δουλειά τους με έναν ορισμένο τρόπο και δεν αρέσει ο τρόπος αυτός στην αντιπολίτευση ή δεν αρέσουν οι αποφάσεις, χωρίς οι ίδιοι οι δικαστές να μπορούν να υπερασπισθούν τον εαυτό τους και το έργο τους».

Ενώ για τη Novartis επεσήμανε, απαντώντας σε σχετικό ερώτημα, ότι «σε Ειδικό Δικαστήριο για να φθάσει κανείς, θα έπρεπε να γίνει προκαταρκτική (επιτροπή) και να εντοπίσει αδικήματα υπουργών. Επειδή, όμως, ισχύουν οι διατάξεις του Συντάγματος, προ της αλλαγής που κάναμε εμείς που είχαν τη βραχεία αποσβεστική προθεσμία, οι δύο κοινοβουλευτικές σύνοδοι έχουν περάσει».

Τέλος, ο Μ. Βορίδης έκανε ένα καταληκτικό σχόλιο για τ ζήτημα της επιτάχυνσης της απονομής της δικαιοσύνης και το οποίο, διευκρίνισε, «δεν αφορά όμως την α ή τη β υπόθεση. Είναι ευρύτερο, είναι οριζόντιο και ενδιαφέρει τους πολίτες, τις επιχειρήσεις και όλους όσοι προσφεύγουν στη δικαιοσύνη και θέλουν εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος να παίρνουν ορθή και δικαία κρίση. Όλος ο δικαστικός χάρτης είναι αυτό. Η κατάργηση του βαθμού του ειρηνοδίκη και η αξιοποίηση των ειρηνοδικών στα πρωτοδικεία είναι αυτό, η προσπάθεια επιτάχυνσης. Στο Πρωτοδικείο της Αθήνας, στην εκδίκαση των ποινικών υποθέσεων, ήδη έχει φέρει αποτελέσματα. Γιατί άδειασαν αίθουσες, μετακινήθηκαν υποθέσεις», κατέληξε.

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία