Ο Αντώνης Φωνιαδάκης στη Θεσσαλονίκη με ένα θέαμα που υμνεί τις αισθήσεις
08/11/2024 07:00
08/11/2024 07:00
Το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης δίνει βαρύτητα στον χορό και μέσα από το 7ο Φεστιβάλ Μπαρόκ Μουσικής. Καλεί μάλιστα γι αυτό έναν σπουδαίο χορογράφο, από τους πιο σημαντικούς της Ελλάδας, που εδώ και σαράντα χρόνια δραστηριοποιείται στις μεγάλες σκηνές του εξωτερικού διαγράφοντας μια εξαιρετική πορεία.
Πρόκειται για τον εκ Κρήτης ορμώμενο Αντώνη Φωνιαδάκη στον οποίο ο οργανισμός ανέθεσε την πρωτογενή αυτή παραγωγή. «Με τιμά ιδιαίτερα η συνεργασία με το ΜΜΘ. Από τα θετικά σημεία είναι ότι ο ίδιος ο φορέας παράγει το υλικό για το κοινό του και αυτό είναι καταπληκτικό», λέει ο κοσμοπολίτης χορογράφος στο makthes.gr.
Η παράστασή του με τίτλο «Lento» αποτελεί μια βαθιά εκφραστική εξερεύνηση των μπαρόκ θεμάτων μέσα από το πρίσμα του σύγχρονου χορού και της μουσικής. Το έργο αυτό τονίζει τη σύγχρονη ζωτικότητα, την ταχύτητα και την εκρηκτική εκφραστικότητα που χαρακτηρίζει εκείνη την περίοδο, ενώ ταυτόχρονα διεξάγει έναν διάλογο με τη δική μας εποχή. «Δεν μπορώ να πω ότι οι δύο περίοδοι συνδιαλέγονται με πρακτικό και ρεαλιστικό τρόπο. Απλώς, ως καλλιτέχνης, έχω τη διάθεση, την τάση και την επιθυμία να φαντάζομαι και να βλέπω πράγματα τα οποία άπτονται πιο πολύ του ονειρικού, του αόρατου. Στην περίπτωση της συγκεκριμένης παράστασης επιχειρώ ένα παιχνίδι: να φανταστώ, να αισθανθώ και να δω τι αίσθηση μπορεί να δώσει στο σήμερα κάτι τόσο παλιό και τόσο ξεπερασμένο ή μάλλον πώς το σήμερα το εμπλουτίζει και πώς αυτά τα δύο παντρεύονται ώστε το αποτέλεσμα να κεντρίσει το ενδιαφέρον του θεατή. Να μας κάνει δηλαδή να νιώσουμε τη δυναμική που έχει αυτό το κίνημα, το οποίο αποτελεί μια μαξιμαλιστική αίσθηση δυναμικής, μια πραγματική τεχνική αποτύπωση χορού σε σχέση με τη μουσική. Είναι ένα θέαμα που πραγματικά υμνεί τις αισθήσεις με την έννοια ότι συνδυάζουμε χορό και μουσική αλλά σε ένα μέγιστο αποτέλεσμα χωρίς κράτημα ή ησυχία», επισημαίνει ο χορογράφος.
Γνωστός για την ικανότητά του να συνδυάζει στοιχεία παραδοσιακού και σύγχρονου ο Φωνιαδάκης δημιουργεί έργα που είναι ταυτόχρονα ριζωμένα στο παλιό, ενώ κοιτούν αποφασιστικά και το νέο. «Πρόκειται για ένα δικό μου βίωμα γιατί έρχομαι από μια κουλτούρα που είναι πολύ δυνατή, αφού κατάγομαι από την Κρήτη. Ακόμη και σήμερα που ταξιδεύω στο νησί, το παραδοσιακό στοιχείο είναι συνεχώς παρόν. Δεν θεωρώ ότι όλο αυτό είναι μια ανάγκη συγκεκριμένη, αλλά μια επιθυμία ένας τρόπος να γνωρίζεις, μια σύνδεση που έχω για τον τρόπο που μεταφέρουμε το παλιό, το συντηρούμε και, επίσης, το ανανεώνουμε. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η μουσική μπαρόκ δένει με τη χορογραφία μου, με τα βιώματά μου, με τα βιώματα των χορευτών, με τις ενέργειές μας», τονίζει.
Την πρώτη φορά που παράστασή του παρουσιάστηκε στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης «καλοκουρδισμένα» κορμιά κινούνταν σαν ένα σε φρενήρεις ρυθμούς ξεσηκώνοντας το κοινό σαν σε μυσταγωγία. Τον ρωτάω πώς επιλέγει τους χορευτές του. «Αγαπώ τον χορό με μια εμβέλεια πολύ συγκεκριμένη, με μια δυναμική και μια ταχύτητα κάπως αναπτυγμένη. Χρειάζομαι χορευτές που έχουν μια καλή βασική και γερή εκπαίδευση, η οποία συνδυάζει κλασικό και μοντέρνο χορό. Χρειάζομαι ανθρώπους που όχι απλά αισθάνονται μια σωματικότητα, είναι έξυπνοι στο κορμί τους και μπορούν ανέτως να συνδυάσουν κάποια μοτίβα ή να ακολουθήσουν οδηγίες ενός σκηνοθέτη – χορογράφου. Χρειάζομαι ανθρώπους που μπορούν να είναι σαν τέλεια όργανα κουρδισμένα από τον απόλυτο μινιμαλισμό μέχρι την απόλυτη μαξιμαλιστική ταχύτητα. Αυτό είναι ένα πολύ δύσκολο πράγμα γι αυτό όταν διαλέγω χορευτές προσέχω πολύ να έχουν μια άρτια τεχνική εκπαίδευση. Αυτό συνεπάγεται επίσης και μια πειθαρχία, μια αντοχή, ένα πνεύμα, μια σκέψη γύρω από αυτή την τέχνη», υπογραμμίζει ο Αντώνης Φωνιαδάκης.
Τέτοιους χορευτές έχει εντοπίσει και στην Ελλάδα. «Έχουμε καταπληκτικούς, φανταστικούς χορευτές μοντέρνου χορού στη χώρα μας. Έχω συνεργαστεί με κάποιους από αυτούς. Σίγουρα θα υπάρχουν και νέα παιδιά που με περισσότερη τεχνική κατάρτιση από ότι οι περασμένες, τα οποία ανταγωνίζονται τους χορευτές του εξωτερικού. Το μόνο θέμα στην Ελλάδα είναι ότι όλοι αυτοί δεν έχουν χώρο εργασίας. Θα έπρεπε να υπάρχει ένας αριθμός (5-8) ομάδων, όπου να μπορούν αυτοί οι χορευτές να δουλέψουν μετά από ακροάσεις. Δεν υπάρχει στη χώρα αυτό το καθεστώς κρατικά επιχορηγούμενων σχημάτων ρεπερτορίου. Αυτό γίνεται μόνο στην Εθνική Λυρική Σκηνή και μάλιστα με έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο. Δεν υπάρχει ο πλουραλισμός χωρών του εξωτερικού», λέει.
Ο ίδιος δραστηριοποιείται πολύ έντονα σε όλο τον κόσμο, μάλιστα έχει μια ατζέντα που φτάνει έως το 2027 με παραγωγές στην Ευρώπη και την Αμερική. Μετά το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης θα συνεργαστεί με το Κρατικό Θέατρο του Κάσελ ανεβάζοντας το έργο «Η κόρη και ο θάνατος» σε μουσική του Σούμπερτ, ενώ αμέσως μετά θα παρουσιάσει μια δική του δουλειά στο θέατρο του Ανόβερο με τον τίτλο «Ikaro». «Καταπιάνομαι με τον γνωστό μύθο και θα κάνω κάτι εξολοκλήρου νέο για την ομάδα εκεί», καταλήγει.
Αίθουσα Φίλων Μουσικής (Μ1)
Παρασκευή και Σάββατο 9 και 10 Νοεμβρίου
Ώρα: 8.30μμ
Το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης δίνει βαρύτητα στον χορό και μέσα από το 7ο Φεστιβάλ Μπαρόκ Μουσικής. Καλεί μάλιστα γι αυτό έναν σπουδαίο χορογράφο, από τους πιο σημαντικούς της Ελλάδας, που εδώ και σαράντα χρόνια δραστηριοποιείται στις μεγάλες σκηνές του εξωτερικού διαγράφοντας μια εξαιρετική πορεία.
Πρόκειται για τον εκ Κρήτης ορμώμενο Αντώνη Φωνιαδάκη στον οποίο ο οργανισμός ανέθεσε την πρωτογενή αυτή παραγωγή. «Με τιμά ιδιαίτερα η συνεργασία με το ΜΜΘ. Από τα θετικά σημεία είναι ότι ο ίδιος ο φορέας παράγει το υλικό για το κοινό του και αυτό είναι καταπληκτικό», λέει ο κοσμοπολίτης χορογράφος στο makthes.gr.
Η παράστασή του με τίτλο «Lento» αποτελεί μια βαθιά εκφραστική εξερεύνηση των μπαρόκ θεμάτων μέσα από το πρίσμα του σύγχρονου χορού και της μουσικής. Το έργο αυτό τονίζει τη σύγχρονη ζωτικότητα, την ταχύτητα και την εκρηκτική εκφραστικότητα που χαρακτηρίζει εκείνη την περίοδο, ενώ ταυτόχρονα διεξάγει έναν διάλογο με τη δική μας εποχή. «Δεν μπορώ να πω ότι οι δύο περίοδοι συνδιαλέγονται με πρακτικό και ρεαλιστικό τρόπο. Απλώς, ως καλλιτέχνης, έχω τη διάθεση, την τάση και την επιθυμία να φαντάζομαι και να βλέπω πράγματα τα οποία άπτονται πιο πολύ του ονειρικού, του αόρατου. Στην περίπτωση της συγκεκριμένης παράστασης επιχειρώ ένα παιχνίδι: να φανταστώ, να αισθανθώ και να δω τι αίσθηση μπορεί να δώσει στο σήμερα κάτι τόσο παλιό και τόσο ξεπερασμένο ή μάλλον πώς το σήμερα το εμπλουτίζει και πώς αυτά τα δύο παντρεύονται ώστε το αποτέλεσμα να κεντρίσει το ενδιαφέρον του θεατή. Να μας κάνει δηλαδή να νιώσουμε τη δυναμική που έχει αυτό το κίνημα, το οποίο αποτελεί μια μαξιμαλιστική αίσθηση δυναμικής, μια πραγματική τεχνική αποτύπωση χορού σε σχέση με τη μουσική. Είναι ένα θέαμα που πραγματικά υμνεί τις αισθήσεις με την έννοια ότι συνδυάζουμε χορό και μουσική αλλά σε ένα μέγιστο αποτέλεσμα χωρίς κράτημα ή ησυχία», επισημαίνει ο χορογράφος.
Γνωστός για την ικανότητά του να συνδυάζει στοιχεία παραδοσιακού και σύγχρονου ο Φωνιαδάκης δημιουργεί έργα που είναι ταυτόχρονα ριζωμένα στο παλιό, ενώ κοιτούν αποφασιστικά και το νέο. «Πρόκειται για ένα δικό μου βίωμα γιατί έρχομαι από μια κουλτούρα που είναι πολύ δυνατή, αφού κατάγομαι από την Κρήτη. Ακόμη και σήμερα που ταξιδεύω στο νησί, το παραδοσιακό στοιχείο είναι συνεχώς παρόν. Δεν θεωρώ ότι όλο αυτό είναι μια ανάγκη συγκεκριμένη, αλλά μια επιθυμία ένας τρόπος να γνωρίζεις, μια σύνδεση που έχω για τον τρόπο που μεταφέρουμε το παλιό, το συντηρούμε και, επίσης, το ανανεώνουμε. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η μουσική μπαρόκ δένει με τη χορογραφία μου, με τα βιώματά μου, με τα βιώματα των χορευτών, με τις ενέργειές μας», τονίζει.
Την πρώτη φορά που παράστασή του παρουσιάστηκε στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης «καλοκουρδισμένα» κορμιά κινούνταν σαν ένα σε φρενήρεις ρυθμούς ξεσηκώνοντας το κοινό σαν σε μυσταγωγία. Τον ρωτάω πώς επιλέγει τους χορευτές του. «Αγαπώ τον χορό με μια εμβέλεια πολύ συγκεκριμένη, με μια δυναμική και μια ταχύτητα κάπως αναπτυγμένη. Χρειάζομαι χορευτές που έχουν μια καλή βασική και γερή εκπαίδευση, η οποία συνδυάζει κλασικό και μοντέρνο χορό. Χρειάζομαι ανθρώπους που όχι απλά αισθάνονται μια σωματικότητα, είναι έξυπνοι στο κορμί τους και μπορούν ανέτως να συνδυάσουν κάποια μοτίβα ή να ακολουθήσουν οδηγίες ενός σκηνοθέτη – χορογράφου. Χρειάζομαι ανθρώπους που μπορούν να είναι σαν τέλεια όργανα κουρδισμένα από τον απόλυτο μινιμαλισμό μέχρι την απόλυτη μαξιμαλιστική ταχύτητα. Αυτό είναι ένα πολύ δύσκολο πράγμα γι αυτό όταν διαλέγω χορευτές προσέχω πολύ να έχουν μια άρτια τεχνική εκπαίδευση. Αυτό συνεπάγεται επίσης και μια πειθαρχία, μια αντοχή, ένα πνεύμα, μια σκέψη γύρω από αυτή την τέχνη», υπογραμμίζει ο Αντώνης Φωνιαδάκης.
Τέτοιους χορευτές έχει εντοπίσει και στην Ελλάδα. «Έχουμε καταπληκτικούς, φανταστικούς χορευτές μοντέρνου χορού στη χώρα μας. Έχω συνεργαστεί με κάποιους από αυτούς. Σίγουρα θα υπάρχουν και νέα παιδιά που με περισσότερη τεχνική κατάρτιση από ότι οι περασμένες, τα οποία ανταγωνίζονται τους χορευτές του εξωτερικού. Το μόνο θέμα στην Ελλάδα είναι ότι όλοι αυτοί δεν έχουν χώρο εργασίας. Θα έπρεπε να υπάρχει ένας αριθμός (5-8) ομάδων, όπου να μπορούν αυτοί οι χορευτές να δουλέψουν μετά από ακροάσεις. Δεν υπάρχει στη χώρα αυτό το καθεστώς κρατικά επιχορηγούμενων σχημάτων ρεπερτορίου. Αυτό γίνεται μόνο στην Εθνική Λυρική Σκηνή και μάλιστα με έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο. Δεν υπάρχει ο πλουραλισμός χωρών του εξωτερικού», λέει.
Ο ίδιος δραστηριοποιείται πολύ έντονα σε όλο τον κόσμο, μάλιστα έχει μια ατζέντα που φτάνει έως το 2027 με παραγωγές στην Ευρώπη και την Αμερική. Μετά το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης θα συνεργαστεί με το Κρατικό Θέατρο του Κάσελ ανεβάζοντας το έργο «Η κόρη και ο θάνατος» σε μουσική του Σούμπερτ, ενώ αμέσως μετά θα παρουσιάσει μια δική του δουλειά στο θέατρο του Ανόβερο με τον τίτλο «Ikaro». «Καταπιάνομαι με τον γνωστό μύθο και θα κάνω κάτι εξολοκλήρου νέο για την ομάδα εκεί», καταλήγει.
Αίθουσα Φίλων Μουσικής (Μ1)
Παρασκευή και Σάββατο 9 και 10 Νοεμβρίου
Ώρα: 8.30μμ
ΣΧΟΛΙΑ