ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Το Πολυτεχνείο της Θεσσαλονίκης και οι νεκροί της δικτατορίας

Τι λέει στη «ΜτΚ» ο δημοσιογράφος-συγγραφέας Σπύρος Κουζινόπουλος

 17/11/2024 18:00

Το Πολυτεχνείο της Θεσσαλονίκης και οι νεκροί της δικτατορίας

Νίκος Ασλανίδης

Ο Σπύρος Κουζινόπουλος, γεννήθηκε στις Σέρρες και από νεαρός άρχισε να εργάζεται σε εφημερίδες των Σερρών και στη συνέχεια της Θεσσαλονίκης και των Αθηνών αλλά και σε ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς. Ήταν ανταποκριτής του Γαλλικού Πρακτορείου Ειδήσεων στη Βόρεια Ελλάδα ενώ σε δική του ιδέα στηρίχθηκε η δημιουργία του Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων, του οποίου υπήρξε μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής, διευθυντής σύνταξης και γενικός διευθυντής επί 19 χρόνια.

Από τα μαθητικά χρόνια του, ανέπτυξε πολιτική και συνδικαλιστική δράση και οργάνωσε κινητοποιήσεις για το 15% στην Παιδεία και το Κυπριακό.

Στη διάρκεια της δικτατορίας κυνηγήθηκε από τη Χούντα, για τις ιδέες και την αρθρογραφία του, συνελήφθη, βασανίστηκε και φυλακίσθηκε.

Μιλώντας στη «ΜτΚ» τονίζει ότι δυστυχώς τα τελευταία χρόνια γίνεται μία προσπάθεια μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να γίνει μία αναθεώρηση της ιστορίας του Πολυτεχνείου και της Κατοχής, ώστε να ξαναγραφτεί η ιστορία με άλλο πρίσμα που να ευνοεί πιο πολύ την άνοδο της ακροδεξιάς και του νεοφασισμού…

Πού ήσασταν την 21η Απριλίου του 1967;

Εγώ είχα έρθει στη Θεσσαλονίκη λίγους μήνες νωρίτερα από τις Σέρρες και εργαζόμουν στην εφημερίδα «Μακεδονική Ώρα» που κυκλοφορούσε κάθε Δευτέρα. Έμενα στην περιοχή της σχολής Τυφλών και τα ξημερώματα της 21ης Απριλίου, κατά τις 5 η ώρα το πρωί, ξύπνησα από δυνατά χτυπήματα στην πόρτα μου. Ήταν ο πρώτος μου ξάδερφος Μόρφης Στεφούδης, ο οποίος δούλευε στα πιεστήρια της εφημερίδας «Νέα αλήθεια». Τα πιεστήρια ήταν στην περιοχή «151», απέναντι από το Ιπποκράτειο νοσοκομείο και όταν ο ξάδερφός μου πήγε να πάρει το λεωφορείο από το σιδηροδρομικό σταθμό για να πάει στη δουλειά, είδε παντού τανκς και στρατιώτες οπλισμένους. Ήρθε και με ξύπνησε για να πάμε να κρυφτούμε γιατί και οι δύο ήμασταν οργανωμένοι στη νεολαία Λαμπράκη και κινδυνεύαμε.

Πού βρήκατε καταφύγιο;

Φύγαμε από το σπίτι μου και πήγαμε εκεί κοντά στην περιοχή όπου έμενε μία φοιτήτρια από τις Σέρρες και την παρακάλεσα εάν μπορεί να μας φιλοξενήσει. Ευτυχώς ήταν Παρασκευή, πριν από τη Μεγάλη εβδομάδα και μας είπε ότι θα πήγαινε στις Σέρρες με τη συγκάτοικό της γιατί έκλεινε το πανεπιστήμιο λόγω των γιορτών, οπότε μπορούσαμε να μείνουμε με μεγάλη προσοχή χωρίς να κάνουμε φασαρία και μας καταλάβουν οι γείτονες.

Έτσι το πρώτο διάστημα μείναμε εκεί κρυμμένοι και μετά αλλάξαμε χώρο και βρήκαμε καταφύγιο σε άλλα σπίτια στις περιοχές της Βούλγαρη και της Χαριλάου, οπότε πληροφορήθηκα ότι τα όργανα της δικτατορίας είχαν συλλάβει στη θέση μου τη μητέρα μου Μεταξία που την εξόρισαν για 9 μήνες στη Γυάρο και στη Λέρο.

Οι Θεσσαλονικείς πώς αντέδρασαν μόλις έμαθαν για το πραξικόπημα;

Ο κόσμος άρχισε από την πρώτη μέρα να αντιδρά. Κάποιοι μάλιστα προσπάθησαν να κάνουν μία πορεία στην Εγνατία. Μία ομάδα πολιτών με επικεφαλής τον αείμνηστο Ντίνο Τριαρίδη, συγκεντρώθηκε και έκανε διαδήλωση στην Τσιμισκή ενώ μία άλλη ομάδα στην οποία μετείχε και ο συνάδελφός μας Θανάσης Καρτερός προσπάθησε να κάνει διαδήλωση μπροστά στο τότε δημαρχείο που ήταν στο Καραβάν Σαράι, αλλά τελικά διαλύθηκαν όταν εμφανίστηκαν οπλισμένοι στρατιώτες και αστυνομικοί και άρχισαν τις συλλήψεις.

Πόσες συλλήψεις έγιναν;

Τις πρώτες μέρες της δικτατορίας μόνο εδώ στη Θεσσαλονίκη έγιναν περίπου 500 συλλήψεις από τους 1.500 συνολικά δημοκρατικούς πολίτες που είχαν συλληφθεί σε όλη τη χώρα. Οι περισσότεροι από αυτούς οδηγήθηκαν στα κρατητήρια των αστυνομικών τμημάτων και ένα μικρό μέρος είχε μεταφερθεί στις φυλακές του Γεντί Κουλέ και στο Τμήμα Μεταγωγών. Μετά από 3-4 μέρες, ήρθε το αρματαγωγό «Σάμος» στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, τους φόρτωσαν όλους σε αυτό και τους πήγαν εξορία στη Γυάρο. Σε πολλά αστυνομικά τμήματα είχε υπάρξει και φοβερή βία, όπως έγινε στο αστυνομικό τμήμα του Ευόσμου, όπου ο τότε δημοτικός σύμβουλος και μετέπειτα δήμαρχος Σταμάτης Διονυσίου, αλλά και πολλοί άλλοι κρατούμενοι, μεταξύ των οποίων ένας θείος μου, ξυλοκοπήθηκαν άγρια από τον διοικητή του τμήματος Ταμβάκη και άλλους αστυνομικούς.

Αναφέρθηκαν και νεκροί από τα βασανιστήρια;

Ναι, ο πρώτος νεκρός ήταν ο Βασίλης Μπεκροδημήτρης που πέθανε από βασανιστήρια τις πρώτες ημέρες του πραξικοπήματος στο αστυνομικό τμήμα Χαριλάου όπου ήταν κρατούμενος. Ο άνθρωπος ήταν καρδιοπαθής και ζητούσε τα φάρμακα του αλλά οι αστυνομικοί όχι μόνο δεν του πήγαν φάρμακα, τον αντιμετώπιζαν με σκιώδη τρόπο, με συνέπεια μετά από αρκετές ώρες να υποκύψει. Στη Θεσσαλονίκη είχε αναπτυχθεί ισχυρό αντιδικτατορικό κίνημα. Το «Πατριωτικό Μέτωπο» ήταν η μεγαλύτερη οργάνωση με επικεφαλής τον Γιώργο Τσαρουχά, ο οποίος ήταν πρώην βουλευτής της ΕΔΑ και είχε κακοποιηθεί μαζί με το Γρηγόρη Λαμπράκη, τη νύχτα της 22 Μαΐου του 1963 όταν έγινε η επίθεση κατά του αγωνιστή της ειρήνης στη Θεσσαλονίκη. Στις 9 Μαΐου του 1968, ο Τσαρουχάς ενώ πήγαινε με άλλους συντρόφους του στην Αθήνα, είχε προδοθεί η κάθοδος και έπεσε σε μπλόκο της αστυνομίας. Τον μετέφεραν στο Γ’ Σώμα Στρατού, στα γραφεία της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, όπου υπέκυψε κάτω από σκληρά βασανιστήρια στα οποία είχε υποστεί. Η χούντα είχε προσπαθήσει να αποκρύψει τα πραγματικά αίτια του θανάτου του και με ένα μονόστηλο που είχε διοχετευτεί την άλλη μέρα στις εφημερίδες, ανακοίνωσε ό,τι πέθανε από καρδιακή ανακοπή την ώρα που τον συνέλαβαν… Όλα αυτά βέβαια ήταν παραμύθια γιατί όπως διαπιστώθηκε αργότερα είχε βασανιστεί άγρια και μάλιστα βρέθηκαν φωτογραφίες από τον ανακριτή Ηλιάδη. Ο ανακριτής βρήκε στη θυρίδα της Σήμανσης ένα φιλμ από το οποίο προέκυψε ότι ο Τσαρουχάς είχε υποστεί βασανιστήρια μετά από τη σύλληψή του. Τις φωτογραφίες αυτές, που τις έχω στο αρχείο μου, δείχνουν το κακοποιημένο σώμα του νεκρού, τα μαστιγώματα στην πλάτη, τα πρησμένα κάτω άκρα και κυρίως τα χτυπήματα στο εσωτερικό των μηρών που, σύμφωνα με ιατροδικαστές που είδαν τις φωτογραφίες, πρέπει να ήταν τα μοιραία…

Νωρίτερα, τον Σεπτέμβριο του 1967, η χούντα δολοφόνησε στη Θεσσαλονίκη τον Γιάννη Χαλκίδη, 27 χρόνων. Ο Χαλκίδης, ήταν μέλος της αντιδικτατορικής οργάνωσης «Πατριωτικό Αντιδικτατορικό Μέτωπο» που οργάνωσε την πρώτη βομβιστική επίθεση στη Θεσσαλονίκη. Η οργάνωση προκειμένου να δείξει ότι ο λαός δεν αποδέχεται τη δικτατορία αποφάσισε να βυθίσει στο σκοτάδι ένα μικρό τμήμα της Θεσσαλονίκης γύρω από το Παλέ ντε Σπορ, την ώρα που τελούνταν εκεί τα πρώτα μετά το πραξικόπημα εγκαίνια της ΔΕΘ, παρουσία του αρχιπραξικοπηματία Γιώργου Παπαδόπουλου, του Παττακού και άλλων κορυφαίων στελεχών της χούντας. Η βλάβη που προκλήθηκε σε κολώνα της ΔΕΗ του υποσταθμού στην περιοχή Δόξας, δίπλα στο Καυταντζόγλειο, προκάλεσε ολιγόλεπτη διακοπή του ρεύματος στη διάρκεια της τελετής. Το αποτέλεσμα ήταν να μείνει η ΔΕΘ χωρίς ρεύμα για λίγη ώρα και οι ξένοι διπλωμάτες και δημοσιογράφοι που παρακολουθούσαν την τελετή των εγκαινίων να μεταδώσουν στο εξωτερικό ότι υπήρξε αυτή η αντιστασιακή ενέργεια. Μετά από αυτό τα όργανα της δικτατορίας είχαν εξαπολύσει ανθρωποκυνηγητό για να βρουν ποιοι ήταν αυτοί που προκάλεσαν την έκρηξη. Περίπου μία βδομάδα μετά εντόπισαν το διαμέρισμα όπου κρυβόντουσαν ο Χαλκίδης μαζί με τους συναγωνιστές του Νάντη Χατζηγιάννη και Γρηγόρη Παντή. Αντί να προσπαθήσουν να τους συλλάβουν, άρχισαν να τους πυροβολούν στο ψαχνό με αποτέλεσμα να δολοφονήσουν εν ψυχρώ τον Χαλκίδη.

Εκτός από το «Πατριωτικό Μέτωπο» υπήρχαν και άλλες αντιδικτατορικές οργανώσεις στη Θεσσαλονίκη;

Ναι, υπήρχαν και άλλες οργανώσεις όπως ήταν η «Δημοκρατική Άμυνα», ο «Ρήγας Φεραίος», η «Αντι-ΕΦΕΕ», η αντιδικτατορική ΚΝΕ, η «Λαϊκή Πάλη» κ.ά. Στην τελευταία μάλιστα συμμετείχε και ένας συνάδελφός μας, ο Πάνος Καισίδης, ο οποίος συνελήφθη και βασανίστηκε άγρια. Τον Σεπτέμβριο του 1968 με συνέλαβαν και έμενα και έμεινα τέσσερις μήνες στα κρατητήρια της εθνικής ασφάλειας που ήταν τότε στην οδό Βαλαωρίτου γιατί είχαμε φτιάξει μία ομάδα με την οποία ρίχναμε αντιδικτατορικά τρικάκια στα γραμματοκιβώτια και συγκεντρώναμε χρήματα και διάφορα εφόδια, τα οποία στέλναμε στους εξόριστους στη Γυάρο και στις οικογένειες των πολιτικών κρατουμένων. Το τετράμηνο αυτό ένιωσα και εγώ την «περιποίηση» των βασανιστών…

Οι εφημερίδες της εποχής εκείνης πώς λειτουργούσαν;

Οι εφημερίδες λειτουργούσαν κάτω από την μπότα της λογοκρισίας. Πριν εκδοθούν, ένα δέμα με εφημερίδες πήγαινε στο τότε υπουργείο Βόρειας Ελλάδας, όπου υπήρχε η επιτροπή λογοκρισίας από ειδικά διατεταγμένους ανθρώπους της δικτατορίας που έλεγχαν όλα τα κείμενα. Έλεγαν αυτό το κείμενο να βγει, εκείνο να κοπεί το άλλο να αντικατασταθεί κ.λπ. Για να καταλάβετε, σας λέω ότι εκείνο το διάστημα εγώ εργαζόμουν στη «Νέα Αλήθεια», η οποία είχε φτάσει να είχε ελάχιστη κυκλοφορία και κυρίως δημοσίευε δημοπρασίες και πλειστηριασμούς. Έβγαζε λοιπόν κάθε μέρα περίπου 100 φύλλα για τους δικαστικούς αντιπροσώπους που αυτοί ήταν κυρίως οι πελάτες της εφημερίδας. Από αυτά τα 100 φύλλα, τα 60 πήγαιναν στην επιτροπή λογοκρισίας για να λογοκρίνει ακόμα και τις δημοπρασίες…

Θυμάστε πώς έγινε η εξέγερση και στο Πολυτεχνείο της Θεσσαλονίκης;

Τον Νοέμβρη του 1973 ξεκίνησε η κατάληψη των φοιτητών στην Αθήνα και οι φοιτητές εδώ πήραν θάρρος και κατέλαβαν και αυτοί το Πολυτεχνείο της Θεσσαλονίκης. Εγώ μόλις είχα απολυθεί από το στρατό και είχα ενταχθεί σε μία ομάδα αντιδικτατορική της ΚΝΕ με άλλους νέους της εποχής όπως ο Γρηγόρης Κοκοζίδης που λίγο πριν είχε απολυθεί από την εξορία, η Κική Ακρίδα, η Ρίτσα Μπετσιμέα, η Ελένη Ιωαννίδου με τον σύζυγό της Δημήτρη Ιωαννίδη, έναν ηλεκτρολόγο ο οποίος μάλιστα είχε εφοδιάσει τους φοιτητές με λυχνίες για να μπορέσουν να λειτουργήσουν τον παράνομο ραδιοφωνικό σταθμό της κατάληψης. Εκφωνητές ήταν η Κλεοπάτρα Παπαγεωργίου και ο Φώτης Σιούμπουρας, ενώ τις ανακοινώσεις έγραφε μεταξύ άλλων και ο Κλέαρχος Τσαουσίδης. Εμείς με την ομάδά μας συγκεντρώναμε υλικό από έξω, χρήματα, τρόφιμα και γραφική ύλη, κυρίως μελάνι και χαρτί για τη λειτουργία του πολύγραφου της κατάληψης και τα προωθούσαμε στο Πολυτεχνείο με ένα μέλος της ομάδας μας, που ήταν ο τότε φοιτητής της οδοντιατρικής Γιάννης Βασιλειάδης που συμμετείχε στην επιτροπή της κατάληψης.

Πώς έληξε η εξέγερση του Πολυτεχνείου της Θεσσαλονίκης;

Η χούντα βλέποντας ότι ο κόσμος συμμετέχει στην εξέγερση, αποφάσισε να παρέμβει με στρατιώτες και τανκς για να την σταματήσει. Περικύκλωσαν το Πολυτεχνείο και στις 4 τα ξημερώματα της 17 Νοέμβρη, οι φοιτητές μπροστά στο ενδεχόμενο να χτυπήσουν τα τανκς και να μπουν μέσα οπότε θα γίνονταν μακελειό με τους οπλισμένους στρατιώτες και αστυνομικούς, αναγκάστηκαν να βγουν. Συμφώνησαν με τον τότε πρύτανη Σδράκα,τον νομάρχη Κούρναβο και τον εισαγγελέα Παπαδέλλη να φύγουν χωρίς να γίνουν συλλήψεις. Αντί αυτών των υποσχέσεων μόλις βγήκαν, έπεσαν με μανία πάνω τους οι ασφαλίτες, συνεπικουρούμενοι σε πολλές περιπτώσεις και από παρακρατικούς της ΕΚΟΦ, με συνέπεια να τους τσακίσουν στο ξύλο στην κυριολεξία. Έγιναν μετά από εκείνη την ηρωική έξοδο πάνω από 250 συλλήψεις, μεταξύ των οποίων ήταν και οι δημοσιογράφοι Δημήτρης Καίσης και Βίκτωρ Νέτας, τους οποίους συνέλαβαν και τους μετέφεραν στο Γεντί Κουλέ.

Τον Φεβρουάριο του 1974 η χούντα που πλέον ήταν φανερό ότι εξέπνεε, έκανε μία σειρά από συλλήψεις στη Θεσσαλονίκη, με 20 στελέχη κυρίως της ΚΝΕ που είχαν υποβληθεί σε μεσαιωνικά βασανιστήρια με φάλαγγα, ηλεκτροσόκ και εικονικές εκτελέσεις. Αυτοί ήταν οι τελευταίοι πολιτικοί κρατούμενοι της Χούντας που απελευθερώθηκαν στις 26 Ιουλίου του 1974, δηλαδή δύο μέρες μετά την πτώση της δικτατορίας, μία πτώση η οποία έφερε τεράστια ανακούφιση σε όλον τον ελληνικό λαό. Αυτή η ανακούφιση φάνηκε από το γεγονός ότι σχεδόν όλος ο πληθυσμός της πόλης τη μέρα που είχε έρθει στη Θεσσαλονίκη ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ήταν, ανεξαρτήτως πολιτικής τοποθέτησης στη μεγαλειώδη συγκέντρωση που είχε πραγματοποιηθεί έξω από ξενοδοχείο «Μακεδονία Παλλάς» που έφτανε μέχρι το λιμάνι…

Τελευταία, διαβάζουμε στα social media κάποιους που υποστηρίζουν ότι δεν υπήρχαν νεκροί την περίοδο της χούντας και ότι η οικονομία της χώρας πήγαινε πολύ καλά. Πώς τα σχολιάζεται όλα αυτά;

Τα βλέπω και εγώ όλα αυτά που είναι παραμύθια και πιστεύω ότι γίνεται μία προσπάθεια για γενικότερη αναθεώρηση της ιστορίας.

Τα τελευταία χρόνια γίνεται μία προσπάθεια ακόμα και σημαντικά ιστορικά γεγονότα που συνέβησαν σε αυτή τη χώρα όπως ήταν η περίοδος της Κατοχής, να ξαναγραφτούν με άλλο πρίσμα που να ευνοεί πιο πολύ την άνοδο της ακροδεξιάς και του νεοφασισμού. Όλα αυτά που σας ανέφερα είναι διαπιστωμένα ύστερα από έρευνες που έγιναν από τον εισαγγελέα Τσεβά και άλλους ανεξάρτητους ερευνητές όπως το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών που δημοσίευσε επίσημο κατάλογο με τα ονόματα 24 νεκρών, ενώ μάλιστα υπάρχουν και αποφάσεις από τις δικαστικές αρχές με κορυφαία την απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών που καταδίκασε σε πολυετείς ποινές φυλάκισης τους πρωταίτιους για τη σφαγή, μεταξύ των οποίων τους Ιωαννίδη, Παπαδόπουλο κ.ά. 

Για τους νεκρούς στο Πολυτεχνείο υπάρχουν συγκεκριμένοι κατάλογοι με τα ονόματά τους. Οι αρνητές της ιστορικής αλήθειας υποστηρίζουν ότι επιδέχονται αμφιβολιών τα στοιχεία αυτά, καθώς ορισμένοι από τους νεκρούς δεν ήταν μέσα στο Πολυτεχνείο αλλά ήταν από έξω… Ναι, πράγματι, ήταν κάποιοι έξω από το Πολυτεχνείο που πυροβολήθηκαν γιατί φώναζαν συνθήματα κατά της χούντας όπως ο 17χρονος μαθητής Διομήδης Κομνηνός, ο σπουδαστής Γιώργος Σαμούρης, η 17χρονη Βασιλική Μπεκιάρη, ο δικηγόρος Σπύρος Κοντομάρης κ.ά. 

Τι σημαίνει; Ότι δεν υπήρχαν νεκροί στο Πολυτεχνείο; Ύστερα υποστηρίζουν ότι στη δικτατορία πήγαινε καλά η οικονομία… Ποια οικονομία; Καταρχάς είχε γίνει φοβερή κατασπατάληση του δημόσιου χρήματος και μία σειρά από οικονομικά σκάνδαλα, όπως αυτό του υπουργού Μπαλόπουλου που προσπαθούσε να τα αποκρύψει η χούντα. Για να μην αναφερθούμε και τη σκανδαλώδη συμφωνία με την ΕΘΥΛ που με τα καρκινογόνα απόβλητά της που έριχνε στον Θερμαϊκό κατέστρεψε για μία εικοσαετία τον κόλπο της Θεσσαλονίκης.

Θυμάμαι το σκάνδαλο με τα σάπια κρέατα που τα έφεραν από την Αργεντινή. Το 1972 που ήμουν στρατιώτης μας έδιναν κάθε Κυριακή για βραδινό μία κονσέρβα με βοδινό κρέας από την Αργεντινή. Όταν την ανοίγαμε διαπιστώναμε ότι δεν τρωγόταν γιατί είχε λήξει πριν από 15 και 20 χρόνια…

Κλείνοντας θα ήθελα να μου πείτε εάν τα συνθήματα του Πολυτεχνείου παραμένουν επίκαιρα;

Νομίζω ότι το βασικό σύνθημα που ήταν «Ψωμί, παιδεία, ελευθερία» παραμένει και σήμερα επίκαιρο, βέβαια κάτω από άλλο πρίσμα και με άλλες συνθήκες. Για το «ψωμί», σε αυτή την συγκυρία που ζούμε με τις τεράστιες δυσκολίες που αντιμετωπίζει η πλειοψηφία του κόσμου για να τα βγάλει πέρα, με αυτή την ακρίβεια, με αυτές τις αλόγιστες ανατιμήσεις, δεν ξέρεις σήμερα αν πας στο σούπερ μάρκετ τι τιμές θα βρεις σε βασικά προϊόντα διατροφής. 

Για την «παιδεία» πάμε να παραδώσουμε την εκπαίδευση στους ιδιώτες και να πηγαίνουν οι νέοι μας σε ιδιωτικά πανεπιστήμια με αποτέλεσμα στο τέλος να σπουδάζουν μόνο τα παιδιά των πλουσίων. Και για την «ελευθερία» δυστυχώς όπως έδειξαν τελευταία κάποια φαινόμενα όπως το έγκλημα των Τεμπών και η υπόθεση των τηλεφωνικών υποκλοπών, υπάρχει σοβαρό πρόβλημα. Αλίμονο αν ξαναγυρίσουμε 40-50 χρόνια πίσω που όταν περπατούσαμε στον δρόμο πάντα γυρίζαμε το κεφάλι προς τα πίσω να δούμε ποιος χαφιές μας παρακολουθεί…

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 17.11.2024

Ο Σπύρος Κουζινόπουλος, γεννήθηκε στις Σέρρες και από νεαρός άρχισε να εργάζεται σε εφημερίδες των Σερρών και στη συνέχεια της Θεσσαλονίκης και των Αθηνών αλλά και σε ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς. Ήταν ανταποκριτής του Γαλλικού Πρακτορείου Ειδήσεων στη Βόρεια Ελλάδα ενώ σε δική του ιδέα στηρίχθηκε η δημιουργία του Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων, του οποίου υπήρξε μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής, διευθυντής σύνταξης και γενικός διευθυντής επί 19 χρόνια.

Από τα μαθητικά χρόνια του, ανέπτυξε πολιτική και συνδικαλιστική δράση και οργάνωσε κινητοποιήσεις για το 15% στην Παιδεία και το Κυπριακό.

Στη διάρκεια της δικτατορίας κυνηγήθηκε από τη Χούντα, για τις ιδέες και την αρθρογραφία του, συνελήφθη, βασανίστηκε και φυλακίσθηκε.

Μιλώντας στη «ΜτΚ» τονίζει ότι δυστυχώς τα τελευταία χρόνια γίνεται μία προσπάθεια μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να γίνει μία αναθεώρηση της ιστορίας του Πολυτεχνείου και της Κατοχής, ώστε να ξαναγραφτεί η ιστορία με άλλο πρίσμα που να ευνοεί πιο πολύ την άνοδο της ακροδεξιάς και του νεοφασισμού…

Πού ήσασταν την 21η Απριλίου του 1967;

Εγώ είχα έρθει στη Θεσσαλονίκη λίγους μήνες νωρίτερα από τις Σέρρες και εργαζόμουν στην εφημερίδα «Μακεδονική Ώρα» που κυκλοφορούσε κάθε Δευτέρα. Έμενα στην περιοχή της σχολής Τυφλών και τα ξημερώματα της 21ης Απριλίου, κατά τις 5 η ώρα το πρωί, ξύπνησα από δυνατά χτυπήματα στην πόρτα μου. Ήταν ο πρώτος μου ξάδερφος Μόρφης Στεφούδης, ο οποίος δούλευε στα πιεστήρια της εφημερίδας «Νέα αλήθεια». Τα πιεστήρια ήταν στην περιοχή «151», απέναντι από το Ιπποκράτειο νοσοκομείο και όταν ο ξάδερφός μου πήγε να πάρει το λεωφορείο από το σιδηροδρομικό σταθμό για να πάει στη δουλειά, είδε παντού τανκς και στρατιώτες οπλισμένους. Ήρθε και με ξύπνησε για να πάμε να κρυφτούμε γιατί και οι δύο ήμασταν οργανωμένοι στη νεολαία Λαμπράκη και κινδυνεύαμε.

Πού βρήκατε καταφύγιο;

Φύγαμε από το σπίτι μου και πήγαμε εκεί κοντά στην περιοχή όπου έμενε μία φοιτήτρια από τις Σέρρες και την παρακάλεσα εάν μπορεί να μας φιλοξενήσει. Ευτυχώς ήταν Παρασκευή, πριν από τη Μεγάλη εβδομάδα και μας είπε ότι θα πήγαινε στις Σέρρες με τη συγκάτοικό της γιατί έκλεινε το πανεπιστήμιο λόγω των γιορτών, οπότε μπορούσαμε να μείνουμε με μεγάλη προσοχή χωρίς να κάνουμε φασαρία και μας καταλάβουν οι γείτονες.

Έτσι το πρώτο διάστημα μείναμε εκεί κρυμμένοι και μετά αλλάξαμε χώρο και βρήκαμε καταφύγιο σε άλλα σπίτια στις περιοχές της Βούλγαρη και της Χαριλάου, οπότε πληροφορήθηκα ότι τα όργανα της δικτατορίας είχαν συλλάβει στη θέση μου τη μητέρα μου Μεταξία που την εξόρισαν για 9 μήνες στη Γυάρο και στη Λέρο.

Οι Θεσσαλονικείς πώς αντέδρασαν μόλις έμαθαν για το πραξικόπημα;

Ο κόσμος άρχισε από την πρώτη μέρα να αντιδρά. Κάποιοι μάλιστα προσπάθησαν να κάνουν μία πορεία στην Εγνατία. Μία ομάδα πολιτών με επικεφαλής τον αείμνηστο Ντίνο Τριαρίδη, συγκεντρώθηκε και έκανε διαδήλωση στην Τσιμισκή ενώ μία άλλη ομάδα στην οποία μετείχε και ο συνάδελφός μας Θανάσης Καρτερός προσπάθησε να κάνει διαδήλωση μπροστά στο τότε δημαρχείο που ήταν στο Καραβάν Σαράι, αλλά τελικά διαλύθηκαν όταν εμφανίστηκαν οπλισμένοι στρατιώτες και αστυνομικοί και άρχισαν τις συλλήψεις.

Πόσες συλλήψεις έγιναν;

Τις πρώτες μέρες της δικτατορίας μόνο εδώ στη Θεσσαλονίκη έγιναν περίπου 500 συλλήψεις από τους 1.500 συνολικά δημοκρατικούς πολίτες που είχαν συλληφθεί σε όλη τη χώρα. Οι περισσότεροι από αυτούς οδηγήθηκαν στα κρατητήρια των αστυνομικών τμημάτων και ένα μικρό μέρος είχε μεταφερθεί στις φυλακές του Γεντί Κουλέ και στο Τμήμα Μεταγωγών. Μετά από 3-4 μέρες, ήρθε το αρματαγωγό «Σάμος» στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, τους φόρτωσαν όλους σε αυτό και τους πήγαν εξορία στη Γυάρο. Σε πολλά αστυνομικά τμήματα είχε υπάρξει και φοβερή βία, όπως έγινε στο αστυνομικό τμήμα του Ευόσμου, όπου ο τότε δημοτικός σύμβουλος και μετέπειτα δήμαρχος Σταμάτης Διονυσίου, αλλά και πολλοί άλλοι κρατούμενοι, μεταξύ των οποίων ένας θείος μου, ξυλοκοπήθηκαν άγρια από τον διοικητή του τμήματος Ταμβάκη και άλλους αστυνομικούς.

Αναφέρθηκαν και νεκροί από τα βασανιστήρια;

Ναι, ο πρώτος νεκρός ήταν ο Βασίλης Μπεκροδημήτρης που πέθανε από βασανιστήρια τις πρώτες ημέρες του πραξικοπήματος στο αστυνομικό τμήμα Χαριλάου όπου ήταν κρατούμενος. Ο άνθρωπος ήταν καρδιοπαθής και ζητούσε τα φάρμακα του αλλά οι αστυνομικοί όχι μόνο δεν του πήγαν φάρμακα, τον αντιμετώπιζαν με σκιώδη τρόπο, με συνέπεια μετά από αρκετές ώρες να υποκύψει. Στη Θεσσαλονίκη είχε αναπτυχθεί ισχυρό αντιδικτατορικό κίνημα. Το «Πατριωτικό Μέτωπο» ήταν η μεγαλύτερη οργάνωση με επικεφαλής τον Γιώργο Τσαρουχά, ο οποίος ήταν πρώην βουλευτής της ΕΔΑ και είχε κακοποιηθεί μαζί με το Γρηγόρη Λαμπράκη, τη νύχτα της 22 Μαΐου του 1963 όταν έγινε η επίθεση κατά του αγωνιστή της ειρήνης στη Θεσσαλονίκη. Στις 9 Μαΐου του 1968, ο Τσαρουχάς ενώ πήγαινε με άλλους συντρόφους του στην Αθήνα, είχε προδοθεί η κάθοδος και έπεσε σε μπλόκο της αστυνομίας. Τον μετέφεραν στο Γ’ Σώμα Στρατού, στα γραφεία της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, όπου υπέκυψε κάτω από σκληρά βασανιστήρια στα οποία είχε υποστεί. Η χούντα είχε προσπαθήσει να αποκρύψει τα πραγματικά αίτια του θανάτου του και με ένα μονόστηλο που είχε διοχετευτεί την άλλη μέρα στις εφημερίδες, ανακοίνωσε ό,τι πέθανε από καρδιακή ανακοπή την ώρα που τον συνέλαβαν… Όλα αυτά βέβαια ήταν παραμύθια γιατί όπως διαπιστώθηκε αργότερα είχε βασανιστεί άγρια και μάλιστα βρέθηκαν φωτογραφίες από τον ανακριτή Ηλιάδη. Ο ανακριτής βρήκε στη θυρίδα της Σήμανσης ένα φιλμ από το οποίο προέκυψε ότι ο Τσαρουχάς είχε υποστεί βασανιστήρια μετά από τη σύλληψή του. Τις φωτογραφίες αυτές, που τις έχω στο αρχείο μου, δείχνουν το κακοποιημένο σώμα του νεκρού, τα μαστιγώματα στην πλάτη, τα πρησμένα κάτω άκρα και κυρίως τα χτυπήματα στο εσωτερικό των μηρών που, σύμφωνα με ιατροδικαστές που είδαν τις φωτογραφίες, πρέπει να ήταν τα μοιραία…

Νωρίτερα, τον Σεπτέμβριο του 1967, η χούντα δολοφόνησε στη Θεσσαλονίκη τον Γιάννη Χαλκίδη, 27 χρόνων. Ο Χαλκίδης, ήταν μέλος της αντιδικτατορικής οργάνωσης «Πατριωτικό Αντιδικτατορικό Μέτωπο» που οργάνωσε την πρώτη βομβιστική επίθεση στη Θεσσαλονίκη. Η οργάνωση προκειμένου να δείξει ότι ο λαός δεν αποδέχεται τη δικτατορία αποφάσισε να βυθίσει στο σκοτάδι ένα μικρό τμήμα της Θεσσαλονίκης γύρω από το Παλέ ντε Σπορ, την ώρα που τελούνταν εκεί τα πρώτα μετά το πραξικόπημα εγκαίνια της ΔΕΘ, παρουσία του αρχιπραξικοπηματία Γιώργου Παπαδόπουλου, του Παττακού και άλλων κορυφαίων στελεχών της χούντας. Η βλάβη που προκλήθηκε σε κολώνα της ΔΕΗ του υποσταθμού στην περιοχή Δόξας, δίπλα στο Καυταντζόγλειο, προκάλεσε ολιγόλεπτη διακοπή του ρεύματος στη διάρκεια της τελετής. Το αποτέλεσμα ήταν να μείνει η ΔΕΘ χωρίς ρεύμα για λίγη ώρα και οι ξένοι διπλωμάτες και δημοσιογράφοι που παρακολουθούσαν την τελετή των εγκαινίων να μεταδώσουν στο εξωτερικό ότι υπήρξε αυτή η αντιστασιακή ενέργεια. Μετά από αυτό τα όργανα της δικτατορίας είχαν εξαπολύσει ανθρωποκυνηγητό για να βρουν ποιοι ήταν αυτοί που προκάλεσαν την έκρηξη. Περίπου μία βδομάδα μετά εντόπισαν το διαμέρισμα όπου κρυβόντουσαν ο Χαλκίδης μαζί με τους συναγωνιστές του Νάντη Χατζηγιάννη και Γρηγόρη Παντή. Αντί να προσπαθήσουν να τους συλλάβουν, άρχισαν να τους πυροβολούν στο ψαχνό με αποτέλεσμα να δολοφονήσουν εν ψυχρώ τον Χαλκίδη.

Εκτός από το «Πατριωτικό Μέτωπο» υπήρχαν και άλλες αντιδικτατορικές οργανώσεις στη Θεσσαλονίκη;

Ναι, υπήρχαν και άλλες οργανώσεις όπως ήταν η «Δημοκρατική Άμυνα», ο «Ρήγας Φεραίος», η «Αντι-ΕΦΕΕ», η αντιδικτατορική ΚΝΕ, η «Λαϊκή Πάλη» κ.ά. Στην τελευταία μάλιστα συμμετείχε και ένας συνάδελφός μας, ο Πάνος Καισίδης, ο οποίος συνελήφθη και βασανίστηκε άγρια. Τον Σεπτέμβριο του 1968 με συνέλαβαν και έμενα και έμεινα τέσσερις μήνες στα κρατητήρια της εθνικής ασφάλειας που ήταν τότε στην οδό Βαλαωρίτου γιατί είχαμε φτιάξει μία ομάδα με την οποία ρίχναμε αντιδικτατορικά τρικάκια στα γραμματοκιβώτια και συγκεντρώναμε χρήματα και διάφορα εφόδια, τα οποία στέλναμε στους εξόριστους στη Γυάρο και στις οικογένειες των πολιτικών κρατουμένων. Το τετράμηνο αυτό ένιωσα και εγώ την «περιποίηση» των βασανιστών…

Οι εφημερίδες της εποχής εκείνης πώς λειτουργούσαν;

Οι εφημερίδες λειτουργούσαν κάτω από την μπότα της λογοκρισίας. Πριν εκδοθούν, ένα δέμα με εφημερίδες πήγαινε στο τότε υπουργείο Βόρειας Ελλάδας, όπου υπήρχε η επιτροπή λογοκρισίας από ειδικά διατεταγμένους ανθρώπους της δικτατορίας που έλεγχαν όλα τα κείμενα. Έλεγαν αυτό το κείμενο να βγει, εκείνο να κοπεί το άλλο να αντικατασταθεί κ.λπ. Για να καταλάβετε, σας λέω ότι εκείνο το διάστημα εγώ εργαζόμουν στη «Νέα Αλήθεια», η οποία είχε φτάσει να είχε ελάχιστη κυκλοφορία και κυρίως δημοσίευε δημοπρασίες και πλειστηριασμούς. Έβγαζε λοιπόν κάθε μέρα περίπου 100 φύλλα για τους δικαστικούς αντιπροσώπους που αυτοί ήταν κυρίως οι πελάτες της εφημερίδας. Από αυτά τα 100 φύλλα, τα 60 πήγαιναν στην επιτροπή λογοκρισίας για να λογοκρίνει ακόμα και τις δημοπρασίες…

Θυμάστε πώς έγινε η εξέγερση και στο Πολυτεχνείο της Θεσσαλονίκης;

Τον Νοέμβρη του 1973 ξεκίνησε η κατάληψη των φοιτητών στην Αθήνα και οι φοιτητές εδώ πήραν θάρρος και κατέλαβαν και αυτοί το Πολυτεχνείο της Θεσσαλονίκης. Εγώ μόλις είχα απολυθεί από το στρατό και είχα ενταχθεί σε μία ομάδα αντιδικτατορική της ΚΝΕ με άλλους νέους της εποχής όπως ο Γρηγόρης Κοκοζίδης που λίγο πριν είχε απολυθεί από την εξορία, η Κική Ακρίδα, η Ρίτσα Μπετσιμέα, η Ελένη Ιωαννίδου με τον σύζυγό της Δημήτρη Ιωαννίδη, έναν ηλεκτρολόγο ο οποίος μάλιστα είχε εφοδιάσει τους φοιτητές με λυχνίες για να μπορέσουν να λειτουργήσουν τον παράνομο ραδιοφωνικό σταθμό της κατάληψης. Εκφωνητές ήταν η Κλεοπάτρα Παπαγεωργίου και ο Φώτης Σιούμπουρας, ενώ τις ανακοινώσεις έγραφε μεταξύ άλλων και ο Κλέαρχος Τσαουσίδης. Εμείς με την ομάδά μας συγκεντρώναμε υλικό από έξω, χρήματα, τρόφιμα και γραφική ύλη, κυρίως μελάνι και χαρτί για τη λειτουργία του πολύγραφου της κατάληψης και τα προωθούσαμε στο Πολυτεχνείο με ένα μέλος της ομάδας μας, που ήταν ο τότε φοιτητής της οδοντιατρικής Γιάννης Βασιλειάδης που συμμετείχε στην επιτροπή της κατάληψης.

Πώς έληξε η εξέγερση του Πολυτεχνείου της Θεσσαλονίκης;

Η χούντα βλέποντας ότι ο κόσμος συμμετέχει στην εξέγερση, αποφάσισε να παρέμβει με στρατιώτες και τανκς για να την σταματήσει. Περικύκλωσαν το Πολυτεχνείο και στις 4 τα ξημερώματα της 17 Νοέμβρη, οι φοιτητές μπροστά στο ενδεχόμενο να χτυπήσουν τα τανκς και να μπουν μέσα οπότε θα γίνονταν μακελειό με τους οπλισμένους στρατιώτες και αστυνομικούς, αναγκάστηκαν να βγουν. Συμφώνησαν με τον τότε πρύτανη Σδράκα,τον νομάρχη Κούρναβο και τον εισαγγελέα Παπαδέλλη να φύγουν χωρίς να γίνουν συλλήψεις. Αντί αυτών των υποσχέσεων μόλις βγήκαν, έπεσαν με μανία πάνω τους οι ασφαλίτες, συνεπικουρούμενοι σε πολλές περιπτώσεις και από παρακρατικούς της ΕΚΟΦ, με συνέπεια να τους τσακίσουν στο ξύλο στην κυριολεξία. Έγιναν μετά από εκείνη την ηρωική έξοδο πάνω από 250 συλλήψεις, μεταξύ των οποίων ήταν και οι δημοσιογράφοι Δημήτρης Καίσης και Βίκτωρ Νέτας, τους οποίους συνέλαβαν και τους μετέφεραν στο Γεντί Κουλέ.

Τον Φεβρουάριο του 1974 η χούντα που πλέον ήταν φανερό ότι εξέπνεε, έκανε μία σειρά από συλλήψεις στη Θεσσαλονίκη, με 20 στελέχη κυρίως της ΚΝΕ που είχαν υποβληθεί σε μεσαιωνικά βασανιστήρια με φάλαγγα, ηλεκτροσόκ και εικονικές εκτελέσεις. Αυτοί ήταν οι τελευταίοι πολιτικοί κρατούμενοι της Χούντας που απελευθερώθηκαν στις 26 Ιουλίου του 1974, δηλαδή δύο μέρες μετά την πτώση της δικτατορίας, μία πτώση η οποία έφερε τεράστια ανακούφιση σε όλον τον ελληνικό λαό. Αυτή η ανακούφιση φάνηκε από το γεγονός ότι σχεδόν όλος ο πληθυσμός της πόλης τη μέρα που είχε έρθει στη Θεσσαλονίκη ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ήταν, ανεξαρτήτως πολιτικής τοποθέτησης στη μεγαλειώδη συγκέντρωση που είχε πραγματοποιηθεί έξω από ξενοδοχείο «Μακεδονία Παλλάς» που έφτανε μέχρι το λιμάνι…

Τελευταία, διαβάζουμε στα social media κάποιους που υποστηρίζουν ότι δεν υπήρχαν νεκροί την περίοδο της χούντας και ότι η οικονομία της χώρας πήγαινε πολύ καλά. Πώς τα σχολιάζεται όλα αυτά;

Τα βλέπω και εγώ όλα αυτά που είναι παραμύθια και πιστεύω ότι γίνεται μία προσπάθεια για γενικότερη αναθεώρηση της ιστορίας.

Τα τελευταία χρόνια γίνεται μία προσπάθεια ακόμα και σημαντικά ιστορικά γεγονότα που συνέβησαν σε αυτή τη χώρα όπως ήταν η περίοδος της Κατοχής, να ξαναγραφτούν με άλλο πρίσμα που να ευνοεί πιο πολύ την άνοδο της ακροδεξιάς και του νεοφασισμού. Όλα αυτά που σας ανέφερα είναι διαπιστωμένα ύστερα από έρευνες που έγιναν από τον εισαγγελέα Τσεβά και άλλους ανεξάρτητους ερευνητές όπως το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών που δημοσίευσε επίσημο κατάλογο με τα ονόματα 24 νεκρών, ενώ μάλιστα υπάρχουν και αποφάσεις από τις δικαστικές αρχές με κορυφαία την απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών που καταδίκασε σε πολυετείς ποινές φυλάκισης τους πρωταίτιους για τη σφαγή, μεταξύ των οποίων τους Ιωαννίδη, Παπαδόπουλο κ.ά. 

Για τους νεκρούς στο Πολυτεχνείο υπάρχουν συγκεκριμένοι κατάλογοι με τα ονόματά τους. Οι αρνητές της ιστορικής αλήθειας υποστηρίζουν ότι επιδέχονται αμφιβολιών τα στοιχεία αυτά, καθώς ορισμένοι από τους νεκρούς δεν ήταν μέσα στο Πολυτεχνείο αλλά ήταν από έξω… Ναι, πράγματι, ήταν κάποιοι έξω από το Πολυτεχνείο που πυροβολήθηκαν γιατί φώναζαν συνθήματα κατά της χούντας όπως ο 17χρονος μαθητής Διομήδης Κομνηνός, ο σπουδαστής Γιώργος Σαμούρης, η 17χρονη Βασιλική Μπεκιάρη, ο δικηγόρος Σπύρος Κοντομάρης κ.ά. 

Τι σημαίνει; Ότι δεν υπήρχαν νεκροί στο Πολυτεχνείο; Ύστερα υποστηρίζουν ότι στη δικτατορία πήγαινε καλά η οικονομία… Ποια οικονομία; Καταρχάς είχε γίνει φοβερή κατασπατάληση του δημόσιου χρήματος και μία σειρά από οικονομικά σκάνδαλα, όπως αυτό του υπουργού Μπαλόπουλου που προσπαθούσε να τα αποκρύψει η χούντα. Για να μην αναφερθούμε και τη σκανδαλώδη συμφωνία με την ΕΘΥΛ που με τα καρκινογόνα απόβλητά της που έριχνε στον Θερμαϊκό κατέστρεψε για μία εικοσαετία τον κόλπο της Θεσσαλονίκης.

Θυμάμαι το σκάνδαλο με τα σάπια κρέατα που τα έφεραν από την Αργεντινή. Το 1972 που ήμουν στρατιώτης μας έδιναν κάθε Κυριακή για βραδινό μία κονσέρβα με βοδινό κρέας από την Αργεντινή. Όταν την ανοίγαμε διαπιστώναμε ότι δεν τρωγόταν γιατί είχε λήξει πριν από 15 και 20 χρόνια…

Κλείνοντας θα ήθελα να μου πείτε εάν τα συνθήματα του Πολυτεχνείου παραμένουν επίκαιρα;

Νομίζω ότι το βασικό σύνθημα που ήταν «Ψωμί, παιδεία, ελευθερία» παραμένει και σήμερα επίκαιρο, βέβαια κάτω από άλλο πρίσμα και με άλλες συνθήκες. Για το «ψωμί», σε αυτή την συγκυρία που ζούμε με τις τεράστιες δυσκολίες που αντιμετωπίζει η πλειοψηφία του κόσμου για να τα βγάλει πέρα, με αυτή την ακρίβεια, με αυτές τις αλόγιστες ανατιμήσεις, δεν ξέρεις σήμερα αν πας στο σούπερ μάρκετ τι τιμές θα βρεις σε βασικά προϊόντα διατροφής. 

Για την «παιδεία» πάμε να παραδώσουμε την εκπαίδευση στους ιδιώτες και να πηγαίνουν οι νέοι μας σε ιδιωτικά πανεπιστήμια με αποτέλεσμα στο τέλος να σπουδάζουν μόνο τα παιδιά των πλουσίων. Και για την «ελευθερία» δυστυχώς όπως έδειξαν τελευταία κάποια φαινόμενα όπως το έγκλημα των Τεμπών και η υπόθεση των τηλεφωνικών υποκλοπών, υπάρχει σοβαρό πρόβλημα. Αλίμονο αν ξαναγυρίσουμε 40-50 χρόνια πίσω που όταν περπατούσαμε στον δρόμο πάντα γυρίζαμε το κεφάλι προς τα πίσω να δούμε ποιος χαφιές μας παρακολουθεί…

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 17.11.2024

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία