ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Ένα έργο που συνδυάζει θέατρο και πολιτική φιλοσοφία

Ο συγγραφέας του Γιώργος Χατζηχρήστος μιλά στο makthes.gr – Πότε και πού θα παρουσιαστεί

 07/12/2024 08:00

Ένα έργο που συνδυάζει θέατρο και πολιτική φιλοσοφία

Κυριακή Τσολάκη

Ένα χαλασμένο καζανάκι. Δέκα κιλά δαμάσκηνα. Ένα ελαφρώς χρησιμοποιημένο φακελάκι μέντα. Είκοσι αυγά σε μια κατσαρόλα: δέκα καμένα και δέκα άβραστα, αυτά του πάνω ορόφου. Τα υλικά από τα οποία συντίθενται τα μεγάλα πολιτικά και φιλοσοφικά διλήμματα. Πόσα ζητήματα πολιτικής φιλοσοφίας μπορεί να κρύβονται πίσω από μια συγκατοίκηση δύο καθημερινών ανθρώπων σε μια γκρι καθημερινότητα μιας μητρόπολης, όπως το Λονδίνο; Δύο ανθρώπων που παρακολουθούν την πρώιμη νεότητά τους να αφήνεται πίσω σε έναν τόπο που κοιτάζει μόνο μπροστά…

Είναι μια μικρή γεύση μόνο από το θεατρικό έργο του Γιώργου Χατζηχρήστου με τίτλο «104 Γαμημένες Τρίτες» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Σαιξπηρικόν. Ο συγγραφέας γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και έχει σπουδάσει οικονομία, κοινωνιολογία και φιλοσοφία σε πανεπιστήμια της Ελλάδας και του εξωτερικού. Από το 2011 δουλεύει με το θεατρικό εργαστήριο Τεχνουργείο συμμετέχοντας σε παραστάσεις.

Το θέατρο ήρθε πρώτο στη ζωή του και οι σπουδές του ακολούθησαν. «Αν πρέπει όμως να εντοπίσω ένα κοινό σημείο αναφοράς αυτό θα ήταν το ενδιαφέρον μου για την παρατήρηση της ανθρώπινης -ατομικής και κοινωνικής- συμπεριφοράς που είναι κοινή στις κοινωνικές επιστήμες και στο θέατρο. Αυτό που ονομάζουμε στην κοινωνική έρευνα παρατήρηση πεδίου, και η οποία ξεκίνησε κατά βάση από την ανθρωπολογία και την κοινωνιολογία, ασχολείται ακριβώς με την παρατήρηση και την καταγραφή της ανθρώπινης δραστηριότητας σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο. Ακριβώς το ίδιο κάνει το θέατρο, μόνο που εκεί ο ηθοποιός καλείται να ανακατασκευάσει, να αναβιώσει τρόπον τινά, αυτήν την παρατήρηση. Αλλά ο ηθοποιός είναι πρωτίστως ερευνητής. Για παράδειγμα, σκεφτείτε έναν ηθοποιό να προσπαθεί να ερμηνεύσει επί σκηνής ένας άνθρωπο μεθυσμένο χωρίς να έχει δει ποτέ στη ζωή του μια τέτοια συμπεριφορά. Άρα η παρατήρηση προηγείται πάντα της ερμηνείας. Και αντίστροφα, ακόμα και ο όρος ερμηνεία χρησιμοποιείται πλέον ευρέως στην κοινωνική έρευνα, καθώς στο σύγχρονο πολυδαίδαλο κόσμο που ζούμε συνειδητοποιούμε ότι δεν μπορούμε να αποδείξουμε τους μηχανισμούς των κοινωνικών φαινομένων. Μπορούμε απλά να τους ερμηνεύσουμε. Συνεπώς και ο κοινωνικός ερευνητής δεν είναι κάτι άλλο παρά ερμηνευτής. Για να το συνοψίσω, νιώθω ότι στην κοινωνική έρευνα και στο θέατρο κάνω το ίδιο ακριβώς πράγμα. Οι μεθοδολογίες μπορεί απλά να διαφέρουν».

Η αρχική επιλογή του να συνεργαστεί με το Τεχνουργείο ήταν μάλλον τυχαία κατά τα διάρκεια των φοιτητικών του χρόνων. «Προέκυψε από σύσταση κάποιου γνωστού μου. Το σημαντικό εδώ νομίζω είναι ότι δεκαπέντε χρόνια αργότερα, με αρκετές εικόνες από το εξωτερικό και μια μακρόχρονη απουσία από τη Θεσσαλονίκη, αυτή η σχέση είναι πιο δυνατή από ποτέ. Θεωρώ ότι το Τεχνουργείο είναι ένας από τους λίγους δημιουργικούς πνεύμονες αυτής της πόλης και νομίζω είναι πολλά περισσότερα από ένα θεατρικό εργαστήριο. Κάποιος που μπαίνει σε αυτό το περιβάλλον δεν αναπτύσσει απλά ένα χόμπι, αλλά αλλάζει δραστικά στάση ζωής. Το θέατρο έχει αυτή τη μαγική δύναμη, και όσες και όσοι έχουν ασχοληθεί νομίζω το καταλαβαίνουν. Καμιά φορά αστειευόμενος λέω ότι το Τεχνουργείο έχει κάψει πολύ κόσμο, γιατί έχει βοηθήσει πολλά παιδιά στο να γίνουν ηθοποιοί, του Κρατικού και του Εθνικού Θεάτρου μεταξύ άλλων. Και προφανώς επαγγελματικά ο χώρος έχει πολλές δυσκολίες. Εμείς το κρατάμε σε ερασιτεχνικό επίπεδο και παραμένουμε ίσως λίγο πιο χαρούμενοι με αυτό».

Εκεί προσφάτως διαμορφώνει σεμινάρια με θεματικές θεάτρου και πολιτικής φιλοσοφίας. Έχει χρησιμοποιήσει εκτενώς θεωρητικά εργαλεία πολιτικής θεωρίας και φιλοσοφίας για να μιλήσει για το θέατρο. Στο συγκεκριμένο έργο τα πράγματα αντιστρέφονται, αφού χρησιμοποιεί θεατρικά εργαλεία για να μιλήσει για πολιτική και φιλοσοφία. Στην ερώτηση για το πώς συνδέονται πολιτική φιλοσοφία και θέατρο απαντά: «Αυτή είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα ερώτηση που με έχει απασχολήσει και εμένα αρκετά. Πριν δύο χρόνια μάλιστα είχαμε ξεκινήσει στο πλαίσιο του Τεχνουργείου έναν κύκλο θεωρείων με θέματα πολιτικής φιλοσοφίας και θεάτρου. Υπάρχει μια εκλεκτική συγγένεια μεταξύ των δύο που ξεκινάει πολύ παλιά. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η ρίζα θέα συναντάται και στο θέατρο αλλά και στο θεωρείν, το οποίο δηλώνει μια θεωρητική ανάμνηση. Σε ένα πρώτο επίπεδο το θέατρο καταπιάνεται με ζητήματα εφαρμοσμένης πολιτικής αλλά και πολιτικής φιλοσοφίας. Οι αρχαίες τραγωδίες άλλωστε πραγματεύονταν κατεξοχήν τέτοια ζητήματα. Αυτό που βρίσκω εγώ όμως ακόμα πιο ενδιαφέρον είναι το πώς ζητήματα πολιτικής φιλοσοφίας εγγράφονται στο σώμα των θεατρικών κειμένων, χωρίς απαραίτητα να τα θέτουν ρητά. Και πώς ακόμα μέσω αυτών των εγγραφών το θέατρο λειτουργεί ως ένας κοινωνικός φορέας πολιτικής αλλαγής. Για παράδειγμα στη χιλιοαναλυμένη Αντιγόνη του Σοφοκλή έχουν εντοπιστεί η σύγκρουση του ατομικού καθήκοντος με την κρατική εξουσία (Χέγκελ), η πολιτική σημασία της ανυπακοής (Χάνα Άρεντ), ή ακόμα και η αμφισημία του φύλου (Τζουντιθ Μπάτλερ) μεταξύ πολλών άλλων. Μέχρι πρόσφατα, ακούγαμε κατά βάση τι μας έλεγε η φιλοσοφία για το θέατρο. Νομίζω ότι πλέον έχουμε στρέψει περισσότερο την προσοχή μας στο τι μπορεί να μας πει το θέατρο για την πολιτική φιλοσοφία. Και αυτό είναι μια πολύ δημιουργική διαδικασία».

Αυτόν τον συνδυασμό ήθελε να αναδείξει και μέσα από το έργο. «Η αναζήτηση θεατρικών εργαλείων για να μιλήσω για ζητήματα πολιτικής φιλοσοφίας αποδείχθηκε πολύ μεγαλύτερη πρόκληση από ότι αρχικά περίμενα. Πρώτα και κύρια γιατί υπάρχει αυτό που στο θέατρο ονομάζουμε θεατρική οικονομία και σχετίζεται με έναν διαφορετικό χώρο και χρόνο. Ο διαφορετικός χώρος έχει να κάνει αφενός με τον κειμενικό χώρο ο οποίος προφανώς δεν σου επιτρέπει μακροσκελείς στοχασμούς. Ό,τι έχεις να πεις πρέπει να το πεις μέσα από διαλόγους. Αφετέρου σε μια δεύτερη χωρική δυσκολία, αυτοί οι διάλογοι προέρχονται από τα στόματα των ηρώων, που εν προκειμένω στο έργο είναι κάποιοι μικροαστοί που ζούνε στο Λονδίνο. Πώς να θέσεις ζητήματα ηθικής και φιλοσοφίας σε ένα τέτοιο πλαίσιο; Κάποιες στρατηγικές βοηθούν, όπως οι ιδιότητες των δύο βασικών ηρώων -ο Ρόουζ ως συγγραφέας και ο Πέκαμ ως κομμουνιστής- που δίνουν μια αφορμή για να τεθούν τέτοια ζητήματα, φυσικά με σημαντική έκπτωση στο ύφος του στοχασμού».

Και εδώ έρχεται ο θεατρικός χρόνος να το εκτροχιάσει εντελώς, καθώς ακόμα κι αν βρεις τις αφορμές και τα κατάλληλα στόματα για να θέσεις τέτοιες προβληματικές πρέπει να το κάνεις μέσα σε έναν θεατρικό χρόνο που είναι αδυσώπητος και δεν συγχωρεί μακροσκελείς μονολόγους. «Ακόμα και έχοντας στο μυαλό μου όλους αυτούς τους περιορισμούς, πάλι νομίζω ότι υπάρχουν δύο τρία σημεία στις Τρίτες στα οποία ο φιλοσοφικός στοχασμός μπορεί να λειτουργεί εις βάρος του θεατρικού χρόνου. Το άφησα συνειδητά, γιατί νομίζω ότι…αυτός είμαι. Και η προσωπική ταυτότητα ίσως να δικαιολογεί και κάποιες εκπτώσεις στη θεατρική οικονομία. Θα φανεί στο χειροκρότημα υποθέτω».

Ο τίτλος του βιβλίου κινεί το ενδιαφέρον από την πρώτη στιγμή. Από πού αντλείται; «Αρχικά θα έλεγα ότι η αισθητική του τίτλου είναι αγγλοσαξονικής επιρροής, όπως αγγλικό είναι και το περιβάλλον στο οποίο κινούνται οι ήρωες του έργου. Στην αγγλική γλώσσα ο επιθετικός προσδιορισμός χρησιμοποιείται ευρέως όχι απλά ως βρισιά αλλά και για τονισμό. Βέβαια αντίθετα με το τι θα νομίζαμε, ο τίτλος δεν αποσκοπεί μόνο στο να προκαλέσει, αλλά αναδεικνύεται και οργανικά από την ίδια την υπόθεση του έργου. Το έργο ξεδιπλώνεται γύρω από τον χαρακτήρα που έχουν αυτές οι Τρίτες οι οποίες δεν θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν αλλιώς για τους δύο χαρακτήρες του έργου. Παρόλα αυτά, όταν σκέφτηκα πρώτη φορά τον τίτλο μου δημιουργήθηκαν μια σειρά ερωτήσεων: είναι καθωσπρέπει να υπάρχει ένας τέτοιος επιθετικός προσδιορισμός στον τίτλο ενός έργου; Θα μπορούσε κάτι τέτοιο να είναι προσβλητικό για τον αναγνώστη ή τον θεατή; Ή ακόμα πώς θα ακούγεται η προφορά του τίτλου σε μια πιο επίσημη συνθήκη; Σαν γνήσιο παιδί της φιλοσοφίας, με ενδιαφέρουν κατά βάση τα ερωτήματα και όχι οι απαντήσεις τους. Συνεπώς και μόνο που αυτός ο τίτλος μου γέννησε τόσο πολλά ερωτήματα αισθητικής και ηθικής κέρδισε κάπως ενστικτωδώς τη θέση του εκεί. Αν αντίστοιχα ερωτήματα δημιουργηθούν στον αναγνώστη ή τον θεατή αυτή θα είναι μια πρώτη νίκη του έργου», καταλήγει ο συγγραφέας.

Οι εκδόσεις Σαιξπηρικόν και το θεατρικό εργαστήρι Τεχνουργείο πραγματοποιούν την παρουσίαση του θεατρικού έργου την Κυριακή 8 Δεκεμβρίου στις 8.30μμ στον χώρο του Τεχνουργείου (Αγίου Δημητρίου 121).

Ένα χαλασμένο καζανάκι. Δέκα κιλά δαμάσκηνα. Ένα ελαφρώς χρησιμοποιημένο φακελάκι μέντα. Είκοσι αυγά σε μια κατσαρόλα: δέκα καμένα και δέκα άβραστα, αυτά του πάνω ορόφου. Τα υλικά από τα οποία συντίθενται τα μεγάλα πολιτικά και φιλοσοφικά διλήμματα. Πόσα ζητήματα πολιτικής φιλοσοφίας μπορεί να κρύβονται πίσω από μια συγκατοίκηση δύο καθημερινών ανθρώπων σε μια γκρι καθημερινότητα μιας μητρόπολης, όπως το Λονδίνο; Δύο ανθρώπων που παρακολουθούν την πρώιμη νεότητά τους να αφήνεται πίσω σε έναν τόπο που κοιτάζει μόνο μπροστά…

Είναι μια μικρή γεύση μόνο από το θεατρικό έργο του Γιώργου Χατζηχρήστου με τίτλο «104 Γαμημένες Τρίτες» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Σαιξπηρικόν. Ο συγγραφέας γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και έχει σπουδάσει οικονομία, κοινωνιολογία και φιλοσοφία σε πανεπιστήμια της Ελλάδας και του εξωτερικού. Από το 2011 δουλεύει με το θεατρικό εργαστήριο Τεχνουργείο συμμετέχοντας σε παραστάσεις.

Το θέατρο ήρθε πρώτο στη ζωή του και οι σπουδές του ακολούθησαν. «Αν πρέπει όμως να εντοπίσω ένα κοινό σημείο αναφοράς αυτό θα ήταν το ενδιαφέρον μου για την παρατήρηση της ανθρώπινης -ατομικής και κοινωνικής- συμπεριφοράς που είναι κοινή στις κοινωνικές επιστήμες και στο θέατρο. Αυτό που ονομάζουμε στην κοινωνική έρευνα παρατήρηση πεδίου, και η οποία ξεκίνησε κατά βάση από την ανθρωπολογία και την κοινωνιολογία, ασχολείται ακριβώς με την παρατήρηση και την καταγραφή της ανθρώπινης δραστηριότητας σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο. Ακριβώς το ίδιο κάνει το θέατρο, μόνο που εκεί ο ηθοποιός καλείται να ανακατασκευάσει, να αναβιώσει τρόπον τινά, αυτήν την παρατήρηση. Αλλά ο ηθοποιός είναι πρωτίστως ερευνητής. Για παράδειγμα, σκεφτείτε έναν ηθοποιό να προσπαθεί να ερμηνεύσει επί σκηνής ένας άνθρωπο μεθυσμένο χωρίς να έχει δει ποτέ στη ζωή του μια τέτοια συμπεριφορά. Άρα η παρατήρηση προηγείται πάντα της ερμηνείας. Και αντίστροφα, ακόμα και ο όρος ερμηνεία χρησιμοποιείται πλέον ευρέως στην κοινωνική έρευνα, καθώς στο σύγχρονο πολυδαίδαλο κόσμο που ζούμε συνειδητοποιούμε ότι δεν μπορούμε να αποδείξουμε τους μηχανισμούς των κοινωνικών φαινομένων. Μπορούμε απλά να τους ερμηνεύσουμε. Συνεπώς και ο κοινωνικός ερευνητής δεν είναι κάτι άλλο παρά ερμηνευτής. Για να το συνοψίσω, νιώθω ότι στην κοινωνική έρευνα και στο θέατρο κάνω το ίδιο ακριβώς πράγμα. Οι μεθοδολογίες μπορεί απλά να διαφέρουν».

Η αρχική επιλογή του να συνεργαστεί με το Τεχνουργείο ήταν μάλλον τυχαία κατά τα διάρκεια των φοιτητικών του χρόνων. «Προέκυψε από σύσταση κάποιου γνωστού μου. Το σημαντικό εδώ νομίζω είναι ότι δεκαπέντε χρόνια αργότερα, με αρκετές εικόνες από το εξωτερικό και μια μακρόχρονη απουσία από τη Θεσσαλονίκη, αυτή η σχέση είναι πιο δυνατή από ποτέ. Θεωρώ ότι το Τεχνουργείο είναι ένας από τους λίγους δημιουργικούς πνεύμονες αυτής της πόλης και νομίζω είναι πολλά περισσότερα από ένα θεατρικό εργαστήριο. Κάποιος που μπαίνει σε αυτό το περιβάλλον δεν αναπτύσσει απλά ένα χόμπι, αλλά αλλάζει δραστικά στάση ζωής. Το θέατρο έχει αυτή τη μαγική δύναμη, και όσες και όσοι έχουν ασχοληθεί νομίζω το καταλαβαίνουν. Καμιά φορά αστειευόμενος λέω ότι το Τεχνουργείο έχει κάψει πολύ κόσμο, γιατί έχει βοηθήσει πολλά παιδιά στο να γίνουν ηθοποιοί, του Κρατικού και του Εθνικού Θεάτρου μεταξύ άλλων. Και προφανώς επαγγελματικά ο χώρος έχει πολλές δυσκολίες. Εμείς το κρατάμε σε ερασιτεχνικό επίπεδο και παραμένουμε ίσως λίγο πιο χαρούμενοι με αυτό».

Εκεί προσφάτως διαμορφώνει σεμινάρια με θεματικές θεάτρου και πολιτικής φιλοσοφίας. Έχει χρησιμοποιήσει εκτενώς θεωρητικά εργαλεία πολιτικής θεωρίας και φιλοσοφίας για να μιλήσει για το θέατρο. Στο συγκεκριμένο έργο τα πράγματα αντιστρέφονται, αφού χρησιμοποιεί θεατρικά εργαλεία για να μιλήσει για πολιτική και φιλοσοφία. Στην ερώτηση για το πώς συνδέονται πολιτική φιλοσοφία και θέατρο απαντά: «Αυτή είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα ερώτηση που με έχει απασχολήσει και εμένα αρκετά. Πριν δύο χρόνια μάλιστα είχαμε ξεκινήσει στο πλαίσιο του Τεχνουργείου έναν κύκλο θεωρείων με θέματα πολιτικής φιλοσοφίας και θεάτρου. Υπάρχει μια εκλεκτική συγγένεια μεταξύ των δύο που ξεκινάει πολύ παλιά. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η ρίζα θέα συναντάται και στο θέατρο αλλά και στο θεωρείν, το οποίο δηλώνει μια θεωρητική ανάμνηση. Σε ένα πρώτο επίπεδο το θέατρο καταπιάνεται με ζητήματα εφαρμοσμένης πολιτικής αλλά και πολιτικής φιλοσοφίας. Οι αρχαίες τραγωδίες άλλωστε πραγματεύονταν κατεξοχήν τέτοια ζητήματα. Αυτό που βρίσκω εγώ όμως ακόμα πιο ενδιαφέρον είναι το πώς ζητήματα πολιτικής φιλοσοφίας εγγράφονται στο σώμα των θεατρικών κειμένων, χωρίς απαραίτητα να τα θέτουν ρητά. Και πώς ακόμα μέσω αυτών των εγγραφών το θέατρο λειτουργεί ως ένας κοινωνικός φορέας πολιτικής αλλαγής. Για παράδειγμα στη χιλιοαναλυμένη Αντιγόνη του Σοφοκλή έχουν εντοπιστεί η σύγκρουση του ατομικού καθήκοντος με την κρατική εξουσία (Χέγκελ), η πολιτική σημασία της ανυπακοής (Χάνα Άρεντ), ή ακόμα και η αμφισημία του φύλου (Τζουντιθ Μπάτλερ) μεταξύ πολλών άλλων. Μέχρι πρόσφατα, ακούγαμε κατά βάση τι μας έλεγε η φιλοσοφία για το θέατρο. Νομίζω ότι πλέον έχουμε στρέψει περισσότερο την προσοχή μας στο τι μπορεί να μας πει το θέατρο για την πολιτική φιλοσοφία. Και αυτό είναι μια πολύ δημιουργική διαδικασία».

Αυτόν τον συνδυασμό ήθελε να αναδείξει και μέσα από το έργο. «Η αναζήτηση θεατρικών εργαλείων για να μιλήσω για ζητήματα πολιτικής φιλοσοφίας αποδείχθηκε πολύ μεγαλύτερη πρόκληση από ότι αρχικά περίμενα. Πρώτα και κύρια γιατί υπάρχει αυτό που στο θέατρο ονομάζουμε θεατρική οικονομία και σχετίζεται με έναν διαφορετικό χώρο και χρόνο. Ο διαφορετικός χώρος έχει να κάνει αφενός με τον κειμενικό χώρο ο οποίος προφανώς δεν σου επιτρέπει μακροσκελείς στοχασμούς. Ό,τι έχεις να πεις πρέπει να το πεις μέσα από διαλόγους. Αφετέρου σε μια δεύτερη χωρική δυσκολία, αυτοί οι διάλογοι προέρχονται από τα στόματα των ηρώων, που εν προκειμένω στο έργο είναι κάποιοι μικροαστοί που ζούνε στο Λονδίνο. Πώς να θέσεις ζητήματα ηθικής και φιλοσοφίας σε ένα τέτοιο πλαίσιο; Κάποιες στρατηγικές βοηθούν, όπως οι ιδιότητες των δύο βασικών ηρώων -ο Ρόουζ ως συγγραφέας και ο Πέκαμ ως κομμουνιστής- που δίνουν μια αφορμή για να τεθούν τέτοια ζητήματα, φυσικά με σημαντική έκπτωση στο ύφος του στοχασμού».

Και εδώ έρχεται ο θεατρικός χρόνος να το εκτροχιάσει εντελώς, καθώς ακόμα κι αν βρεις τις αφορμές και τα κατάλληλα στόματα για να θέσεις τέτοιες προβληματικές πρέπει να το κάνεις μέσα σε έναν θεατρικό χρόνο που είναι αδυσώπητος και δεν συγχωρεί μακροσκελείς μονολόγους. «Ακόμα και έχοντας στο μυαλό μου όλους αυτούς τους περιορισμούς, πάλι νομίζω ότι υπάρχουν δύο τρία σημεία στις Τρίτες στα οποία ο φιλοσοφικός στοχασμός μπορεί να λειτουργεί εις βάρος του θεατρικού χρόνου. Το άφησα συνειδητά, γιατί νομίζω ότι…αυτός είμαι. Και η προσωπική ταυτότητα ίσως να δικαιολογεί και κάποιες εκπτώσεις στη θεατρική οικονομία. Θα φανεί στο χειροκρότημα υποθέτω».

Ο τίτλος του βιβλίου κινεί το ενδιαφέρον από την πρώτη στιγμή. Από πού αντλείται; «Αρχικά θα έλεγα ότι η αισθητική του τίτλου είναι αγγλοσαξονικής επιρροής, όπως αγγλικό είναι και το περιβάλλον στο οποίο κινούνται οι ήρωες του έργου. Στην αγγλική γλώσσα ο επιθετικός προσδιορισμός χρησιμοποιείται ευρέως όχι απλά ως βρισιά αλλά και για τονισμό. Βέβαια αντίθετα με το τι θα νομίζαμε, ο τίτλος δεν αποσκοπεί μόνο στο να προκαλέσει, αλλά αναδεικνύεται και οργανικά από την ίδια την υπόθεση του έργου. Το έργο ξεδιπλώνεται γύρω από τον χαρακτήρα που έχουν αυτές οι Τρίτες οι οποίες δεν θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν αλλιώς για τους δύο χαρακτήρες του έργου. Παρόλα αυτά, όταν σκέφτηκα πρώτη φορά τον τίτλο μου δημιουργήθηκαν μια σειρά ερωτήσεων: είναι καθωσπρέπει να υπάρχει ένας τέτοιος επιθετικός προσδιορισμός στον τίτλο ενός έργου; Θα μπορούσε κάτι τέτοιο να είναι προσβλητικό για τον αναγνώστη ή τον θεατή; Ή ακόμα πώς θα ακούγεται η προφορά του τίτλου σε μια πιο επίσημη συνθήκη; Σαν γνήσιο παιδί της φιλοσοφίας, με ενδιαφέρουν κατά βάση τα ερωτήματα και όχι οι απαντήσεις τους. Συνεπώς και μόνο που αυτός ο τίτλος μου γέννησε τόσο πολλά ερωτήματα αισθητικής και ηθικής κέρδισε κάπως ενστικτωδώς τη θέση του εκεί. Αν αντίστοιχα ερωτήματα δημιουργηθούν στον αναγνώστη ή τον θεατή αυτή θα είναι μια πρώτη νίκη του έργου», καταλήγει ο συγγραφέας.

Οι εκδόσεις Σαιξπηρικόν και το θεατρικό εργαστήρι Τεχνουργείο πραγματοποιούν την παρουσίαση του θεατρικού έργου την Κυριακή 8 Δεκεμβρίου στις 8.30μμ στον χώρο του Τεχνουργείου (Αγίου Δημητρίου 121).

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία