ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Επανέρχεται η συζήτηση για την εξωτερική σύγκλιση των ενισχύσεων στη νέα ΚΑΠ - Ποια η θέση της Ελλάδας

Τί σημαίνει για τη χώρα μας εάν εφαρμοστεί

 14/12/2024 08:40

Επανέρχεται η συζήτηση για την εξωτερική σύγκλιση των ενισχύσεων στη νέα ΚΑΠ - Ποια η θέση της Ελλάδας

Στο προσκήνιο των συζητήσεων των υπουργών Γεωργίας επανέρχεται σταδιακά το θέμα της εξωτερικής σύγκλισης των ενισχύσεων στη Κοινή Αγροτική Πολιτική 2024-2034.

Μεταξύ των Κρατών-Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπάρχουν διαφοροποιήσεις ως προς το ύψος των ενισχύσεων, ιδιαιτέρα ανάμεσα στα "παλιά" και στα "νέα" μέλη των «27».

Συνήθεις «ύποπτοι» των πιέσεων των συζητήσεων προς αυτή την κατεύθυνση είναι κατά κύριο λόγο οι χώρες της Βαλτικής (Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία), η Σλοβακία, η Βουλγαρία, η Πολωνία και η Ρουμανία, ωστόσο, αποφεύγουν να αναφέρουν τους πολλαπλούς λόγους για την ύπαρξη αυτών των διαφοροποιήσεων.

'Αλλες χώρες που επηρεάζονται από το ζήτημα της εξωτερικής σύγκλισης είναι η Ιταλία, το Βέλγιο, η Ολλανδία, η Δανία, η Σλοβενία και η Κύπρος. Με αυτά τα κράτη η Ελλάδα σκοπεύει να «οικοδομήσει» συμμαχίες για να αποφευχθούν οι όποιες «δυσάρεστες εκπλήξεις».

Όπως εξηγεί στο Αθηναϊκό - Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Γενικός Γραμματέας Αγροτικής Πολιτικής και Διεθνών Σχέσεων του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Κώστας Μπαγινέτας «στο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2021-2027 και στην τελευταία μεταρρύθμιση της ΚΑΠ, προβλέφθηκε σταδιακή μερική εξωτερική σύγκλιση των ενισχύσεων (κατά τις δύο τελευταίες περιόδους 2014-2020 και 2021-2027 με την Ένωση να πραγματοποιεί σταδιακές καλύψεις μέρους της διαφοράς) ενώ αναφορικά με το επόμενο ΠΔΠ (2028-2034) και με την παραδοχή ότι η Ένωση θα προχωρήσει σε πλήρη σταδιακή σύγκλιση των ενισχύσεων (σε επτά ίσα βήματα), αναμένεται ότι οι πόροι για τη χώρα μας θα μειωθούν σημαντικά. Ειδικότερα εκτιμάται ότι στο επόμενο ΠΔΠ 2028-2034 οι πόροι για τον 1ο πυλώνα θα μειωθούν, περίπου, κατά 24% ή σε απόλυτα ποσά 3,17 δις ευρώ ή κατά 450 εκατ. ευρώ κατ' έτος».

Τι ισχύει για τη χώρα μας

Για τη χώρα μας η εξωτερική σύγκλιση αποτελεί ένα σημαντικότατο ζήτημα καθώς η Ελλάδα κατέχει τη δεύτερη θέση μεταξύ των 27 Κρατών-Μελών, όσον αφορά στο ύψος των άμεσων ενισχύσεων ανά εκτάριο, ενώ η μέση ενίσχυση ανά εκτάριο που λαμβάνει είναι περίπου διπλάσια του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Όπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Μπαγινέτας «στο θεωρητικό σενάριο που εφαρμοζόταν πλήρης εξωτερική σύγκλιση από το 1ο έτος του προηγούμενου ΠΔΠ (2021-2027) οι απώλειες θα ανέρχονταν σε περίπου 42%, δηλαδή περίπου 895 εκατ. ευρώ κατ' έτος ή 6,28 δις ευρώ στην επταετία».

Και προσθέτει «η χώρα μας θα είχε τις μεγαλύτερες απώλειες, σε απόλυτα νούμερα, ακολουθούμενη από την Ιταλία (με περίπου 5,2 δις ευρώ), γεγονός που αποφεύχθηκε στη απαιτητική διαπραγμάτευση για το ΠΔΠ το 2021, με παρέμβαση του ίδιου του Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη».

Πάντως σύμφωνα με τον γ.γ. του ΥΠΑΑΤ «η κατανομή και το ύψος των ενισχύσεων σε κάθε κράτος μέλος είναι ένα εξαιρετικά σύνθετο και πολυπαραγοντικό ζήτημα, καθώς συμβάλουν καθοριστικά στις οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές φιλοδοξίες και απαιτήσεις. Έτσι γίνεται σαφές, ότι απαιτείται μια ολιστική προσέγγιση, στην αντιμετώπιση της εξίσωσης των ενισχύσεων, αν θέλουμε να υποστηρίξουμε τη δικαιότερη κατανομή, πέραν του απλουστευτικού και μονομερούς κριτηρίου της έκτασης».

Οι πόροι των άμεσων ενισχύσεων, εντός ενός Κράτους-Μέλους, κατανέμονται σύμφωνα με συγκεκριμένες ανάγκες και ευελιξίες, ώστε να επιτευχθεί αποτελεσματικότερα το σύνολο των στόχων της ΕΕ. Εν παραδείγματι, στη χώρα μας αναγνωρίζονται τρεις αγρονομικές περιφέρειες (αροτραίες καλλιέργειες, μόνιμες καλλιέργειες, βοσκοτόπια) στη βάση των οποίων στηρίζεται η εισοδηματική στήριξη.

Τι έγινε στο τελευταίο συμβούλιο των υπουργών Γεωργίας

Η τελευταία «μάχη» για τη εξωτερική σύγκλιση δόθηκε στο Συμβούλιο Υπουργών Γεωργίας & Αλιείας που πραγματοποιήθηκε τέλη Οκτωβρίου στο Λουξεμβούργο.

Η Ελλάδα εξέφρασε με σαφήνεια την πλήρη αντίθεσή της προτεινόμενη αναφορά για εξωτερική σύγκλιση των άμεσων ενισχύσεων (Πυλώνας Ι-ΚΑΠ), καθώς εγείρει ανησυχίες για τον αντίκτυπό στον αγροτικό τομέα. «Η συγκεκριμένη πρόταση δεν μας βρίσκει σύμφωνους και εγείρει σοβαρούς προβληματισμούς. Για εμάς, πρόκειται για ένα εξαιρετικά ευαίσθητο ζήτημα» επισήμανε ο κ. Μπαγινέτας.

Μεταξύ των επιχειρημάτων που πρόταξε η χώρα μας ήταν ότι, η εξωτερική σύγκλιση:

- με τη σημερινή της μορφή, δεν φαίνεται να συμβάλλει στους στόχους της ΚΑΠ όπως αυτοί περιγράφονται στη Συνθήκη Λειτουργίας της ΕΕ. Επιπλέον η Συνθήκη, προβλέποντας ότι: «Κατά την εκπόνηση της κοινής γεωργικής πολιτικής και των ειδικών μεθόδων που συνεπάγεται η εφαρμογή της, λαμβάνεται υπόψη:

α) ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της γεωργικής δραστηριότητας, που απορρέει από την κοινωνική δομή της γεωργίας και τις διαρθρωτικές και φυσικές ανισότητες μεταξύ των διαφόρων γεωργικών περιοχών,

β) η ανάγκη βαθμιαίας εφαρμογής των καταλλήλων προσαρμογών,

γ) το γεγονός ότι στα κράτη μέλη η γεωργία αποτελεί έναν τομέα στενά συνδεδεμένο με το σύνολο της οικονομίας», αναγνωρίζει τις ιδιαιτερότητες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την εφαρμογή της πολιτικής. Η πλήρης εξωτερική σύγκλιση με αποκλειστικό κριτήριο την έκταση αντιβαίνει στους διακηρυγμένους στόχους της Συνθήκης.

- με αποκλειστικό κριτήριο την έκταση παραβλέπει την ιδιαίτερη φύση της γεωργικής δραστηριότητας καθώς και τις διαρθρωτικές, φυσικές και οικονομικές ανισότητες μεταξύ των γεωργικών περιοχών, δηλαδή δεν λαμβάνει υπόψιν:

* τα εδαφοκλιματικά χαρακτηριστικά /εκτάσεις με φυσικά ή άλλα μειονεκτήματα και το είδος των καλλιεργειών (κίνδυνος ερημοποίησης),

* το κόστος εισροών συμπεριλαμβανομένου του κόστους της γης και της εργασίας,

- δεν λαμβάνει υπόψη τον αντίκτυπο στην απασχόληση και στη συνολική οικονομική δραστηριότητα, συνυπολογίζοντας ορθά:

* τη διαφορά ανάμεσα στο μέσο γεωργικό εισόδημα και το μέσο εισόδημα στους άλλους τομείς της οικονομίας,

* τη βιωσιμότητα και την ανταγωνιστικότητα των αγροτικών εκμεταλλεύσεων.

- δεν λαμβάνει υπόψη το ύψος ενίσχυσης ανά εκμετάλλευση και μεταφέρει πόρους, εντός της ΕΕ, από μικρές οικογενειακές εκμεταλλεύσεις προς μεγαλύτερες με υψηλό μέσο εισόδημα, αυξάνοντας τις ανισότητες. Πρέπει να συνυπολογιστεί, ειδικά για την Χώρα μας:

* το ύψος της ενίσχυσης ανά εκμετάλλευση (ΑΦΜ),

* το μέσο μέγεθος εκμετάλλευσης και το πλήθος των μικροκαλλιεργητών.

- δεν βελτιστοποιεί την παροχή δημόσιων αγαθών και την προστιθεμένη αξία της ΚΑΠ καθώς η ανταμοιβή των αγροτών ώστε να υιοθετήσουν περιβαλλοντικά βιώσιμες πρακτικές διαφέρει σε κάθε ΚΜ.

* Παρατηρείται αισθητή διαφορά κόστους των υπηρεσιών δημόσιων αγαθών για το κλίμα και το περιβάλλον ανάμεσα στα ΚΜ ώστε να μεγιστοποιηθεί η παραγωγή τους (κάτι που επηρεάζει άμεσα την ανταμοιβή των αγροτών για τα ecoschemes).

- θα καταστήσει μη βιώσιμο έναν μεγάλο αριθμό εκμεταλλεύσεων (κυρίως τις μικρές και πολυλειτουργικές στην Ελλάδα αλλά και σε άλλα ΚΜ), δεδομένου ότι θα αντιμετωπίσουν σημαντική μείωση των εισοδημάτων τους. Σε μια τέτοια περίπτωση, η γεωργική δραστηριότητα διατρέχει σοβαρό κίνδυνο να εγκαταλειφθεί, με ανυπολόγιστες συνέπειες για την οικονομία, την κοινωνική συνοχή, το περιβάλλον αλλά και την επισιτιστική ασφάλεια της ίδιας της ΕΕ.

- Η κατανομή των άμεσων ενισχύσεων θα πρέπει να ευνοεί την παραγωγικότητα της γεωργίας, προκειμένου να διασφαλιστεί η επισιτιστική ασφάλεια της ΕΕ.

Στο προσκήνιο των συζητήσεων των υπουργών Γεωργίας επανέρχεται σταδιακά το θέμα της εξωτερικής σύγκλισης των ενισχύσεων στη Κοινή Αγροτική Πολιτική 2024-2034.

Μεταξύ των Κρατών-Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπάρχουν διαφοροποιήσεις ως προς το ύψος των ενισχύσεων, ιδιαιτέρα ανάμεσα στα "παλιά" και στα "νέα" μέλη των «27».

Συνήθεις «ύποπτοι» των πιέσεων των συζητήσεων προς αυτή την κατεύθυνση είναι κατά κύριο λόγο οι χώρες της Βαλτικής (Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία), η Σλοβακία, η Βουλγαρία, η Πολωνία και η Ρουμανία, ωστόσο, αποφεύγουν να αναφέρουν τους πολλαπλούς λόγους για την ύπαρξη αυτών των διαφοροποιήσεων.

'Αλλες χώρες που επηρεάζονται από το ζήτημα της εξωτερικής σύγκλισης είναι η Ιταλία, το Βέλγιο, η Ολλανδία, η Δανία, η Σλοβενία και η Κύπρος. Με αυτά τα κράτη η Ελλάδα σκοπεύει να «οικοδομήσει» συμμαχίες για να αποφευχθούν οι όποιες «δυσάρεστες εκπλήξεις».

Όπως εξηγεί στο Αθηναϊκό - Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Γενικός Γραμματέας Αγροτικής Πολιτικής και Διεθνών Σχέσεων του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Κώστας Μπαγινέτας «στο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2021-2027 και στην τελευταία μεταρρύθμιση της ΚΑΠ, προβλέφθηκε σταδιακή μερική εξωτερική σύγκλιση των ενισχύσεων (κατά τις δύο τελευταίες περιόδους 2014-2020 και 2021-2027 με την Ένωση να πραγματοποιεί σταδιακές καλύψεις μέρους της διαφοράς) ενώ αναφορικά με το επόμενο ΠΔΠ (2028-2034) και με την παραδοχή ότι η Ένωση θα προχωρήσει σε πλήρη σταδιακή σύγκλιση των ενισχύσεων (σε επτά ίσα βήματα), αναμένεται ότι οι πόροι για τη χώρα μας θα μειωθούν σημαντικά. Ειδικότερα εκτιμάται ότι στο επόμενο ΠΔΠ 2028-2034 οι πόροι για τον 1ο πυλώνα θα μειωθούν, περίπου, κατά 24% ή σε απόλυτα ποσά 3,17 δις ευρώ ή κατά 450 εκατ. ευρώ κατ' έτος».

Τι ισχύει για τη χώρα μας

Για τη χώρα μας η εξωτερική σύγκλιση αποτελεί ένα σημαντικότατο ζήτημα καθώς η Ελλάδα κατέχει τη δεύτερη θέση μεταξύ των 27 Κρατών-Μελών, όσον αφορά στο ύψος των άμεσων ενισχύσεων ανά εκτάριο, ενώ η μέση ενίσχυση ανά εκτάριο που λαμβάνει είναι περίπου διπλάσια του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Όπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Μπαγινέτας «στο θεωρητικό σενάριο που εφαρμοζόταν πλήρης εξωτερική σύγκλιση από το 1ο έτος του προηγούμενου ΠΔΠ (2021-2027) οι απώλειες θα ανέρχονταν σε περίπου 42%, δηλαδή περίπου 895 εκατ. ευρώ κατ' έτος ή 6,28 δις ευρώ στην επταετία».

Και προσθέτει «η χώρα μας θα είχε τις μεγαλύτερες απώλειες, σε απόλυτα νούμερα, ακολουθούμενη από την Ιταλία (με περίπου 5,2 δις ευρώ), γεγονός που αποφεύχθηκε στη απαιτητική διαπραγμάτευση για το ΠΔΠ το 2021, με παρέμβαση του ίδιου του Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη».

Πάντως σύμφωνα με τον γ.γ. του ΥΠΑΑΤ «η κατανομή και το ύψος των ενισχύσεων σε κάθε κράτος μέλος είναι ένα εξαιρετικά σύνθετο και πολυπαραγοντικό ζήτημα, καθώς συμβάλουν καθοριστικά στις οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές φιλοδοξίες και απαιτήσεις. Έτσι γίνεται σαφές, ότι απαιτείται μια ολιστική προσέγγιση, στην αντιμετώπιση της εξίσωσης των ενισχύσεων, αν θέλουμε να υποστηρίξουμε τη δικαιότερη κατανομή, πέραν του απλουστευτικού και μονομερούς κριτηρίου της έκτασης».

Οι πόροι των άμεσων ενισχύσεων, εντός ενός Κράτους-Μέλους, κατανέμονται σύμφωνα με συγκεκριμένες ανάγκες και ευελιξίες, ώστε να επιτευχθεί αποτελεσματικότερα το σύνολο των στόχων της ΕΕ. Εν παραδείγματι, στη χώρα μας αναγνωρίζονται τρεις αγρονομικές περιφέρειες (αροτραίες καλλιέργειες, μόνιμες καλλιέργειες, βοσκοτόπια) στη βάση των οποίων στηρίζεται η εισοδηματική στήριξη.

Τι έγινε στο τελευταίο συμβούλιο των υπουργών Γεωργίας

Η τελευταία «μάχη» για τη εξωτερική σύγκλιση δόθηκε στο Συμβούλιο Υπουργών Γεωργίας & Αλιείας που πραγματοποιήθηκε τέλη Οκτωβρίου στο Λουξεμβούργο.

Η Ελλάδα εξέφρασε με σαφήνεια την πλήρη αντίθεσή της προτεινόμενη αναφορά για εξωτερική σύγκλιση των άμεσων ενισχύσεων (Πυλώνας Ι-ΚΑΠ), καθώς εγείρει ανησυχίες για τον αντίκτυπό στον αγροτικό τομέα. «Η συγκεκριμένη πρόταση δεν μας βρίσκει σύμφωνους και εγείρει σοβαρούς προβληματισμούς. Για εμάς, πρόκειται για ένα εξαιρετικά ευαίσθητο ζήτημα» επισήμανε ο κ. Μπαγινέτας.

Μεταξύ των επιχειρημάτων που πρόταξε η χώρα μας ήταν ότι, η εξωτερική σύγκλιση:

- με τη σημερινή της μορφή, δεν φαίνεται να συμβάλλει στους στόχους της ΚΑΠ όπως αυτοί περιγράφονται στη Συνθήκη Λειτουργίας της ΕΕ. Επιπλέον η Συνθήκη, προβλέποντας ότι: «Κατά την εκπόνηση της κοινής γεωργικής πολιτικής και των ειδικών μεθόδων που συνεπάγεται η εφαρμογή της, λαμβάνεται υπόψη:

α) ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της γεωργικής δραστηριότητας, που απορρέει από την κοινωνική δομή της γεωργίας και τις διαρθρωτικές και φυσικές ανισότητες μεταξύ των διαφόρων γεωργικών περιοχών,

β) η ανάγκη βαθμιαίας εφαρμογής των καταλλήλων προσαρμογών,

γ) το γεγονός ότι στα κράτη μέλη η γεωργία αποτελεί έναν τομέα στενά συνδεδεμένο με το σύνολο της οικονομίας», αναγνωρίζει τις ιδιαιτερότητες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την εφαρμογή της πολιτικής. Η πλήρης εξωτερική σύγκλιση με αποκλειστικό κριτήριο την έκταση αντιβαίνει στους διακηρυγμένους στόχους της Συνθήκης.

- με αποκλειστικό κριτήριο την έκταση παραβλέπει την ιδιαίτερη φύση της γεωργικής δραστηριότητας καθώς και τις διαρθρωτικές, φυσικές και οικονομικές ανισότητες μεταξύ των γεωργικών περιοχών, δηλαδή δεν λαμβάνει υπόψιν:

* τα εδαφοκλιματικά χαρακτηριστικά /εκτάσεις με φυσικά ή άλλα μειονεκτήματα και το είδος των καλλιεργειών (κίνδυνος ερημοποίησης),

* το κόστος εισροών συμπεριλαμβανομένου του κόστους της γης και της εργασίας,

- δεν λαμβάνει υπόψη τον αντίκτυπο στην απασχόληση και στη συνολική οικονομική δραστηριότητα, συνυπολογίζοντας ορθά:

* τη διαφορά ανάμεσα στο μέσο γεωργικό εισόδημα και το μέσο εισόδημα στους άλλους τομείς της οικονομίας,

* τη βιωσιμότητα και την ανταγωνιστικότητα των αγροτικών εκμεταλλεύσεων.

- δεν λαμβάνει υπόψη το ύψος ενίσχυσης ανά εκμετάλλευση και μεταφέρει πόρους, εντός της ΕΕ, από μικρές οικογενειακές εκμεταλλεύσεις προς μεγαλύτερες με υψηλό μέσο εισόδημα, αυξάνοντας τις ανισότητες. Πρέπει να συνυπολογιστεί, ειδικά για την Χώρα μας:

* το ύψος της ενίσχυσης ανά εκμετάλλευση (ΑΦΜ),

* το μέσο μέγεθος εκμετάλλευσης και το πλήθος των μικροκαλλιεργητών.

- δεν βελτιστοποιεί την παροχή δημόσιων αγαθών και την προστιθεμένη αξία της ΚΑΠ καθώς η ανταμοιβή των αγροτών ώστε να υιοθετήσουν περιβαλλοντικά βιώσιμες πρακτικές διαφέρει σε κάθε ΚΜ.

* Παρατηρείται αισθητή διαφορά κόστους των υπηρεσιών δημόσιων αγαθών για το κλίμα και το περιβάλλον ανάμεσα στα ΚΜ ώστε να μεγιστοποιηθεί η παραγωγή τους (κάτι που επηρεάζει άμεσα την ανταμοιβή των αγροτών για τα ecoschemes).

- θα καταστήσει μη βιώσιμο έναν μεγάλο αριθμό εκμεταλλεύσεων (κυρίως τις μικρές και πολυλειτουργικές στην Ελλάδα αλλά και σε άλλα ΚΜ), δεδομένου ότι θα αντιμετωπίσουν σημαντική μείωση των εισοδημάτων τους. Σε μια τέτοια περίπτωση, η γεωργική δραστηριότητα διατρέχει σοβαρό κίνδυνο να εγκαταλειφθεί, με ανυπολόγιστες συνέπειες για την οικονομία, την κοινωνική συνοχή, το περιβάλλον αλλά και την επισιτιστική ασφάλεια της ίδιας της ΕΕ.

- Η κατανομή των άμεσων ενισχύσεων θα πρέπει να ευνοεί την παραγωγικότητα της γεωργίας, προκειμένου να διασφαλιστεί η επισιτιστική ασφάλεια της ΕΕ.

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία