64ο ΦΚΘ: Ο σκηνοθέτης του Game of Thrones και άλλων τηλεοπτικών επιτυχιών Τζέρεμι Ποτένσουα στη Θεσσαλονίκη (φωτ, βίντεο)
04/11/2023 15:18
04/11/2023 15:18
«Συνεργαζόμουν μαζί του ως δεύτερος βοηθός σκηνοθέτη και κάναμε τότε γυρίσματα στην Ύδρα, όπου έχω ένα σπίτι. Είχαμε ορίσει το γύρισμα για τις 7πμ. Συνηθισμένος στους ρυθμούς της Ελλάδας που όταν λέμε μια ώρα αυτή μετατίθεται σε μιάμισι ώρα μετά περπάτησα από το σπίτι μου και έφτασα στον χώρο στις 7.05πμ θεωρώντας ότι ήμουν ακριβώς στην ώρα μου και ίσως και πολύ νωρίτερα από αυτή. Μπαίνω λοιπόν και βλέπω ότι έχουν ήδη στήσει τα πάντα και ο Καναδός πρώτος βοηθός σκηνοθέτη γυρίζει και μου λέει αυστηρά: μην το ξανακάνεις αυτό!».
Κάπως έτσι… άτσαλα, σύμφωνα με τη δική του εξιστόρηση των περιστατικών, ξεκίνησε η σχέση του γνωστού Έλληνα σκηνοθέτη των δύο μεγάλων ελληνικών τηλεοπτικών επιτυχιών («Άγριες Μέλισσες» και «Η μάγισσα») και προέδρου της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου Λευτέρη Χαρίτου με τον βραβευμένο Καναδό σκηνοθέτη και παραγωγό κινηματογραφικών ταινιών και τηλεοπτικών σειρών, όπως τα «θρυλικά» Six Feet Under, Game of Thrones, Boardwalk Empire, The Pacific, True Detective, Τζέρεμι Ποτένσουα.
Κατόπιν, βέβαια, οι δυο τους έγιναν φίλοι… Άλλωστε, πέρα από τη συνεργασία τους όταν ο Ποτένσουα γύριζε ταινία στην Ελλάδα, έχουν πολλά άλλα κοινά στοιχεία, όπως ότι και οι δύο ξεκίνησαν από τον κινηματογράφο και πέρασαν στην τηλεόραση παρουσιάζοντας ποιοτικό αλλά και δημοφιλές τηλεοπτικό προϊόν.
Τώρα, το πρωί του Σαββάτου στο πλαίσιο του 64ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και σε ένα masterclass με τίτλο «Από το Six Feet Under στην κορυφή: Η εξέλιξη της σύγχρονης τηλεόρασης» που πραγματοποιήθηκε στον τομέα της διοργάνωσης Agora Series/Storytelling οι δυο τους ξανασυναντήθηκαν.
Και ο διεθνούς φήμης δημιουργός απάντησε σε ερωτήσεις του «Λέφτι» όπως είπε ότι αποκαλεί χαϊδευτικά τον Χαρίτο για διάφορα θέματα του πλούσιου κινηματογραφικού - τηλεοπτικού έργου του και της ζωής του.
Όπως είπε η μετάβασή του από το ένα μέσο στο άλλο έγινε «κατά λάθος» σε έναν βαθμό και «επίτηδες» σε έναν άλλο. «Πάντα ήθελα να γίνω σκηνοθέτης και σεναριογράφος. Δεν είχα σκεφτεί την τηλεόραση ως μέσο γιατί ήταν κάτι πολύ διαφορετικό. Στον Καναδά όπου ζούσα υπήρχε μεγάλο δημιουργικό χάσμα ανάμεσα σε αυτούς που δούλευαν στους δύο τομείς», τόνισε.
Στη συνέχεια έκανε δύο ταινίες, το «Eclipse» και τις «Πέντε αισθήσεις», που ταξίδεψαν σε διάφορα φεστιβάλ. Η δεύτερη μετά την προβολή της στις Κάννες του άνοιξε μια πόρτα σε κάτι διαφορετικό για εκείνον, το Χόλιγουντ, αφού οι παραγωγοί εκεί βρήκαν το φιλμ πιο εμπορικό. Στη χώρα του η καριέρα του ήταν μεν διεθνής, ταυτόχρονα όμως ήταν η εποχή που σήμανε αλλαγές στην τηλεόραση, την οποία άρχισε να διέπει ένα διαφορετικό «ήθος» από αυτό που υπήρχε ως τότε.
«Όταν άρχισα υπήρχαν σειρές με γιατρούς, δικηγόρους, κωμικές σχεδόν όλες ίδιες. Δεν κάναμε τότε τηλεόραση. Στην πορεία άρχισαν να δημιουργούνται σειρές με πιο πολύπλοκο πνεύμα, με προσωπικές ιστορίες, με συντελεστές που δεν έκαναν πολλά χρόνια τηλεόραση. Ήταν μια νέα αρχή. Κανείς δεν είχε βιώσει όλο αυτό ως κίνημα, απλά ήταν κάτι πολύ ενδιαφέρον που συνέβαινε. Ένας λοιπόν από τους παραγωγούς αναγνώρισε τις ‘Πέντε αισθήσεις’ και θεώρησε ότι ταιριάζω με τη σειρά του».
Τότε ζούσε στο Τορόντο και το τηλεφώνημα που δέχτηκε ήταν για τη σειρά «Six Feet Under». Ήξερε ότι ο δημιουργός της, Άλαν Μπολ, είχε γράψει το σενάριο για το American Beauty. Μου έστειλαν όμως και τον πιλότο και … κόντεψα να πεθάνω γιατί ήταν πολύ καλός, πολύ ισχυρή φωνή και σκηνοθετική ματιά, απίστευτο καστ. Έτσι, αποφάσισα ότι θα με ενδιέφερε η δουλειά, όπως και ότι θα μπορούσα να γράψω μια τέτοια σειρά. Δέχτηκα, πήγα στο Λος Άντζελες και η πρώτη μου σειρά ήταν μια φανταστική εμπειρία. Η ποιότητα, ο χρόνος που αφιέρωσαν, η εκλεπτυσμένη γραφή μετατόπισαν τον τρόπο που έβλεπα την τηλεόραση.
Τότε δεν υπήρχαν πολλοί άνθρωποι του κινηματογράφου στην τηλεόραση. Δεν ήθελαν να δουλέψουν με συμβατικούς σκηνοθέτες και αναζητούσαν φρέσκες ματιές», λέει σήμερα ο διεθνής σκηνοθέτης. Στην πορεία ήρθαν και άλλες ευκαιρίες για ασυνήθιστες σειρές και του δόθηκαν ευκαιρίες να διευρύνει το αντικείμενό του, να ταξιδέψει στην Τσινετσιτά της Ρώμης και αλλού, να ασχοληθεί με πράγματα που δεν θα μπορούσε να κάνει στον κινηματογράφο και μάλιστα «με πολύ εξαιρετικό επίπεδο», όπως το χαρακτηρίζει. Συνέχισε όμως και τις ταινίες και οι καριέρα του ακολούθησε ταυτόχρονα και τις δύο κατευθύνσεις.
Ο Σκορτσέζε και το ένα τρίτο του προϋπολογισμού του
Απολαυστική ήταν όμως η αφήγησή του και για τη γνωριμία και συνεργασία του με τον ογκόλιθο του παγκόσμιου σινεμά Μάρτιν Σκορτσέζε, όταν τον προσέλαβαν ως σκηνοθέτη επεισοδίου για το «Broadwalk Empire», αλλά το μόνο που γνώριζε ήταν ότι το σκηνοθετούσε ο σπουδαίος δημιουργός χωρίς να έχει δει… τίποτε1 «Όλο αυτό ήταν πολύ τρομακτικό. «Υπήρχε άλλος ένας ενδιάμεσος σκηνοθέτης που έκανε γυρίσματα. Ο Σκορτσέζε είχε ολοκληρώσει τον πιλότο της σειράς, τον οποίο δεν είχα δει, αλλά ακόμη μόνταρε. Τα μόνα που είδα ήταν κάποια πλάνα που ήταν πολύ ωραία. Είπα στον παραγωγό ότι θέλω να τον δω αλλά μου απάντησε ότι δεν αφήνει ο Μάρτι. Επέμεινα και έτσι ο Σκορτσέζε δέχτηκε να βρεθούμε και έτσι κάναμε το ταξίδι για το γραφείο του στη Νέα Υόρκη», θυμάται.
Εκεί ο εμβληματικός κινηματογραφιστής είχε μια αίθουσα θέασης παγωμένη για να τον κρατάει σε εγρήγορση, με κουβέρτα σε κάθε θέση. «Είχε κάνει μια τεράστια δουλειά που γύρισε σε 33 μέρες με προϋπολογισμό 35 εκ. ευρώ. Από εμένα ήθελαν ένα επεισόδιο σε 10 μέρες με 10 εκ. ευρώ, δηλαδή την ίδια σειρά με το ένα τρίτο του προϋπολογισμού. Επίσης είχα μόνο μια ώρα με τον Μάρτι να μιλάει ασταμάτητα για όλα όσα έκανε για τη δουλειά αυτή (παραγωγή, μουσική, κάστινγκ κ.α.) παράλληλα με την προβολή της σειράς. Εκείνος είχε πολύ χρόνο να το δουλέψει, εμείς μόνο δύο εβδομάδες να προετοιμαστούμε… Όταν αφήσαμε τον Σκορτσέζε με τον άλλον σκηνοθέτη και μπήκαμε στο ασανσέρ, γύρισε, με κοίταξε και μου είπε: ‘τη γ….με!!! Πώς θα το κάνουμε αυτό; Είναι αδύνατον!’.
Τελικά όμως όλα γίνονται όταν κανείς έχει πάθος και ευρηματικότητα. «Αποφάσισα λοιπόν ότι δεν είμαι ο Σκορτσέζε, εκείνος είναι εκείνος με τους δικούς του πόρους και εμείς και τους δικούς μας. Έτσι, δεν πήγα να παραστήσω εκείνον ή να συγκριθώ μαζί του και αποφάσισα ότι δεν θα κάνω ένα πλάνο σε ένα γύρισμα μιας μέρας και ότι μπορώ να άνω άλλα πράγματα να φαίνονται φοβερά. Τελικά, ήταν μια καταπληκτική εμπειρία και είχα στενή σχέση με τον Μάρτι για πολλά χρόνια», τόνισε.
To «Game of Thrones»
Για την εμβληματική σειρά «Game of Thrones» του τηλεφώνησαν στη δεύτερη σεζόν. «Θα έκανα τη σειρά, που για δύο ώρες είναι σαν να κάνεις ταινία μήνες. Νωρίτερα πήγα στην Ιρλανδία, την Κροατία, την Ισπανία. Βλέπεις όλες τις τοποθεσίες και όλα θέλουν πολλά χρόνια προεργασίας. Αν θυμάστε η δεύτερη σεζόν έχει μια μεγάλη μάχη με πλοία. Είχα κάνει όλη την προετοιμασία, ένα μεγάλο έργο ειδικών εφέ, πολύ πολύπλοκο, αλλά, δυστυχώς, μετά αρρώστησε ο πατέρας μου και δεν μπορούσα να συνεχίσω. Ήταν πολύ ευγενικοί μαζί μου όταν συνέβη αυτό. Κατόπιν, η ευκαιρία να συνεργαστούμε ήταν στην πέμπτη σεζόν και ήταν μια πολύ ευχάριστη εμπειρία για μένα γιατί αγαπώ όλους όσοι συμμετέχουν στη σειρά. Έκανα 6 επεισόδια σε 3 σεζόν και ήταν μια φοβερή δημιουργική διαδικασία. Έχουμε καλή σχέση που συνεχίζει», επεσήμανε.
Οι αγαπημένες του τηλεοπτικές σειρές
Η συζήτηση με τον Τζέρεμι Ποτένσουα ήταν πολύ ενδιαφέρουσα, όπως και το ξεδίπλωμα των πλούσιων εμπειριών του ευρύτερα για το σινεμά και την τηλεόραση. Στο δίωρο masterclass είπε πολλά που είναι αδύνατο να καταγραφούν όλα σε ένα μόνο σημείωμα. Μίλησε για τον τρόπο που επιλέγει τους ηθοποιούς που είναι «όχι η εμφάνιση αλλά η ψυχή που βγάζουν, η χημεία», όπως και ότι «υπάρχει μόνο ένας ηθοποιός που μπορεί να κάνει κάτι συγκεκριμένο που θέλεις και αυτόν πρέπει να τον βρεις ακόμη και αν χρειαστεί να ψάξεις ανάμεσα σε εκατομμύρια ανθρώπους».
Μίλησε για τις διαφορές που έχει η σημερινή τηλεόραση σε σχέση με το παρελθόν, η οποία βρίσκεται «σε καμπή», αφού το streaming και τα συνδρομητικά κανάλια έφεραν κατ’ εκείνον μια πληθώρα επιλογών, πράγμα όχι κατ’ ανάγκη καλό αφού «μπερδεύει» τον τηλεθεατή, και δεν τον αφήνει να εστιάσει κάπου. «Νομίζω ότι η τελευταία παραγωγή που συγκέντρωσε το ενδιαφέρον σχεδόν όλου του κοινού ήταν το Game», είπε. Είπε και για τον προϋπολογισμό κάθε ταινίας ή σειράς που είναι πάντα προδιαγεγραμμένος, αλλά έχει την ευελιξία συζητώντας πάντα με τους παραγωγούς να τον προσαρμόζει στις ανάγκες του.
Αναφέρθηκε επίσης και στις αγαπημένες του τηλεοπτικές σειρές που μπορεί κάποιες φορές να είναι πολύ χαμηλών τόνων και καθόλου φιλόδοξες, αλλά έχουν κάτι ενδιαφέρον να εισάγουν, το οποίο κατά βάση προκαλεί τη συγκίνηση, όπως τα «Beef» και «Normal people», δύο «έξυπνα σίριαλ που δείχνουν δημιουργικότητα». Υπογράμμισε όμως και τα θετικά του streaming που είναι η παγκοσμιοποίηση των σειρών, η οποία δίνει την ευκαιρία σε νέους δημιουργούς από όλο τον κόσμο να αναδειχθούν.
Τέλος, μίλησε για την ευρύτερη εμπειρία του γύρω από την τέχνη του σινεμά και την τηλεόραση δηλώνοντας πολύ περήφανος που δούλεψε στο ίδιο πλατό όπου κάποτε σκηνοθετούσε ο Φελίνι.
Στην κατάμεστη από νεολαία (ως επί το πλείστο φοιτητές του Τμήματος Κινηματογράφου του ΑΠΘ) αίθουσα «Παύλος Ζάννας» του Ολύμπιον το κοινό αψήφησε τόσο τη βροχή όσο και την πολύ πρωινή ώρα της εκδήλωσης, τα οποία δεν λειτούργησαν αποτρεπτικά για να την παρακολουθήσει, αποδεικνύοντας για ακόμη μια φορά ότι η Θεσσαλονίκη διαθέτει έναν μεγάλο αριθμό σινεφίλ, που έκαναν και φέτος sold out τις περισσότερες ταινίες της διοργάνωσης.
Την εκδήλωση προλόγισε ο επικεφαλής προγράμματος της διοργάνωσης Γιώργος Κρασσακόπουλος.
«Συνεργαζόμουν μαζί του ως δεύτερος βοηθός σκηνοθέτη και κάναμε τότε γυρίσματα στην Ύδρα, όπου έχω ένα σπίτι. Είχαμε ορίσει το γύρισμα για τις 7πμ. Συνηθισμένος στους ρυθμούς της Ελλάδας που όταν λέμε μια ώρα αυτή μετατίθεται σε μιάμισι ώρα μετά περπάτησα από το σπίτι μου και έφτασα στον χώρο στις 7.05πμ θεωρώντας ότι ήμουν ακριβώς στην ώρα μου και ίσως και πολύ νωρίτερα από αυτή. Μπαίνω λοιπόν και βλέπω ότι έχουν ήδη στήσει τα πάντα και ο Καναδός πρώτος βοηθός σκηνοθέτη γυρίζει και μου λέει αυστηρά: μην το ξανακάνεις αυτό!».
Κάπως έτσι… άτσαλα, σύμφωνα με τη δική του εξιστόρηση των περιστατικών, ξεκίνησε η σχέση του γνωστού Έλληνα σκηνοθέτη των δύο μεγάλων ελληνικών τηλεοπτικών επιτυχιών («Άγριες Μέλισσες» και «Η μάγισσα») και προέδρου της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου Λευτέρη Χαρίτου με τον βραβευμένο Καναδό σκηνοθέτη και παραγωγό κινηματογραφικών ταινιών και τηλεοπτικών σειρών, όπως τα «θρυλικά» Six Feet Under, Game of Thrones, Boardwalk Empire, The Pacific, True Detective, Τζέρεμι Ποτένσουα.
Κατόπιν, βέβαια, οι δυο τους έγιναν φίλοι… Άλλωστε, πέρα από τη συνεργασία τους όταν ο Ποτένσουα γύριζε ταινία στην Ελλάδα, έχουν πολλά άλλα κοινά στοιχεία, όπως ότι και οι δύο ξεκίνησαν από τον κινηματογράφο και πέρασαν στην τηλεόραση παρουσιάζοντας ποιοτικό αλλά και δημοφιλές τηλεοπτικό προϊόν.
Τώρα, το πρωί του Σαββάτου στο πλαίσιο του 64ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και σε ένα masterclass με τίτλο «Από το Six Feet Under στην κορυφή: Η εξέλιξη της σύγχρονης τηλεόρασης» που πραγματοποιήθηκε στον τομέα της διοργάνωσης Agora Series/Storytelling οι δυο τους ξανασυναντήθηκαν.
Και ο διεθνούς φήμης δημιουργός απάντησε σε ερωτήσεις του «Λέφτι» όπως είπε ότι αποκαλεί χαϊδευτικά τον Χαρίτο για διάφορα θέματα του πλούσιου κινηματογραφικού - τηλεοπτικού έργου του και της ζωής του.
Όπως είπε η μετάβασή του από το ένα μέσο στο άλλο έγινε «κατά λάθος» σε έναν βαθμό και «επίτηδες» σε έναν άλλο. «Πάντα ήθελα να γίνω σκηνοθέτης και σεναριογράφος. Δεν είχα σκεφτεί την τηλεόραση ως μέσο γιατί ήταν κάτι πολύ διαφορετικό. Στον Καναδά όπου ζούσα υπήρχε μεγάλο δημιουργικό χάσμα ανάμεσα σε αυτούς που δούλευαν στους δύο τομείς», τόνισε.
Στη συνέχεια έκανε δύο ταινίες, το «Eclipse» και τις «Πέντε αισθήσεις», που ταξίδεψαν σε διάφορα φεστιβάλ. Η δεύτερη μετά την προβολή της στις Κάννες του άνοιξε μια πόρτα σε κάτι διαφορετικό για εκείνον, το Χόλιγουντ, αφού οι παραγωγοί εκεί βρήκαν το φιλμ πιο εμπορικό. Στη χώρα του η καριέρα του ήταν μεν διεθνής, ταυτόχρονα όμως ήταν η εποχή που σήμανε αλλαγές στην τηλεόραση, την οποία άρχισε να διέπει ένα διαφορετικό «ήθος» από αυτό που υπήρχε ως τότε.
«Όταν άρχισα υπήρχαν σειρές με γιατρούς, δικηγόρους, κωμικές σχεδόν όλες ίδιες. Δεν κάναμε τότε τηλεόραση. Στην πορεία άρχισαν να δημιουργούνται σειρές με πιο πολύπλοκο πνεύμα, με προσωπικές ιστορίες, με συντελεστές που δεν έκαναν πολλά χρόνια τηλεόραση. Ήταν μια νέα αρχή. Κανείς δεν είχε βιώσει όλο αυτό ως κίνημα, απλά ήταν κάτι πολύ ενδιαφέρον που συνέβαινε. Ένας λοιπόν από τους παραγωγούς αναγνώρισε τις ‘Πέντε αισθήσεις’ και θεώρησε ότι ταιριάζω με τη σειρά του».
Τότε ζούσε στο Τορόντο και το τηλεφώνημα που δέχτηκε ήταν για τη σειρά «Six Feet Under». Ήξερε ότι ο δημιουργός της, Άλαν Μπολ, είχε γράψει το σενάριο για το American Beauty. Μου έστειλαν όμως και τον πιλότο και … κόντεψα να πεθάνω γιατί ήταν πολύ καλός, πολύ ισχυρή φωνή και σκηνοθετική ματιά, απίστευτο καστ. Έτσι, αποφάσισα ότι θα με ενδιέφερε η δουλειά, όπως και ότι θα μπορούσα να γράψω μια τέτοια σειρά. Δέχτηκα, πήγα στο Λος Άντζελες και η πρώτη μου σειρά ήταν μια φανταστική εμπειρία. Η ποιότητα, ο χρόνος που αφιέρωσαν, η εκλεπτυσμένη γραφή μετατόπισαν τον τρόπο που έβλεπα την τηλεόραση.
Τότε δεν υπήρχαν πολλοί άνθρωποι του κινηματογράφου στην τηλεόραση. Δεν ήθελαν να δουλέψουν με συμβατικούς σκηνοθέτες και αναζητούσαν φρέσκες ματιές», λέει σήμερα ο διεθνής σκηνοθέτης. Στην πορεία ήρθαν και άλλες ευκαιρίες για ασυνήθιστες σειρές και του δόθηκαν ευκαιρίες να διευρύνει το αντικείμενό του, να ταξιδέψει στην Τσινετσιτά της Ρώμης και αλλού, να ασχοληθεί με πράγματα που δεν θα μπορούσε να κάνει στον κινηματογράφο και μάλιστα «με πολύ εξαιρετικό επίπεδο», όπως το χαρακτηρίζει. Συνέχισε όμως και τις ταινίες και οι καριέρα του ακολούθησε ταυτόχρονα και τις δύο κατευθύνσεις.
Ο Σκορτσέζε και το ένα τρίτο του προϋπολογισμού του
Απολαυστική ήταν όμως η αφήγησή του και για τη γνωριμία και συνεργασία του με τον ογκόλιθο του παγκόσμιου σινεμά Μάρτιν Σκορτσέζε, όταν τον προσέλαβαν ως σκηνοθέτη επεισοδίου για το «Broadwalk Empire», αλλά το μόνο που γνώριζε ήταν ότι το σκηνοθετούσε ο σπουδαίος δημιουργός χωρίς να έχει δει… τίποτε1 «Όλο αυτό ήταν πολύ τρομακτικό. «Υπήρχε άλλος ένας ενδιάμεσος σκηνοθέτης που έκανε γυρίσματα. Ο Σκορτσέζε είχε ολοκληρώσει τον πιλότο της σειράς, τον οποίο δεν είχα δει, αλλά ακόμη μόνταρε. Τα μόνα που είδα ήταν κάποια πλάνα που ήταν πολύ ωραία. Είπα στον παραγωγό ότι θέλω να τον δω αλλά μου απάντησε ότι δεν αφήνει ο Μάρτι. Επέμεινα και έτσι ο Σκορτσέζε δέχτηκε να βρεθούμε και έτσι κάναμε το ταξίδι για το γραφείο του στη Νέα Υόρκη», θυμάται.
Εκεί ο εμβληματικός κινηματογραφιστής είχε μια αίθουσα θέασης παγωμένη για να τον κρατάει σε εγρήγορση, με κουβέρτα σε κάθε θέση. «Είχε κάνει μια τεράστια δουλειά που γύρισε σε 33 μέρες με προϋπολογισμό 35 εκ. ευρώ. Από εμένα ήθελαν ένα επεισόδιο σε 10 μέρες με 10 εκ. ευρώ, δηλαδή την ίδια σειρά με το ένα τρίτο του προϋπολογισμού. Επίσης είχα μόνο μια ώρα με τον Μάρτι να μιλάει ασταμάτητα για όλα όσα έκανε για τη δουλειά αυτή (παραγωγή, μουσική, κάστινγκ κ.α.) παράλληλα με την προβολή της σειράς. Εκείνος είχε πολύ χρόνο να το δουλέψει, εμείς μόνο δύο εβδομάδες να προετοιμαστούμε… Όταν αφήσαμε τον Σκορτσέζε με τον άλλον σκηνοθέτη και μπήκαμε στο ασανσέρ, γύρισε, με κοίταξε και μου είπε: ‘τη γ….με!!! Πώς θα το κάνουμε αυτό; Είναι αδύνατον!’.
Τελικά όμως όλα γίνονται όταν κανείς έχει πάθος και ευρηματικότητα. «Αποφάσισα λοιπόν ότι δεν είμαι ο Σκορτσέζε, εκείνος είναι εκείνος με τους δικούς του πόρους και εμείς και τους δικούς μας. Έτσι, δεν πήγα να παραστήσω εκείνον ή να συγκριθώ μαζί του και αποφάσισα ότι δεν θα κάνω ένα πλάνο σε ένα γύρισμα μιας μέρας και ότι μπορώ να άνω άλλα πράγματα να φαίνονται φοβερά. Τελικά, ήταν μια καταπληκτική εμπειρία και είχα στενή σχέση με τον Μάρτι για πολλά χρόνια», τόνισε.
To «Game of Thrones»
Για την εμβληματική σειρά «Game of Thrones» του τηλεφώνησαν στη δεύτερη σεζόν. «Θα έκανα τη σειρά, που για δύο ώρες είναι σαν να κάνεις ταινία μήνες. Νωρίτερα πήγα στην Ιρλανδία, την Κροατία, την Ισπανία. Βλέπεις όλες τις τοποθεσίες και όλα θέλουν πολλά χρόνια προεργασίας. Αν θυμάστε η δεύτερη σεζόν έχει μια μεγάλη μάχη με πλοία. Είχα κάνει όλη την προετοιμασία, ένα μεγάλο έργο ειδικών εφέ, πολύ πολύπλοκο, αλλά, δυστυχώς, μετά αρρώστησε ο πατέρας μου και δεν μπορούσα να συνεχίσω. Ήταν πολύ ευγενικοί μαζί μου όταν συνέβη αυτό. Κατόπιν, η ευκαιρία να συνεργαστούμε ήταν στην πέμπτη σεζόν και ήταν μια πολύ ευχάριστη εμπειρία για μένα γιατί αγαπώ όλους όσοι συμμετέχουν στη σειρά. Έκανα 6 επεισόδια σε 3 σεζόν και ήταν μια φοβερή δημιουργική διαδικασία. Έχουμε καλή σχέση που συνεχίζει», επεσήμανε.
Οι αγαπημένες του τηλεοπτικές σειρές
Η συζήτηση με τον Τζέρεμι Ποτένσουα ήταν πολύ ενδιαφέρουσα, όπως και το ξεδίπλωμα των πλούσιων εμπειριών του ευρύτερα για το σινεμά και την τηλεόραση. Στο δίωρο masterclass είπε πολλά που είναι αδύνατο να καταγραφούν όλα σε ένα μόνο σημείωμα. Μίλησε για τον τρόπο που επιλέγει τους ηθοποιούς που είναι «όχι η εμφάνιση αλλά η ψυχή που βγάζουν, η χημεία», όπως και ότι «υπάρχει μόνο ένας ηθοποιός που μπορεί να κάνει κάτι συγκεκριμένο που θέλεις και αυτόν πρέπει να τον βρεις ακόμη και αν χρειαστεί να ψάξεις ανάμεσα σε εκατομμύρια ανθρώπους».
Μίλησε για τις διαφορές που έχει η σημερινή τηλεόραση σε σχέση με το παρελθόν, η οποία βρίσκεται «σε καμπή», αφού το streaming και τα συνδρομητικά κανάλια έφεραν κατ’ εκείνον μια πληθώρα επιλογών, πράγμα όχι κατ’ ανάγκη καλό αφού «μπερδεύει» τον τηλεθεατή, και δεν τον αφήνει να εστιάσει κάπου. «Νομίζω ότι η τελευταία παραγωγή που συγκέντρωσε το ενδιαφέρον σχεδόν όλου του κοινού ήταν το Game», είπε. Είπε και για τον προϋπολογισμό κάθε ταινίας ή σειράς που είναι πάντα προδιαγεγραμμένος, αλλά έχει την ευελιξία συζητώντας πάντα με τους παραγωγούς να τον προσαρμόζει στις ανάγκες του.
Αναφέρθηκε επίσης και στις αγαπημένες του τηλεοπτικές σειρές που μπορεί κάποιες φορές να είναι πολύ χαμηλών τόνων και καθόλου φιλόδοξες, αλλά έχουν κάτι ενδιαφέρον να εισάγουν, το οποίο κατά βάση προκαλεί τη συγκίνηση, όπως τα «Beef» και «Normal people», δύο «έξυπνα σίριαλ που δείχνουν δημιουργικότητα». Υπογράμμισε όμως και τα θετικά του streaming που είναι η παγκοσμιοποίηση των σειρών, η οποία δίνει την ευκαιρία σε νέους δημιουργούς από όλο τον κόσμο να αναδειχθούν.
Τέλος, μίλησε για την ευρύτερη εμπειρία του γύρω από την τέχνη του σινεμά και την τηλεόραση δηλώνοντας πολύ περήφανος που δούλεψε στο ίδιο πλατό όπου κάποτε σκηνοθετούσε ο Φελίνι.
Στην κατάμεστη από νεολαία (ως επί το πλείστο φοιτητές του Τμήματος Κινηματογράφου του ΑΠΘ) αίθουσα «Παύλος Ζάννας» του Ολύμπιον το κοινό αψήφησε τόσο τη βροχή όσο και την πολύ πρωινή ώρα της εκδήλωσης, τα οποία δεν λειτούργησαν αποτρεπτικά για να την παρακολουθήσει, αποδεικνύοντας για ακόμη μια φορά ότι η Θεσσαλονίκη διαθέτει έναν μεγάλο αριθμό σινεφίλ, που έκαναν και φέτος sold out τις περισσότερες ταινίες της διοργάνωσης.
Την εκδήλωση προλόγισε ο επικεφαλής προγράμματος της διοργάνωσης Γιώργος Κρασσακόπουλος.
ΣΧΟΛΙΑ