ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΡΘΡΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΠΑΙΔΕΙΑ

Στο «κόκκινο» η Φαρμακευτική του ΑΠΘ, προβληματισμός για τις επιστήμες Πληροφορικής

Έλενα Καραβασίλη21 Φεβρουαρίου 2024

Ολοκληρώνεται σήμερα Κυριακή 18 Φεβρουαρίου η δημόσια ηλεκτρονική διαβούλευση που ξεκίνησε στις 8 του μήνα, για το σχέδιο νόμου του υπουργείου Παιδείας με τίτλο: «Ενίσχυση του Δημόσιου Πανεπιστημίου - Πλαίσιο λειτουργίας μη κερδοσκοπικών παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων».

Στόχος της κυβέρνησης είναι το νομοσχέδιο να έχει ψηφιστεί μέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου και οι πρώτες εγγραφές πρωτοετών φοιτητών στα Μη Κρατικά Πανεπιστήμια να γίνουν τον Σεπτέμβριο του 2025.

Οι σχολές που θα ανοίξουν καθώς και τα ξένα ιδρύματα που ενδιαφέρονται να ιδρύσουν παραρτήματα στη χώρα μας, δεν έχουν ακόμη ανακοινωθεί ωστόσο, κατά κοινή ομολογία θα πρόκειται για σχολές αυξημένης ζήτησης στην αγορά εργασίας. Δύο εξ αυτών είναι τα τμήματα Πληροφορικής και Φαρμακευτικής, με το τελευταίο να έχει ήδη αυξημένη απορρόφηση Ελλήνων φοιτητών σε χώρες όπως η Τσεχία, η Σλοβακία και η Βουλγαρία. 

Η «ΜτΚ» απευθύνθηκε στους προέδρους των Τμημάτων Πληροφορικής και Φαρμακευτικής του ΑΠΘ, προκειμένου να παρουσιάσουν την επικρατούσα κατάσταση στις σχολές τους. Η ποιότητα των σπουδών που θα παρέχονται στα υπό ίδρυση εκπαιδευτικά ιδρύματα και η άνιση μεταχείριση ΑΕΙ και Μη Κρατικών, αποτελούν τους κύριους προβληματισμούς των δύο καθηγητών, των παραπάνω περιζήτητων σχολών.

«Περισσότερα επαγγελματικά δικαιώματα»

Ο Ιωάννης Σταμέλος, καθηγητής και πρόεδρος του Τμήματος Πληροφορικής ΑΠΘ περιγράφει στη «ΜτΚ» ότι το συγκεκριμένο πεδίο σπουδών στην Ελλάδα, αλλά και παγκοσμίως γνωρίζει ολοένα και αυξανόμενη ζήτηση κι έτσι είναι ιδιαίτερα πιθανό, στα υπό ίδρυση μη κρατικά πανεπιστήμια να συμπεριληφθεί η συγκεκριμένη επιστήμη. 

«Δίνεται πλέον η δυνατότητα να ιδρυθούν τμήματα αντίστοιχα με το δικό μας, τα οποία μάλιστα θα είναι πιο ελκυστικά εφόσον θα πρόκειται για τμήματα Μηχανικών-Πληροφορικής, όπου οι απόφοιτοι των Μη Κρατικών θα έχουν περισσότερα επαγγελματικά δικαιώματα από τους δικούς μας, δεδομένου ότι θα μπορούν να εγγραφούν, για παράδειγμα, και στο Τεχνικό Επιμελητήριο», εξηγεί ο κ. Σταμέλος. Ο ίδιος δεν παραλείπει να αναφερθεί και στην ποιότητα εκπαίδευσης που θα έχουν οι απόφοιτοι των Μη Κρατικών πανεπιστημίων. 

«Η βάση εισαγωγής στο τμήμα μας κυμαίνεται στα 17.000 μόρια και στα Μη Κρατικά θα εισάγεται κανείς με βαθμούς κάτω της βάσης. Άρα το επίπεδο εκπαίδευσης των φοιτητών θα είναι αρκετά πιο χαμηλό, ενώ υπό αμφισβήτηση τίθεται και ο βαθμός κατάρτισης των διδασκόντων.

Σύμφωνα με τις διατάξεις του νομοσχεδίου, το 80% θα πρέπει να έχει διδακτορικό και οι αποφάσεις θα λαμβάνονται κυρίως από το μητρικό πανεπιστήμιο. Εάν λοιπόν εκεί οι απαιτήσεις δεν είναι υψηλές, αντίστοιχες θα είναι και αυτές που θα ζητά από τους διδάσκοντες το παράρτημα που θα ανοίξει στην Ελλάδα. 

Όπου πρέπει να πούμε ότι η συγκεκριμένη επιστήμη, τεχνολογιών αιχμής, είναι ιδιαίτερα σημαντική για οποιοδήποτε αναπτυγμένο κράτος. Οπότε, με την ίδρυση τέτοιων τμημάτων θα προκληθεί μία στρέβλωση στο πεδίο της Πληροφορικής».

«Δεν διασφαλίζεται το επίπεδο γνώσεων»

Ο πρόεδρος του Τμήματος Πληροφορικής ΑΠΘ επισημαίνει πως «δεν θα ελέγχεται η ποιότητα εκπαίδευσης που θα παρέχουν τα παραρτήματα των ξένων πανεπιστημίων. Στα δημόσια ΑΕΙ υπάρχουν αυστηρές απαιτήσεις για την εξέλιξη των διδασκόντων από βαθμίδα σε βαθμίδα, και η διαδικασία είναι ανοιχτή. 

Στα ιδιωτικά πανεπιστήμια, αυτό θα καθορίζεται από τα μητρικά πανεπιστήμια, όπου είναι παγκοίνως γνωστό ότι αρκετά εξ αυτών είναι χαμηλού επιπέδου. Δεν υπάρχει καμία διασφάλιση ότι θα διδάσκουν επιστήμονες με υψηλό επίπεδο γνώσεων. Πρέπει να λάβουμε επίσης υπόψιν ότι πανεπιστήμιο σημαίνει πως παράγεται μέρος της γνώσης που διδάσκεται, γίνεται λοιπόν υποχρεωτικά έρευνα. 

Ναι μεν, όπως ορίζει το νομοσχέδιο, τα μη κρατικά θα πρέπει να παράγουν έρευνα όμως, ο όποιος έλεγχος θα γίνεται κατά την ίδρυσή τους και όχι και κατά τη διάρκεια λειτουργίας τους». Επιπλέον, περιγράφει πως καθότι τα Μη Κρατικά πανεπιστήμια θα διαφημίζονται προκειμένου να προσελκύσουν το ενδιαφέρον των εν δυνάμει φοιτητών, «και σε αυτό το επίπεδο θα δημιουργείται μία στρέβλωση, ως προς το τι δυνατότητες έχει το κάθε ίδρυμα. 

Εύκολα θα αποκρύπτει κανείς τα αρνητικά δεδομένα και θα υπερπροβάλλει τα θετικά των Μη Κρατικών. Σε αντίθεση με τα δημόσια πανεπιστήμια όπου πολύ πιο εύκολα και γρήγορα διακινείται μία είδηση που έχει αρνητική χροιά και άπτεται της επικαιρότητας, και πιο σπάνια θα προβληθεί κάποιο επιστημονικό-ερευνητικό επίτευγμα ή μία διάκριση μίας φοιτητικής ομάδας ή ενός καθηγητή», λέει χαρακτηριστικά.

Τέλος, ο κ. Σταμέλος τονίζει πως ο Φοιτητικός Σύλλογος του Τμήματος Πληροφορικής έχει εκφράσει από την πρώτη στιγμή την κάθετη αντίδρασή του στην επερχόμενη ίδρυση των μη κρατικών πανεπιστημίων, κάνοντας μεταξύ άλλων λόγο για «υποβάθμιση και υποτίμηση της αξίας των πτυχίων των δημόσιων πανεπιστημίων».

«Η Φαρμακευτική απαξιώνεται συνεχώς»

Ο Κυριάκος Καχριμάνης, καθηγητής και πρόεδρος του Τμήματος Φαρμακευτικής ΑΠΘ αναφέρει στη «ΜτΚ» πως οι Έλληνες που φεύγουν για σπουδές στο εξωτερικό ενδιαφέρονται κυρίως για τις Επιστήμες Υγείας. «Εκτιμούμε λοιπόν, ότι η Φαρμακευτική θα είναι μία από τις σχολές που θα ιδρυθεί στα Μη Κρατικά Πανεπιστήμια. Την ίδια ώρα, η Φαρμακευτική Σχολή ΑΠΘ συνεχώς απαξιώνεται. Ενδεικτικά αναφέρω ότι από το 2019 μέχρι και το 2026, το Τμήμα θα έχει απολέσει το 42% των μελών ΔΕΠ, λόγω αφυπηρετήσεων ή παραιτήσεων. Από τα μόλις 18 μέλη ΔΕΠ που υπηρετούν σήμερα στο Τμήμα, μέχρι το 2026 θα αφυπηρετήσουν πέντε μέλη ΔΕΠ και σε αυτό το χρονικό διάστημα έχει διοριστεί ένα μέλος ΔΕΠ από θέση που μας δόθηκε το 2019 και αναμένεται ο διορισμός δύο ακόμα μελών ΔΕΠ, οπότε αντιλαμβάνεστε ότι οι αναπληρώσεις είναι χαμηλότερες από τις αφυπηρετήσεις, ενώ η αναλογία διδάσκοντα προς φοιτητές είναι 1:49». 

Ερωτώμενος για την επερχόμενη ίδρυση των Μη Κρατικών Πανεπιστημίων κάνει λόγο για «αδικία» εξηγώντας πως τα «Δημόσια Πανεπιστήμια έχουν εγκαταλειφθεί εδώ και χρόνια στην τύχη τους και όχι μόνο από το υπουργείο. Το δικό μας πρόβλημα συγκεκριμένα δεν αφορά μόνον στην κεντρική διοίκηση αλλά και τις πρυτανικές Αρχές, καθώς είναι και θέμα αποφάσεων της Συγκλήτου που τα τελευταία χρόνια δεν έδωσε θέσεις μελών ΔΕΠ στο τμήμα μας. Η υποστελέχωση κάποια στιγμή θα έχει ως αποτέλεσμα τη δραματική πτώση του επιπέδου σπουδών. Δεν μπορεί να λειτουργεί ένα τμήμα με πενταετή φοίτηση και υποχρεωτική διπλωματική εργασία πειραματικού χαρακτήρα, με 18 και 20 μέλη ΔΕΠ και χωρίς υποστηρικτικά μέλη».

Εξηγεί πως το Τμήμα Φαρμακευτικής έχει μόνον δύο μέλη ΕΔΙΠ (ειδικό διδακτικό προσωπικό), ενώ λείπει τελείως το προσωπικό κατηγορίας ΕΤΕΠ, που σημαίνει ότι τα εργαστήρια δεν υποστηρίζονται επαρκώς. Οι δε τομείς του τμήματος έχουν καταργηθεί λόγω της μείωσης του προσωπικού, οπότε οι διοικητικές αρμοδιότητες μεταφέρθηκαν πλέον στη συνέλευση του τμήματος, κάτι που δεν επηρεάζει βέβαια την ποιότητα των παρεχόμενων σπουδών, δυσχεραίνει όμως σημαντικά τη διοικητική λειτουργία του. 

Ο ίδιος επισημαίνει ότι δεν έχει λυθεί ακόμα το ζήτημα της πρακτικής άσκησης που πρέπει να κάνουν οι απόφοιτοι του τμήματος προκειμένου να λάβουν την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος. «Πρόκειται για δύο τρίμηνα πρακτικής άσκησης, με επιβάρυνση του φορέα που τους ασφαλίζει. Το ποσό δεν είναι μεγάλο, ωστόσο, προς τον παρόν από το υπουργείο Υγείας που είναι αρμόδιο, δεν έχει υπάρξει κάποια ρύθμιση».

«Δεν μπορούμε να μιλάμε για ίση μεταχείριση»

Ο κ. Καχριμάνης τονίζει πώς δεν βλέπει ως «απειλή» την ίδρυση των Μη Κρατικών Πανεπιστημίων. «Το ζήτημα είναι ποια θα είναι τα κριτήρια εισαγωγής σε αυτά τα ιδρύματα αλλά και ποιο θα είναι το πλαίσιο λειτουργίας ως προς τα προσόντα και την εξέλιξη του διδακτικού προσωπικού. Βλέπουμε ήδη μία διαφοροποίηση μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών πανεπιστημίων, με χαμηλότερα κριτήρια εισαγωγής. 

Για παράδειγμα η βάση εισαγωγής στη Φαρμακευτική ΑΠΘ βρίσκεται στα 18.000 μόρια. Εάν στη Μη Κρατική Σχολή εισάγονται με 14.000, 15.000 μόρια, δεν μπορούμε να μιλάμε για ίση μεταχείριση». 

Αναφερόμενος στους διδάσκοντες και στην ποιότητα εκπαίδευσης που θα παρέχεται περιγράφει πως «θα πρέπει να το δούμε στην πράξη. Υπάρχει πλεόνασμα διδακτόρων που δεν απορροφώνται στα Δημόσια Πανεπιστήμια και πιθανόν να εργαστούν στα Μη Κρατικά, όπου σίγουρα έχοντας αποφοιτήσει από Δημόσια ΑΕΙ, το επίπεδο των διδασκόντων θα είναι υψηλό. Από εκεί και πέρα όμως, ένα ζήτημα είναι εάν θα γίνεται έρευνα και όχι μόνον διδασκαλία. Διότι η ακαδημαϊκή διδασκαλία βασίζεται στην έρευνα». 

Εκφράζοντας τέλος την προσωπική του θέση, λέει πως ο συνταγματικός νομοθέτης για την τροποποίηση του άρθρου 16 του Συντάγματος, «ζητάει αυξημένη πλειοψηφία στη Βουλή για να ιδρυθούν Ιδιωτικά Πανεπιστήμια, η οποία προφανώς αντιστοιχεί σε ευρεία πλειοψηφία στον ελληνικό λαό, κάτι που δεν φαίνεται να υπάρχει ακόμη. Μέχρι τότε θεωρώ ότι δεν θα έπρεπε να έχει ανοίξει αυτή η συζήτηση».

«Η σχολή μας απειλείται με οριστικό κλείσιμο»

Ο τεταρτοετής φοιτητής Φαρμακευτικής ΑΠΘ, Δ.Π. μεταφέρει στη «ΜτΚ» πως «η σχολή μας απειλείται με οριστικό κλείσιμο. Η υποβάθμισή της συμβαίνει εδώ και καιρό, ως απόρροια της κυβέρνησης να εξαθλιώσει τα Δημόσια Πανεπιστήμια». Μιλώντας για τις συνέπειες της υποστελέχωσης του τμήματός του, λέει αρχικά πως τα αποτελέσματα της κατάργησης των τομέων, μπορεί να μην είναι ακόμη ορατά ωστόσο, «οι τομείς είχαν διοικητική αυτοτέλεια και διαχειρίζονταν χρήματα, ο καθένας ξεχωριστά. 

Τώρα που καταργήθηκαν, δεν γίνεται να διεκδικηθεί επιμέρους χρηματοδότηση και πρόσληψη ερευνητικού προσωπικού. Το μόνο συντονιστικό όργανο πλέον είναι η συνέλευση των καθηγητών, όπου η χρηματοδότηση που αντιστοιχεί σε όλο το τμήμα, αποτελεί υποπολλαπλάσιο του ποσού που αναλογούσε σε έναν μόνο τομέα. Αυτό επηρεάζει και το πρόγραμμα σπουδών καθώς με τόσα λίγα χρήματα, το τμήμα δε μπορεί να κριθεί ως αξιόπιστο για να πάρει χρηματοδότηση για νέες έρευνες και να διεκδικήσει προγράμματα. 

Πολλές φορές ερευνητές επιβαρύνονται με προσωπικά έξοδα για να καλύψουν τα κενά αυτά και να μην παρακωλυθούν οι διαδικασίες και φοιτητές εγγυώνται την αντικατάσταση και της μικρότερης φθοράς, σε περίπτωση εργαστηριακού ατυχήματος». Περιγράφει πως εξαιτίας της υποστελέχωσης, «οι φοιτητές αναγκάζονται να προβαίνουν σε συνεννόηση με διδάσκοντες για επίβλεψη, έτη πριν την εκπόνηση των υποχρεωτικών πλέον πτυχιακών που ισοδυναμούν με δίπλωμα μεταπτυχιακών σπουδών. 

Συνθήκη που δεν επηρεάζει μόνον τους φοιτητές αλλά και το διδακτικό προσωπικό που πρέπει να συνδυάσει διδασκαλία πολλαπλών μαθημάτων, εργαστηριακές ασκήσεις, επίβλεψη πτυχιακών, μεταπτυχιακών, και διδακτορικών διατριβών και την προσωπική τους έρευνα». Μιλώντας για το κτιριακό υπενθυμίζει πως παρ’ ότι υφίσταται προμελέτη για την ανέγερση νέου κτιρίου Φαρμακευτικής από 2005, καμία πρυτανική αρχή δεν προχώρησε στον προγραμματισμό υλοποίησης του έργου. 

«Οι μοναδικές κτιριακές υποδομές της Φαρμακευτικής που συστεγάζονται με άλλες δύο σχολές και το Κέντρο Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης ΑΠΘ αποτελούν τρεις ορόφους που προορίζονται μόνο για εργαστηριακές ασκήσεις και ερευνητικές διαδικασίες. Η μοναδική διδακτική αίθουσα του τμήματος, μικρής χωρητικότητας σε σχέση με τον αυξανόμενο αριθμό φοιτητών, παραχωρήθηκε από τη Σχολή Θετικών Επιστημών και όχι από τις Σχολές Επιστημών Υγείας». 

Ο ίδιος διερωτάται «πώς αναμένουμε μετά το επικείμενο νομοσχέδιο, η συγκεκριμένη σχολή να παραμείνει βιώσιμη και ανταγωνιστική και οι φοιτητές να επιθυμούν να εισαχθούν στο τμήμα και να μην στραφούν σε άλλες λύσεις όπως το εξωτερικό;».

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 18.02.2024
This page might use cookies if your analytics vendor requires them.