«Δεν ρωτάω πόσο θα κοστίσει η αναβίωση του αμπελώνα. Ρωτάω αν αυτός ο αμπελώνας μπορεί να δώσει εξαιρετικά σταφύλια ή όχι». Αυτή η φράση ανήκει στον εμβληματικό οινοποιό Ευάγγελο Τσάνταλη, έναν από τους θεμελιωτές της σύγχρονης ελληνικής οινοποιίας και αποσταγματοποίας και τους σημαντικότερους «πρεσβευτές» των ελληνικών προϊόντων στις ξένες αγορές.
Αυτό όμως, όπως αναφέρει το newmoney.gr απηχεί, μια άλλη, εντελώς διαφορετική εποχή, από τις ένδοξες που έχει ζήσει η πιο ιστορική ίσως οινοποιία της χώρας, με διαδρομή 134 ετών.
Γιατί τα τελευταία χρόνια βρίσκεται και αυτή, όπως και άλλα «βαριά ονόματα» του κλάδου, βουτηγμένη στις συνέπειες των διαδοχικών κρίσεων.
Το πρώτο σφυρί
Αποτέλεσμα της γενικότερης, αλλά και της ειδικότερης κρίσης που αντιμετωπίζει η «Τσάνταλης» είναι ο πλειστηριασμός ο οποίος έχει προγραμματιστεί για τον ερχόμενο Οκτώβριο για οφειλή 13.560 ευρώ.
Ειδικότερα, η διαδικασία στρέφεται κατά της «Ευάγγελος Τσάνταλης Α.Ε.-Αμπελουργία & Οινοποιία & Αποσταγματοποιία», ενώ επισπεύδουσα είναι η ιδιώτης Α. Κ.
Το σφυρί έχει οριστεί να χτυπήσει στις 23 Οκτωβρίου 2024, εκτός εάν μέχρι τότε μεσολαβήσουν κινήσεις για την αναστολή του, και αφορά επαγγελματικό ακίνητο της εταιρείας στη Νάουσα.
Πρόκειται για αγροτεμάχιο 2.000 τ.μ., που αποτελεί τμήμα μεγαλύτερου και βρίσκεται στη θέση Κουτιχα, της Δημοτικής Ενότητας Νάουσας, επί της επαρχιακής οδού Βεροίας-Σκύδρας και 150 μέτρα πριν την διασταύρωση προς την πόλη της Νάουσας.
Το ακίνητο βρίσκεται σε περιοχή εκτός σχεδίου, η οποία είναι βασικά αγροτική ενώ υπάρχουν και ποικίλες επαγγελματικές εγκαταστάσεις. Επί του αγροτεμαχίου υφίσταται επαγγελματικό κτίριο υποστηρικτικής λειτουργίας (αποθήκευση) της οινοποιίας εμβαδού 280 τ.μ. περίπου, με τμήμα πρώτου ορόφου επιφάνειας 125 τ.μ. περίπου, συμβατικής κατασκευής με επένδυση πέτρας στον όψη του.
Στο οπίσθιο τμήμα του κατασκευάστηκε μεταλλικό υπόστεγο 250 τ.μ. για την στέγαση μεταλλικών δεξαμενών αποθήκευσης υγρών. Ο ακάλυπτος χώρος του δεν είναι διαμορφωμένος εκτός από το εμπρόσθιο μέρος εισόδου των οχημάτων. Όσο για την τιμή πρώτης προσφοράς, έχει οριστεί σε 124.000 ευρώ.
Η μεγάλη ιστορία και η κρίση
Ήταν το 1890 στη Βορειοανατολική Ελλάδα όταν η οικογένεια Τσάνταλη ξεκίνησε να καλλιεργεί αμπέλια, να οινοποιεί σταφύλια και να κάνει αποστάξεις ούζου και τσίπουρου.
Ο Ευάγγελoς Τσάνταλης, που γεννήθηκε το 1913, μια από τις πλέον χαρισματικές προσωπικότητες στην ιστορία της ελληνικής οινοποιίας, αν και ουσιαστικά ήταν η δεύτερη γενιά της οικογένειας που ασχολήθηκε με την επιχείρηση, ήταν αυτός που ουσιαστικά έβαλε τα θεμέλια, ενέπνευσε το όραμα και τη φιλοσοφία της εταιρείας και του brand “Τσάνταλης”. Έτσι κατάφερε να μετατρέψει τη μικρή οικογενειακή επιχείρηση σε ένα δυναμικά αναπτυσσόμενο όμιλο, συνώνυμο της καινοτομίας.
Η διορατικότητα και το ένστικτό του οδήγησε στο στήσιμο από την αρχή όλων των υποδομών με έναν εξωστρεφή προσανατολισμό, μια κίνηση πρωτοφανής για την εποχή της δεκαετίας του ’40. Το «άπαν» για τον Ευάγγελο Τσάνταλη ήταν η ποιότητα του αμπελώνα και με αυτό ως γνώμονα, προχώρησε σε τεράστιες επενδύσεις για την αναβίωση αμπελώνων, στήριζε τους αμπελουργούς και τους παρότρυνε στην καλλιέργεια γηγενών ποικιλιών.
Είναι χαρακτηριστική η αναβίωση από το 1969 μέχρι το 1995, μέσα από μεγάλες επενδύσεις, μερικών από τους πιο ξεχωριστούς αμπελώνες της Βόρειας Ελλάδας, όπως το Άγιο Όρος, η Χαλκιδική, η Ραψάνη και η Μαρώνεια στη Θράκη.
Παράλληλα, ο Ευάγγελος Τσάνταλης ήταν από τους πρωτεργάτες που έβαλαν το εμφιαλωμένο κρασί στο ελληνικό τραπέζι και συνέβαλλε τα μέγιστα στην ανάπτυξη της ελληνικής οινοποιίας εντός και εκτός συνόρων.
Όταν το 1996 έφυγε από τη ζωή, τη σκυτάλη παρέλαβαν η 3η και πλέον η 4η γενιά της οικογένειας Τσάνταλη που συνέχισε τη μακρά ιστορία της οινοποιίας. Είναι χαρακτηριστικό της ισχύος κάποτε της «Τσάνταλης» ότι διαθέτει και διαχειρίζεται αμπελώνες 700 στρεμμάτων στο Άγιο Όρος, 800 στρεμμάτων στη Ραψάνη, 580 στρεμμάτων στη Μαρώνεια, 200 στρεμμάτων στη Νάουσα και 145 στρεμμάτων στη Χαλκιδική όπου και εδρεύει η εταιρεία.
Οι εξαγωγές έφτασαν να γίνονται προς 55 χώρες και αντιπροσώπευαν πάνω από το μισό του ετήσιου τζίρου, αλλά και το 30% περίπου των συνολικών εξαγωγών ελληνικού οίνου.
Μετά, όμως, ήρθαν οι διαδοχικές κρίσεις που οδήγησαν την εταιρεία σε σοβαρά οικονομικά προβλήματα.
Με βάση τις τελευταίες δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις για τη χρήση του 2021, ο κύκλος εργασιών αυξήθηκε στα 24,26 εκατ. ευρώ έναντι 22,34 εκατ. ευρώ το 2020, με το τελικό αποτέλεσμα να είναι ζημίες 2,2 εκατ. ευρώ (έναντι ζημιών 4,7 εκατ. ευρώ). Οι συσσωρευμένες ζημίες έφταναν τα 41,4 εκατ. ευρώ, με τα δάνεια να ξεπερνούν τα 33 εκατ. ευρώ και το σύνολο των υποχρεώσεων τα 55,3 εκατ. ευρώ.
Εν μέσω αυτών των δυσμενών συνθηκών η εταιρεία για πρώτη φορά στην ιστορία της δεν έκανε τρύγο, ενώ κατά πληροφορίες το τελευταίο διάστημα υπολειτουργεί, έχοντας σοβαρό ζήτημα και με τις υποχρεώσεις έναντι των εργαζομένων της.
Στο πλαίσιο αυτό αναζητείται λύση τόσο με τις πιστώτριες τράπεζες, όσο και με την εξεύρεση πιθανού επενδυτή. Και ο πιθανότερος ίσως δεν είναι άλλος από το σχήμα των Ελληνο-σουηδών αδελφών Γεωργιάδη, οι οποίοι έχουν εξαγοράσει ήδη την Μπουτάρης. Οι πληροφορίες, ωστόσο, κάνουν λόγο για εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα τόσο λόγω του μεγέθους των «ανοιγμάτων», όσο και του γεγονότος ότι παράλληλα βρίσκονται σε εξέλιξη και διεργασίες για τη μεταβίβαση των δανείων της εταιρείας από τις τράπεζες προς τρίτους.