Η καταπόνηση του ανθρώπινου οργανισμού στον καύσωνα είναι δεδομένη, σύμφωνα με τους γιατρούς, με κινδύνους για τις ευπαθείς ομάδες αλλά και για όσους εκτίθενται για ώρες στον καυτό ήλιο. Από 12 το μεσημέρι έως 5 το απόγευμα, τις ημέρες του καύσωνα, είναι οι ώρες που πρέπει όλοι να προφυλάσσονται και να μειώνουν τις μετακινήσεις τους, καθώς είναι οι χειρότερες ώρες και μπορεί να προκαλέσουν προβλήματα υγείας.
Το πιο επικίνδυνο για έναν οργανισμό είναι η αφυδάτωση, που μπορεί να συμβεί σε όλους, ανεξαρτήτως ηλικίας και υποκείμενων νοσημάτων. «Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι η αφυδάτωση αυτές τις ημέρες. Πρέπει να είναι όλοι ενυδατωμένοι επαρκώς. Όσο περισσότερο εκτιθέμεθα στον ήλιο τόσο πιο μεγάλη πιθανότητα υπάρχει για να πάθουμε θερμοπληξία. Δεν πρέπει τις ζεστές ώρες να κάνουμε εξωτερικές δουλειές και οι εργαζόμενοι που δουλεύουν στον δρόμο, πρέπει να σταματούν το μεσημέρι», επισημαίνει ο καθηγητής Παθολογίας - Υπέρτασης στο ΑΠΘ και διευθυντής της Γ’ Πανεπιστημιακής Παθολογικής Κλινικής στο νοσοκομείο Παπαγεωργίου, Βασίλειος Κώτσης.
Ο λόγος που η αφυδάτωση είναι τόσο επικίνδυνη, είναι οι επιπτώσεις που έχει στο αίμα και όσα μπορεί να προκαλέσει ακολούθως. «Αν ο οργανισμός είναι αφυδατωμένος, το αίμα πήζει πιο γρήγορα και αυτό μπορεί να οδηγήσει σε θρομβώσεις και εγκεφαλικά», τονίζει ο κ. Κώτσης, ενώ συμβουλεύει να τροποποιούνται οι φαρμακευτικές αγωγές τις ημέρες του καύσωνα. «Λόγω της αφυδάτωσης, είναι διαφορετική η συγκέντρωση των φαρμάκων στον οργανισμό και αυτό μπορεί να προκαλέσει προβλήματα, ειδικά για υπερτασικούς και διαβητικούς» σημειώνει ο κ. Κώτσης.
Σαφώς, οι ζεστές θερμοκρασίες μπορούν να επηρεάσουν ακόμα περισσότερο τα μικρά παιδιά και τους ηλικιωμένους. Τα συμπτώματα αρχίζουν με ήπιες διαταραχές μέχρι και απώλεια μνήμης. «Γενικά όλοι οι πολίτες πρέπει να αποφεύγουν να κινούνται στον δρόμο και να έχουν έντονη σωματική άσκηση τις επικίνδυνες ώρες, από 12 το μεσημέρι μέχρι 5 το απόγευμα, που παρατηρούνται οι υψηλότερες θερμοκρασίες» λέει στη «ΜτΚ» η Εύα Φούκα, πνευμονολόγος και διευθύντρια ΕΣΥ στο «Παπανικολάου». «Η λύση είναι όλοι να πίνουν πολλά υγρά, να βρίσκονται όσο γίνεται σε κλιματιζόμενους χώρους και ιδιαίτερα στα παιδιά να δίνουμε παγωτά αλλά και να τα πηγαίνουμε για μπάνιο» σημειώνει η κ. Φούκα.
«Οι συστάσεις είναι πιο έντονες και σοβαρές για ανθρώπους μεγάλης ηλικίας και για όσους αντιμετωπίζουν καρδιαγγειακά νοσήματα. Η ζέστη έχει άμεση επίδραση στον οργανισμό και πολλές από τις λειτουργίες του μειώνονται. Ο εγκέφαλος είναι ευαίσθητος σε αυτές τις θερμοκρασίες, για αυτό πρέπει να φοράμε καπέλο όταν περπατάμε κάτω από τον ήλιο» τονίζει η Εύα Φούκα.
Ωστόσο, προσεκτικοί πρέπει να είναι και όσοι μπαινοβγαίνουν σε κλιματιζόμενους χώρους, καθώς ο οργανισμός σοκάρεται από την αλλαγή θερμοκρασίας. «Οι ακραίες μεταβολές από τη ζέστη στο πολύ κρύο προκαλούν σοκ στον οργανισμό και φυσικά η εφίδρωση προκαλεί προβλήματα μυοσκελεκτικά. Γι’ αυτό συστήνουμε να μη διατηρούμε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες μέσα στους κλειστούς χώρους, δηλαδή να μη δουλεύουν τα κλιματιστικά στους 20 και 21 βαθμούς. Το σωστό είναι η διαφορά της εξωτερικής θερμοκρασίας με την εσωτερική να είναι 10 βαθμοί, δηλαδή αν έξω έχει 38 βαθμούς, μέσα η θερμοκρασία να είναι στους 28-27 βαθμούς. Ενώ πάντα πρέπει να έχουμε ένα παράθυρο ανοικτό στον χώρο για να ανακυκλώνεται ο αέρας», αναφέρει η κ. Φούκα.
Τέλος, η κ. Φούκα συμβουλεύει «όταν διψάει κάποιος να μην καταναλώνει παγωμένο νερό αλλά χλιαρό. Έτσι αποφεύγεται και ο κίνδυνος ερεθισμού του λαιμού αλλά μπορεί και να ξεδιψάσει καλύτερα. Καλό είναι να αποφεύγονται τα βαριά γεύματα και να καταναλώνονται πολλά φρούτα».
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 21.07.2024