Στους ξεραμένους λόφους του βόρειου Αφγανιστάν, ο Αμπντούλ Χαχάντ μαζεύει στάχυα από την άνυδρη γη. Στον τρίτο χρόνο λειψυδρίας και υψηλών θερμοκρασιών, η σοδειά του φθάνει μετά βίας να στηρίξει την οικογένειά του.
Οι καλλιέργειες του 55χρονου αγρότη από την περιοχή Ναχρ-ε-Σάμπι στην επαρχία Μπαλκ έχουν μειωθεί τα τελευταία τρία χρόνια. Η απόδοση της γης του, που φθάνει περίπου τα 36 στρέμματα, φθίνει χρόνο με τον χρόνο.
«Είναι τρία χρόνια που ξεκίνησε η ξηρασία, τα πηγάδια και το ποτάμι σχεδόν ξεράθηκαν. Δεν έχουμε ούτε καν αρκετό πόσιμο νερό, βλέπουμε ότι η γη μας ξεράθηκε», δήλωσε, καθισμένος κοντά σε ένα σωρό με σιτάρι κάτω από τον ήλιο, με τη θερμοκρασία να φθάνει τους 40 βαθμούς Κελσίου.
Η επίμονη ξηρασία σε όλο το Αφγανιστάν πλήττει τους αγρότες, την οικονομία της --ένα τρίτο της οποίας παράγεται από τη γεωργία-- και την επισιτιστική ασφάλεια.
Ειδικοί λένε ότι η ξηρασία επιτείνεται από την κλιματική αλλαγή που αυξάνει τις πιέσεις στους υδάτινους πόρους. Ο Παγκόσμιος Δείκτης Κλιματικών Κινδύνων αναφέρει ότι το Αφγανιστάν είναι στην έκτη θέση παγκόσμίως μεταξύ των χωρών που επηρεάζονται περισσότερο από απειλές που σχετίζονται με το κλίμα.
Με περιορισμένο αρδευτικό σύστημα, το Αφγανιστάν βασίζεται στο χιόνι που λιώνει στα βουνά για να γεμίζουν τα ποτάμια του και να ποτίζονται οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.
Ωστόσο ο Νατζιμπουλάχ Σαντίντ, ειδικός σε θέματα υδάτινων πόρων και περιβάλλοντος και συνεργάτης ερευνητής στο γερμανικό ερευνητικό ινστιτούτο BAW, δήλωσε ότι καθώς οι θερμοκρασίες αυξάνονται, οι βροχοπτώσεις μειώνονται και πέφτει λιγότερο χιόνι, το νερό αυτό από το λιώσιμο του χιονιού δεν γεμίζει τα ποτάμια όπως παλιά.
«Σε ό,τι αφορά την επισιτιστική ασφάλεια βλέπει κανείς ότι σε μία χώρα σαν το Αφγανιστάν όπου πάνω από το 30% του ΑΕΠ προέρχεται από τη γεωργία, ότι εάν ο τομέας αυτός επηρεαστεί από την κλιματική αλλαγή τότε το ΑΕΠ της χώρας επηρεάζεται από την κλιματική αλλαγή», δήλωσε ο Σαντίντ.
«ΜΕΓΑΛΕΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ»
Δύο χρόνια αφότου οι Ταλιμπάν ανέλαβαν την εξουσία στο Αφγανιστάν καθώς αποσύρθηκαν τα ξένα στρατεύματα, οι υδάτινοι πόροι που είναι στα όρια τους και τα δυσκολίες στην γεωργία είναι από τις βασικές προκλήσεις της κυβέρνησης.
Με τη σημαντική μείωση φέτος στην ανθρωπιστική βοήθεια και χωρίς καμία ξένη κυβέρνηση να αναγνωρίζει επισήμως τους Ταλιμπάν, μέλη ανθρωπιστικών οργανώσεων και διπλωμάτες λένε ότι το επίπεδο της αναπτυξιακής βοήθειας για την αντιμετώπιση του προβλήματος είναι περιορισμένο.
Το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα του ΟΗΕ δηλώνει ότι 15,3 εκατ. άνθρωποι είναι αντιμέτωποι με οξεία επισιτιστική ανασφάλεια στη χώρα των σχεδόν 42 εκατ. κατοίκων.
Η κυβέρνηση των Ταλιμπάν κατασκευάζει ένα κανάλι 280 χιλιομέτρων, το οποίο εάν ολοκληρωθεί μπορεί να εκτρέψει νερό για άρδευση στις βόρειες επαρχίες. Όμως για την ολοκλήρωσή του χρειάζονται χρόνια και οι γειτονικές χώρες εκφράζουν ανησυχίες ότι θα εκτρέψει αθέμιτα το δικό τους νερό.
Καθισμένος με τρία από τα οκτώ εγγόνια του, ο Χαχάντ περιγράφει πώς συρρικνώθηκε το εισόδημά του, γεγονός που ανάγκασε την οικογένειά του, όπως πολλές στο χωριό, να περιορίσει τα φαγητό πέρα από τα απολύτως απαραίτητα, όπως το ψωμί και τα φρούτα.
«Έβγαζα από 2,3 εκατ. έως 2,5 εκατ. αφγάνι (27.000-29.500 δολάρια) τον χρόνο από τη γη μου. Καλλιεργούσαμε σιτάρι, πεπόνια, κρεμμύδια, μελιτζάνες, καρότα και άλλα. Ωστόσο τα τρία τελευταία χρόνια δεν βγάζω ούτε 100.000 αφγάνι (1.200 δολάρια)», είπε.
«Ο κόσμος αντιμετωπίζει πολλές δυσκολίες, κάποιοι έφυγαν από το χωριό λόγω της λειψυδρίας», δήλωσε.
«Αλλά θα συνεχίσουμε να φυτεύουμε ακόμα κι αν υπάρχει λειψυδρία διότι δεν έχουμε άλλη επιλογή. Είναι το μόνο που γνωρίζουμε να κάνουμε».