O αέναος κύκλος των ανατιμήσεων συνεχίζεται με τους καταναλωτές εγκλωβισμένους στον λαβύρινθο της ακρίβειας να αναζητούν, μη ορατή για την ώρα, διέξοδο. Οι πληθωριστικές πιέσεις εντείνονται με τα τρόφιμα να σέρνουν τον χορό των αυξήσεων για 16 μήνες, από τον Μάρτιο του 2022, που ο πληθωρισμός τροφίμων υπερέβη το 10% χωρίς να δείχνει διαθέσεις αισθητής υποχώρησης από τότε.
Σε βασικά είδη και προϊόντα πρώτης ανάγκης, η ακρίβεια είναι σχεδόν πέντε φορές υψηλότερη σε σχέση με τον πληθωρισμό. Τον χορό των ανατιμήσεων σέρνουν τα φρούτα, τα λαχανικά αλλά και τα φαρμακευτικά προϊόντα.
Με βάση τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, τον Ιούλιο, στο 2,5% διαμορφώθηκε ο ρυθμός ανόδου των τιμών από 1,8% τον Ιούνιο. Ωστόσο, ο πληθωρισμός τροφίμων κινήθηκε στο 12,3% στην ομάδα διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε: ψωμί και δημητριακά, κρέατα, ψάρια, γαλακτοκομικά και αυγά, έλαια και λίπη, φρούτα, λαχανικά, ζάχαρη σοκολάτες-γλυκά-παγωτά, λοιπά τρόφιμα, καφέ-κακάο-τσάι, μεταλλικό νερό-αναψυκτικά-χυμούς φρούτων.
Μεγάλη άνοδος καταγράφηκε και στα φαρμακευτικά προϊόντα τα οποία σημείωσαν αύξηση της τάξης του 18,7%. Επίσης, οι τιμές στα κρέατα καταγράφουν αύξηση 10,9%, τα έλαια και τα λίπη αύξηση 10,4%. Η ζάχαρη, οι σοκολάτες και τα γλυκά είχαν αύξηση τιμών 11%, τα μεταλλικά νερά και οι χυμοί 13,3%, ο καφές, το κακάο και το τσάι κατά 9,2%, τα δημητριακά και το ψωμί 8,6%, τα ψάρια 8,2% και τα αλκοολούχα ποτά 8,1%.
Σε σύνολο 60 ειδών διατροφής - ποτών που εξετάζει η ΕΛΣΤΑΤ καταγράφονται αυξήσεις τιμών τον Ιούλιο του 2023 σε σύγκριση με τον Ιούνιο του ίδιου έτους σε 42 είδη, οι οποίες φτάνουν μέχρι 6,67% (στα κατεψυγμένα λαχανικά). Στα προϊόντα που έχουν ανατιμηθεί τον τελευταίο μήνα συγκαταλέγονται πολλά βασικά είδη διατροφής, όπως τα ζυμαρικά (3,99%), τα αυγά (3,06%), το διατηρημένο γάλα (5,34%). Τον Ιούλιο του 2023 σε σύγκριση με τις αρχές του έτους πληρώνουμε ακριβότερα 53 από τα 60 είδη διατροφής. Σε αυτά συγκαταλέγονται τα φρούτα, τα λαχανικά, τα δημητριακά, το χοιρινό κρέας, το ρύζι, το ελαιόλαδο, οι παιδικές τροφές, οι πατάτες, τα αυγά, τα τυριά, είδη δηλαδή που διαδραματίζουν βασικό ρόλο στη διατροφή.
Η επεξεργασία των στοιχείων σχετικά με τα προϊόντα που απαρτίζουν τον δείκτη τροφίμων της Eurostat δείχνει ότι τον Ιούνιο η Ελλάδα στις 11 από τις 20 κατηγορίες οι ανατιμήσεις ήταν μεγαλύτερες από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Στις 3 από τις 5 κατηγορίες κρεάτων οι αυξήσεις στην Ελλάδα είναι υψηλότερες από τον κοινοτικό μέσο όρο (βοδινό 13,1% έναντι 6,8% στην Ευρωζώνη, χοιρινό 14,8% στην Ελλάδα έναντι 10,1% στην Ευρωζώνη, αρνί-κατσίκι 7,8% στην χώρα μας έναντι 7,3% στην Ευρωζώνη). Στο βοδινό που η διαφορά είναι σχεδόν διπλάσια, η χώρα μας σημειώνει την 6η μεγαλύτερη αύξηση της τιμής και ανήκει στο κλαμπ των μόλις 8 από τις 27 χώρες της Ευρωζώνης με διψήφια αύξηση. Στο χοιρινό η Ελλάδα έχει την 9η μεγαλύτερη ανατίμηση.
Σημαντική παράμετρος που πρέπει να προσμετρηθεί σε ό,τι αφορά τις αυξήσεις που καταγράφονται στις τελικές τιμές καταναλωτή στο κρέας είναι η υψηλή εξάρτηση της χώρας από εισαγωγές, καθώς, με βάση εκτιμήσεις, περί το 85% του βόειου κρέατος που καταναλώνουμε προέρχεται από τις αγορές του εξωτερικού, ενώ σε υψηλά επίπεδα διαμορφώνεται και το ποσοστό εισαγωγών στο χοιρινό.
Στα τυριά, η Ελλάδα είναι στην 6η θέση των ανατιμήσεων πίσω από Ουγγαρία, Γερμανία, Ρουμανία, Σλοβακία και Βέλγιο. Στο βούτυρο, οι τιμές συνεχίζουν να μειώνονται στην Ελλάδα όμως ο κοινοτικός μέσος όρος είναι αρνητικός. Στα υπόλοιπα έλαια (ηλιέλαιο, σογιέλαιο, καλαμποκέλαιο κ.τ.λ.) οι τιμές υποχωρούν αλλά περίπου με το μισό ρυθμό από ότι συμβαίνει στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Στα φρούτα, η Ελλάδα πήρε… το χρυσό πανευρωπαϊκά τον Ιούνιο με αυξήσεις τιμών που άγγιξαν το 24,5%!
Αν, χρησιμοποιώντας την ιστοσελίδα e-katanalotis, η σύγκριση γίνει με τον Ιούλιο του 2022 ένα τυπικό καλάθι 25 προϊόντων σούπερ μάρκετ στην Ελλάδα κοστίζει σχεδόν 6,5% ακριβότερα. Μπορεί η αύξηση να φαίνεται μικρή αλλά επιμέρους προϊόντα, όπως τα απορρυπαντικά κοστίζουν μέχρι και 50% παραπάνω σε σχέση με το 2022.
Ο καφές (10,5% πάνω οι τιμές στην Ελλάδα έναντι 10,2% στην Ευρωζώνη) και το κρασί (9,3% έναντι 7,7%) επίσης «ταλαιπωρούν» τους καταναλωτές. Το κρασί μάλιστα είναι μία από τις κατηγορίες που η χώρα κατέχει τις πρώτες θέσεις καθώς είναι 7η στις 27.
Το ελαιόλαδο (έξτρα παρθένο) ακρίβυνε 11,7% σε σχέση με τον Ιούλιο του 2022 (8,13 ευρώ πέρσι, 9,03 φέτος), οι πατάτες μέσα σε ένα έτος πήραν την ανιούσα (από 3,69 ευρώ τα 3 κιλά πέρσι σε 4,41 ευρώ εφέτος) ενώ και το φρέσκο γάλα… ξίνισε (το 1 λίτρο κοστίζει 1,55 ευρώ από 1,41 πέρσι.
Σε σχέση με το 2019 εκτιμάται πως οι ανατιμήσεις σε βασικά είδη διατροφής λόγω των πολλαπλών κρίσεων που χτύπησαν την παγκόσμια οικονομία (πανδημία, πόλεμος) αγγίζουν το 30% με τις τιμές, ακόμα κι αν επέλθει μία σχετική ισορροπία στην αγορά (ενδεχομένως από το 2024), να είναι αδύνατο να επανέλθουν στα προ κρίσεων επίπεδα.
Ο δρόμος των αυξήσεων από το χωράφι στο ράφι
Ανησυχητικά σημάδια που δεν προμηνύουν ευχάριστες εξελίξεις εμφανίζει ο γενικός δείκτης τιμών εκροών στη γεωργία-κτηνοτροφία, στον οποίο αποτυπώνονται οι τιμές παραγωγού. Αυξήθηκε τον Ιούνιο του 2023 κατά 30,6%, ενώ τον Ιούνιο του 2022 σε σύγκριση με τον Ιούνιο του 2021 είχε αυξηθεί κατά 9,8%. Ειδικά ο υποδείκτης τιμών φυτικής παραγωγής αυξήθηκε τον Ιούνιο του 2023 κατά 34,1% και διαμορφώθηκε στις 157,3 μονάδες, στο υψηλότερο σημείο που έχει καταγραφεί από την ΕΛΣΤΑΤ τα τελευταία 23 χρόνια.
Πέρα από το ελαιόλαδο, η λιανική τιμή του οποίου προβλέπεται ότι μπορεί να ξεπεράσει τα 10 ευρώ/κιλό, και την εκτόξευση των τιμών σε φρούτα και λαχανικά τον Ιούνιο λόγω και των δυσμενών καιρικών συνθηκών, οι τιμές παραγωγού σε σειρά άλλων προϊόντων αποτελούν προάγγελο πληθωριστικών πιέσεων που… ζαλίζουν. Η τιμή του πρόβειου γάλακτος (πρόκειται για τιμές χωρίς επιδοτήσεις) είναι κατά 34% υψηλότερη σε σύγκριση με το 2022, κάτι που συνεπάγεται πολύ υψηλές τιμές στη φέτα και σε άλλα τυριά, στα κτηνοτροφικά φυτά οι αυξήσεις είναι της τάξεως του 10,6%, μετά από μια αύξηση 29,9% το 2022, στα αυγά 18,4% και στις πατάτες 27,2%.
Βάσει στοιχείων της Παγκόσμιας Τράπεζας, η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα του ανεπτυγμένου κόσμου που μπαίνει στην πρώτη δεκάδα των κρατών, παγκοσμίως, με «καθαρές» ανατιμήσεις της τάξης του 11% το πρώτο εξάμηνο του έτους.
Νέα παγωμάρα από τον Σεπτέμβριο
Η ακρίβεια ωστόσο είναι αχόρταγη με τις τιμές στα ράφια να ξαναπαίρνουν φωτιά από Σεπτέμβριο. Ήδη τα σινιάλα που εκπέμπονται από την αγορά και οι τιμοκατάλογοι που παίρνουν τα σούπερ μάρκετ παραπέμπουν σε νέες ανατιμήσεις που θα φανούν σύντομα στα ράφια. Οι αυξήσεις μεσοσταθμικά θα κινηθούν από 5% έως 15% σε λάδι, καφέ, κρέας, λαχανικά, αλλαντικά, γάλα.
«Ήδη στα σούπερ μάρκετ λαμβάνουμε τιμοκαταλόγους με αυξημένες τιμές από τους προμηθευτές μας, είναι δεδομένο πως θα έχουμε νέες αυξήσεις από το φθινόπωρο σε πολλά προϊόντα», σημειώνει ο πρόεδρος της Ένωσης Μικρών και Μεσαίων Σούπερ Μάρκετ Ελλάδας, Γιάννης Πηλίδης.
Νέες αυξήσεις «ζυμώνονται» στο ψωμί
Ούτε το ψωμί γλιτώνει από τη λαίλαπα της ακρίβειας. Η Ομοσπονδία Αρτοποιών ανακοίνωσε ήδη πως οι αλευροβιομηχανίες ενημέρωσαν τους αρτοποιούς για επικείμενες αυξήσεις 7%-10% στις τιμές των αλεύρων και αυτό παρά το γεγονός ότι, σύμφωνα με τους αρτοποιούς, υπάρχουν ακόμη αποθέματα. Αξιοσημείωτο είναι πως αν και η τιμή του μαλακού σιταριού έχει μειωθεί κατά 44% περίπου σε σύγκριση με την περίοδο που ξέσπασε ο πόλεμος στην Ουκρανία, στα τέλη Φεβρουαρίου 2022, η τιμή των αλεύρων είχε μειωθεί το προηγούμενο διάστημα μόλις κατά 5%.
«Γνωρίζουμε πως νέες αυξήσεις στο ψωμί δύσκολα θα αντέξουμε αρτοποιοί και καταναλωτές, αυτή τη στιγμή υπάρχει μία αβεβαιότητα, από τον Σεπτέμβριο θα ξεκαθαρίσει η εικόνα. Με τα μέχρι σήμερα δεδομένα στις τιμές των αλεύρων κατά πάσα πιθανότητα θα έχουμε νέα άνοδο στην τιμή του ψωμιού αλλά δεν γνωρίζουμε το ακριβές ποσοστό», επισημαίνει η πρόεδρος του σωματείου αρτοποιών Θεσσαλονίκης, «Η Δήμητρα», Ελένη Παλαβρατζή, διαβεβαιώνοντας πως «αν και οι αντοχές μας εξαντλούνται, κάνουμε το παν για να απορροφήσουμε τις αυξήσεις».
Ασφυκτικός ο κλοιός για τα νοικοκυριά: Κόβουν από παντού…
Ο κλοιός ακρίβειας, όπως αποτυπώνεται τόσο στα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, όσο και στην καθημερινή εικόνα των ραφιών των αλυσίδων, οδηγεί σε απόγνωση πολλά νοικοκυριά, που πλέον περιορίζουν τις αγορές της και στρέφονται στην αγορά προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας που είναι φθηνότερα σε σχέση με τα επώνυμα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία της NielsenΙQ, περίπου το ένα τρίτο των πωλήσεων στα ελληνικά σουπερ μάρκετ το πρώτο εξάμηνο του έτους αφορούσε προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, ενώ το 70% των επώνυμων προϊόντων ήταν σε προσφορά ή μέρος προωθητικής ενέργειας. Οι καταναλωτές ξόδεψαν περισσότερα και αγόρασαν λιγότερα σε σχέση με πέρσι.
Ακόμη και έτσι το πρώτο εξάμηνο του έτους το καλάθι των αγορών από σουπερ μάρκετ μειώθηκε, αλλά το κόστος αυξήθηκε για τους καταναλωτές, σύμφωνα με τα στοιχεία της NielsenΙQ. Ειδικότερα, η αξία των πωλήσεων το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα αυξήθηκε κατά 8,7% σε σχέση με το αντίστοιχο εξάμηνο του 2022.
Την ίδια ώρα όμως ο όγκος των πωλήσεων μειώθηκε κατά 2,5%, το οποίο σημαίνει πως η άνοδος ου τζίρου προέρχεται καθαρά από την αύξηση των τιμών και όχι από μεγαλύτερες ποσότητες που αγοράζουν οι καταναλωτές.
Οι λογαριασμοί «τρώνε» τα εισοδήματα
Μικρή βελτίωση στο καταναλωτικό κλίμα, με χαμηλές όμως τις προσδοκίες για τους καταναλωτές το επόμενο εξάμηνο αλλά και έντονη επίδραση του πληθωρισμού στην αγορά προϊόντων και υπηρεσιών, δείχνει η νέα μελέτη καταγραφής των καταναλωτικών τάσεων του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Λιανικής Πωλήσεων Ελλάδος (ΣΕΛΠΕ). Σύμφωνα με τη μελέτη, σχεδόν οι μισοί καταναλωτές εκτιμούν ότι θα μειώσουν τις δαπάνες τους για αγορά προϊόντων το επόμενο εξάμηνο, με τις πληρωμές λογαριασμών και τις αγορές βασικών αγαθών να αποτελούν πλέον τις δύο μεγαλύτερες δαπάνες ως ποσοστό του μηνιαίου εισοδήματός τους.
Είναι ενδεικτικό ότι το 36% εκτιμά πως το δεύτερο εξάμηνο 2023 οι δαπάνες για λογαριασμούς κοινής ωφέλειας θα είναι αυξημένες, ενώ το 42% εκτιμά ότι οι δαπάνες για αγορές προϊόντων θα είναι μειωμένες και μόλις το 19% ότι θα είναι αυξημένες. Λίγο καλύτερη είναι η εικόνα για τις υπηρεσίες (εισιτήρια, εστίαση), για τις οποίες εκτιμάται μείωση από το 28% των καταναλωτών και αύξηση από το 23%. Σε σχέση με τη φορολογία το 57% εκτιμά ότι θα μείνει αμετάβλητη, το 13% ότι θα παρουσιάσει μείωση και το 30% αύξηση.
Το ρεζερβουάρ γεμίζει, η τσέπη αδειάζει
Η μέση τιμή της βενζίνης φλερτάρει έντονα με το ψυχολογικό όριο των 2 ευρώ, στο 1,967 ευρώ/λίτρο (μέσος όρος πανελλαδικά με βάση τα τελευταία στοιχεία του Παρατηρητηρίου αν και σε πολλές περιπτώσεις ξεπερνά τα 2 ευρώ και στα αστικά κέντρα), την ώρα που σε τουριστικούς προορισμούς και κυρίως σε νησιά οι τιμές τρέχουν με υπερηχητικές ταχύτητες, καθώς εδώ και μέρες φλερτάρουν ανοιχτά με τα 2-2,20 ευρώ/λίτρο.
Eίναι ενδεικτικό πως την 7η ακριβότερη βενζίνη στον κόσμο πληρώνουν οι Έλληνες, σύμφωνα με το globalpetrolprices.com και την τελευταία καταγραφή τιμών ανά τον κόσμο, στις 7 Αυγούστου. Μάλιστα, η χώρα μας «χτυπά» στα ίσια στην τιμή της βενζίνης χώρες όπως η Ελβετία, το Μονακό και η Ισλανδία, των οποίων το μέσο εισόδημα ξεπερνά τα 4.000 ευρώ.
Οι υψηλοί φόροι στην τελική τιμή της βενζίνης (περί το 60% της τιμής που πληρώνουν οι καταναλωτές είναι φόροι), ο τρόπος τιμολόγησης των διυλιστηρίων (τιμολογούν τα προϊόντα τους με βάση τη μέση τιμή των προηγούμενων τεσσάρων ημερών με συνέπεια οι όποιες μειώσεις να εμφανίζονται με μεγάλη καθυστέρηση στην αντλία), η αλματώδης αύξηση της ζήτησης για καύσιμα εξαιτίας της αύξησης των μετακινήσεων το καλοκαίρι και η αστάθεια στις διεθνείς αγορές (εκτιμάται πως το αργό πετρέλαιο θα προσεγγίσει τα 100 δολάρια το βαρέλι), διαμορφώνουν το κόστος της αμόλυβδης σε επίπεδα που… πονάει η τσέπη με κάθε γέμισμα.
Γιατί πάνε στη… στρατόσφαιρα οι τιμές
Μία σειρά από παράγοντες που σε πολλές περιπτώσεις λειτουργούν συμπληρωματικά ο ένας με τον άλλον εκτοξεύουν και κρατούν στα ουράνια τις τιμές.
1) Ο ΦΠΑ στα τρόφιμα στην Ελλάδα (24% και 13% ανάλογα με την κατηγορία) κατατάσσει τη χώρα στην έκτη θέση ανάμεσα στα κράτη της ΕΕ, γεγονός που ασκεί ανοδικές πιέσεις στις τιμές, «γεμίζοντας» παράλληλα τα κρατικά ταμεία σε περιόδους ακρίβειας (υψηλότερες τιμές σημαίνουν υψηλότερους έμμεσους φόρους). Όταν οι διεθνείς τιμές στις πρώτες ύλες πέφτουν, στην Ελλάδα ο υψηλός ΦΠΑ υψώνει «μπλόκο» στις όποιες σκέψεις για μειώσεις στις επιχειρήσεις. Ακόμα βέβαια κι αν μειωθεί ο ΦΠΑ κανείς και σε καμία περίπτωση ο δυσκίνητος κρατικός μηχανισμός, δεν μπορεί να διασφαλίσει πως αυτή τη μείωση θα τη δει στο ράφι ο πολίτης και δε θα την καρπωθούν οι επιχειρήσεις.
2) Η αναταραχή στις αγορές και την προσφορά αγαθών που ξεκίνησε από την πανδημία και συνεχίστηκε με τον πόλεμο, την ώρα που ζήτηση για προϊόντα πρώτης ανάγκης αναγκαστικά παραμένει σε υψηλά επίπεδα (δεν είναι εύκολο κάποιος να μειώσει το γάλα ή το κρέας που καταναλώνει όσο κι αν ανεβεί η τιμή τους), ωθούν τις τιμές σε υψηλά επίπεδα.
3) Ο λεγόμενος «πληθωρισμός της απληστίας», δηλαδή η πρακτική των επιχειρήσεων να περνούν στα αγαθά που παράγουν αυξήσεις οι οποίες δε δικαιολογούνται σε καμία περίπτωση από τις τρέχουσες συνθήκες στις αγορές. Για παράδειγμα αν μία εταιρεία αντιμετωπίζει άνοδο στην τιμή μίας πρώτης ύλης κατά 10% και το προϊόν που παράγει το πουλήσει σε τιμή αυξημένη κατά 20% υπάρχει πληθωρισμός απληστίας που βοηθά ιδιαίτερα στην κερδοφορία των επιχειρήσεων. Δεν είναι τυχαίο που παρά το «μοιρολόι» των εταιρειών τροφίμων, εμφάνισαν κέρδη - ρεκόρ για το 2022, προφανώς όχι επειδή συγκράτησαν τις τιμές στο μέτρο του εφικτού…
4) Η προβληματική λειτουργία της ελληνικής αγοράς και ο ισχνός ανταγωνισμός (μικρή σε μέγεθος αγορά με λίγες ελληνικές και ξένες εταιρείες να κάνουν κουμάντο), διαμορφώνει ολιγοπωλιακές συνθήκες και κατά συνέπεια ο πολίτης καλείται να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη.
5) Η χρονική υστέρηση μεταξύ αλλαγών στις τιμές και αποτύπωσης αυτών στο ράφι. Μία επιχείρηση συγκεντρώνει αποθέματα από ένα συγκεκριμένο προϊόν το οποίο πουλά στο σούπερ μάρκετ με τις τρέχουσες αυξημένες τιμές. Αν υποθέσουμε πως το σούπερ μάρκετ θα το βάλει στο ράφι και θα το πουλήσει μετά από δύο μήνες, ακόμα κι αν τότε οι τιμές είναι πεσμένες, ο καταναλωτής θα το αγοράσει στις πιο «αλμυρές» τιμές που το αγόρασε το σούπερ μάρκετ από την επιχείρηση. Βέβαια οι ταχύτητες στις μεταβολές των τιμών… εκμηδενίζονται όταν πρόκειται αυτές να αυξηθούν, τότε οι διαφορές αποτυπώνονται τάχιστα.
6) Οι μειωμένες αντοχές πολλών επιχειρήσεων να απορροφήσουν αυξήσεις. Μετά από διαδοχικά κύματα ανόδου των τιμών, πλέον δεν είναι εύκολο να συγκρατηθούν οι συνεχείς «απογειώσεις» στα κόστη με αποτέλεσμα ο πολίτης να υφίσταται γρηγορότερα τις αυξήσεις των τιμών. Επιπλέον, η διαρκής αβεβαιότητα αποτρέπει τις εταιρείες από το να κάνουν το βήμα και να μειώσουν τις τιμές (ακόμα κι αν αυτό επιτάσσει η οικονομική λογική) καθώς φοβούνται για τη βιωσιμότητά τους.
7) Η χαμηλή, αν και ταχέως αυξανόμενη, διείσδυση των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας στην καταναλωτική συνείδηση. Με το μερίδιό τους, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, να κυμαίνεται περίπου στο 25%, τα επώνυμα προϊόντα αν και ακριβότερα, συνεχίζουν να κυριαρχούν στις αγορές των πολιτών, κάτι που συμβάλλει στη διατήρηση υψηλών τιμών.
8) Οι καιρικές συνθήκες και η έλλειψη εργατικών χεριών για την αποκομιδή πολλών αγροτικών προϊόντων άσκησαν έντονες πιέσεις στην προσφορά τους με αποτέλεσμα οι τιμές να πάρουν και για αυτό τον λόγο τον ανήφορο.
Πιο φθηνή η Θεσσαλονίκη από την Αθήνα
Η Θεσσαλονίκη, σύμφωνα με την εξειδικευμένη ιστοσελίδα numbeo.com, εμφανίζεται φθηνότερη κατά 4,6% σε σχέση με την Αθήνα με τα βασικά αγαθά (γάλα, πατάτες, κρέας, λάδι) να κοστίζουν φθηνότερα στην συμπρωτεύουσα.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 20.08.2023