Η παρουσία του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα στη ΔΕΘ υπηρετούσε έναν και μοναδικό στόχο: να αντιτάξει κατ' ουσία τα δικά του επιχειρήματα και τις δικές του προτάσεις σε όσα είχε παρουσιάσει μια βδομάδα νωρίτερα από το ίδιο βήμα ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ορθά επέλεξε να εστιάσει στα ζητήματα της ακρίβειας και των συνεπειών από την αύξηση του ενεργειακού κόστους, αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα άλλα θέματα όπως αυτό των υποκλοπών, καθώς και να αναδείξει τα δικά του διλήμματα ενόψει των εθνικών εκλογών.
Με τον κ. Μητσοτάκη να έχει εξαγγείλει λίγες μέρες πριν ένα σημαντικό πρόγραμμα ενισχύσεων και παροχών, κυρίως προς τη μεσαία τάξη, τους νέους, αλλά και τους συνταξιούχους, ο κ. Τσίπρας δεν είχε άλλη επιλογή παρά να υπερθεματίσει, απευθυνόμενος και αυτός στις ίδιες κοινωνικές ομάδες, με έμφαση κυρίως προς τη μεσαία τάξη. Έτσι, παρουσίασε μια σειρά μέτρων (μείωση φορολογίας στα καύσιμα, στα τρόφιμα, αύξηση αφορολόγητου για ελεύθερους επαγγελματίες, αύξηση μισθών και συντάξεων και επιστροφή αναδρομικών στους συνταξιούχους, επαναφορά 13ης σύνταξης, κρατικοποίηση της ΔΕΗ, καταβολή διαφόρων επιδομάτων κ.ο.κ.) τα οποία ισοδυναμούν με ένα “Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης”, ανάλογο εκείνου που είχε παρουσιάσει στη ΔΕΘ του 2014. Ο ΣΥΡΙΖΑ το παρουσιάζει ως πλήρως ρεαλιστικό και κοστολογημένο, προσδιορίζοντας το κόστος στα 5,6 δισ. ευρώ, η κυβέρνηση το θεωρεί παντελώς ανέφικτο εκτιμώντας το πάνω από τα 20 δισ.
Όμως, το πρόβλημα εν προκειμένω δεν είναι το πόσο κοστίζουν οι νέες υποσχέσεις. Δεν είναι αυτό που θα καθορίσει εάν το “Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης 2022” μπορεί να δώσει στον ΣΥΡΙΖΑ ώθηση ανάλογη με εκείνη που του έδωσε το αντίστοιχο πρόγραμμα του 2014, οδηγώντας τον στην εξουσία. Άλλωστε, σύμφωνα με τον κ. Τσίπρα, χάρη στο Ταμείο Ανάκαμψης, “λεφτά υπάρχουν”. Το πρόβλημα, εν προκειμένω για το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι ότι, σε αντίθεση με το 2014, διαθέτει πλέον κυβερνητικό παρελθόν και μάλιστα πολύ νωπό. Ένα παρελθόν το οποίο διέψευσε πλήρως το “Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης” του 2014 δημιουργώντας έτσι επιφυλάξεις ως προς την αξιοπιστία των νέων υποσχέσεων. Ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ δικαιολογήθηκε λέγοντας πως οι πολιτικές που εφάρμοσε η κυβέρνησή του ήταν κατ' απαίτηση των δανειστών, όμως, πιστεύει κανείς ότι οι ευρωπαίοι είναι διατεθειμένοι να επιτρέψουν σε οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση να διαχειριστεί τα δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης, χωρίς τη δική τους εποπτεία;
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον ωστόσο, παρουσιάζουν όσα ανέφερε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης στη χθεσινή συνέντευξη Τύπου σχετικά με τις μετεκλογικές συνεργασίες. Ο κ. Τσίπρας εγκατέλειψε προηγούμενες θέσεις του για συγκρότηση “προοδευτικής κυβέρνησης συνεργασίας” μετά τις εκλογές με απλή αναλογική, ακόμη και στην περίπτωση που πρώτο κόμμα ήταν η Νέα Δημοκρατία. “Δεν πρόκειται να συγκροτήσουμε κυβέρνηση των ηττημένων”, διακήρυξε χθες, αποκλείοντας κάθε πιθανότητα να αξιοποιήσει τυχόν δεύτερη εντολή σχηματισμού κυβέρνησης.
Ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ επιχείρησε παράλληλα, να χειραγωγήσει το ΠΑΣΟΚ, προεξοφλώντας, και μάλιστα με κατηγορηματικό τρόπο, τη στάση της Χαριλάου Τρικούπη μετά τις εκλογές. Συγκεκριμένα, επανέλαβε αρκετές φορές πως εάν πρώτο κόμμα είναι η ΝΔ, τότε θα οδηγηθούμε με ασφάλεια σε δεύτερες εκλογές καθώς κατά την εκτίμησή του δεν πρόκειται να συμπράξει το ΠΑΣΟΚ σε συγκυβέρνηση με τον Κυριάκο Μητσοτάκη γιατί, όπως είπε, “δεν μπορεί να γίνει κυβέρνηση του θύτη με το θύμα”, παραπέμποντας στο ζήτημα της παρακολούθησης του τηλεφώνου του Νίκου Ανδρουλάκη. Προέβαλε, παράλληλα και το επιχείρημα πως σε όλη την Ευρώπη οι κυβερνήσεις συνεργασίας είναι είτε κεντροαριστερές είτε κεντροδεξιές, λέγοντας πως οτιδήποτε διαφορετικό συνιστά πολιτική τερατογένεση. Ο κ. Τσίπρας, προσπέρασε βεβαίως την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ η οποία, σύμφωνα με την τωρινή θεώρησή του συνιστούσε πολιτική τερατογένεση και επιπλέον, λησμόνησε όσα έχει καταμαρτυρήσει όλα τα προηγούμενα χρόνια σε βάρος του ΠΑΣΟΚ, το οποίο εντάσσει τώρα στον προοδευτικό χώρο. Προεξοφλεί, μάλιστα, με βεβαιότητα ότι το ΠΑΣΟΚ (όπως και το ΜεΡΑ25) θα συμπράξει μαζί του σε περίπτωση που πρώτο κόμμα αναδειχθεί ο ΣΥΡΙΖΑ.
Κατά τα άλλα, στο πλαίσιο της χθεσινής συνέντευξής του ο κ. Τσίπρας:
- Απέκλεισε κάθε ενδεχόμενο συγκυβέρνησης με τη ΝΔ, “θα συνιστούσε πολιτική τερατογένεση” είπε, εκτός εάν υπάρξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης, “ελπίζω να μην έχουμε κάτι τέτοιο το επόμενο διάστημα”.
- Κάλεσε, εμμέσως πλην σαφώς, την πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου να πάρει θέση για το θέμα των υποκλοπών και ειδικότερα για την επίκληση του απορρήτου εκ μέρους της κυβέρνησης που, όπως είπε, “εξευτελίζει την κοινοβουλευτική διαδικασία”.
- Εκφράστηκε με θετικά λόγια για τον Ευάγγελο Βενιζέλο, προσπερνώντας όσα έχει πει σε βάρος του όλα τα προηγούμενα χρόνια, αλλά απέκλεισε με έμμεσο τρόπο, κάθε πιθανότητα συνεργασίας ή αξιοποίησής του στο μέλλον.
- Δεν έδωσε πειστική απάντηση για ποιο λόγο παρακολουθούσε η ΕΥΠ επί δικής του διακυβέρνησης το στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ Στέργιο Πιστιόρλα. Όπως είπε, η ΕΥΠ ερευνούσε μία υπόθεση οικονομικού εγκλήματος για την οποία, όμως, ο κ. Πιτσιόρλας έχει πει πως δεν είχε καμία απολύτως εμπλοκή σε αυτήν καθώς όταν ανέλαβε πρόεδρος του ΤΑΙΠΕΔ η υπόθεση είχε ήδη ολοκληρωθεί. Μάλιστα, ο κ. Τσίπρας κάλεσε τον ίδιο τον Πιτσιόρλα να αναζητήσει εκείνος την απάντηση για ποιο λόγο τον παρακολουθούσε η ΕΥΠ, σημειώνοντας πάντως ότι “για τον καθένα υπάρχει το τεκμήριο της αθωότητας”, προσθέτοντας πως ο μετέπειτα υφυπουργός δεν περιλαμβάνεται μεταξύ όσων έχουν παραπεμφθεί να δικαστούν γι' αυτήν την υπόθεση.
- Είπε πως εάν ο ΣΥΡΙΖΑ θα γίνει κυβέρνηση τότε θα συγκροτηθεί προανακριτική επιτροπή για τη διερεύνηση της υπόθεσης των υποκλοπών προκειμένου να καταλογιστούν τυχόν ποινικές ευθύνες σε πολιτικά πρόσωπα, μη αποκλείοντας ούτε τον ίδιο τον νυν πρωθυπουργό.
- Τέλος, όσον αφορά τα ζητήματα της Θεσσαλονίκης, εκτίμησε πως το μετρό δεν πρόκειται να ολοκληρωθεί πριν από το 2025, ενώ ζήτησε το σχέδιο ανάπλασης της ΔΕΘ να χρηματοδοτηθεί από το Ταμείο Ανάκαμψης, αντί να γίνει μέσω ΣΔΙΤ.