Το ότι ο διάλογος είναι ο καλύτερος τρόπος για το ξεπέρασμα των διαφωνιών και την επίτευξη συμφωνιών, είναι αναντίρρητο, καθώς έχει επιβεβαιωθεί θριαμβευτικά στην ιστορία του ανθρώπινου γένους.

Όπως και έχει επιβεβαιωθεί, ότι ο διάλογος, κάποια στιγμή ολοκληρώνεται και πλέον δεν μπορεί να προσφέρει τίποτα η συνέχισή του στο διηνεκές.

Εκείνην την στιγμή που ο διάλογος ως μέθοδος επίλυσης διαφορών, αδυνατεί να προσφέρει διέξοδο, έρχεται η ώρα των δύσκολων αποφάσεων.

Οι αρχαίοι έλεγαν «όπου δεν πίπτει λόγος, πίπτει ράβδος», περιγράφοντας έτσι την καταφυγή στον «ξυλοδαρμό» όσων επέμεναν να μην συνετίζονται παραβαίνοντας τους νόμους και το κοινό περί δικαίου αίσθημα και παρεμποδίζοντας την κοινότητα να πορευτεί εφαρμόζοντας αυτά που θεωρούνται επιβεβλημένα από τα εντεταλμένα προς τούτο θεσμικά της όργανα.

Τόσους μήνες μετά την εμφάνιση του κορονοϊού κι έναν χρόνο από την έναρξη των εμβολιασμών και την αδιαμφισβήτητη απόδειξη ότι θωρακίζει την κοινότητα αποτελώντας το πλέον ενδεδειγμένο όπλο κατά του COVID, ο διάλογος και η προσπάθεια να πειστούν εκείνοι που αρνούνται το εμβόλιο, δεν μπορεί να προσφέρει το παραμικρό.

Ό, τι ήταν να ειπωθεί ειπώθηκε. Όσα επιχειρήματα μπορούσαν να διατυπωθούν, λέχθηκαν. Άλλωστε όποιες επιφυλάξεις υπήρξαν και όποιος αντίλογος εκφράστηκε, σαρώθηκαν και διαψεύστηκαν από την πραγματικότητα που περιγράφει με τον πλέον ανάγλυφο τρόπο, ότι ο ανεμβολίαστος κινδυνεύει επτά κι οκτώ φορές περισσότερο από τον εμβολιασμένο στο να προσβληθεί, να νοσήσει και να πεθάνει από τον ιό.

Ποια άλλη χρεία μαρτύρων έχουμε;

Πλέον, τα πράγματα έχουν ξεκαθαρίσει. Το ποσοστό των εμβολιασμένων στην Ελλάδα, υπολείπεται δραματικά αυτού των χωρών της δυτικής και νότιας Ευρώπης (Γαλλία, Ιταλία, Πορτογαλία) και κινείται σε επίπεδα των χωρών της κεντρικής Ευρώπης (Γερμανία, Αυστρία). Ψεκασμένοι, συνωμοσιολόγοι, θρησκόληπτοι, φοβικοί, ασυνείδητοι, αδιάφοροι έχουν δημιουργήσει ένα εκρηκτικό κοκτέιλ κι ένα ισχυρό ανάχωμα στην λύση του δράματος.

Κατά συνέπεια, δεν μπορούμε να κάνουμε ό,τι κάνουν οι πρώτες που έχουν πολλά κρούσματα αλλά λίγους συγκριτικά θανάτους και να γυρνάμε την πλάτη στα μέτρα που λαμβάνουν οι χώρες με ίδια με εμάς εμβολιαστική κάλυψη (σκληρά λοκντάουν).

Εμείς εδώ ακόμη συζητάμε αν θα πρέπει να εμβολιαστούν υποχρεωτικά οι αστυνομικοί (που πρέπει να μπαινοβγαίνουν παντού για να ελέγχουν τους ανεμβολίαστους), και αν πηγαίνουν στα σούπερ μάρκετ και στις εκκλησίες οι συνήθεις θαμώνες (μεσήλικες και άνω), χωρίς κανέναν έλεγχο.

Αλίμονο μας…

***********************************************************************************************

Η πανδημία καλπάζει σχεδόν ανενόχλητη, η χώρα και ακόμη περισσότερο η Θεσσαλονίκη ζει ένα θανάσιμο déjà vu, όπως χαρακτηριστικά γράφει η «ΜτΚ» στον πρωτοσέλιδο τίτλο της και από Δευτέρα στη ζωή των ανεμβολίαστων μπαίνουν καινούριοι περιορισμοί. Είναι όμως αρκετοί για να σταματήσει το κακό;


Με το θάρρος μιας στήλης που δεν χάιδεψε ποτέ κανέναν και είναι ένα βήμα μπροστά στα της πανδημίας όχι επειδή είμαστε λοιμωξιολόγοι, αλλά γιατί διαβάζουμε, συζητάμε, μαθαίνουμε και παίρνουμε τον παλμό τόσο της κοινωνίας όσο και των ανθρώπων της πρώτης γραμμής, έχω να καταθέσω κάποιες ενστάσεις σχετικά με το διάγγελμα Μητσοτάκη και το... αντιδιάγγελμα Τσίπρα.


Ο πρωθυπουργός, λοιπόν, έκανε ένα «κλικ» παραπάνω σε σκληρότητα μέτρων, όμως οι νέοι περιορισμοί είναι για να μετριαστεί το κακό κι όχι για να ανακοπεί ή τελοσπάντων να γίνει διαχειρίσιμο. Απέφυγε για μία ακόμη φορά να επεκτείνει την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού, το μόνου αποδεδειγμένα -κι από την Πορτογαλία που επικαλέστηκε πολλάκις- αποτελεσματικού μέτρου στην καταπολέμηση της πανδημίας στις κατεξοχήν επικίνδυνες ομάδες όπως οι εργαζόμενοι στην εστίαση, οι δημόσιοι υπάλληλοι που εξυπηρετούν κόσμο, ο στρατός και φυσικά οι ελεγκτές όλων, η αστυνομία, ενώ και πάλι άφησε απέξω την εκκλησία, παρά τον πρόσφατο σάλο.


Από την άλλη μια τρύπα στο νερό έκανε και ο Αλέξης Τσίπρας. Βγήκε δήθεν θυμωμένος αμέσως μετά τον Μητσοτάκη όχι για να βοηθήσει αλλά για να καυτηριάσει τον προηγούμενο. Πραγματική βοήθεια θα ήταν να υποβάλλει προτάσεις ολοκληρωμένες (ακόμη και κοστολογημένες αφού μίλησε για προσλήψεις γιατρών και εκπαιδευτικών) νωρίτερα και χωρίς παραθυράκια. Αντ’ αυτού βγήκε να καταγγείλει τον Μητσοτάκη, να του χρεώσει τους νεκρούς προσωπικά, να επαναλάβει το μακάβριο «εσείς μετράτε ψήφους, εμείς νεκρούς», ενώ το χειρότερο ήταν η αοριστία. Δηλαδή είπε για υποχρεωτικότητα στους αστυνομικούς (αφήνοντας έξω φυσικά εστίαση, δημόσιο) αλλά πώς; Χωρίς αναστολές όπως λέει και για τους υγειονομικούς;


Κι όταν επικρατεί χάος σε νοσοκομεία και κοινωνία και τρικυμία εν κρανίω σε όσους είναι υποχρεωμένοι να το λύσουν, προκύπτουν κι άλλα ευτράπελα. Μόνο ως τέτοιο μπορώ να χαρακτηρίσω τη δημόσια αναφορά του νέου προέδρου του ΕΟΔΥ πώς οι Βρετανοί ακολουθούν άλλο μοντέλο καταγραφής των θανάτων. Πιστεύω κι ελπίζω πως πρόκειται για απλή επισήμανση κι όχι για «τυράκι» ώστε να... κόψουν αντιδράσεις όπως σχολιάζεται καθώς είμαστε μια ανάσα πριν από τριψήφια νούμερα νεκρών, καθώς το διαβόητο βρετανικό μοντέλο λέει πως ως θάνατος από COVID καταγράφεται εκείνος όπου ο δυστυχής πέθανε εντός 28 ημερών από το θετικό τεστ. Πέραν αυτού ο νεκρός δεν υπολογίζεται στους θανάτους από κορονοϊό, άρα ο Μπόρις και η παρέα του δείχνουν «καλή» εικόνα στην κοινωνία. Για να σοβαρευτούμε, το βρετανικό μοντέλο καταγραφής είναι όχι απλώς εξοργιστικό αλλά και προσβλητικό στη μνήμη των ανθρώπων που έφυγαν μετά από μεγάλη πάλη με τον ιό και στη δουλειά των γιατρών που κατάφεραν να τους κρατήσουν καιρό εν ζωή, αλλά τους έχασαν στο τέλος.


Δεν καταλαβαίνω γιατί θα έπρεπε στην επίσημη ενημέρωση να αναφερθεί αυτό το μοντέλο, ειδικά όταν και ο ΕΟΔΥ και όλοι μας γνωρίζουμε πως η κυρίαρχη ψεκασμένη θεωρία του πρώτου καιρού της πανδημίας στη χώρα μας ήταν πως οι άνθρωποι πεθαίνουν από κάτι άλλο και καταγράφονται ως νεκροί του COVID για να μας κάνει ό,τι θέλει ο Γκέιτς και οι 5Gήδες. Τέτοιες αναφορές και τέτοιες δημόσιες συζητήσεις μόνο κακό κάνουν στον συλλογικό στόχο που είναι και πρέπει να είναι να απομακρυνθούν οι παραπλανημένοι από τους «τσαρλατάνους» όπως σωστά τους χαρακτήρισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.


Κι ένα τελευταίο: η Γαλλία ως παράδειγμα επιβολής μέτρων την οποία ακολουθούσαμε κατά γράμμα από την πρώτη μέρα, ευτυχώς για εκείνη και δυστυχώς για μας βρίσκεται σε διαφορετική φάση και εντελώς διαφορετική εμβολιαστική κάλυψη από μας. Αντίθετα πολύ κοντά επιδημιολογικά είμαστε με Αυστριακούς και Γερμανούς, οι οποίοι πάνε σε σκληρά lockdown. Μπορεί να μας αρέσει το γαλλικό μοντέλο, τα γαλλικά σνακ και τα Ραφάλ, αλλά δε μπορούμε πλέον να αντιγράφουμε τα (μη) μέτρα του Μακρόν, αλλά εκείνα των χωρών που δεν κατάφεραν να πείσουν τους πολίτες να εμβολιαστούν.

* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 21.11.2021


This page might use cookies if your analytics vendor requires them.