- «Η Ελλάδα έχει ανάγκη από πρόσθετες και γενναιόδωρες χρηματοδοτήσεις και η Ευρώπη δεν χρειάζεται άλλους Νάιτζελ Φάρατζ» τονίζει η Άννα-Μισέλ Ασημακοπούλου. Η ευρωβουλευτής της ΝΔ σε συνέντευξή της στη «Μακεδονία της Κυριακής» και στον απόηχο της έκτακτης συνόδου της ΕΕ για το νέο προϋπολογισμό της τονίζει ότι το Brexit «είναι μία δοκιμασία για την ΕΕ, αλλά όχι η διάσπασή της» και ότι η μάχη κατά του ευρωσκεπτικισμού είναι επίκαιρη και αδιάκοπη. Για το προσφυγικό σημειώνει ότι η ΕΕ «το βλέπει αλλά δεν το κοιτάζει κατάματα» και ότι είναι ευρωπαϊκό και όχι ελληνικό πρόβλημα. «Η πολιτική της κυβέρνησης είναι σωστή, η κριτική που ασκείται είναι θεμιτή και εντέλει όλα θα κριθούν εκ του αποτελέσματος», σημειώνει. Όσο για τον απολογισμό της κυβέρνησης Μητσοτάκη, σχολιάζει ότι «οι στόχοι της υλοποιούνται με εντυπωσιακό ρυθμό. Οι προσδοκίες είναι μεγάλες και αυτός ο ρυθμός και η ορμή πρέπει να διατηρηθούν».
- Κυρία Ασημακοπούλου, η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη συμπλήρωσε ήδη εφτά μήνες διακυβέρνησης. Πώς θα τη βαθμολογούσατε; Πού πήγε καλά; Πού βλέπετε να υπάρχουν ελλείμματα;
Οι επτά μήνες διακυβέρνησης από τη ΝΔ με πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη περιλαμβάνουν 32 νομοσχέδια, με επίκεντρο τον πολίτη, την υγεία, την κοινωνία, την ασφάλεια. Μεταξύ αυτών είναι ο νέος φορολογικός νόμος με ελαφρύνσεις σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά της τάξης του 1,2 δισ., η μείωση του ΕΝΦΙΑ, η βελτίωση της ρύθμισης των 120 δόσεων, η αποκατάσταση του πραγματικού ασύλου στα πανεπιστήμια και η πλήρης άρση των capital controls. Λήφθηκαν σημαντικές αποφάσεις για την ανάπτυξη της χώρας και της οικονομίας της, και δρομολογήθηκαν δράσεις σε τομείς όπως η ενέργεια και το περιβάλλον, που επιφέρουν δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Η εικόνα είναι ανάλογη και στις διεθνείς αγορές, με χαρακτηριστικό το ελληνικό πενταετές ομόλογο, που η απόδοσή του πρόσφατα κατέγραψε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Η Ελλάδα ξεκίνησε να συμβαδίζει με τις σύγχρονες ευρωπαϊκές και διεθνείς απαιτήσεις αλλά και να συμπλέει με την «Πράσινη Συμφωνία» της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όμως, το καλό ανταγωνίζεται πάντα με το καλύτερο. Η απαρέγκλιτη εφαρμογή ενός αποτελεσματικού κυβερνητικού προγράμματος αξιολογείται θετικά από τους πιο αυστηρούς κριτές του, που είναι οι πολίτες και αυτοί θα βάλουν την τελική βαθμολογία στις επιδόσεις της κυβέρνησης, στις επόμενες εκλογές. Υπάρχει διαφορά στον τρόπο που η Ευρώπη και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί βλέπουν σήμερα τη χώρα μας σε σχέση με το παρελθόν και την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ; - Για χρόνια η Ελλάδα αποτελούσε συνώνυμο της αστάθειας, της απρόβλεπτης και επικίνδυνης πολιτικής, του «φτωχού συγγενή» της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παρά το γνωστό «Κάλλιο να σου βγει το μάτι παρά το όνομα», σήμερα το όνομά της αποκαταστάθηκε από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, διατηρώντας και τους δύο «οφθαλμούς» της ανέπαφους και ανοιχτούς στις προκλήσεις και στα νέα δεδομένα που διαμορφώνονται. Η χώρα ενίσχυσε τη θέση της στο ευρωπαϊκό και διεθνές γίγνεσθαι, αναγνωρίζονται τα σημάδια ανάκαμψης που παρουσιάζει, ισχυροποιείται και πλέον μπήκε στο κάδρο των σοβαρών και ισότιμων συνομιλητών.
- Μεγάλη κουβέντα λόγω του Brexit γίνεται αυτήν την περίοδο και για το νέο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο, ένα θέμα που συζητήθηκε και στη σύνοδο κορυφής αυτών των ημερών. Τα δικά σας συμπεράσματα;
- O ευρωσκεπτικισμός πάντως δεν λέει να υποχωρήσει στην Ευρώπη. Πώς μπορεί να αντιμετωπισθεί αυτή η γενικότερη τάση; Ο νέος πρόεδρος της Επιτροπής Περιφερειών Απόστολος Τζιτζικώστας μίλησε για την ανάγκη η Ευρώπη να έρθει πιο κοντά στους πολίτες. Συμφωνείτε; Και πώς μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο;
- Ο ευρωσκεπτικισμός παραμένει ένα μεγάλο κεφάλαιο που δεν αφήνει περιθώρια εφησυχασμού. Έχει τους διαχωρισμούς και τα αφηγήματά του και έτσι οφείλουμε να τον αντιμετωπίσουμε. Να είμαστε πάντα σε ετοιμότητα και να δίνουμε απαντήσεις χωρίς να θεωρούμε τίποτα αυτονόητο. Οι δικές μας φωνές για ενότητα πρέπει να είναι πιο δυνατές από αυτές που λησμονούν ή αγνοούν ότι η Ευρώπη βγήκε από τις στάχτες ενός καταστροφικού πολέμου και στόχευσε στην ειρήνη και στην ενιαία αγορά της. Η μάχη κατά του ευρωσκεπτικισμού είναι επίκαιρη και αδιάκοπη. Δεν πρέπει να επιτρέψουμε κι άλλους «Νάιτζελ Φάρατζ» να μονοπωλούν το δημόσιο διάλογο, δημιουργώντας εντυπώσεις που αποδυναμώνουν την κοινή πορεία της ΕΕ. Παράλληλα, πρέπει να χρησιμοποιήσουμε σύγχρονα εργαλεία στο διαδίκτυο για να «ακούμε» τη γνώμη των πολιτών και ιδίως των νέων ανθρώπων.
- Ένα πολύ σημαντικό θέμα που κυριαρχεί σε όλες τις ατζέντες, είτε της Ευρώπης είτε της Ελλάδας, είναι το προσφυγικό-μεταναστευτικό. Θεωρείτε ότι η Ευρώπη το αντιμετωπίζει με τη δέουσα προσοχή;
- Το ζήτημα του προσφυγικού-μεταναστευτικού η Ευρωπαϊκή Ένωση το βλέπει, ουσιαστικά όμως δεν το κοιτάζει κατάματα. Ένα παράδειγμα είναι η αποδοχή ασυνόδευτων ανήλικων προσφύγων που ζητά η Ελλάδα από άλλα κράτη μέλη. Μόνο τρία κράτη μέλη δέχθηκαν. Για το θέμα μίλησα και στην ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Η Ελλάδα είναι πύλη εισόδου της Ευρώπης και «γέφυρα» προς την υπόλοιπη Ευρώπη. Το προσφυγικό-μεταναστευτικό είναι ευρωπαϊκό θέμα και όχι ελληνικό πρόβλημα. Αυτό πρέπει να γίνει κατανοητό και αυτό αναδεικνύουμε σε κάθε ευκαιρία στο Ευρωκοινοβούλιο.
Και η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη; Πολλοί λένε ότι δεν αποδείχτηκε έτοιμη για να αντιμετωπίσει το συγκεκριμένο ζήτημα. Υπάρχει δίκαιο σε μία τέτοια κριτική;
- Ο δρόμος του προσφυγικού-μεταναστευτικού είναι μακρύς και η πορεία του μεγάλη. Η κυβέρνηση γνωρίζει το ζήτημα και ας μην ξεχνάμε ότι η ΝΔ το έχει διαχειριστεί και στο παρελθόν. Οι βασικοί άξονες που έχουν τεθεί στοχεύουν στην ορθή διαχείριση και στην ανακούφιση των τοπικών κοινωνιών που επωμίστηκαν το μεγαλύτερο «φορτίο». Ταυτόχρονα, πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι το πρόβλημα διόγκωσαν συγκεκριμένοι παράγοντες. Από τη μία οι πολιτικές της προηγούμενης κυβέρνησης, που έστειλε προς πάσα κατεύθυνση το μήνυμα ότι η Ελλάδα είναι η ξεκλείδωτη πόρτα της Ευρώπης. Από την άλλη η άσκηση αλυσιδωτής πίεσης του Ερντογάν στην Ευρώπη, μέσω της χώρας μας. Χρειάζεται υπομονή και ψυχραιμία. Η πολιτική της κυβέρνησης στο προσφυγικό-μεταναστευτικό είναι σωστή, η κριτική που ασκείται είναι θεμιτή και εντέλει όλα θα κριθούν εκ του αποτελέσματος.
- Γενικότερα, πού βλέπετε κινδύνους για την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη στο πλαίσιο της διακυβέρνησης; Τι πρέπει να προσέξει;
- Η κυβέρνηση πετυχαίνοντας τον ένα στόχο μετά τον άλλο ανέβασε ακόμη πιο ψηλά τον πήχη. Αυτό δημιουργεί αυξανόμενες προσδοκίες. Η ικανοποίηση των προσδοκιών επιτυγχάνεται με τη διατήρηση της «ορμής» που επέδειξε, της σταθερότητας και της αποφασιστικότητας που τη διακρίνουν. Η ΝΔ μέχρι τώρα αποδεικνύει ότι έχει την ικανότητα, τις δεξιότητες και το σχεδιασμό να «απεγκλωβίσει» σταδιακά τη χώρα από εφαρμοσμένες πολιτικές που λυμαίνονταν την πρόοδό της και την ευημερία των πολιτών της. Οι στόχοι της κυβέρνησης Μητσοτάκη υλοποιούνται με εντυπωσιακό ρυθμό. Οι προσδοκίες είναι μεγάλες και αυτός ο ρυθμός πρέπει να διατηρηθεί.
- Αποτελεί πρόβλημα ο Αντώνης Σαμαράς, που έχει δείξει τη διαφοροποίησή του και στο θέμα της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας και στην τροπολογία για το ποδόσφαιρο;
- Αυτά έχουν διευκρινιστεί επαρκώς. Ο Αντώνης Σαμαράς είναι γνωστό ότι όταν και όποτε έχει να πει κάτι, το εκφράζει ξεκάθαρα και χωρίς υπεκφυγές.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 23 Φεβρουαρίου 2020