Μπορεί τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων να είναι ξεκάθαρα σε ό,τι αφορά στην κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη και να προδικάζουν την άνετη επικράτηση του κόμματος του έναντι του ΣΥΡΙΖΑ όποτε κι αν γίνουν οι εκλογές, οι τελευταίες έρευνες της κοινής γνώμης κατέγραψαν, όμως, κάποιες… σκιές για την κυβέρνηση που αναστάτωσαν τους επιτελείς του Μαξίμου.
Αναφέρομαι σε δύο στοιχεία από τα αποκαλούμενα «ποιοτικά» των ερευνών και ένα τρίτο με τοπικά χαρακτηριστικά. Το πρώτο αφορά στη νεολαία, η οποία -συγκριτικά με τον συνολικό πληθυσμό- εμφανίζεται δύσπιστη και ανικανοποίητη απέναντι στην κυβέρνηση και το δεύτερο, στο γεγονός ότι μεγάλο τμήμα του αποκαλούμενου αντιεμβολιαστικού κινήματος, φαίνεται να προέρχεται από τον σκληρό πυρήνα των παραδοσιακών ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας.
Σε ό,τι αφορά στο τρίτο στοιχείο, αυτό σχετίζεται με την περιορισμένη απήχηση της κυβέρνησης στην κεντρική Μακεδονία και ειδικά στην Θεσσαλονίκη.
Παρά το ότι οι τρεις προαναφερόμενες «σκιές» δεν αξιολογούνται ικανές να επηρεάσουν την τελική έκβαση της εκλογικής αναμέτρησης, θορύβησαν υπερβολικά την ηγεσία της κυβέρνησης. Σήμανε συναγερμός και δόθηκε εντολή να σχεδιαστούν πολιτικές που βελτιώνουν την εικόνα της κυβέρνησης στη νέα γενιά, που περιορίζουν την επιρροή της αντιεμβολιαστικής επιχειρηματολογίας στους συντηρητικούς ψηφοφόρους και που ανατρέπουν το κλίμα ότι η Θεσσαλονίκη αντιμετωπίζεται ως φτωχός συγγενής της Αθήνας.
Αναφορικά με το δεύτερο, η προσπάθεια περιορισμού της «ζημιάς» αποφασίστηκε τελικά να αρθρωθεί σε δύο πυλώνες.
Πρώτος, να πιεστεί με όποιον τρόπο είναι δυνατόν η Εκκλησία προκειμένου να πειστούν οι ιερωμένοι και το ποίμνιό τους να σπεύσουν στα εμβολιαστικά κέντρα και δεύτερος να ανατεθεί το χαρτοφυλάκιο του υπουργείου Υγείας σε ένα προβεβλημένο στέλεχος του… βαθέως γαλάζιου: Τον Θανάση Πλεύρη, στον οποίο ανατέθηκε το εγχείρημα να ασκήσει την επιρροή του ώστε να απεγκλωβιστούν οι… «σκούροι μπλε» από την επιχειρηματολογία των συνωμοσιολογιών, των ψεκασμένων, των φοβικών έναντι της επιστήμης και της οικουμενικότητας.
Σε ό,τι αφορά τη νέα γενιά, οι επιτελείς της κυβέρνησης επέλεξαν να δοθεί νεανικό χρώμα στην άνοδο του πρωθυπουργού στην Θεσσαλονίκη με την αφορμή των εγκαινίων της ΔΕΘ. Έτσι, κατά την ομιλία του Κυριάκου Μητσοτάκη στο Βελλίδειο, μεγάλο τμήμα του περιορισμένου -λόγω COVID- αριθμού των προσκλήσεων, μοιράστηκαν στην ΟΝΝΕΔ, ενώ ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε σειρά μέτρων στήριξης των νέων (από δωρεάν data, μέχρι ενίσχυση της εργασίας τους κλπ).
Αναφορικά τέλος με την Θεσσαλονίκη, εκτός από την επιτάχυνση των έργων που τρέχουν και την συμπερίληψη κι άλλων στην γνωστή ατζέντα (ογκολογικό, δυτικό παράκτιο μέτωπο κλπ), αποφασίστηκε να γίνει ότι είναι δυνατόν ώστε να κλείσουν τα μέτωπα με τον ΠΑΟΚ αλλά και τον Άρη.
Η διευκόλυνση του πρώτου στο χτίσιμο της νέας Τούμπας και η εκκίνηση των διαδικασιών για νέο γήπεδο του δεύτερου, εντάσσονται σε αυτήν την κατεύθυνση.
Παράλληλα, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης φέρεται χολωμένος από το πολιτικό προσωπικό του κόμματός του στην περιοχή (θεωρεί ότι αποφεύγουν να υπερασπιστούν το έργο της κυβέρνησης) και φέρεται αποφασισμένος να ανακατώσει την τράπουλα αλλάζοντας πρόσωπα και καταστάσεις στην τοπική κομματική δομή και δίνοντας από νωρίς το χρίσμα του υποψηφίου βουλευτή σε προβεβλημένα στελέχη που κρίνονται ικανά να εκλεγούν στις επόμενες εκλογές. (Σπυράκη, Πατουλίδου, Παπαμιμίκος, Χαριστέας, Εξαδάκτυλος, Παπαϊωάννου, Καϊτεζίδης, Κυρίζογλου είναι κάποια από τα νέα ονόματα που κυκλοφορούν).
***********************************************************************************************************
Και μπορεί οι «σκιές» για την κυβέρνηση και για το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας να είναι τρεις, για την κοινωνία μας όμως συλλογικά είναι μία: οι αντιεμβολιαστές και φυσικά η σκληροπυρηνική τους βάση που αποτελείται από ξεκάθαρους αρνητές του ιού, οι οποίοι από την πρώτη μέρα του ξεσπάσματος της πανδημίας μέχρι και σήμερα, είκοσι μήνες μετά έχουν αφήσει κατά μέρος την... καραμέλα της «γριπούλας» και αμφισβητούν την αιτία θανάτου των χιλιάδων συμπολιτών μας, αψηφώντας ταυτόχρονα προκλητικά τα μέτρα προστασίας όπως μάσκες, αποστάσεις κλπ.
Μήνες τώρα γράφω και ξαναγράφω για τους σκεπτικιστές, τους φόβους ειδικά των νεότερων, τις «φυλές των ψεκασμένων», προσπαθώντας να τους κατηγοριοποιήσω και να αναλύσω τους λόγους που δεν συμμετέχουν στον κοινό και ζωτικής σημασίας αγώνα για να πάρουμε τη ζωή μας πίσω, αλλά αντίθετα αποτελούν «μαστροχαλαστές», γκρεμίζοντας με μια κορονοσυγκέντρωση, ένα πάρτι, μια θρησκευτική τελετή ό,τι οι άλλοι πετυχαίνουν με κόπο και πόνο.
Σήμερα, όμως, θα ήθελα να αναφερθώ σε μια ακόμη παράμετρο διαμόρφωσης της όλης κατάστασης που βαραίνει εκείνους που γκρεμίζουν το τείχος ανοσίας, αλλά εμάς τους υπόλοιπους που βγάζουμε μόνοι μας τα λιθαράκια που δύσκολα τοποθετήσαμε είτε αποχωριζόμενοι για μήνες τα αγαπημένα μας πρόσωπα, είτε λαμβάνοντας και μια και δυο και τρεις –οσονούπω- δόσεις του εμβολίου.
Κι όταν λέω εμάς, εννοώ εκείνους που έχουν τη θεσμική ευθύνη είτε ως αιρετοί είτε ως σεβάσμιοι είτε ακόμη ως λειτουργοί της δημοκρατίας (τα ΜΜΕ δηλαδή) και οι οποίοι επιδεικνύουν μια στάση που ένας πιο κυνικός θα χαρακτήριζε βαθιά υποκριτική. Κυβέρνηση, λοιπόν, κόμματα, φορείς, οργανισμοί, ακόμη και Εκκλησία έχουν ταχθεί σαφέστατα κι αναφανδόν υπέρ του εμβολιασμού αλλά στο βαθμό που -θεωρούν- πώς τους... παίρνει. Κι εξηγούμαι. Όλοι τους κάλεσαν και καλούν όσους βρίσκονται στη σφαίρα της επιρροής ή της ευθύνης τους να εμβολιαστούν, ενώ η κυβέρνηση από την πλευρά της έβαλε στο παιχνίδι και την υποχρεωτικότητα –εξαιρώντας, πάντως, προς το παρόν ομάδες που όλοι ξέρουμε πως είναι «προβληματικές» ως προς την προθυμία να... τσιμπηθούν, όπως π.χ. τα σώματα ασφαλείας.
Από εκεί και πέρα, όμως, ουδέν. Με τους αντιεμβολιαστές ακόμη και μέσα στους κόλπους τους να υπάρχουν έστω και ως μικρή μειοψηφία, όλοι τους αποφεύγουν να σπάσουν αυγά, να τους πάρουν από τα μούτρα, είτε γιατί δε θέλουν να τους στείλουν μόνιμα στην αγκάλη των ψεκασμένων είτε για τα διαβόητα «ψηφαλάκια». Το ίδιο, για παράδειγμα, συνέβαινε καιρό τώρα και στην αξιωματική αντιπολίτευση που στήριξε και στα λόγια και στα... τσιμπήματα το εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμού, όμως τον Πολάκη τον άφησε να δημιουργεί κλίμα, να λέει τις αμπελοφιλοσοφίες του και να φτάνει φθινόπωρο για να αποφασίσει να εμβολιαστεί, αφού πρώτα είχε προκαλέσει το κακό με τις δημόσιες δηλώσεις του.
Η χειρότερη, όμως, όλων αποδεικνύεται η Εκκλησία, η οποία αφού πρώτα άργησε χαρακτηριστικά να πάρει θέση για το θέμα και χρειάστηκε να «παρακαλέσει» ειδικά ο πρωθυπουργός τον αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο (ο οποίος θυμίζω πως νόσησε και έλαβε εξαιρετική ιατρική φροντίδα) για να ταχθούν εγγράφως υπέρ του εμβολιασμού, πάλι δεν κινείται όπως απαιτούν οι κρίσιμες καταστάσεις.
Και το λέω με αφορμή το περιστατικό της Δευτέρας στο Αμύνταιο όταν ιερέας καταφέρθηκε κατά της διευθύντριας σχολείου που επέμενε να τηρήσουν οι μαθητές της τα μέτρα. Μέχρι σήμερα που γράφονται αυτές οι γραμμές ούτε ο ντόπιος Μητροπολίτης έβαλε στη θέση του τον αρνητή της επιστήμης και της πολιτείας, ούτε καμιά συνέπεια υπέστη κι όλοι μπορούμε να φανταστούμε σε πόσες και πόσες περιοχές της χώρας συμβαίνουν ανάλογα περιστατικά που δεν καταγράφονται από κάμερες, αλλά είναι ικανά να βάλουν πάλι μπουρλότο στην πανδημία.
Από το συγκεκριμένο σκηνικό, όμως, περίσσεψε γενικά η υποκρισία, αφού την εκπαιδευτικό που έκανε το χρέος της απέναντι στα παιδιά, την κοινωνία και το νόμο δεν έσπευσαν να βοηθήσουν ούτε οι συνάδελφοί της που θέλουν να φέρουν τον ίδιο τίτλο, του εκπαιδευτικού δηλαδή, ούτε οι καμαρωτοί ντόπιοι πολιτευτάδες. Δεν ξέρω αν στην ακριτική Φλώρινα γνωρίζουν την ουσία του αμερικανόφερτου «politically correct», όμως το περιστατικό, όπως και δεκάδες παρεμφερή μέχρι τώρα, είναι προϊόν μιας κοινωνίας που ακόμη και τώρα δεν έχει καταλάβει πώς οφείλει να πάρει θέση και να αποφασίσει πως ή θα ταχθεί με τη ζωή με το θάνατο...
* Δημοσιεύτηκε στη "Μακεδονία της Κυριακής" στις 18-19 Σεπτεμβρίου 2021.