Πολιτικός μηχανικός, συγγραφέας και συλλέκτης ο Γιάννης Μέγας ασχολείται ερασιτεχνικά με την ιστορία της Θεσσαλονίκης εδώ και περίπου σαράντα χρόνια.
Έχοντας γράψει ήδη δύο βιβλία για συγκεκριμένες εγκληματικές ενέργειες («Οι Βαρκάρηδες της Θεσσαλονίκης το1903» και «Η σφαγή των Προξένων το 1876») εκδίδει τώρα μια μελέτη με αντικείμενο την όσο το δυνατόν πληρέστερη καταγραφή των απαγωγών και δολοφονιών που διαπράχθηκαν στη Θεσσαλονίκη ή έξω από αυτή αλλά σχετίζονταν με κάποιο τρόπο με την πόλη. Το βιβλίο που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις University Studio Press έχει τίτλο «Απαγωγές και δολοφονίες στη Θεσσαλονίκη 1852-1913».
Στο makthes.gr εξηγεί γιατί επέλεξε την περίοδο μεταξύ των τελών του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ου. «Η χρονολογία 1852 αφορά την πρώτη έγκυρη πληροφορία δολοφονίας που εντόπισα σε εφημερίδα και η χρονολογία 1913, και συγκεκριμένα του Μαρτίου, αφορά την πλέον σημαντική δολοφονία που έζησε η πόλη μας, αυτήν του βασιλέως Γεωργίου. Όλα τα στοιχεία που συνέλεξα όλα αυτά τα χρόνια αποφάσισα να τα συγκεντρώσω στο συγκεκριμένο βιβλίο», τονίζει ο συγγραφέας.
Τύπος και προξενικά αρχεία οι κυριότερες πηγές
Οι κυριότερες πηγές της έρευνάς τους στάθηκαν οι εφημερίδες της εποχής, κατά σειρά έκδοσης: «Ερμής» 1875-1881, «La Epoca» 1875 – 1911 (εβραιοϊσπανικά με εβραϊκούς χαρακτήρες), «Φάρος της Μακεδονίας» 1881-1893, «Journal de Salonique» 1895-1910 (γαλλόφωνη), «Φάρος της Θεσσαλονίκης» 1895-1912 (διάσπαρτα φύλλα), «El Avenir» 1897 -1911 (εβραιοϊσπανικά με εβραϊκούς χαρακτήρες), «Η Αλήθεια» 1903- 1906, «Le Progrès de Salonique» 1900- 1911 (εβραιοϊσπανικά με εβραϊκούς χαρακτήρες), «Νέα Αλήθεια» 1909 – 1912, «Μακεδονία» 1911- 1913, «Παμμακεδονική» 1912. Δεύτερη πιο σημαντική πηγή ήταν τα προξενικά αρχεία της Ελλάδος, της Μεγάλης Βρετανίας και της Γαλλίας. «Η έρευνα ήταν απλά επίπονη. Βοήθησαν αρκετοί φίλοι. Κράτησε περίπου ενάμιση χρόνο», λέει ο Γιάννης Μέγας.
Η σημαντική σημασία της μικροϊστορίας
Η καταγραφή των συμβάντων χωρίζεται σε πέντε επιμέρους χρονικές περιόδους με σκοπό να τονιστούν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της καθεμιάς και να αποτυπωθεί η γενικότερη κατάσταση που επικρατούσε στην πόλη από την εποχή της Ύστερης Τουρκοκρατίας έως και τον τερματισμό του Αʹ Βαλκανικού Πολέμου. Οι απαγωγές και οι δολοφονίες που καταγράφονται αφορούν κατοίκους ή επισκέπτες της πόλης, ανεξαρτήτως εθνικότητας, κοινωνικής τάξης ή θρησκείας. Υπήρχαν απαγωγές και δολοφονίες επώνυμων και σημαντικών ατόμων που καταλάμβαναν πρωτοσέλιδα εφημερίδων αλλά και αυτές των «μικρών ειδήσεων», δηλαδή καθημερινά εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου. «Χωρίς να είμαι ιστορικός, η όποια εμπειρία μου στην ιστορική έρευνα μου εδραίωσε την άποψη της σημαντικής σημασίας της μικροϊστορίας στην κατανόηση της καθημερινής ζωής των ατόμων που απαρτίζουν μια κοινωνία. Για το λόγο αυτό αποφάσισα να περιλάβω τα καθημερινά εγκλήματα του κοινού ποινικοί δικαίου που υπέδειξαν ότι αυτά δεν είχαν εθνικές, ταξικές ή θρησκευτικές αποχρώσεις. Εβραίοι, μουσουλμάνοι και χριστιανοί σκοτώνονταν μεταξύ τους, με εξαίρεση τα εγκλήματα μεταξύ Βουλγάρων και Ελλήνων την περίοδο του Μακεδονικού Αγώνα. Επιπλέον είναι χαρακτηριστικό ότι η αυξημένη κατανάλωση αλκοόλ ήταν ίσως η σημαντικότερη αιτία των φόνων, για ασήμαντες αφορμές τις περισσότερες φορές, και ότι δεν υπήρχε άρρην κάτοικος της πόλης που να μη έφερε κάποιου είδος μαχαιριού καθιστώντας το τό πλέον δημοφιλές φονικό όργανο. Τέλος, όπως σε κάθε κοινωνία, τα εγκλήματα ερωτικού πάθους και απιστίας είχαν τη δική τους θέση, συνήθως με εμπλεκόμενη μια γυναίκα ‘ελευθερίων ηθών’», υπογραμμίζει ο Γιάννης Μέγας. Επιστημονικός συνεργάτης της έκδοσης ήταν ο Ιάκωβος Μιχαηλίδης.