Δεν μου αρέσει να παραπονιέμαι και να κλαψουρίζω, αλλά δεν μπορώ να μην γκρινιάξω που δεν προλάβαμε να γυρίσουμε από τις διακοπές- όσοι είχαμε την δυνατότητα να κάνουμε- και πέσαμε απευθείας στα βαθιά και μάλιστα στα πολύ βαθιά, σκοτεινά κι ορμητικά νερά της ελληνικής καθημερινότητας.
Έτσι κι αλλιώς περιμέναμε το φθινόπωρο που έρχεται να συνοδεύεται από νέο κύμα ακρίβειας που θα ταρακουνήσει τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, αλλά οι προβλέψεις διαρκώς αναθεωρούνται προς τα χειρότερα.
Οι τιμές στα ράφια των σούπερ μάρκετ καλπάζουν καθώς η κυβέρνηση έχασε τη μάχη που έδινε για την τιθάσευσή τους, ενώ παράλληλα το τέλος του καλοκαιριού συνοδεύτηκε από τους φουσκωμένους λογαριασμούς της ενέργειας που ξάφνιασαν τους καταναλωτές. Το κακό τρίτωσε με τις εκρηκτικές αυξήσεις στις τιμές των βασικών φαρμάκων που χρησιμοποιούν οι περισσότεροι πολίτες οι οποίοι υποχρεώνονται πλέον να εξοικονομήσουν πρόσθετα ποσά για να ανταποκριθούν στις θεραπείες που χρειάζονται.
Μέσα στον Αύγουστο λοιπόν- τον μήνα δηλαδή που υποτίθεται δεν υπάρχουν ειδήσεις- βγήκε μια υπουργική απόφαση με την οποία 843 συνταγογραφούμενα φάρμακα κατοχύρωσαν αυξήσεις πού φτάνουν μέχρι και 448%. Ενδεικτικά αναφέρω ότι το Augmentin από 5,94 πήγε στα 7,48 ευρώ, το Amoxil από τα 3,58 στα 4,81,το Stedon από 2,28 ευρώ σκαρφάλωσε στα 9,95,το Ceclor από τα 4,49 στα 7,06,το Apotel από 3,85 στα 5,61,το Voltaren από 1,51 στα 3,32,το Zovirax από 6,43 έφτασε στα 8,45 και το Salospir από 1,17 στα 2,08 ευρώ.!!!
Αυτά είναι τα κακά νέα για τους πολίτες- τουλάχιστον εκείνους που τα φέρνουν δύσκολα βόλτα- αλλά και για την κυβέρνηση που καθώς δεν καταφέρνει να περιορίσει το κύμα ακρίβειας κι ανατιμήσεων, θα παρακολουθεί την λαϊκή δυσφορία να μεγεθύνεται και τα ποσοστά αποδοχής της στις δημοσκοπήσεις να περιορίζονται.
Πάντως οι όποιες γκρίνιες προς την κυβέρνηση, δεν δείχνουν να οδηγούν σε τάσεις αποσταθεροποίησής της πολιτικής ηγεμονίας της Νέας Δημοκρατίας και του Κυριάκου Μητσοτάκη. Αιτία φυσικά το γεγονός πως δεν υπάρχει πειστική αντιπρόταση διακυβέρνησης από την αντιπολίτευση, ούτε πολιτικός αρχηγός που να απολαμβάνει σημαντική δημοφιλία και αυξημένα ποσοστά αποδοχής ως καταλληλότερος πρωθυπουργός.
Και πώς θα μπορούσαν να γίνουν αλλιώς, αφού τα δύο μεγαλύτερα κόμματα της αντιπολίτευσης, αδυνατούν να ορθοποδήσουν και να αμφισβητήσουν το σύστημα εξουσίας του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Ο μεν ΣΥΡΙΖΑ αντί να τελειώνει κάπου το μαρτύριό του και να καταλήγει σε μια βιώσιμη λύση είτε με τον Κασσελάκη είτε χωρίς αυτόν, κλωθογυρίζει στα ίδια και τα χειρότερα, ενώ το ΠΑΣΟΚ θα παραμείνει σε ομφαλοσκόπηση τουλάχιστον μέχρι τα μέσα του Οκτωβρίου, οπότε και προβλέπεται να εκλεγεί ο επικεφαλής του για το επόμενο χρονικό διάστημα.
Κοντολογίς, η φθορά της κυβέρνησης περιορίζεται ελλείψει εναλλακτικής. Ωστόσο, κάπου ο χρόνος που έχει στην διάθεσή της, θα εξαντληθεί αν δεν αλλάξουν προς το καλό γι' αυτήν κάποια πράγματα.
Το γεγονός πως αυτό το αντιλήφθηκε πρώτος και καλύτερος ο πρωθυπουργός, που προσπαθεί να βρει τρόπο αναστροφής της καθοδικής πορείας, σε συνδυασμό με την παράταση του εγκλωβισμού των κομμάτων της αντιπολίτευσης στη δίνη εσωτερικών αντιπαραθέσεων, δείχνει πως θα έχουμε ακόμη κάποια ημίχρονα, μέχρι να διαμορφωθεί η πορεία των πραγμάτων.
Η επιλογή του πρωθυπουργού να αλλάξει το αφήγημά του και να αναζητήσει νέα ρότα για την κυβέρνησή του, έγινε σαφής την τελευταία βδομάδα και κατά την επίσκεψή του στην Θεσσαλονίκη. Σε αυτήν, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, παρουσίασε δύο καινούργια στοιχεία στην ανάγνωσή του για την ελληνική πραγματικότητα και ανέλαβε ισάριθμες υποσχέσεις επάνω σε αυτά.
Το πρώτο ήταν πως ναι μεν επανέλαβε την γνωστή ατζέντα με τα έργα της πόλης που έχει υποσχεθεί η κυβέρνησή του να τρέξει, χωρίς όμως να μείνει στις αφηρημένες εξαγγελίες για την πραγματοποίησή τους- οψέποτε. Απεναντίας παρουσίασε ηλεκτρονική πλατφόρμα στην οποία περιλαμβάνεται ο οδικός χάρτης και το πλήρες χρονοδιάγραμμα εκτέλεσής του, πράγμα που σημαίνει πως άπαντες θα μπορούν να κρίνουν, να συγκρίνουν και να ζητούν τον λόγο για καθυστερήσεις, παραλήψεις και ματαιώσεις.
Το δεύτερο, και σημαντικότερο, ήταν πως για πρώτη φορά παραδέχτηκε δημοσίως πως επί των ημερών του -μίλησε για μακρύτερο διάστημα που ξεπερνάει τα τελευταία χρόνια- η απόσταση της Αθήνας από την ελληνική περιφέρεια και ειδικότερα την Θεσσαλονίκη, διευρύνεται. Μίλησε δηλαδή για το Αθηνοκεντρικό κράτος και προσδιόρισε ως στόχο του να ακολουθηθεί μια πολιτική σύγκλισης της περιφέρειας με το κέντρο.
Η δημόσια παραδοχή του Κυριάκου Μητσοτάκη πως η Αθήνα κατατρώει τις σάρκες της ελληνικής περιφέρειας- δεν το είπε έτσι φυσικά αλλά αυτό είναι το νόημα- ξάφνιασε πολλούς. Περισσότερο από όλους, τους βουλευτές του κόμματός του και τους τοπικούς εκπροσώπους φορέων που προέρχονται από το κόμμα του, οι οποίοι έμειναν να τον ακούνε άλαλοι, αρκούμενοι σε χειροκροτήματα και στη γνωστή παράθεση αιτημάτων χωρίς αντίκρισμα.
Ουδείς δηλαδή τόλμησε να πάρει την σκυτάλη από τον πρωθυπουργό και να πεί πως για να υπάρξει σύγκλιση της κεντρικής Μακεδονίας με την περιοχή της πρωτεύουσας, δεν αρκεί να το ευχόμαστε, ούτε να υποσχόμαστε κάποια ενισχυμένη χρηματοδότηση για κάποιο διάστημα, αλλά απαιτείται να αλλάξει ο τρόπος διοίκησης και λειτουργίας του ελληνικού κράτους. Χρειάζεται δηλαδή ισχυροποίηση των θεσμών της περιφέρειας – αυτοδιοίκηση πρώτου και δεύτερου βαθμού- με μεταφορά σε αυτούς πόρων και αρμοδιοτήτων, για να μην αποφασίζει ένας υπουργός ή ένας υπάλληλος υπουργείου την κατανομή των χρηματοδοτήσεων και το τι πρέπει να γίνει σε κάθε περιφέρεια.
Αυτό το σύστημα που υπάρχει σήμερα και σύμφωνα με το οποίο για να διεκδικήσει κανείς υποψηφιότητα ακόμη και για κάποιο επιμελητήριο ή δήμο ή οποιονδήποτε φορέα να χρειάζεται να παρακαλέσει κάποιο κέντρο εξουσίας της Αθήνας και που η Αθήνα θα πρέπει να αποφασίσει αν θα χτιστούν δύο, τρία ή πέντε σχολεία στην περιφέρεια και να ασφαλτοστρωθούν κάποιοι δρόμοι, οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην… χωριατοποίηση όλης της ελληνικής περιφέρειας.
* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στη 01.09.2024