Κανείς δεν πιστευτέ πως η φωτιά στη Μελία Αλεξανδρούπολης που ξέσπασε τα ξημερώματα του Σαββάτου 19 Αυγούστου, θα ξεφύγει και θα διανύσει 51 χιλιόμετρα σε ευθεία γραμμή φτάνοντας στο άλλο άκρο της Αλεξανδρούπολης την Τετάρτη 23 Αυγούστου, απειλώντας το χωριό Αύρα. Το βράδυ της ίδιας ημέρας το μέτωπο άλλαξε νομό και πέρασε στην Ροδόπη, ενώ ταυτόχρονα η Μελία απειλούνταν ξανά από το πύρινο μέτωπο που κατέβαινε από το δάσος της Δαδίας. Μέχρι και την Τετάρτη έγιναν στάχτη περισσότερα από 600.000 στρέμματα δάσους στον Έβρο.
Σε αυτήν την απόσταση και στον προαναφερόμενο χρόνο «κρύβονται» καμένα σπίτια, τεράστια οικολογική καταστροφή, κατεστραμμένες επιχειρήσεις, ώρες αγωνίας, εκκενώσεις και τιτάνιες προσπάθειες κατοίκων και πυροσβεστών. Ο Έβρος καιγόταν κυριολεκτικά, οι εστίες φωτιάς ήταν παντού και τα μέτωπα μαίνονταν ακατάπαυστα, ανεξέλεγκτα και απρόβλεπτα. Η φωτιά στη Μελία, σύμφωνα με τους τοπικούς φορείς, φέρεται να ξέσπασε από κεραυνούς, ωστόσο συνεχώς υπήρχαν νέες εστίες κατά την διάρκεια των πέντε ήμερων που εμφανίζονταν ανεξήγητα. Μικρές εστίες που με τις ριπές των ανέμων εξελισσόταν σε πύρινη απειλή.
Η αρχή
Στις 5 τα ξημερώματα του προηγούμενου Σαββάτου, οι πυροσβέστες πάλευαν να οριοθετήσουν την φωτιά στη Μελία. Η αρχική εκτίμηση ήταν ότι δεν απειλεί οικισμούς, όμως υπήρχε ο φόβος να μην περάσει στην Εγνατία Οδό. Οι ισχυροί άνεμοι όμως διαμόρφωσαν ακραίες καιρικές συνθήκες και κατάλληλες για να επεκταθεί η φωτιά πολύ γρήγορα.
Έτσι, νωρίς το μεσημέρι του Σαββάτου τελικά εστάλη μήνυμα από το 112 στους κατοίκους των χωριών Μελία, Νίψα, Πεύκα και Λουτρό, προκειμένου να παραμείνουν σε ετοιμότητα για πιθανή εκκένωση. Ακόμα πιο γρήγορα τελικά προχώρησαν στις εκκενώσεις, με την φωτιά να μπαίνει αρχικά στο χωριό Πεύκα και Αετοχώρι καίγοντας τουλάχιστον 10 σπίτια και οικήματα, αποθήκες, αυτοκίνητα αλλά και τον Ιερό Ναό της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος. Οι κάτοικοι δεν μπορούσαν να πιστέψουν ότι η ιστορική εκκλησία που έχτισαν λίθο-λίθο πρόσφυγες του Πόντου το 1962 καταστράφηκε ολοσχερώς. Με δάκρυα στα μάτια αντίκριζαν τις εικόνες απόλυτης καταστροφής, καθώς η στέγη κατέρρευσε, οι εικόνες έγιναν αποκαΐδια και το μόνο που έμεινε όρθιο ήταν το ιερό και το ευαγγέλιο στην Αγία Τράπεζα.
Το απόγευμα του Σαββάτου η φωτιά κατευθύνθηκε στο χωριό Αγναντιά. Οι φλόγες έκαψαν ένα εγκαταλελειμμένο σπίτι και μία βιοτεχνία επίπλων στην είσοδο του χωριού. Ωστόσο, κάποιοι κάτοικοι έμειναν πίσω και με τρακτέρ δημιουργούσαν αντιπυρικές ζώνες. «Δεν εγκαταλείπουμε, δεν αφήνουμε τα σπίτια μας να καούν, εδώ θα είμαστε να αντιμετωπίσουμε την φωτιά» έλεγαν στη «ΜτΚ» την ώρα της εκκένωσης. Όντως, έδωσαν τον καλύτερο τους εαυτό και μαζί με τους πυροσβέστες απομάκρυναν την φωτιά από το χωριό τους.
Το βράδυ η απειλή ήταν στο χωριό Λουτρό, που εκκενώθηκε άρον-άρον λίγο πριν τις 6 το απόγευμα. Στην πλατεία του χωριού στήθηκε το κέντρο επιχειρήσεων για να συντονιστούν όλες οι αρμόδιες υπηρεσίες, αρχές και εθελοντές για το πύρινο μέτωπο. Σύμφωνα με τον δήμαρχο Αλεξανδρούπολης, Ιωάννη Ζαμπούκη, η φωτιά έφτασε στα 1.000 μέτρα από το χωριό. Οι κάτοικοι που έμειναν πίσω έτρεχαν περιμετρικά από το χωριό για αντιπυρικές ζώνες και έσβηναν εστίες που πλησίαζαν απειλητικά. Σε αυτή την περίπτωση οι άνθρωποι νίκησαν την φωτιά και τελικά δεν μπήκε η φωτιά εντός του οικισμού.
Δεύτερη ημέρα
Το πρώτο βράδυ της φωτιάς ήταν ένα από τα δυσκολότερα, καθώς κινούταν ανεξέλεγκτα και απρόβλεπτα. Τη δεύτερη ημέρα, την Κυριακή 20 Αυγούστου, ενώ οι κάτοικοι σε Αετοχώρι και Πέυκα μετρούσαν πληγές, η μάχη συνεχιζόταν στο Λουτρό.
Ωστόσο στις 12.40, το 112 χτύπησε για τους κατοίκους στο Απαλό, καθώς η φωτιά πλησίαζε και οι καπνοί έπνιγαν τον οικισμό. Η εκκένωση έγινε άμεσα και οι δυνάμεις σταμάτησαν την φωτιά έξω από το χωριό. Ωστόσο κάποιες κτηνοτροφικές μονάδες τυλίχθηκαν στις φλόγες στα όρια του χωριού. Η πύρινη λαίλαπα έκαψε ό,τι βρήκε στο πέρασμα της και δυστυχώς πολλά ζώα κάηκαν ζωντανά. Στην περιοχή Λάκκα, δύο κτηνοτρόφοι εγκλωβίστηκαν στην στάνη τους και τους κύκλωσε η φωτιά. Δεν μπορούσαν να αποχωρήσουν, καθώς η φωτιά έκλεισε τον δρόμο και δεν υπήρχε δίοδος διαφυγής. Με κουβάδες στα χέρια προσπαθούσαν να σβήσουν τις φλόγες γύρω τους, την ώρα που περίμεναν βοήθεια από πυροσβεστικές δυνάμεις.
«Δεν φεύγουμε, θα μείνουμε εδώ να προστατέψουμε την περιουσία μας. Καήκαν ήδη 30 γουρούνια μας και οι μπάλες τροφών» έλεγαν στη «ΜτΚ» ο Δημήτρης Βακαλίδης και η αδελφή του, την ώρα που η φωτιά πλησίαζε επικίνδυνα και δεν υπήρχε πλέον δίοδος διαφυγής. Με πετσέτες που βούτηξαν μέσα στο νερό από βρώμικες δεξαμενές, προσπαθούσαν να μην αναπνέουν τον μαύρο καπνό και τις στάχτες. Ωστόσο, η οργή δεν κάλυπτε τον φόβο. «Δεν μπορούμε να καταλάβουμε πως έφτασε έως τον Απαλό η φωτιά. Θα μας κάψει όλους, θα φτάσει στην παραλία. Έρχεται και δεύτερο μέτωπο από πίσω μας. Θα καούμε…» έλεγαν. Ευτυχώς, με την βοήθεια των αρχών, στο σημείο έφτασαν δύο πυροσβεστικά οχήματα και άνοιξαν τον δρόμο για τον απεγκλωβισμό όλων μας.
Ταυτόχρονα, υπήρχε μεγάλη αναζωπύρωση στη Νίψα. Η φωτιά μπήκε μέσα στο χωριό καίγοντας αυτοκίνητα, σπίτια, αποθήκες και ένα εκκλησάκι. Στις 7 το απόγευμα, φλόγες μπήκαν και στα πρώτα σπίτια του Δωρικού. Στο παρά ένα κυριολεκτικά, κάτοικοι με υδροφόρες και κλαδιά μαζί με πυροσβέστες έσωναν τα σπίτια από την φωτιά. Θέριευε συνεχώς και απειλούσε περιουσίες, με τους κατοίκους να βλέπουν να τους κυκλώνει. Ο παππάς του χωριού στεκόταν μπροστά στα σπίτια που κινδύνευαν και προσευχόταν. «Ψέλνω τον Ακάθιστο Ύμνο. Να μας βοηθήσει η Παναγιά να σωθούμε. Η φωτιά ήρθε ξαφνικά στο χωριό μας λόγω του αέρα» έλεγε ο πάτερ την ώρα της μεγάλης μάχης. Για ακόμα μία φορά κάτοικοι και πυροσβέστες τα κατάφεραν και οι φλόγες έκαψαν μόνο αυλές σπιτιών.
Η φωτιά περικυκλώνει μαντρί έξω από το Απαλλό, στην περιοχή Λάκκα, με δύο κτηνοτρόφους να εγκλωβίζονται.
Τρίτη ημέρα - Νύχτα κολάσεως
Το πρωί της Δευτέρας, το μεγάλο μέτωπο ήταν πάνω από το χωριό Νίψα και κατευθυνόταν προς τα δυτικά αλλά και προς βόρεια, ενώ χωριζόταν σε δύο εστίες καθώς καιγόταν ο Εθνικός Δρυμός της Νίψας. Από τη μία πλευρά δινόταν η μάχη με πεζοπόρα τμήματα και από την άλλη μόνο με εναέρια μέσα καθώς το σημείο ήταν δύσβατο. Λίγο πριν το μεσημέρι, νέο ανεξάρτητο μέτωπο ξεσπά στον πυρήνα του Δάσους της Δαδιάς. Ανεξήγητο παραμένει πώς ξεκίνησε η φωτιά στο δάσος που δοκιμάστηκε και πέρσι.
Μάχη δινόταν και στο μέτωπο μεταξύ του χωριού Μοναστηράκι και Δωρίσκου. Πυροσβέστες και κάτοικοι έγιναν μία ομάδα και κουβαλούσαν μάνικες, νερά, δεξαμενές και εργαλεία για αντιπυρικές ζώνες. Η μάχη ήταν πραγματικά ηρωική έξω από το χωριό Μοναστηράκι, με δύο πυροσβέστες και δεκάδες κατοίκους να μην φοβούνται τίποτα, να πέφτουν μέσα στην πλαγιά και με τη μάνικα να κυνηγούν κάθε εστία. Τα κατάφεραν και η φωτιά δεν μπήκε στο χωριό.
Ο εφιάλτης όμως συνεχιζόταν στην άλλη πλευρά, στο δυτικό μέτωπο. Η φωτιά από την Νίψα πλησίασε τελικά το χωριό Άβαντα και δόθηκε εντολή για εκκένωση. Στις 9 το βράδυ έκαιγε τα πρώτα σπίτια στις παρυφές του βουνού, με τους κατοίκους να τρέχουν πανικόβλητοι να σβήσουν τις εστίες. Πυροσβεστικές δυνάμεις έμπαιναν συνεχώς στο χωριό και περιόρισαν το μέτωπο, ώστε να μην κάψει όλο το χωριό.
Στον Άβαντα αυτό που αντίκριζε κανείς ήταν μία νύχτα κόλαση. Η κορυφογραμμή καιγόταν από άκρη σε άκρη, με τις εστίες να είναι παντού γύρω από το χωριό που είχε βυθιστεί στο σκοτάδι λόγω βλαβών στην ηλεκτροδότηση. Η φωτιά, δυστυχώς, κατάφερε και έκαψε τουλάχιστον τέσσερα σπίτια, κτηνοτροφικές μονάδες και καλλιέργειες.
Μετά τον Άβαντα, η φωτιά εισχώρησε στο χωριό Παλαγία. Κατέστρεψε ολοσχερώς σπίτια, οικήματα, αποθήκες, τουλάχιστον έξι οχήματα αλλά προκάλεσε και σοβαρές ζημιές στο δημοτικό σχολείο του χωριού. Οι υπεύθυνοι του δήμου Αλεξανδρούπολης παλεύουν να αποκαταστήσουν τα προβλήματα, ώστε το σχολείο να μπορεί να ανοίξει ξανά στις 11 Σεπτεμβρίου.
Σπίτι, όχημα και μελίσσια κάηκαν ολοσχερώς στο Αετοχώρι.
Ο Ιερός Ναός Μεταμόρφωσης του Σωτήρος στο Αετοχώρι καταστράφηκε ολοσχερώς από την φωτιά.
Η φωτιά έξω από το νοσοκομείο
Το βράδυ της Δευτέρας, δεν σταματούσε τίποτα την φωτιά. Ήταν η πιο δύσκολη νύχτα καθώς για πρώτη φορά καταγράφηκε εκκένωση νοσοκομείου στη χώρα μας. Οι φλόγες έφτασαν κυριολεκτικά έξω από την περίφραξη του νοσοκομείου τα ξημερώματα της Τρίτης, ενώ το μέτωπο απείχε πλέον μόλις 8 χιλιόμετρα από το κέντρο της πόλης.
Μέσα σε τέσσερις ώρες ολοκληρώθηκε η εκκένωση του νοσοκομείου με τη μεταφορά όλων των ασθενών. Σε 1 ώρα και 15 λεπτά απομακρύνθηκαν πρώτα οι περιπατητικοί ασθενείς και 12 νεογνά με ασθενοφόρα. Έπειτα άρχισε η μεταφορά των υπόλοιπων ασθενών με τουλάχιστον 30 ασθενοφόρα του ΕΚΑΒ. Αρχικά οι ασθενείς μεταφέρονταν στα νοσοκομεία της Καβάλας και της Ξάνθης, μέχρι που η φωτιά πλησίασε την Εγνατία Οδό και ο δρόμος προς Κομοτηνή έκλεισε. Τότε τέθηκε σε ισχύ το Plan B, μετατρέποντας για πρώτη φορά ένα πλοίο σε πλωτό νοσοκομείο. Το «Αδαμάντιος Κοραής» δέχθηκε 69 ασθενείς στο σαλόνι του, με τον στρατό και τους υγειονομικούς να τους περιθάλπουν, ενώ στο λιμάνι είχαν στηθεί και σκηνές του ΕΚΑΒ. Οι εικόνες ήταν πρωτοφανείς και τις είχαμε ξανά δει μόνο σε ειδικές ασκήσεις ετοιμότητας. Οι ασθενείς που χρειάζονταν άμεσα να μεταφερθούν σε νοσοκομείο, διακομιστήκαν στην Καβάλα με ασθενοφόρα όταν άνοιξε ο δρόμος. Οι υπόλοιποι παρέμειναν στο πλοίο και μεταφέρθηκαν με αυτό στην Καβάλα το μεσημέρι της Τρίτης.
Η φωτιά καίει προς Ροδόπη
Την ίδια ώρα, η φωτιά κινούταν προς τα δυτικά και πλέον έπαιρνε κατεύθυνση προς άλλον νομό, τη Ροδόπη. Η Εγνατία Οδός ανοιγόκλεινε συνεχώς, με την φωτιά να απειλεί τη Μάκρη και να μπαίνει μέσα στο χωριό Δίκελλα, καίγοντας σπίτια και κτηνοτροφικές μονάδες. Μάλιστα, κάτοικοι χρειάστηκε να απομακρυνθούν με σκάφη του λιμενικού δια θαλάσσης, όταν η φωτιά έφτασε στο παραλιακό μέτωπο της Χιλής.
Το βράδυ της Τρίτης η φωτιά άφησε καμένη γη στα Δίκελλα και εισχώρησε στη Μεσήμβρια, όπου υπάρχουν δεξαμενές πετρελαίου και οι αρχές έδωσαν αγώνα για να αποτρέψουν τα χειρότερα σενάρια. Το ίδιο βράδυ οι φλόγες άρχισαν να κινούνται προς το χωριό Πετρωτά και τη Ροδόπη.
Στο μεταξύ, την Τρίτη εμφανίστηκε ο πύρινος εφιάλτης και στην Αττική με την φωτιά να κινείται ανεξέλεγκτα σε Χασιά, Μενίδι, Άνω Λιόσια και προς τον εθνικό δρυμό της Πάρνηθας.
Το πρωί της Τετάρτης στον Έβρο, οι αναζωπυρώσεις και οι ριπές του ανέμου, μετακίνησαν το μέτωπο έξω από το χωριό Αύρα. Η μάχη κατοίκων και πυροσβεστών ήταν πολύ μεγάλη, ώστε να μην καεί το χωριό. Την ίδια ώρα άλλο μέτωπο έκαιγε στην Συκορράχη και την Κίρκη, ενώ το βράδυ της ίδιας ημέρας οι φωτιά πλέον μπήκε στον νομό Ροδόπης.
Η φωτιά επέστρεψε στη Μελία
Την Τετάρτη εκκενώθηκε ξανά η Μελία και η Κοίλα, καθώς το μέτωπο από το δάσος της Δαδιάς κινήθηκε νότια και απείλησε ξανά τους ίδιους οικισμούς. Αμέσως ξεκίνησε νέα μάχη για να μην περάσει η φωτιά στα χωριά, με τις δυνάμεις να βρίσκονται διασκορπισμένες σε τουλάχιστον τρία μέτωπα στην ευρύτερη περιοχή του Έβρου.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 27.08.2023