Του Μανώλη Στεφανίδη
Aκατάσχετη αιμορραγία ελλείψεων προσωπικού, πάνω από 200.000 εργαζόμενοι… αναζητούνται πανελλαδικά, «τραυματίζει» τις επιχειρήσεις σε τουρισμό, βιομηχανία και πρωτογενή τομέα (εργάτες γης). Η ανοιχτή πληγή της αδυναμίας εύρεσης προσωπικού εξαπλώνεται και στην Βόρεια Ελλάδα με Χαλκιδική, Πιερία, Ημαθία να νιώθουν στο πετσί τους το πρόβλημα για το οποίο εύκολες λύσεις δεν υπάρχουν.
Στην Βόρεια Ελλάδα, βάσει εκτιμήσεων της αγοράς, εκτιμάται πως οι κενές θέσεις εργασίας σε τουρισμό, εστίαση, πρωτογενή τομέα και βιομηχανία ξεπερνούν τις 20.000.
Το φαινόμενο της έλλειψης προσωπικού, που δεν είναι μόνο ελληνικό, σίγουρα δεν μπορεί να αποδοθεί σε μία μόνο αιτία και προφανώς δεν αποφάσισαν ξαφνικά οι εργαζόμενοι να κάτσουν στο σπίτι… τεμπελιάζοντας.
Επίπονες συνθήκες εργασίας, καταστρατήγηση συμβάσεων από εργοδότες, εξοντωτικά ωράρια χωρίς οι αμοιβές να ανταποκρίνονται στην ένταση της εργασίας, η μικρή διάρκεια του επιδόματος ανεργίας για τους εποχικούς εργαζόμενους, η φυγή αλλοδαπών εργαζομένων προς άλλες χώρες, η αλλαγή επαγγελματικού προσανατολισμού μετά την πανδημία όπως και η άσκηση λανθασμένης (μη στοχευμένης) επιδοματικής πολιτικής που σε κάποιες περιπτώσεις απωθεί μία μερίδα νέων να αναζητήσει εργασία, ελλιπής σύνδεση εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας, αναντιστοιχία δεξιοτήτων εργαζομένων και προσόντων που ζητούν που ζητούν οι εργοδότες, σκιαγραφούν τη μεγάλη εικόνα που εξηγεί, σε ένα βαθμό, την δυσκολία των επιχειρήσεων να βρουν προσωπικό.
Πάντως δεν πρέπει να παραβλέπεται και το γεγονός της προσφοράς χαμηλών μισθών από μερίδα επιχειρήσεων (και ας ισχυρίζονται το αντίθετο), γεγονός που δεδομένης της επίμονης ακρίβειας και του αυξημένου, σε όλα τα επίπεδα, κόστους ζωής αποτρέπει τους νέους από το να εργαστούν σε ένα «δύσκολο» περιβάλλον.
Επιπλέον, η εντατικοποίηση της εργασίας, καθώς λιγότερα άτομα καλούνται να βγάλουν δουλειά που παλαιότερα μοιράζονταν περισσότεροι λόγω των κενών θέσεων εργασίας, λειτουργεί ανασταλτικά.
Οι ελλείψεις που θεριεύουν και η σταγόνα στον ωκεανό
Σχεδόν 400.000 αιτήματα για την κάλυψη κενών θέσεων εργασίας από ξένους δέχθηκε όλο το προηγούμενο διάστημα το υπουργείο Εργασίας, με τις μεγαλύτερες ανάγκες να προέρχονται από τον πρωτογενή τομέα και να ακολουθούν ο τουρισμός και τα καταλύματα, οι κατασκευές, αλλά και η βιομηχανία και οι υπηρεσίες.
Τελικά, εγκρίθηκε η εισαγωγή 148.000 εργαζομένων από τρίτες χώρες, συν 20.000 θέσεις που καλύπτονται με διμερείς συμφωνίες με την Αίγυπτο και το Μπανγκλαντές, για τις κενές θέσεις εργασίας, ήτοι σχεδόν το 40% των αιτημάτων, που ανέρχονταν σε 379.165. Το 65% των αιτημάτων (246.000) έρχεται από τον πρωτογενή τομέα. Οι περισσότερες κενές θέσεις (168.000) είναι για εποχικούς εργαζομένους.
Υπό αυτό πρίσμα, την εισαγωγή επιπλέον 32.517 εργαζομένων από τρίτες χώρες επιδιώκει να πετύχει για φέτος η κυβέρνηση, για να καλυφθούν τα τεράστια κενά που υπάρχουν σε διάφορους κλάδους της οικονομίας.
Επέκταση της αρχικής Κοινής Υπουργικής Απόφασης (ΚΥΑ) που είχε εκδοθεί πέρσι τον Απρίλιο (167.925) οδηγεί στα επίπεδα των 200.000 το σύνολο των μετακλήσεων για τη διετία 2023 – 2024.
Οι γραφειοκρατικές διαδικασίες ωστόσο που απαιτούνται «απογοητεύουν» τις επιχειρήσεις με την λύση των μετακλήσεων να αποδεικνύεται σταγόνα στον ωκεανό. Οι χώρες που μπαίνουν πρώτες «στη σειρά» για να στείλουν εργαζόμενους στην Ελλάδα είναι η Ινδία, η Μολδαβία, οι Φιλιππίνες, το Βιετνάμ, το Πακιστάν, η Γεωργία και η Αίγυπτος.
Ανεπαρκής… χείρα βοηθείας από την νομιμοποίηση 30.000 μεταναστών
Τις απειλητικές διαστάσεις που λαμβάνει η αδυναμία εύρεσης εργατικού δυναμικού στην βιομηχανία ενδέχεται να περιορίσει η νομιμοποίηση μεταναστών που ζουν στην Ελλάδα. Περί τις 14.000 αιτήσεις έχουν ήδη εγκριθεί ενώ ο στόχος μέχρι το τέλος του 2024 είναι ο αριθμός τους να φτάσει τις 30.000. Βέβαια οι προσδοκίες πρέπει να είναι συγκρατημένες.
Υπενθυμίζεται πως νομοθετική ρύθμιση του υπουργείου Μετανάστευσης παρέχει την δυνατότητα τριετούς άδειας διαμονής και εργασίας σε όσους υπηκόους τρίτων χωρών βρίσκονται στην Ελλάδα για τρία ή περισσότερα χρόνια και διαθέτουν δήλωση προσφοράς εργασίας από εργοδότη στην Ελλάδα για παροχή εξαρτημένης εργασίας ή παροχή υπηρεσιών ή έργου.
«Θερίζουν»… θύελλες ακρίβειας οι 100.000 ελλείψεις εργατών στα χωράφια
Η μειωμένη παραγωγή σε χωράφια, θερμοκήπια και κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις οδηγεί σε αύξηση των τιμών με τους αγρότες να εκπέμπουν συνεχή σήματα κινδύνου. Καθώς η ακρίβεια θεριεύει, η εγχώρια παραγωγή κηπευτικών, φρούτων, ελαιολάδου και γάλακτος τίθεται εν αμφιβόλω, αφού από τα χωράφια, τα θερμοκήπια και τις κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις λείπουν περίπου 100.000 εργάτες.
Οι αγρότες εκπέμπουν SOS υποστηρίζοντας ότι η έλλειψη εργατικού δυναμικού αποτελεί το Νο 1 πρόβλημα που έχουν αυτή τη στιγμή, ενώ τονίζουν ότι η εγκατάλειψη της καλλιέργειας συνεπάγεται μειωμένη παραγωγή και κατ’ επέκταση αύξηση των τιμών, η οποία εντέλει μετακυλίεται στον καταναλωτή.
Υπό αυτό το πρίσμα, εκρηκτικό είναι το πρόβλημα και στον πρωτογενή τομέα με τις καλλιέργειες να μένουν σε πολλές περιπτώσεις να… λιάζονται στα δέντρα ελλείψει εργατών να τις μαζέψουν. Η μείωση των εργατών γης έχει σαν συνέπεια την αύξηση του κόστους των προϊόντων που διατίθενται τόσο στην εγχώρια αγορά όσο και στο εξωτερικό. Σε ορισμένες καλλιέργειες η εργασία συνεισφέρει το 45% του κόστους παραγωγής, το οποίο έχει έτσι κι αλλιώς αυξηθεί από την ενέργεια, τα λιπάσματα και τα φυτοφάρμακα.
Οι αυξημένες τιμές που αντικρίζουν οι καταναλωτές στα ράφια, πέρα από την έλλειψη ανταγωνισμού στην βαθιά προβληματική ελληνική αγορά, έχουν τις ρίζες τους και στον περιορισμό της προσφοράς. Λιγότερα εργατικά χέρια σημαίνουν μικρότερη παραγωγή που θα διοχετευθεί στα σημεία πώλησης γεγονός το οποίο συμβάλλει, μαζί και με τις αυξήσεις στο εργατικό κόστος καθώς οι επιχειρήσεις προσφέρουν αυξημένους μισθούς όταν βρίσκουν προσωπικό, στην ανοδική πορεία των τιμών στα ράφια για τα οπωροκηπευτικά.
Αν και στον πρωτογενή τομέα εκτιμάται πως φέτος θα κατανεμηθούν περίπου 120.000 θέσεις εργασίας από μετακλήσεις εργαζομένων από τρίτες χώρες η γραφειοκρατική… παράνοια θα «κόψει» πολλούς εργαζόμενους με αγρότες και παραγωγούς να εξακολουθούν να ψάχνουν με το κυάλι ποιος θα μαζέψει τις καλλιέργειες από τα δέντρα.
Η Βόρεια Ελλάδα ψάχνει εργατικά χέρια στην ομίχλη των ελλείψεων
Τεράστια προβλήματα αντιμετωπίζουν Πέλλα και Ημαθία. Στον νομό Πέλλας, με τα χιλιάδες στρέμματα σε οπωροφόρα δέντρα, ενώ χρειάζονται γύρω στους 15.000 εργάτες, οι διαθέσιμοι είναι 5.000 με τη δεξαμενή συνεχώς να… μικραίνει.
Καθίσταται σαφές πως ολοένα και λιγοστεύουν τα εργατικά χέρια και στην Κεντρική Μακεδονία, καθώς, σύμφωνα με εκτιμήσεις, λείπουν περίπου 10.000 εργαζόμενοι, κυρίως από Ημαθία, Πέλλα, Καβάλα, Χαλκιδική και Πιερία. Στο πλαίσιο του προγράμματος μεταφοράς ανέργων από τη Δυτική Μακεδονία στην Κρήτη για τη συγκομιδή ελιάς υπέβαλαν αίτηση μόλις 30 άτομα και τελικά δέχτηκαν να πάνε οι τρεις…
Είναι ενδεικτικό πως περίπου 9 στους 10 επιχειρηματίες εκτιμούν ότι υπάρχει έλλειψη εργατικών χεριών στη Χαλκιδική, σύμφωνα με έρευνα της Interview. Μόλις το 15% πιστεύει το αντίθετο.
Στο 32% φθάνει το ποσοστό που συγκεντρώνουν οι αγροτικές εργασίες αναφορικά με την έλλειψη εργαζομένων στη Χαλκιδική. Με 15,2% ακολουθούν τα ξενοδοχεία, 14,2% τα τουριστικά καταλύματα, 13,6 η εστίαση, 13% οι οικοδομικές εργασίες, 2,9% το εμπόριο, 2,7% οι υπηρεσίες, 1,6% οι μεταφορές, 1,9% δηλώνει άλλο και μόλις 2,9% ότι δεν υπάρχει έλλειψη. 68% είναι το ποσοστό των επιχειρηματιών της Χαλκιδικής που δήλωσαν ότι, αντιμετώπισαν πρόβλημα στην εύρεση προσωπικού, ενώ αντίστοιχα 32% είναι το ποσοστό αυτών που δήλωσαν όχι ή μάλλον όχι.
Στην Κρήτη υπολογίζεται πως απουσιάζουν περίπου 15.000 εργάτες γης, ενώ ο αριθμός αυτός στη Δυτική Πελοπόννησο –ειδικά στην καλλιέργεια φράουλας– ανέρχεται σε περίπου 10.000.
Εσπεριδοειδή, κηπευτικά, ελιές, φράουλα, ακτινίδια, ροδάκινα νιώθουν στο πετσί τους την έλλειψη εργατικών χεριών με τους παραγωγούς να αναζητούν τρόπους αντιμετώπισης του φλέγοντος προβλήματος.
Η εγκατάλειψη της υπαίθρου και η μείωση του πληθυσμού, ο ανταγωνισμός στην εξεύρεση εργατών από άλλους κλάδους, όπως ο τουρισμός, οι υπηρεσίες κ.λπ., η φυγή πολλών εργατών από τη χώρα, καθώς ύστερα από μακροχρόνια παραμονή απέκτησαν τα κατάλληλα έγγραφα για να ταξιδεύουν, και η αδυναμία της κεντρικής διοίκησης (βλέπε γραφειοκρατία) να ανταποκριθεί στη νέα πραγματικότητα αποτελούν τους παράγοντες που οδηγούν στην «ερήμωση» των χωραφιών.
Παραπατά ο τουρισμός με 60.000 κενές θέσεις
Φέτος οι ελλείψεις προσωπικού στον κλάδο του τουρισμού και της εστίασης ενδέχεται να ξεπεράσουν τις 60.000 πανελλαδικά με τον γόρδιο δεσμό των «άφαντων» εργαζομένων να μην κόβεται.
Ηδη, σύμφωνα με στοιχεία από τους κλάδους της εστίασης και των ξενοδοχείων, οι επιχειρήσεις βρίσκονται σε αναζήτηση άνω των 60.000 εργαζομένων σε όλο το φάσμα των τουριστικών υπηρεσιών, και μάλιστα την ίδια ώρα που, όπως λένε οι εκπρόσωποι των εργαζομένων, οι αιτήσεις επαναπρόσληψης που έχουν γίνει από εργαζομένους είναι μειωμένες κατά 34%.
Παράλληλα, 11.000 είναι φέτος οι μετακλήσεις εργαζομένων από τρίτες χώρες, από 9.000 που ήταν πέρυσι, με τις γραφειοκρατικές καθυστερήσεις όμως να αποτελούν ένα ακόμα πρόβλημα καθώς, σύμφωνα με τους επιχειρηματίες του τουρισμού, ακόμα και αν υλοποιηθούν, δεν θα μπορέσουν να καλύψουν ανάγκες εξειδικευμένου προσωπικού που είναι αναγκαίο, ενώ η εμπειρία από πέρυσι δεν αφήνει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας.
Μόνο από τα ξενοδοχεία της Χαλκιδικής λείπουν 1.500- 2.000 εργαζόμενοι, ενώ οι ελλείψεις είναι πολύ μεγαλύτερες αν συμπεριλάβουμε και τα ενοικιαζόμενα καταλύματα, τα κάμπινγκ, τη βραχυχρόνια μίσθωση, τις εταιρείες ενοικίασης αυτοκινήτων, τα σούπερ μάρκετ, τις εταιρείες κρουαζιέρας και την εστίαση.
Ανάλογο πρόβλημα αντιμετωπίζουν και τα περίπου 400 ξενοδοχεία της Πιερίας, τα οποία ανοίγουν ελλείψει εργαζομένων αργότερα μέσα στη σεζόν, με τα μεγάλα κενά σε μάγειρες, βοηθούς μαγείρων, μπάρμεν, σερβιτόρους να οδηγούν σε περικοπή… γευμάτων για τους πελάτες.
Η «λύση» της εισαγωγής εργαζομένων από τρίτες χώρες αποδείχθηκε «ανεπαρκής» το 2023 καθώς εγκρίθηκε η δυνατότητα μετάκλησης 9.261 εργαζομένων πανελλαδικά για τους κλάδους εστίασης και καταλυμάτων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τα αιτήματα ήταν για 80.316 εργαζομένους, δηλαδή μόλις και μετά βίας καλύφθηκε το 11,5% των αιτημάτων. Βέβαια εκτιμάται πως λόγω γραφειοκρατικών αγκυλώσεων λίγο πάνω από 300 άτομα κατάφεραν να εργαστούν…
Το 2023, σύμφωνα με την πρόσφατη έρευνα του Ινστιτούτο Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων περίπου 1 στις 5 θέσεις παρέμεινε κενή στα ελληνικά ξενοδοχεία με τις ελλείψεις να υπολογίζονται συνολικά στις 53.229 θέσεις εργασίας. Το ποσοστό των ελλείψεων το 2023 πάντως είχε μειωθεί ελαφρώς σχέση με την προηγούμενη διετία. Βάσει του οργανογράμματος των ξενοδοχείων, οι απαιτούμενες θέσεις εργασίας το 2023 εκτιμώνται ότι έφτασαν στις 265.782 ενώ οι θέσεις που πράγματι καλύφθηκαν στις 212.553.
Το μεγαλύτερο ποσοστό ελλείψεων παρατηρείται στα ξενοδοχεία 3 αστέρων (24%) και το μικρότερο, αντίστοιχα, στα ξενοδοχεία 5 αστέρων (14%). Από το σύνολο των ξενοδοχείων, το 35% εμφάνιζε έλλειψη σε τουλάχιστον μία θέση καμαριέρας, το 25% σε τουλάχιστον μία θέση σερβιτόρου, το 21% σε τουλάχιστον μία θέση receptionist και Barista/Barman-Barwoman και Receptionist, και το 19% παρουσίαζε έλλειψη σε τουλάχιστον μία θέση καθαριστή εσωτερικών και εξωτερικών χώρων και λαντζέρη.
Ποιος θα στρώνει τα κρεβάτια;
Κενές έμειναν το 2023 δύο στις δέκα θέσεις εργασίας στα ξενοδοχεία της Βόρειας Ελλάδας, με τις καμαριέρες να αποτελούν την πλέον περιζήτητη ειδικότητα.
Από τις 37 εξεταζόμενες ειδικότητες η κατεξοχήν περιζήτητη είναι αυτής της καμαριέρας καθώς αποτελεί το 16% των προβλεπόμενων θέσεων βάσει οργανογράμματος, το 17% των θέσεων που καλύφθηκαν και το 12% του συνόλου των ελλείψεων. Το 53% του συνόλου των θέσεων βάσει οργανογράμματος καλύπτουν οι ειδικότητες της καμαριέρας, του σερβιτόρου, του receptionist, του βοηθού σερβιτόρου, του barista, του λαντζέρη και της τεχνικής υποστήριξης.
Ωστόσο και παρά τις ελλείψεις που προβληματίζουν τους ξενοδόχους ειδικά την θερινή περίοδο, όταν δηλαδή καταγράφεται η μερίδα του λέοντος στην έλευση των τουριστών, εντούτοις μόλις το 7,5% των ξενοδόχων στη Βόρεια Ελλάδα, εμφανίζει πρόθεση για την πρόσληψη προσωπικού από τρίτες χώρες την περίοδο 2024-2025.
Το μεγαλύτερο ποσοστό των ελλείψεων προσωπικού στη Βόρεια Ελλάδα εμφανίζεται στα ξενοδοχεία τριών αστέρων, ήτοι 24% ενώ το χαμηλότερο ποσοστό παρουσιάζουν τα πεντάστερα ξενοδοχεία με 14%.
Σημειώνεται πως το ποσοστό των ελλείψεων στη Βόρεια Ελλάδα το 2023 ήταν στο 20,6% ενώ το 2022 και το 2021 το ποσοστό ήταν και αντίστοιχα στο 23%.
Και η βιομηχανία παλεύει με τις ελλείψεις
Σε αδιάκοπο κυνήγι για την ανεύρεση εξειδικευμένου προσωπικού, ιδιαίτερα σε τεχνικά επαγγέλματα, βρίσκονται οι βιομηχανικές επιχειρήσεις στην Βόρεια Ελλάδα. Όπως επισημαίνουν οι εκπρόσωποι της βιομηχανίας και της μεταποίησης, οι ελλείψεις είναι μεγάλες με τον κατασκευαστικό κλάδο να ασφυκτιά.
Γραφειοκρατία, ασαφές νομοθετικό πλαίσιο, αναποτελεσματική αξιοποίηση και περιορισμένη στόχευση των Προγραμμάτων Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης (ΕΕΚ) στη βιομηχανία, απουσία συστήματος αξιολόγησης των κονδυλίων που διατίθενται, περιορισμένη αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων σύζευξης ζήτησης και προσφοράς εργασίας, περιορισμένη πρωτοβουλία από τις επιχειρήσεις με κατάθεση προτάσεων αναφορικά με προγράμματα, δεξιότητες, κτλ, «φτωχή» συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων στον σχεδιασμό και υλοποίηση προγραμμάτων ΕΕΚ, κρατούν καθηλωμένο τον δευτερογενή τομέα, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του ΣΒΕ.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 12.05.2024