«Το Δημόσιο δεν πρέπει να κρατήσει περαιτέρω τις μετοχές των τραπεζών. Έκλεισε πολύ θετικά η συμφωνία μεταξύ της Uni Credit και της Alpha Bank για το 9% των μετοχών της. Αύριο ανοίγει το βιβλίο προσφορών και για την Εθνική Τράπεζα Ελλάδας», ανέφερε ο υφυπουργός Οικονομίας και Οικονομικών Χάρης Θεοχάρης, απαντώντας σε επίκαιρη ερώτηση στη Βουλή σχετικά «με την διαδικασία διάθεσης μετοχών (επαναφορά) της Eurobank που κατέχει το ΤΧΣ».
Ο υφυπουργός τόνισε πως «σήμερα έκλεισε και μάλιστα πολύ θετικά και μέσα από την τήρηση όλων των διαδικασιών που προβλέπει το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, η συμφωνία μεταξύ της Uni Credit και της Alpha Bank, ώστε να αγοραστεί περίπου το 9% των μετοχών της τράπεζας, στην τιμή του 1,39 ευρώ ανά μετοχή, που αντιστοιχεί σε αυξημένη τιμή (premium) κατά 9,4% σε σχέση με εκείνη που είχε ανακοινωθεί η διαδικασία αυτή».
Ο κ. Θεοχάρης υπογράμμισε ότι η εξέλιξη αυτή «είναι μια ψήφος εμπιστοσύνης στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα και είναι ο λόγος για τον οποίο θα πρέπει να συνεχίσει αυτή η διαδικασία αποεπένδυσης και όχι να συνεχιστεί η διακράτηση των μετοχών από το Δημόσιο».
Ο υφυπουργός πρόσθεσε πως «το Δημόσιο δεν πρέπει να κρατήσει περαιτέρω τις μετοχές των τραπεζών» καθώς, όπως εξήγησε, «μετά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, αυτό είναι ένα δεύτερο ορόσημο εμπιστοσύνης στο τραπεζικό σύστημα και απογαλακτίζεται από την στήριξη που είχε κατά την διάρκεια της κρίσης μέσω του ΤΧΣ».
Ο κ. Θεοχάρης ανακοίνωσε πως «σήμερα υπάρχει και μια δεύτερη θετική είδηση που είναι ότι αύριο, Τρίτη, ξεκινάει και η διαδικασία του λεγόμενου βιβλίου προσφορών για την Εθνική Τράπεζα. Το ΤΧΣ θέτει στην διάθεση του επενδυτικού κοινού για το 20% με τιμή 5 έως 5,44 ευρώ ανά μετοχή. Και υπολογίζεται πως σε μια επιτυχή διαδικασία μπορεί να αποφέρει και ένα δισ. ευρώ στα κρατικά ταμεία».
Στο ερώτημα που έθεσε ο βουλευτής της «Νίκης» Νίκος Βρεττός, κατά πόσο ζημιώθηκε το Δημόσιο από την διαδικασία διάθεσης (επαναγορά) των μετοχών της Eurobank που κατέχει το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, ο κ. Θεοχάρης απάντησε «κατηγορηματικά, πως το Δημόσιο όχι δεν έχασε, αλλά κέρδισε μέσα από αυτή την διαδικασία» και «θα πρέπει να αποεπενδύσει τώρα, καθώς δίνει το σήμα στις αγορές ότι όχι μόνο το Δημόσιο δεν χρειάζεται στήριξη από το εξωτερικό, αλλά ούτε και το τραπεζικό σύστημα δεν χρειάζεται στήριξη από αλλού και μπορεί πολύ καλά να σταθεί τα πόδια του». Πρόσθεσε πως «και με όρους ταμειακούς-επενδυτικούς, για την διάσωση των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, το ελληνικό Δημόσιο μέσω του ΤΧΣ έχει καταβάλει συνολικά 31,4 δισ. ευρώ. Ωστόσο ωφελήθηκε κατά 28,2 δισ. ευρώ από το κούρεμα των ομολόγων, συνεπώς η διαφορά είναι περίπου στα 3 δισ. ευρώ. Έχει ήδη εισπράξει 3,8 δισ. ευρώ κατά την διάρκεια αυτή που διακρατούσε τις μετοχές και συνεπώς το άμεσο ως τώρα κέρδος φτάνει τα 600 εκατ. ευρώ» και «επιπρόσθετα, μέσω της διαδικασίας της αποεπένδυσης -ενώ ήδη έχουμε κερδίσει- περιμένουμε να εισπράξουμε γύρω στα 3 δισ. ευρώ».
Ο υφυπουργός σημείωσε πως οικονομία και τραπεζικό σύστημα είναι «οι δύο αυτοί πυλώνες που θα πείσουν τις αγορές, σε μια εάν θέλετε δύσκολη διεθνή επενδυτική συγκυρία, για να συνεχίσουν να εμπιστεύονται την χώρα μας».
Ο βουλευτής της «Νίκης» Νίκος Βρεττός, αναφερόμενος στην επαναγορά, εφέτος, του ποσοστού 1,4% του μετοχικού κεφαλαίου της Eurobank, ανέφερε πως το ΤΧΣ αποζημιώθηκε στο 1,80 ευρώ ανά μετοχή και το συνολικό τίμημα ανήλθε στα 93,7 εκατ. ευρώ. Με την επαναγορά των μετοχών η Eurobank αποδεσμεύεται από τις διατάξεις του Ν 3864/ 2010 και τα ειδικά δικαιώματα του ΤΧΣ. Ο κ. Βρεττός είπε πως «σύμφωνα με τον διευθύνοντα της τράπεζας, το Δημόσιο, μόνο από την Eurobank εισέπραξε μέσω του PSΙ ποσό μεγαλύτερο από αυτό που κατέβαλε στην αύξηση του κεφαλαίου το 2013. Επομένως, συνολικά το Δημόσιο κατέβαλε 11, 4 δισ. ευρώ και για το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο και για την Proton Bank, έχοντας ήδη ωφεληθεί μέσω μείωσης του χρόνου, 9,8 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με την έκθεση του 2012 της ΤτΕ, η Eurobank θα χρειαζόταν να ενισχύσει τα κεφάλαιά της κατά 5,8 δισ. ευρώ -ποσό που προκύπτει από τον αντίκτυπο ζημιών ύψους 5,7 δισ. ευρώ από το PSI και 8, 2 δισ. ευρώ έναντι αναμενόμενων ζημιών πιστωτικού κινδύνου».
Ο βουλευτής της «Νίκης» ανέφερε πως σύμφωνα με δημοσιεύματα, η ζημία του Δημοσίου ξεπερνά τα 6 δισ. ευρώ και αναρωτήθηκε «γιατί δεν υπήρξαν οι κατάλληλες ενέργειες ώστε να διασφαλιστούν τα χρήματα του Δημοσίου και δεύτερον γιατί δεν παραμένουν οι μετοχές των τραπεζών στα χέρια του Δημοσίου μέχρι να αποπληρώσουν τα ποσά της ανακεφαλοποίησης που τους δόθηκαν, αντιθέτως να ζητηθούν αστικές και ποινικές ευθύνες από τα ΔΣ των τραπεζών».