Τα εμπόδια με τα οποία τίθεται αντιμέτωπη η ελληνική οικονομία, μέσα σε ένα διεθνές περιβάλλον αστάθειας και αβεβαιότητας, ελέω πανδημίας και συρρίκνωσης της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας, βρέθηκαν στο προσκήνιο του 9ου Διεθνούς Συμποσίου Θεσσαλονίκης, που λόγω των συνθηκών διεξάγεται διαδικτυακά.
«Η ελληνική οικονομία δέχτηκε τεράστιο πλήγμα από τον κορονοϊό, ειδικά το καλοκαίρι με την κατάρρευση του τουρισμού. Ζητούμενα τώρα είναι η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, η αποτελεσματικότητα του δημόσιου τομέα και οι προσδοκίες που υπάρχουν στις αγορές και είναι θετικές, κάτι που προοιωνίζεται ένα καλύτερο μέλλον», επεσήμανε ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ και μέλος της επιτροπής Πισσαρίδη, Νίκος Βέττας.
«Τα κράτη κατάφεραν να προστατεύουν τη συνοχή και τη σταθερότητα της Ευρωζώνης μέσα σε αυτή την πρωτόγνωρη κρίση, στην Ελλάδα ο δημόσιος τομέας ανταποκρίθηκε σχετικά καλά και οι επιχειρήσεις προσαρμόστηκαν, είναι όμως αναγκαίος ένας διαφορετικός τρόπος λειτουργίας της οικονομίας για να επανακάμψει και να διατηρήσει έναν ρυθμό ανάπτυξης σταθερό και βιώσιμο», υπογράμμισε.
"Κρίση παραγωγής και κατανάλωσης"
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε η τοποθέτησή του για το είδος της πρωτόγνωρης κρίσης που βιώνουν οι οικονομίες, απόρροια της Covid. «Δεν μιλάμε σήμερα για μία κρίση ζήτησης, μιλάμε για μία κρίση που σχετίζεται με την παραγωγή και την κατανάλωση, έχει ομοιότητες με την πετρελαϊκή κρίση του 1970», υποστήριξε.
Για το ελληνικό δημόσιο χρέος, είπε ότι είναι μακροπρόθεσμης φύσης. «Για την Ελλάδα το στοίχημα είναι να έχει πλεονάσματα τα οποία δεν θα πλήττουν την ανάπτυξη, αναδιαρθρώνοντας παράλληλα τον τρόπο συλλογής των φόρων», τόνισε. «Οι επιχειρήσεις πρέπει να στραφούν σε πιο παραγωγικούς τομείς, στην χώρα μας πολλοί άνθρωποι θέτουν τους εαυτούς τους εκτός εργατικού δυναμικού. Για να αλλάξει αυτό χρειαζόμαστε μεγαλύτερη ευελιξία στην αγορά εργασίας και το κράτος να διαδραματίσει πιο ενεργό ρόλο», πρόσθεσε.
«Τα κλειδιά για να λυθούν τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας είναι μία συστηματική ενίσχυση της παραγωγικότητας η οποία θα καταφέρει να καλύψει το επενδυτικό έλλειμμα της χώρας αλλά και η ψηφιοποίηση της χώρας», ανέφερε. «Η ενδυνάμωση του τομέα της μεταποίησης και η ύπαρξη πολλών νεοφυών επιχειρήσεων σε συνδυασμό με το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο μπορεί να βοηθήσουν τη χώρα να πάει μπροστά», συμπλήρωσε. Έθεσε σαν προϋπόθεση για να συμβούν όλα αυτά μία στοιχειώδη πολιτική συναίνεση.
«Οι οικονομικές προκλήσεις που δημιουργεί η πανδημία είναι τεράστιες, η Ευρώπη έχει καταφέρει να τις αντιμετωπίσει ικανοποιητικά, η σύσταση του ταμείου ανάκαμψης το καλοκαίρι ήταν σταθμός στην ευρωπαϊκή ιστορία κι ένα σημαντικό βήμα προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση», σημείωσε ο διευθυντής του κέντρου μελετών ευρωπαϊκής πολιτικής, Daniel Gros.
«Η Covid λειτουργεί σαν επιταχυντής της ψηφιοποίησης της Ευρώπης, δεν πιστεύω ότι θα επανέλθουμε πλήρως στην κανονικότητα όπως διαμορφωνόταν πριν την πανδημία», ανέφερε. «Σήμερα μιλάμε για μία τομεακή ύφεση, δεν έχει νόημα να στηρίξουμε την ζήτηση τώρα δίνοντας λεφτά στους ανθρώπους, είναι ανώφελο δεν μπορούν να τα ξοδέψουν, πρέπει να μειώσουμε τα επίπεδα χρέους για να ανταπεξέλθουμε στην επόμενη κρίση», πρόσθεσε.
Το συνέδριο διεξάγεται από την πολιτιστική εταιρεία επιχειρηματιών Βορείου Ελλάδος, σε συνεργασία με το δίκτυο Ναυαρίνο και το ίδρυμα Konrad Adenauer, υπό την αιγίδα του δήμου Θεσσαλονίκης.