«Βγήκαμε να μαλώσουμε αλλά όταν είδα τι γινόταν και ότι ακουγόντουσαν και φωνές άλλαξα γνώμη και δεν ήθελα να πάω. Είπα “τι πας να κάνεις; Για ποιο λόγο;”», υποστήριξε κατά την απολογία του ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης ο 8ος κατηγορούμενος στη δίκη των 12 οπαδών του ΠΑΟΚ για τη δολοφονία του Άλκη Καμπανού και τον τραυματισμό των δύο φίλων του.
Όπως είπε ο ίδιος, όταν η αυτοκινητοπομπή έφτασε στη συμβολή των οδών Πλαστήρα και Γαζή εκείνος περίμενε μαζί με άλλους συγκατηγορούμενούς του και συνεπιβάτες του στο Clio ώστε οι επιβάτες του πρώτου αυτοκινήτου να διαπιστώσουν αν τα παιδιά που βρίσκονταν στην πολυκατοικία στη Γαζή ήταν οπαδοί του ΠΑΟΚ. Όταν ξεκίνησε η επίθεση εκείνος και οι συνεπιβάτες του πήραν την απόφαση να κατεβούν από το αυτοκίνητο και να προσεγγίσουν το σημείο.
«Έφτασα ανάμεσα στο Citroen και το Clio. Εκεί σταμάτησα. Βγήκαμε να μαλώσουμε αλλά όταν είδα ότι μάλωναν και ακουγόντουσαν και φωνές άλλαξα γνώμη και δεν ήθελα να πάω. Είπα “τι πας να κάνεις; Για ποιο λόγο;”. Κοκάλωσα και το μόνο που έβλεπα ήταν ο 5oς που είχε κοκαλώσει κι αυτός».
Από όσα ισχυρίστηκε ο ίδιος δεν πλησίασε καθόλου το σημείο της επίθεσης και ανέφερε πως είδε τρία άτομα πάνω στα σκαλιά της πολυκατοικίας χωρίς όμως να μπορεί να τα υποδείξει. Σε ερώτηση της εισαγγελέως αν άκουσε την κραυγή πόνου του Άλκη ο κατηγορούμενος απάντησε αρνητικά και αναφέρθηκε στις συζητήσεις που έλαβαν χώρα μέσα στο αυτοκίνητο κατά τη διαφυγή τους από το σημείο: «Όταν γύρισαν τα παιδιά ο 7ος ρώτησε “τι έγινε” και κάποιος απάντησε “χοντράδα”. Δεν θυμάμαι ποιος είπε ότι είδε πολλά αίματα».
Τέλος ο 21χρονος ολοκλήρωσε την απολογία του εξιστορώντας πώς έμαθε για τον χαμό του Άλκη και ζητώντας και πάλι συγγνώμη από την οικογένεια του 19χρονου:
«Τα ξημερώματα εκείνης της μέρα έμαθα τι έγινε. Το έψαξα και είδα το τραγικό αυτό συμβάν. Δεν ήξερα τι να κάνω. Μένω με τη γιαγιά μου και δεν ήθελα να της δείξω ότι κάτι είχε συμβεί για να μην την τρομάξω. Δεν έμεινα σπίτι και πήγα στο σπίτι του φίλου μου μαζί με τον 7ο. Όταν της το είπα σοκαρίστηκε, δεν μπορούσε να μιλήσει, κατάλαβα ότι την είχα φέρει σε πολύ δύσκολη θέση και ήθελα να φύγω για να μην την βλέπω σε αυτή την κατάσταση. Περίμενα να βρω το θάρρος και τη δύναμη να το πω στους γονείς μου. Δύο μέρες αφού το είπα στη γιαγιά μου με συνέλαβαν. Ήξερα ότι θα με πιάσουν από τη στιγμή που το συμβάν κατέληξε έτσι.
Σε καμία οικογένεια να μην συμβεί αυτό. Θέλω να ζητήσω συγγνώμη για την ευθύνη που μου αναλογεί», επεσήμανε ο κατηγορούμενος.
Η δίκη συνεχίζεται την επόμενη Δευτέρα, 8 Μαΐου.