ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΡΘΡΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΕΜΠΗ

Δυστύχημα στα Τέμπη - Δέσποινα Γκανίδου: Παρακαλούσαμε να βρεθεί έστω ένα νύχι του...

Σοφία Χριστοφορίδου27 Φεβρουαρίου 2024

Ένα άδειο παλτό. Αυτό παρέλαβε όλο κι όλο από το παιδί της, τον 22χρονο Γιώργο Παπάζογλου, που ήταν ένα από τα 57 θύματα του τραγικού σιδηροδρομικού δυστυχήματος στα Τέμπη.

Δώσαμε ραντεβού με την κ. Δέσποινα Γκανίδου σε ένα καφέ απέναντι από τα κοιμητήρια, όπου είναι θαμμένο το παιδί της. «Δεν λέω ‘είχα δύο παιδιά’, ούτε μπορώ να πω ‘το παιδί μου’, αυτό που μου βγαίνει είναι ‘τα παιδιά μου’» μου λέει.

Ο Γιώργος σπούδαζε Φυσική, σκόπευε κάνει μεταπτυχιακό και στη συνέχεια διδακτορικό στη σωματιδιακή φυσική. «Ήθελε να διερευνήσει τη δομή της ύλης, την αρχή του σύμπαντος. Του άρεσε η έρευνα και ήθελε να ακολουθήσει ακαδημαϊκή καριέρα. Ήταν ένα ευγενικό, φιλότιμο, έξυπνο παιδί. Του άρεσε η μουσική, το θέατρο, διάβαζε φιλοσοφία της επιστήμης» θυμάται η μητέρα του και μου δείχνει φωτογραφίες ενός χαμογελαστού παιδιού με όνειρα, που το νήμα της ζωής του κόπηκε βίαια.

Τα βασανιστικά «αν...»

Μετά τον κορονοϊό ο Γιώργος έκανε πολλά ταξίδια, στο εξωτερικό χρησιμοποιούσε τρένο, αλλά στην Ελλάδα ήταν μόλις η δεύτερη φορά που το έπαιρνε. Εκείνο το τριήμερο είχε κατέβει στην Αθήνα για να γνωρίσει η κοπέλα του, η Ετζέ, την ελληνική πρωτεύουσα. Η Τρίτη ήταν μέρα αργίας για το ΑΠΘ όπου φοιτούσε ο Γιώργος αλλά όχι για την φίλη του, που έκανε διαδικτυακά μαθήματα σε ξένο πανεπιστήμιο, γι’ αυτό και δεν μπορούσαν να φύγουν νωρίτερα.

«Αν η κοπέλα του ήταν στο ΑΠΘ θα έφευγαν νωρίτερα, αν ήταν Ελληνίδα ίσως να είχε πάει παλαιότερα στην Αθήνα...» μου λέει. Τη ρωτώ αν περισσότερο από όλα τη βασανίζουν αυτά τα «αν» ή τα άλλα, αν υπήρχαν τα συστήματα ασφαλείας, αν λειτουργούσαν, αν ο ένας σταθμάρχης δεν έφευγε και ο άλλος δεν έκανε τα μοιραία λάθη. «Όλα τα αν. Αυτό που με βασανίζει είναι αν πέντε λεπτά πριν την σύγκρουση ο Γιώργος δεν είχε πάει στο κυλικείο να πάρει ένα μπουκάλι νερό. Αν είχε προλάβει να πάρει το νερό στην Αθήνα ή στη Λάρισα».

Τα ασθενοφόρα έφερναν μόνο νεκρούς

Η κοπέλα του Γιώργου παρέμεινε στο βαγόνι Νο3 και ξαφνικά άκουσε δυνατό θόρυβο και έπεσε το ρεύμα. Επικράτησε πανικός. Η Ετζέ δεν καταλάβαινε ελληνικά, αλλά βρέθηκε μία κυρία που της έλεγε στα αγγλικά τι πρέπει να κάνει. Ώσπου να βγει από το βαγόνι οι σόλες της άρχισαν να καίγονται από τη ζέστη. Η φωτιά ήταν στο προηγούμενο βαγόνι... 

Έστειλε μήνυμα στον αδερφό και τον κολλητό του Γιώργου. Ο φίλος του παιδιού ειδοποίησε την κ. Γκανίδου στις 11.40 ότι το τρένο εκτροχιάστηκε και η κοπέλα του δεν τον βρίσκει στο τηλέφωνο. 

«Έβγαλα μία τεράστια κραυγή. Πήραμε τηλέφωνο την πυροσβεστική, την αστυνομία, τον ΟΣΕ αλλά δεν απαντούσαν. Στις 12 παρά πέντε φύγαμε για Λάρισα. Στο δρόμο επικοινωνούσαμε με τον άλλο μας γιο που έψαχνε πληροφορίες στο ίντερνετ». Φτάνοντας στην Κατερίνη ήξεραν ήδη ότι υπάρχουν νεκροί. Οι γονείς του Γιώργου έφτασαν δίπλα από το σημείο του δυστυχήματος, βρήκαμε την κοπέλα του γιου τους και στις 2.30 ήταν στο νοσοκομείο. Σε κάθε ασθενοφόρο που έφτανε είχαν την ελπίδα ότι θα φέρνει το παιδί τους. «Στις 3.30 ανακοίνωσαν λίστα τραυματιών, δεν ήταν ο Γιώργος. Μετά βλέπαμε ασθενοφόρα που έφερναν μόνο νεκρούς».

«Να παρακαλάς να είναι το παιδί σου τραυματισμένο, να είναι στη ΜΕΘ χωρίς τις αισθήσεις του και να μην το έχουν καταγράψει στους τραυματίες, και στο τέλος να βρεθεί έστω ένα δόντι, ένα νύχι, ένα κοκαλάκι του. Η κοπέλα του είχε πάει στο αστυνομικό τμήμα Τεμπών για να πάρει τις βαλίτσες της και τα πράγματα του Γιώργου και μπαίνει μέσα στο ξενοδοχείο που μέναμε κρατώντας στα χέρια της το παλτό του. 

Δεν θα την ξεχάσω αυτή την εικόνα. Περίμενα να βρεθεί το σώμα του, παρακαλούσα να βρεθεί κάτι από τον Γιώργο. Γιατί από την Εριέττα δεν βρέθηκε...». Σταματάμε την κουβέντα και μου δείχνει φωτογραφίες από τις δύο αμαξοστοιχίες, τα βαγόνια και τις καμένες λαμαρίνες. «Εδώ, σε αυτά τα συντρίμμια είναι ο Γιώργος μου» λέει.

Οι στάχτες του πετάχτηκαν

Το βράδυ της Παρασκευής 3 Μαρτίου οι γονείς δέχτηκαν ένα τηλεφώνημα ότι ταυτοποιήθηκε το DNA του Γιώργου και αναχώρησαν για τη Θεσσαλονίκη. Δεν άντεξαν να σταματήσουν στον τόπο του δυστυχήματος. Εκείνη την ημέρα είχε αρχίσει η απομάκρυνση των βαγονιών και τις επόμενες θα αφαιρούνταν το επιφανειακό χώμα και ο χώρος θα στρωνόταν με άσφαλτο. 

«Εκείνες τις ημέρες που γινόταν το μπάζωμα ήμασταν σε σοκ. Εγώ να περιμένω να μάθω αν έχει μείνει κάτι από το παιδί μου και αυτοί να σηκώνουν τα βαγόνια και το χώμα. Στην καύση σου δίνουν ένα δοχείο με την τέφρα του νεκρού, αυτοί πήραν τα χώματα που είχαν τις στάχτες 57 ανθρώπων και τα πέταξαν. Δεν ξέρω καν αν τα χώματα κατέληξαν στην αποθήκη του ΟΣΕ στο Κουλούρι ή στο ποτάμι. Ήταν μεγάλη ασέβεια. Κανονικά ο χώρος έπρεπε να μείνει ανέγγιχτος, χάθηκαν στοιχεία».

Η κ. Γκανίδου συνεχίζει την αφήγησή της σε ήρεμο τόνο, σταματώντας κάπου-κάπου για να μου δείξει φωτογραφίες του Γιώργου, μία μέρα πριν επιβιβαστεί στο μοιραίο τρένο. «Η ζωή μας καταστράφηκε. Ούτε το πένθος μας δεν μπορούμε να ζήσουμε Το πένθος μας έγινε δημόσιο. Υπάρχει ένα συνεχές ερέθισμα μία πληγή που συνέχεια ξύνεται, από δημοσιεύματα, από τη δικογραφία, από την εξεταστική. Δεν μπορούμε να πάψουμε να αγωνιζόμαστε. Το οφείλουμε στα παιδιά μας, το οφείλουμε στην κοινωνία. Αν δεν το κάνουμε εμείς δεν πρόκειται να το κάνει άλλος και η κατάσταση θα διαιωνιστεί».

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 25.02.2024

This page might use cookies if your analytics vendor requires them.