Είναι κάποιες φορές που νιώθεις υποχρεωμένος να παινέψεις το σπίτι σου, όχι για να μην πέσει και σε πλακώσει που λέει η παροιμία, αλλά για να φωτίσεις την αναγκαιότητα να επιβραβευτεί η σοβαρότητα και η υπευθυνότητα. Να φωνάξεις ότι τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και κυρίως το στιβαρότερο από αυτά που είναι οι εφημερίδες, δεν μπορούν να κιτρινίζουν απλά και μόνο για να εντυπωσιάσουν και να προσελκύσουν το ενδιαφέρον του κοινού.
Στην «Μακεδονία της Κυριακής» λοιπόν, ούτε καλλιεργήσαμε τον τρόμο όταν ο κορονοϊός μπήκε ορμητικά στην ζωή μας, ούτε πανηγυρίσαμε όταν τα νούμερα των κρουσμάτων εμφανίζονταν μηδενικά, ούτε χειροκροτούσαμε την κυβέρνηση όταν κατάφερνε να τιθασεύσει στην πρώτη φάση την διασπορά του ιού, ούτε την καταγγείλαμε όταν έχασε τον έλεγχο και τα κρούσματα πήραν την ανηφόρα.
Μείναμε ψύχραιμοι και μετρημένοι, καθώς θεωρούμε υποχρέωσή μας να ενημερώνουμε ουσιαστικά και νηφάλια και έχουμε θέσει ως στόχο το να είμαστε χρήσιμοι στην κοινωνία και τους ανθρώπους.
Έτσι θα συνεχίσουμε, γιατί αυτήν την δημοσιογραφία μάθαμε να υπηρετούμε. Χωρίς να χαϊδεύουμε αφτιά, ούτε να προσπαθούμε να γίνουμε αρεστοί στην εξουσία, στους ισχυρούς, ακόμη και στους αναγνώστες μας. Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι η αλήθεια, όσο κι αν δεν είναι πάντα ελκυστική και δημοφιλής.
Κλείνω την… περιαυτολογία και επιστρέφω στην ζοφερή πραγματικότητα του ιδιότυπου lockdown στο οποίο επιτρέπεται η εργασία -εκτός επαγγελμάτων εστίασης- και επιβάλλεται να περνάς τον υπόλοιπο χρόνο σου κοιμώμενος ή καθήμενος σπίτι σου- κομμένες βόλτες, αθλοπαιδιές, εκδρομές, παρέες.
Δεν τα κρίνω, καθώς όλα αυτά κρίνονται εκ του αποτελέσματος. Αν καταφέρουν μέσα στο επόμενο δεκαπενθήμερο να μαζέψουν τον ιό και να περιορίσουν την διασπορά του, όλα καλά.
Αν όχι, ζήτω που καήκαμε.
Εκείνο που με έχει κάνει έξαλλο, είναι ότι η Θεσσαλονίκη και οι γύρω νομοί την πατήσαμε τελείως τζάμπα. Όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι ο ιός ξέφυγε επειδή δεν κάναμε απολύτως τίποτα για να μην συμβεί αυτό.
Ούτε τεστ, ούτε ιχνηλατήσεις, ούτε παρακολούθηση με κάποιον άλλον τρόπο της διασποράς του ιού στην κοινότητα, ούτε φυσικά επισταμένοι έλεγχοι για την τήρηση των μέτρων προστασίας. Το μόνο που μετρούσαμε ήταν ο αριθμός όσων πήγαιναν για νοσηλεία στα νοσοκομεία- που ήταν μικρός συγκριτικά με την Αθήνα- και εφησυχάζαμε.
Νομίζαμε πως ξεμπερδέψαμε και τώρα… πέσαμε από τα σύννεφα και τρέχουμε.
* Για να μην μείνει καμιά απορία αναφορικά με το «πώς την πάτησαν οι Σέρρες», να το κάνω λιανά. Τα Παρασκευοσαββατοκύριακα που τα κλαμπ σε Θεσσαλονίκη, Πιερία, Βέροια και Χαλκιδική ήταν υπό περιορισμό (έκλειναν στις 12), οι… αχόρταγοι για διασκέδαση νέοι, έμπαιναν πέντε- πέντε σε Ι.Χ. και πήγαιναν στις Σέρρες. Ένας να ήταν φορέας, στο ταξίδι κολλούσε τους συνεπιβάτες του. Αυτοί έμπαιναν σε κλαμπ, χορό, φωνή, τραγούδι, πάρτους κάτω τους διπλανούς τους. Στην επιστροφή, οι νεοπροσβληθέντες, κολλούσαν τους δικούς τους συνεπιβάτες. Μιλάμε για κινητές βόμβες. Όταν κάποιες φωνές- η «ΜτΚ» ήταν η πρώτη που μίλησε για τον κίνδυνο που δημιουργήθηκε με τους μετακινούμενους γλεντζέδες, οι Σερραίοι επιχειρηματίες της νύχτας μας… διέψευσαν, οι τοπικοί άρχοντες της περιοχή... εγγυήθηκαν πως δεν παρατηρούνται μετακινήσεις πληθυσμών και η αστυνομικοί δεν έκαναν νυχτερινούς ελέγχους…
Αυτό σε συνδυασμό αφενός με το γεγονός ότι οι περισσότεροι μικρής ηλικίας φορείς του ιού είναι ασυμπτωματικοί, αφετέρου με την ανυπαρξία τεστ ανίχνευσης στην Θεσσαλονίκη, είχε ως αποτέλεσμα να συνειδητοποιήσουμε πως οι Σέρρες «κοκκίνησαν», όταν νόσησαν οι γονείς των παιδιών και προσέτρεξαν για περίθαλψη στα νοσοκομεία. Τότε όπως η διασπορά είχε συντελεστεί και ο ιός πλέον βρισκόταν παντού.
* Η κατάσταση πράγματι δεν είναι καθόλου ευχάριστη. Ας παρηγορηθούμε ωστόσο στην σκέψη ότι θα μπορούσε να είναι και χειρότερη, ή πώς θα γίνει χειρότερη στην περίπτωση που δεν κάνουμε όσα μας ζητούνε, τα οποία δεν είναι δα και τίποτα σπουδαία ή δύσκολα. Ας τα επαναλάβουμε, καθώς η επανάληψη είναι μήτηρ μαθήσεως:
- Φοράμε μάσκες παντού. Καλές μάσκες, τις εγκεκριμένες. Και τις φοράμε κανονικά (μύτη- στόμα μέσα). Και όχι μια μάσκα που να την χρησιμοποιούμε επί μέρες και να την πιάνουμε όπως τύχει.
- Πλένουμε τα χέρια μας συχνά και αποφεύγουμε να ακουμπάμε με τα χέρια μας το πρόσωπό μας.
- Μένουμε μακριά όσο είναι δυνατόν από συναθροίσεις και συνωστισμούς. Ακόμη και για επαγγελματικούς λόγους, αποφεύγουμε τις επαφές με ανθρώπους έξω από τον στενό μας κύκλο.
- Στον χώρο εργασίας μας, μεριμνούμε για την πιστή εφαρμογή των μέτρων προστασίας. Αποστάσεις, καλός εξαερισμός, μείωση αριθμού προσερχομένων με χρήση της τηλεργασίας όπου αυτό είναι δυνατόν.
- Περιορίζουμε τον κύκλο των επαφών μας και τον κρατάμε κλειστό καθ’ όλην την διάρκεια του lockdown. Δε φωνάζουμε κάθε μέρα στο σπίτι μας πέντε διαφορετικούς φίλους, αλλά περιοριζόμαστε σε έναν- δύο και τους άλλους στα τηλέφωνα.
- Κρατάμε σε μια απόσταση ακόμη και τα παιδιά μας- σε όσους έχουν νέα παιδιά αναφέρομαι- που ενδέχεται να είναι ασυμπτωματικοί φορείς. Δεν χρειάζεται να αγκαλιαζόμαστε, να βρισκόμαστε επί ώρες στον ίδιο χώρο κλπ. Αν μάλιστα γίνεται, χρησιμοποιούμε διαφορετικά WC, αποφεύγουμε να μπαίνουμε στο δωμάτιό τους, να αερίζουμε συχνά το σπίτι και τους εξηγούμε τον κίνδυνο.
- Αποφεύγουμε ασανσέρ, κλειστούς χώρους, μέσα μαζικής μεταφοράς και οποιονδήποτε χώρο συγκεντρώνεται πολύς κόσμος (τράπεζες, δημόσιες υπηρεσίες, εκκλησίες κλπ)
- Καλύπτουμε το στόμα μας όταν βήχουμε ή φτερνιζόμαστε, καθώς τα σταγονίδια είναι το κύριο μέσο μετάδοσης του ιού. Όπως επίσης προέκυψε από τις τελευταίες μελέτες, το να φωνάζουμε ή να τραγουδάμε εγκυμονεί κινδύνους, καθώς η ομιλία με δυνατή φωνή απελευθερώνει 50 φορές περισσότερα σωματίδια από ιούς από την αναπνοή. Αυτά τα αερολύματα, εάν δεν διαχέονται μέσω εξαερισμού, αυξάνονται όλο και περισσότερο, γεγονός που αυξάνει τον κίνδυνο μόλυνσης. Οι επιστήμονες έχουν δείξει ότι αυτά τα σωματίδια -τα οποία απελευθερώνουμε επίσης στην ατμόσφαιρα όταν απλώς αναπνέουμε και τα οποία μπορούν να ξεφύγουν από ακατάλληλα κατασκευασμένες μάσκες- μπορούν να μολύνουν άτομα που περνούν περισσότερο από λίγα λεπτά σε ακτίνα 5 μέτρων από ένα μολυσμένο άτομο, ανάλογα με τη διάρκεια του χρόνου και τη φύση της αλληλεπίδρασης.
* Ο κίνδυνος να «κρασάρει» το σύστημα υγείας, είναι πλέον ορατός μετά την ραγδαία αύξηση των κρουσμάτων και την ανάλογη έκρηξη του αριθμού των ανθρώπων που χρειάζονται νοσηλεία. Είναι λάθος να μετράμε μόνο αν υπάρχουν κενές θέσεις σε ΜΕΘ και να ησυχάζουμε βλέποντας ότι η πληρότητά τους δεν φτάνει στο 80-90%. Ο μεγάλος κίνδυνος να «μην αντέξει το σύστημα», έγκειται στο ότι οι ελλείψεις σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό και η κόπωση του υφιστάμενου, έχουν ως αποτέλεσμα την μείωση της ποιότητας της περίθαλψης, με ό,τι σημαίνει αυτό.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στη 1 Νοεμβρίου 2020