Μαζί με τις πρώτες καλοκαιρινές βουτιές ήρθαν και οι πρώτες καταγραφές μεδουσών και καρχαριών που μπορεί να βρίσκονται στις ελληνικές θάλασσες εδώ και χιλιάδες χρόνια ωστόσο η ανησυχία των λουομένων είναι έντονη. Στην Κρήτη πριν από μερικές ημέρες, μικρός καρχαρίας εντοπίστηκε κοντά στην ακτή, στη Σέριφο παρέα νεαρών κατέγραψε έναν καρχαρία να κολυμπά κοντά στο σκάφος τους, σε Ναύπλιο και Κυλλήνη ψαράδες έπιασαν στα δίχτυα τους μικρούς καρχαρίες.
Επιστήμονες μιλούν στη «ΜτΚ» για φαινόμενα φυσιολογικά που δεν εμπνέουν ανησυχία, ωστόσο εξηγούν πως η κλιματική αλλαγή και η υπεραλίευση αποτελούν τους βασικούς υπαίτιους και προειδοποιούν ότι «τα επόμενα χρόνια θα δούμε πράγματα που δεν τα περιμένουμε και δεν μπορούμε να τα προβλέψουμε ούτε σε διάρκεια ούτε σε συχνότητα».
Πάνω από ένα είδος μέδουσας τον Αύγουστο
Ο Χρήστος Τακλής, Διαχειριστής του Ελληνικού Παρατηρητηρίου Βιοποικιλότητας και Θαλάσσιος Βιολόγος λέει στη «ΜτΚ» ότι μπαίνουμε στην περίοδο έξαρσης της περιοδικής εμφάνισης των γαλάζιων μεδουσών (Rhizostoma pulmo). «Έχουμε περίπου 40 είδη μεδουσών με τις πιο ‘επικίνδυνες’ να είναι η μωβ (Pelagia noctiluca), η πυξίδα (Chrysaora hysoscella) και η Olindias muelleri (μικρή διάφανη) που έχει πολύ επώδυνο τσίμπημα, από αυτές που ερχόμαστε πιο συχνά σε επαφή».
Εξηγεί πως σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, οι μωβ μέδουσες βρίσκονται σε έξαρση έως και μία τετραετία και φέτος βρισκόμαστε στον τρίτο χρόνο για το Αιγαίο «όπου δεν εντοπίζεται κάτι ανησυχητικό. Από τον τρίτο χρόνο πάντα υπάρχει μία μείωση της έξαρσης, όπου όμως τώρα ξεκινά η περίοδος όπου ο κόσμος πηγαίνει στις θάλασσες πιο μαζικά κι έχουμε έτσι μία καλύτερη εικόνα», λέει. Εξηγεί πως οι εξάρσεις των μεδουσών φέτος καθυστέρησαν, πιθανότητα λόγω των χαμηλών θερμοκρασιών καθώς στα μέσα Μαΐου τα νερά ήταν πολύ κρύα σε σύγκριση με άλλες χρονιές σε κάποιες περιοχές της Ελλάδας.
«Συνήθως ξεκινούσε η ετήσια έξαρση των πληθυσμών των γαλάζιων μεδουσών περί τις 20 Ιουνίου οπότε υπάρχει σημαντική καθυστέρηση. Το επόμενο χρονικό διάστημα αναμένονται και άλλα είδη μεδουσών. Εκεί υπάρχει και πρόβλημα στο περιβάλλον διότι όλες θα πρέπει να τραφούν και το ένα είδος μπορεί να φάει το άλλο έτσι είναι δύσκολο για τους κολυμβητές για παράδειγμα τον Αύγουστο όταν μπορεί να έχουμε δύο και τρία είδη μεδουσών ταυτόχρονα», σημειώνει ο κ. Τακλής.
«Μη προβλέψιμη έξαρση»
Την ανάγκη να χρηματοδοτηθεί μία ολοκληρωμένη μελέτη ώστε να μπορούμε να έχουμε προβλεπτικά μοντέλα που αφορούν στην πληθυσμιακή έξαρση των μεδουσών επισημαίνει στη «ΜτΚ» ο Χαρίτων -Σαρλ Χιντήρογλου, Ομότιμος Καθηγητής του Τμήματος Βιολογίας της Σχολής Θετικών Επιστημών του ΑΠΘ.
«Στη Μεσόγειο οι μέδουσες έχουν εισέλθει εδώ και χιλιάδες χρόνια και αποτελούν μόνιμους κατοίκους της πελαγικής ζώνης. Αφότου άνοιξε η διώρυγα του Σουέζ εισήχθησαν στη Μεσόγειο και άλλα είδη από τον Ινδο-Ειρηνικό, τα οποία μεταφέρονται κυρίως με τα ρεύματα αλλά και μέσω της ναυσιπλοΐας. Μπορούμε να εξηγήσουμε πού μπορεί να οφείλεται ένα συμβάν πληθυσμιακής έξαρσης, όχι όμως και να την προβλέψουμε. Δεν έχει γίνει ποτέ μία ολοκληρωμένη μελέτη, ώστε να αποτυπωθούν οι πληθυσμιακές μεταβολές σε μία αλληλουχία συμβάντων. Οι πληθυσμιακές εξάρσεις γίνονται ξαφνικά. Απαιτείται γενναία χρηματοδότηση και φυσικά θα πρέπει να γίνει αυτό κάποια στιγμή», τονίζει. Μεταφέρει μάλιστα ότι, στην Ινδία όπου ζει ένα είδος σταυρομέδουσας με πολύ τοξικές νηματοκύστεις, οι οποίες δημιουργούν σημαντικά προβλήματα στους λουόμενους, η πολιτεία χρηματοδότησε έρευνες στις οποίες χρησιμοποιήθηκαν ακόμα και μικροτσίπ που τοποθετήθηκαν μέσα στα άτομα των μεδουσών για να παρακολουθούν δορυφορικά τις μετακινήσεις τους. Έτσι γνωρίζουν οι τοπικές αρχές τη χρονική περίοδο που μπαίνουν στα γλυκά νερά για να γεννήσουν και την περίοδο που εξέρχονται από τα εκβολικά συστήματα, όπου για εκείνο το χρονικό διάστημα απαγορεύεται η κολύμβηση.
Σε έξαρση η τσούχτρα
«Με τους πληθυσμούς των μεδουσών δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι διότι οι μέδουσες ανήκουν στην κατηγορία του πλαγκτού και παρασύρονται από τα ρεύματα. Κάποια είδη όπως η μωβ μέδουσα έχουν μία περιοδικότητα πολλών ετών η οποία φυσικά επηρεάζεται και μπορεί να διαφοροποιείται με βάση τις κλιματικές παραμέτρους. Τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο αναφέρεται αύξηση στις καταγραφές της μπλε μέδουσας ωστόσο δεν είναι γνωστό το πόσο έντονο είναι το φαινόμενο. Πρόκειται ωστόσο για ένα κοινό είδος», περιγράφει στη «ΜτΚ» η Ευαγγελία Μιχαλούδη, καθηγήτρια Βιολογίας στο ΑΠΘ. Λέει ότι τα τελευταία χρόνια έχουμε την έξαρση της μωβ μέδουσας, δηλαδή της κοινής τσούχτρας.
«Οι καταγραφές της παρουσίας του είδους αυτού έχουν δείξει ότι υπάρχει περιοδικότητα 10-12 ετών η οποία φαίνεται να μειώνεται σε εύρος λόγω της κλιματικής αλλαγής. Οι υπάρχοντες πληθυσμοί παραμένουν για ένα χρονικό διάστημα που κυμαίνεται στα 2 με 3 χρόνια. Άρα λοιπόν, πιθανά παραμένουμε στην περίοδο έξαρσή τους αν και φαίνεται να μην είναι τόσο έντονο το φαινόμενο φέτος μέχρι στιγμής».
Τι κάνουμε αν τσιμπηθούμε
Η κ. Μιχαλούδη εξηγεί ότι υπάρχουν πολλά είδη μεδουσών με διάφορα μεγέθη και δεν έχουν όλα επώδυνο τσίμπημα όπως για παράδειγμα η μέδουσα που μοιάζει με τηγανητό αυγό (Cotylorhiza tuberculata). «Ο τρόπος αντιμετώπισης του τσιμπήματος της μωβ μέδουσας είναι πλέον γνωστός με το μείγμα σόδας και θαλασσινού νερού σε αναλογία 1:1 και την απομάκρυνση των πλοκαμιών με μια πλαστική κάρτα. Επίσης καλό είναι να έχουμε μαζί μας και αντισταμινική κρέμα, ενώ στην περίπτωση επαφής με την μπλε μέδουσα αποφεύγουμε να ακουμπήσουμε το πρόσωπό μας που μπορεί να πρηστεί. Σε κάθε περίπτωση, για να μην κάνουμε τους γιατρούς, αν τα συμπτώματα είναι έντονα ή κάποιος είναι αλλεργικός θα πρέπει να απευθυνθεί σε κάποιο Κέντρο Υγείας ή στο πλησιέστερο νοσοκομείο».
«Ακίνδυνο» το 80% των καρχαριών
Στο νότιο Αιγαίο εντοπίστηκαν πρόσφατα γλαυκοκαρχαρίας (blue shark) και ρυγχοκαρχαρίας (shortfin mako shark), είδη που όπως εξηγεί στη «ΜτΚ» ο Θανάσης Τσίκληρας, Καθηγητής Βιολογίας Ιχθύων και Αλιευτικής Βιολογίας στο ΑΠΘ, διαβιούν στις ελληνικές θάλασσες εδώ και πάρα πολλά χρόνια δίχως όμως να έχει καταγραφεί ποτέ επίθεσή τους σε άνθρωπο.
«Το 80% των καρχαριών που βρίσκονται στις ελληνικές θάλασσες είναι είδη πολύ μικρά σε μέγεθος, κάτω του ενός μέτρου και δεν θεωρούνται επικίνδυνα. Υπάρχουν τέσσερα πέντε είδη που είναι μεγαλόσωμα, και θεωρητικά θα μπορούσαν να αποτελέσουν απειλή χωρίς ωστόσο να έχουν καταγραφεί επιθέσεις τα τελευταία 60 -70 χρόνια», σημειώνει. Πέρσι στην Ποτίδαια ένα παράκτιο σκάφος έφερε στο λιμάνι ένα αλεπόσκυλο καρχαρία που ήταν πάνω από τρία μέτρα σε μήκος. «Βέβαια, ενώ το συγκεκριμένο είδος το έχουμε δει ψαρεμένο αρκετές φορές, δεν το έχουμε δει ποτέ να κυκλοφορεί σε βίντεο. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν ζώα στα βαθιά για τα οποία δεν έχουμε εικόνα παρά μόνο αν αλιευθούν ή βιντεοσκοπηθουν χωρίς αυτό να σημαίνει ότι κινδυνεύουμε από αυτά», τονίζει ο κ. Τσίκληρας. Εξηγεί βέβαια πως αν βρεθούμε μπροστά σε ένα τέτοιο ζώο, δεν θα πρέπει να το προκαλέσουμε και καλό είναι να απομακρυνθούμε με ψυχραιμία.
Ο κ. Τσίκληρας λέει τέλος πως λόγω της κλιματικής αλλαγής και της αύξησης της θερμοκρασίας της θάλασσας καθώς και της διαχρονικής υπεραλίευσης που έχει πιέσει τα θαλάσσια οικοσυστήματα, «τα επόμενα χρόνια θα δούμε πράγματα που δεν τα περιμένουμε. Σε αυτό συγκαταλέγεται και η μετακίνηση οργανισμών από άλλες περιοχές προς τη Μεσόγειο, κάτι που ήδη συμβαίνει για κάποια ψάρια όπως είναι το λεοντόψαρο και ο λαγοκέφαλος που εντοπίζονται κυρίως στο νότιο Αιγαίο και έχουν έρθει από τη διώρυγα του Σουέζ. Ο λαγοκέφαλος είναι ψάρι επιζήμιο για τους ψαράδες γιατί δεν τρώγεται διότι περιέχει τοξίνη αλλά καταστρέφει και τα δίχτυα τους. Αυτά τα είδη μπορεί να εντοπιστούν και στα ρηχά, όπου δεν χρειάζεται πανικός απλώς καλό είναι να μην τα πλησιάζουμε».
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 09.07.2023