Χθες το Δημοτικό Συμβούλιο Θεσσαλονίκης κατέληξε σε ένα ψήφισμα 154 λέξεων για την εξαίρεση της αγοράς της Θεσσαλονίκης από το άνοιγμα της αγοράς.
Έχει μία διαπίστωση αρχής:
“Η προάσπιση της δημόσιας υγείας αποτελεί αναμφίβολα το πρωτεύον ζήτημα και σε αυτό το πλαίσιο θεωρούμε ότι θα πρέπει να εξαντληθούν όλες οι δυνατότητες, ώστε να στηριχθεί το σύστημα υγείας.”
Ένα πολιτικό αίτημα:
“Την αναθεώρηση της απόφασης αυτής το συντομότερο δυνατό.”
Ένα θεσμικό αίτημα:
“Να υπάρχει μόνιμος δίαυλος άμεσης και διαρκούς ενημέρωσης του Δήμου μας για τα επιδημιολογικά δεδομένα που ισχύουν και τα μέτρα τα οποία συζητιούνται και σχεδιάζονται για την περιοχή μας και να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη η γνώμη του”
Μία προχωρημένη διεκδίκηση:
“Στήριξη της αγοράς και της οικονομίας της πόλης όχι μόνο με τη σημερινή οικονομική στήριξη, αλλά και την επόμενη μέρα με μονιμότερα μέτρα για τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους σε αυτές”.
Και μια αυτονόητη διαβεβαίωση:
“Το Δημοτικό Συμβούλιο Θεσσαλονίκης εκφράζει την απόλυτη συμπαράστασή του στον εμπορικό κόσμο της πόλης, έπειτα από την αιφνιδιαστική απόφαση της κυβέρνησης να μην ανοίξει το λιανεμπόριο στην πόλη μας, όπως έγινε στην υπόλοιπη χώρα”.
Δηλαδή αναγνωρίζει την προτεραιότητα της υγείας έναντι όποιων άλλων επιλογών και συνδέει το “συντομότερο δυνατό” του ανοίγματος της αγοράς με την βελτίωση της επιδημιολογικής κατάστασης. Δεν το λέει αλλά το υπονοεί με την προτεραιότητα στην υγεία.
Έχω τη βεβαιότητα ότι θα το ψήφιζε και ο Σταϊκούρας σε ότι αφορά στα οικονομικά, και ο Χαρδαλιάς, θα διαβεβαίωνε ότι πολύ θα ήθελε μία τέτοια συνεργασία στα επιδημιολογικά δεδομένα εάν μπορεί να βρεθεί ένας τρόπος να θεσμοθετηθεί.
Άλλωστε δεν έχει πει κανείς ότι η αγορά της Θεσσαλονίκης θα μείνει για πάντα κλειστή. Το ότι θα ανοίξει το “συντομότερο δυνατό”, είναι βέβαιο. Απλώς αυτό το “δυνατό” είναι ασαφές.
Το ερώτημα που μένει να απαντηθεί είναι γιατί θα έπρεπε να συνέλθουν όλοι μαζί για να μην πουν τίποτε.
Και κυρίως γιατί νομίζουν ότι μπορούν να κλείνουν το μάτι στον εμπορικό κόσμο της πόλης ότι είναι μαζί του, χωρίς να λένε τίποτε.
Και σωστά δεν λένε τίποτε. Διότι τίποτε δεν έχουν περιθώριο να πουν. Τι να έλεγαν “ανοίξτε τα μαγαζιά σας, σας προστατεύουμε εμείς;”
Κρίμα που χρειάστηκαν δύο μέρες και πολλή οργή να το καταλάβουν, αλλά το επιδιωκόμενο πολιτικό όφελος της συμπάθειας των εμπόρων δεν κερδήθηκε διότι δεν θα μπορούσε να κερδηθεί.
Κι όπως θα έλεγε και ο Σέξπιρ “much ado about nothing”, δηλαδή πολύ κακό για το τίποτε.