«Σπίτι μου, σπιτάκι μου και φτωχοκαλυβάκι μου» τραγούδησε στο παρελθόν η μεγάλη ερμηνεύτρια Νάνα Μούσχουρη. Στις μέρες μας «το σπίτι μου, σπιτάκι» για τους πολλούς είναι μία δύσκολη υπόθεση. Για την απόκτηση ενός σπιτιού, και τις περισσότερες φορές όχι των ονείρων τους, οι Έλληνες και κυρίως τα νέα ζευγάρια θα κληθούν να βάλουν το χέρι πολύ βαθιά στην τσέπη, υποθηκεύοντας μάλιστα πολλές φορές το μέλλον τους, αφού οι τιμές αγοράς κατοικίας είναι στα ύψη.
Για την ενοικίαση δε, οι οικογένειες δαπανούν τον έναν εκ των δύο μισθών που... μπαίνουν στο σπίτι για να πληρώσουν το ενοίκιο. Υπολογίζεται πως ο κάθε μισθωτός δαπανά άνω του 40% του μισθού του για την κάλυψη των στεγαστικών του αναγκών, την ώρα που ο μέσος ευρωπαϊκός όρος ανέρχεται στο 20%.
Η στεγαστική κρίση στη χώρα μας εντείνεται, τα κόστη για στέγαση συνεχώς αυξάνονται και σε συνδυασμό με την ακρίβεια που διαρκώς συρρικνώνει τα διαθέσιμα εισοδήματα είναι αναγκαίο ένα ολοκληρωμένο σχέδιο στεγαστικής πολιτικής, όπως εξηγούν στη «ΜτΚ» άνθρωποι της αγοράς, το οποίο μάλιστα θα αποφέρει άμεσα αποτελέσματα και θα βάλει φρένο στις υψηλές ταχύτητες των ενοικίων και των αξιών ακινήτων.
Είναι δε χαρακτηριστικό πως αν όχι όλοι, οι περισσότεροι παράγοντες του real estate συμφωνούν πως για να επέλθει η ισορροπία στην αγορά ακινήτων θα πρέπει να διατεθούν σε αυτή επιπλέον ακίνητα, δείχνοντας τα «κλειστά» ακίνητα, εκείνα τα διαμερίσματα και τις κατοικίες που είτε βρίσκονται στα χαρτοφυλάκια τραπεζών και funds, είτε ανήκουν στο δημόσιο ή την Εκκλησία και παραμένουν ανεκμετάλλευτα, είτε χρήζουν ανακαίνισης και επειδή οι ιδιοκτήτες τους δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να τα ανακαινίσουν τα κρατούν κλειστά.
770.000 σπίτια... κλειστά
Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση ακινήτου στο Πανόραμα Θεσσαλονίκης το οποίο από το 1998 οπότε και έφυγε από τα χέρια του ιδιοκτήτη του, παραμένει αναξιοποίητο και ρημάζει εδώ και μία 25ετία! Περιπτώσεις σαν κι αυτή υπάρχουν χιλιάδες σε όλη την Ελλάδα. Το οξύμωρο δε, είναι ότι ο ακριβής αριθμός των ακινήτων που είναι σε αχρηστία: δεν αξιοποιούνται, δεν κατοικούνται ή οι κάτοχοί τους δεν γνωρίζουν καν που βρίσκονται τα κλειδιά, είναι άγνωστος.
Στις αρχές Φεβρουαρίου ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σε βίντεό του στο Tik Tok με τίτλο «Η σκληρή αλήθεια για τα ενοίκια» στο οποίο αναφέρεται στις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης για την αντιμετώπιση της κρίσης στέγης στην Ελλάδα, αντίστοιχα προβλήματα παρατηρούνται σχεδόν σε όλη την Ευρώπη, εκτίμησε ότι ο αριθμός των κλειστών σπιτιών ανέρχεται σε 770.000.
Μέχρι την ημέρα της δημοσιοποίησης του εν λόγω βίντεο, πάντως, παράγοντες της αγοράς προσδιόριζαν πως βάσει κατά καιρούς δηλώσεων τραπεζικών στελεχών τα ακίνητα αυτά ανέρχονται σε 700.000-900.000, ενώ τα στοιχεία της οικιστικής κτιριακής απογραφής του 2021 ακόμα δεν έχουν δοθεί στη δημοσιότητα από την ΕΛΣΤΑΤ.
Αυξήθηκε η ζήτηση, όχι η προσφορά
Ο δε λόγος της απότομης αύξησης των ενοικίων και της αξίας των ακινήτων τα χρόνια που διαδέχτηκαν την περίοδο της οικονομικής κρίσης κατά τη διάρκεια της οποίας οι τιμές ήταν «παγωμένες» είναι ένας και στηρίζεται στον κανόνα της προσφοράς και της ζήτησης. Η ζήτηση αυξήθηκε κατακόρυφα σε σχέση με την προσφορά.
Εκτιμάται, πως για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα και να υπάρξει ισορροπία στην αγορά θα πρέπει να διατεθούν 200.000-250.000 ακίνητα πανελλαδικά. Το ζητούμενο είναι, πως θα μπορέσουν να διατεθούν αυτά μαζικά ώστε τα αποτελέσματα να είναι άμεσα.
Ενοίκια στα ύψη
Οι τιμές πώλησης των ακινήτων έχουν επιστρέψει κοντά στα επίπεδα του 2007-2008, επηρεάζοντας παράλληλα και τις τιμές των ενοικίων. Η Ελλάδα, σύμφωνα με την Eurostat είναι πρωταθλήτρια στο κόστος στέγασης τα τελευταία χρόνια. Στη χώρα μας η συσσωρευτική αύξηση των ενοικίων από το 2018 έως και το 2022, κυμάνθηκε από 37,2% έως και 42,1%.
Οι λόγοι για την αύξηση των ενοικίων είναι πολλοί, όπως η υποαπόδοση των ακινήτων προηγούμενων χρόνων, η μείωση της οικοδομικής δραστηριότητας, οι πλειστηριασμοί, η μείωση της ιδιοκατοίκησης, η μεγάλη ζήτηση σε συνδυασμό με την μικρή διαθεσιμότητα (υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο 15.000 έως 20.000 συμπολίτες μας - οικογένειες αναζητούν κατοικία), η υποχώρηση της αγοραστικής δύναμης, η εργασιακή ανασφάλεια που οδηγεί τους Έλληνες στο ενοίκιο και όχι την αγορά σπιτιού, οι βραχυχρόνιες μισθώσεις, η Golden Visa και οι τράπεζες που «έκλεισαν» τα τελευταία χρόνια την κάνουλα της χρηματοδότησης στεγαστικών δανείων.
Την ίδια ώρα, παράγοντες που σχετίζονται με τις αλλαγές στην ίδια την κοινωνία όπως για παράδειγμα η αύξηση των μονοπρόσωπων νοικοκυριών αυξάνουν τη ζήτηση.
Όπως εξηγούν στελέχη της κυβέρνησης είναι η πρώτη φορά που η χώρα έχει ολοκληρωμένη στεγαστική πολιτική.
Η κυβέρνηση έχει ανακοινώσει μία σειρά μέτρων προκειμένου να δοθούν κίνητρα στους ιδιοκτήτες να ανακαινίσουν τα παλιά ακίνητά τους αλλά και μέτρων ώστε να μπορέσουν τα νέα ζευγάρια να αποκτήσουν το δικό τους σπίτι. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται προγράμματα όπως το «ανακαινίζω-εξοικονομώ» και το «ανακαινίζω-ενοικιάζω», η αξιοποίηση των κτιρίων και των οικοπέδων του δημοσίου σε συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα, μέσω του θεσμού κοινωνικής αντιπαροχής, η θέσπιση περιορισμών στην Golden Visa και την βραχυχρόνια μίσθωση, το πρόγραμμα «Σπίτι μου», η θέσπιση του επιδόματος ενοικίου από 70-210 ευρώ το οποίο λαμβάνουν περίπου 200.000 δικαιούχοι, το πρόγραμμα ανακαινίσεων σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, η δημιουργία κοινωνικών κατοικιών, η ανάληψη πρωτοβουλιών για την στέγαση φοιτητών με τη δημιουργία φοιτητικών εστιών κ.ά.
Οι λόγοι για τη στεγαστική κρίση
Όπως αναφέρει ο πρόεδρος του Παρατηρητηρίου Τιμών και Εκτίμησης Ακινήτων Ελλάδος και Νοτιοανατολικής Ευρώπης, Κώστας Γεωργάκος «από τα δεδομένα που έχουμε δεν θα έπρεπε να υπάρχει στεγαστική κρίση. Ο πληθυσμός της χώρας σύμφωνα με την τελευταία απογραφή μειώθηκε, περίπου 600.000 Έλληνες την περίοδο της κρίσης μετανάστευσαν και παρατηρείται μείωση της ιδιοκατοίκησης σε σχέση με το παρελθόν, γεγονός που σημαίνει πως τα ακίνητα αυτά διατέθηκαν στην αγορά.
Ωστόσο, εκατοντάδες χιλιάδες ακίνητα βρίσκονται στα χέρια τραπεζών, funds και servicers, άλλα παραμένουν στην ιδιοκτησία του δημοσίου ή της Εκκλησίας και είναι αναξιοποίητα, πολλά ακίνητα έχουν πολλούς συνιδιοκτήτες που βρίσκονται στα δικαστήρια και δεν γίνεται να αξιοποιηθούν μέχρι να υπάρξουν τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις και τέλος, χιλιάδες ακίνητα είναι κλειστά αφού οι ιδιοκτήτες τους δεν διαθέτουν χρήματα για να τα ανακαινίσουν και να τα βγάλουν στην αγορά.
Προτιμούν να τα κρατούν κλειστά και να ρημάζουν ακόμα περισσότερο» αναφέρει ο κ. Γεωργάκος. Ο ίδιος σχολιάζει μάλιστα πως προγράμματα όπως το «Σπίτι μου» μέσω του οποίου δίνονται στους νέους χαμηλότοκα δάνεια είχαν ως αποτέλεσμα να αυξήσουν τη ζήτηση σε μία αγορά χωρίς προσφορά και κατ’ επέκταση να φέρουν νέες αυξήσεις στις τιμές αγοράς των ακινήτων από 15% έως 30%. «Η στεγαστική κρίση δεν αντιμετωπίζεται με επιδοτούμενα δάνεια» αναφέρει.
Το στεγαστικό απόθεμα στην Ελλάδα υπολογίζεται σε 4.000.000 σπίτια-κατοικίες, ενώ για το 2022 σύμφωνα με την Eurostat και την ΕΛΣΤΑΤ το ποσοστό ιδιοκατοίκησης στην Ελλάδα ανήλθε σε 72,8%. Αυτό σημαίνει ότι επτά στους δέκα Έλληνες κατοικούν στο δικό τους σπίτι και τρεις στους δέκα νοικιάζουν.
Ωστόσο, το ποσοστό ιδιοκατοίκησης στη χώρα μας με την πάροδο των ετών συνεχώς μειώνεται κάτι που σημαίνει πως αυξάνεται ταυτόχρονα η ζήτηση για αγορά ή ενοικίαση κατοικίας. Η Ελλάδα από το 2005 έως το 2022 έχει χάσει 11,8 ποσοστιαίες μονάδες στο ποσοστό ιδιοκατοίκησης σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostast τα οποία επεξεργάστηκε το Πανελλαδικό Δίκτυο Κτηματομεσιτών E-Real Estates.
Τι συμβαίνει με τα «χαρτοφυλάκια» τραπεζών και funds
Πέραν ωστόσο των «κλειστών» ακινήτων για τα οποία οι παράγοντες της αγοράς ζητούν κίνητρα προκειμένου οι ιδιοκτήτες τους να τα ανακαινίσουν και να τα διαθέσουν προς πώληση και ενοικίαση, ένα σημαντικό ποσοστό ακινήτων βρίσκεται στα χαρτοφυλάκια τραπεζών, funds και servicers. Υπολογίζεται πως ανέρχονται σε 300.000 ακίνητα. Για την πλειονότητα δε των ακινήτων αυτών δεν γνωρίζουν ούτε που βρίσκονται τα κλειδιά τους, παρά παραμένουν αριθμοί.
Πρόκειται για ακίνητα τα οποία έχουν σωρευθεί κυρίως από το 2014 μέχρι σήμερα και δεν αποτελούν στην πλειονότητά τους «πρώτη κατοικία». Πρόκειται για τα λεγόμενα «κόκκινα δάνεια» τραπεζών τα οποία πουλήθηκαν έναντι μικρών τιμημάτων σε funds. Τα ακίνητα που βρίσκονται σε χαρτοφυλάκια τραπεζών, funds και servicers απαιτούν πολύ χρόνο ώστε αυτά να «ωριμάσουν» όπως λένε στη γλώσσα τους οι μεσίτες, και να βγουν στην αγορά και για εκείνα δε που είναι προς αξιοποίηση απαιτούνται έως και δύο ολόκληρα χρόνια μέχρις ότου υπογραφεί το συμβόλαιο.
Τα πιστωτικά ιδρύματα και οι εταιρείες διαχείρισης «κόκκινων δανείων» από την πλευρά τους προτιμούν, όπως φαίνεται εκ του αποτελέσματος, να κρατούν τα ακίνητα αυτά στα χαρτοφυλάκιά τους και να μην τα αξιοποιούν ελπίζοντας σε περαιτέρω άνοδο της αξίας τους, ενώ όπως αναφέρουν εκπρόσωποι της αγοράς είναι ανάγκη η πολιτεία να θέσει πιο αυστηρά πλαίσια λειτουργείας στα funds αφού σε πολλές περιπτώσεις τα τελευταία δεν αναρτούν στο διαδίκτυο ακίνητα που διαθέτουν, ενώ για να εντοπίσει κάποιος έναν εκπρόσωπό τους θα ταλαιπωρηθεί.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά στη «ΜτΚ» ο πρόεδρος του Συλλόγου Μεσιτών Αστικών Συμβάσεων Αθηνών-Αττικής, Λευτέρης Ποταμιάνος για ακίνητο στην «καρδιά» του κέντρου της Αθήνας, στο Κολωνάκι, που θεωρείται «φιλέτο» και που ανήκει σε χαρτοφυλάκιο τράπεζας έχουν σωρευθεί κοινόχρηστα 13 ετών, γεγονός που καταδεικνύει ότι κανείς δεν ενδιαφέρεται για την αξιοποίησή του.
Παρεμβάσεις με άμεσο αποτέλεσμα ζητούν παράγοντες της αγοράς
Σύμφωνα με τον κ. Ποταμιάνο «από το σύνολο του οικιστικού κτιριακού αποθέματος, περίπου στα 4.000.000 σπίτια εκτιμάται ότι το 20% αυτών είναι κλειστό. Πρέπει να εφαρμοστούν μέτρα και να δοθούν κίνητρα ώστε να μπουν απότομα στην αγορά χιλιάδες ακίνητα και να πέσουν αυτόματα οι τιμές.
Η στεγαστική πολιτική που υιοθετείται είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, ωστόσο δεν εμβαθύνει στο πρόβλημα. Θα πρέπει να υπάρξουν πρωτοβουλίες μεγάλης κλίμακας στα ακίνητα του δημόσιου τομέα, να δοθούν κίνητρα στους ιδιοκτήτες που δεν αξιοποιούν τα ακίνητά τους» υποστηρίζει από την πλευρά του ο κ. Ποταμιάνος.
Μόνο στην Αθήνα, εξηγεί από την πλευρά του ο πρόεδρος του Πανελληνίου Συλλόγου Διαχειριστών Ακινήτων, Ανδρέας Χίου τα «κλειστά» ακίνητα αγγίζουν τα 125.000. Ο κ. Χίου εκτιμά ότι για να πέσουν οι τιμές των ενοικίων θα πρέπει να εισέλθουν στην αγορά περί τις 250.000 ακίνητα και αυτό θα γίνει μόνο με «προγράμματα ανακαίνισης και όρο τα ακίνητα που θα ανακαινιστούν θα διατεθούν αποκλειστικά για μακροχρόνια μίσθωση» όπως λέει.
Στην ερώτηση πόσο επηρεάζουν τις τιμές των ενοικίων τα διαμερίσματα τύπου Airbnb, που διατίθενται για βραχυχρόνια μίσθωση αναφέρει πως στη Θεσσαλονίκη το ποσοστό αυτών των ακινήτων ανέρχεται σε 1,8% και στην Αθήνα σε 2,1%.
«Στην Αργυρούπολη υπάρχουν μόλις 80 ακίνητα για βραχυχρόνια μίσθωση και οι τιμές των ενοικίων τα τελευταία δύο χρόνια αυξήθηκαν κατά 120%» εξηγεί συμπληρώνοντας πως διαμερίσματα που διατίθενται προς ενοικίαση για μικρό διάστημα μέσα από διάφορες πλατφόρμες επηρεάζουν κυρίως σε τουριστικές περιοχές και την «καρδιά» των αστικών κέντρων.
Στην Αθήνα εκτιμάται ότι στις top περιοχές ο αριθμός των ακινήτων που διατίθενται για βραχυχρόνια μίσθωση ανέρχονται σε 7.750, ενώ στη Θεσσαλονίκη ξεπερνούν τα 3.200. Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα πως σε σχέση με τον Φεβρουάριο του 2023 παρουσιάζεται αύξηση των ακινήτων αυτών κατά 27,32%, σύμφωνα με το Πανελλαδικό Δίκτυο Κτηματομεσιτών E-Real Estates.
Προτάσεις
«Απαιτείται να λάβουμε σοβαρά υπόψη και να κατανοήσουμε ότι το προσαυξημένο κόστος στέγασης δεν αφορά πλέον αποκλειστικά τα κατώτερα οικονομικά στρώματα που βρίσκονται κοντά στον κίνδυνο φτώχειας ή/τα ευάλωτα οικονομικά νοικοκυριά ή μόνο τους νέους ηλικιακά, πλήττει και άτομα των οποίων τα εισοδήματα είναι, αφενός υψηλότερα, αφετέρου όμως, πολύ χαμηλά για να μπορούν να στεγαστούν υπό τις συνθήκες της ιδιωτικής αγοράς.
Οι οικονομικές προκλήσεις στην παγκόσμια κοινότητα καθώς και στη χώρα μας βρίσκονται προ των πυλών και απαιτούνται άμεσα διευρυμένες πολιτικές στέγασης, πολιτικές με διεύρυνση των δικαιούχων, με στόχο την αναχαίτηση του κόστους την επόμενη ημέρα και τη προσβασιμότητα σε αγορά κατοικίας, αλλά, παράλληλα και πολιτικές με υλοποίηση 2-3 ετών, που θα στοχεύουν στην εξάλειψη ιδίων δεδομένων στο μέλλον, καθώς και μέτρα που θα ‘προστατεύουν’ την ιδιοκτησία υπό συνθήκες μη υγιούς οικονομικού περιβάλλοντος» εξηγεί ο Θεμιστοκλής Μπάκας, πρόεδρος του Πανελλαδικού Δικτύου Κτηματομεσιτών E-Real Estates.
«Τα επίσημα στοιχεία καταδεικνύουν ότι η χώρα μας βρίσκεται σε βαθιά στεγαστική κρίση. Είναι υποχρέωση της Πολιτείας εμπράκτως να εκπονήσει ένα σχέδιο στεγαστικής πολιτικής μεγάλης κλίμακας και άμεσου αντίκτυπου.
Από τα μέτρα που έχουν ανακοινωθεί κανένα δεν έχει άμεσο αποτέλεσμα» λέει ο κ. Μπάκας και προτείνει μεταξύ άλλων τα έσοδα που προέρχονται από την βραχυχρόνια μίσθωση να ανακατευθύνονται σε στεγαστικές πολιτικές, να αξιοποιηθούν οι κενές κατοικίες με έλεγχο των κλειστών ακινήτων, μηδενικό φόρο ή έκπτωση φόρου κατά 50% στα εισοδήματα από ενοίκια, δημιουργία φορολογικών και χρηματοδοτικών κινήτρων σε ιδιοκτήτες ακινήτων που χαρακτηρίζονται ως υποβαθμισμένα -εγκαταλελειμμένα, αξιοποίηση των αδήλωτων ακινήτων- αγνώστου ιδιοκτήτη που θα προκύψουν, όπως προβλέπεται στο άρθρο 9 του Ν. 2664/1998 για το Εθνικό Κτηματολόγιο και θα περιέλθουν στο Ελληνικό Δημόσιο, καθώς και των ακινήτων της τοπικής αυτοδιοίκησης που δεν χρησιμοποιούνται, αξιοποίηση των ακινήτων μέσω διαγωνισμού για την ανέγερση κατοικιών όχι με τη μέθοδο της αντιπαροχής που ουσιαστικά είναι έμμεσος τρόπος πώλησης, αλλά με δικαίωμα επιφανείας κ.ά.
Κίνητρα χωρίς επιβάρυνση του δημοσίου
Η στεγαστική κρίση, σύμφωνα με τον πρόεδρο της Ένωσης Ιδιοκτητών Ακινήτων Θεσσαλονίκης, Κώστα Χαΐδούτη οφείλεται στο γεγονός ότι «στην Ελλάδα δεν υπάρχει κοινωνική κατοικία, όπως ισχύει στην Ευρώπη.
Η ανάγκη για στέγαση με ελάχιστες εξαιρέσεις αντιμετωπίζεται ιδιωτικά. Όλα τα μέτρα της κυβέρνησης για την αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης είναι προς τη σωστή κατεύθυνση αλλά δεν έχουν άμεση εφαρμογή» εξηγεί ο κ. Χαΐδούτης επισημαίνοντας πως πρέπει να δοθούν κίνητρα στους ιδιοκτήτες που κρατούν «κλειστά» τα ακίνητά τους γιατί αδυνατούν να τα εξωραΐσουν.
Προς αυτή την κατεύθυνση κινείται και η πρόταση της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ιδιοκτητών Ακινήτων προς την κυβέρνηση και ειδικότερα τον υπουργό Κωστή Χατζηδάκη για τριετή φοροαπαλλαγή των εσόδων από μισθώματα. Κάτι, που όπως εξηγεί στη «ΜτΚ» ο πρόεδρος της ΠΟΜΙΔΑ, Στράτος Παραδιάς θα δώσει κίνητρα στους ιδιοκτήτες και δεν θα ζημιώσει τα δημόσια ταμεία ούτε ένα ευρώ.
Όπως λέει ο κ. Παραδιάς με αυτό τον τρόπο πάνω από 200.000 σπίτια σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και τα μεγάλα αστικά κέντρα θα βγουν στην αγορά, ο αντίκτυπος στα ενοίκια θα είναι άμεσος και δεν θα επιβαρυνθεί το κράτος. «Το κράτος ούτως ή άλλως δεν εισπράττει φόρο από τα ακίνητα αυτά, αφού οι ιδιοκτήτες δεν τα εκμισθώνουν, άρα δεν έχουν έσοδα από ενοίκια.
Εμείς λοιπόν προτείνουμε να νομοθετηθεί άμεσα ένα μέτρο με το οποίο θα προβλέπεται ότι ο ιδιοκτήτης, ο εκμισθωτής δηλαδή, θα απαλλάσσεται για μία τριετία του φόρου, στο εισόδημα από ενοίκια, υπό την προϋπόθεση ότι το ακίνητο εκμισθώνεται σε φυσικά πρόσωπα για χρήση ως κύρια κατοικία τους» λέει ο κ. Παραδιάς εκτιμώντας ότι ένα τέτοιο μέτρο θα «γυρνούσε» πολλά ακίνητα από την βραχυχρόνια στην μακροχρόνια μίσθωση και θα δώσει «ανάσα» στο στεγαστικό πρόβλημα.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΠΟΜΙΔΑ οι ιδιοκτήτες ακινήτων μέσω του προγράμματος της Golden Visa στην πλειονότητά τους διαθέτουν τα ακίνητα στην μακροχρόνια μίσθωση και ένας μικρός αριθμός αυτών τα αγοράζει για ιδιοκατοίκηση.
Ο παράγοντας Golden Visa
Σε αντίθεση πάντως με τους Έλληνες οι οποίοι δυσκολεύονται να βρουν διαθέσιμο ακίνητο προς ενοικίαση στα... μέτρα και φυσικά την τσέπη τους, οι ξένοι επενδυτές της Golden Visa, πολίτες τρίτων χωρών δηλαδή εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχουν χρήματα να αγοράσουν το δικαίωμα διαμονής τους στην χώρα μας αποκτώντας ένα ακίνητο, βρίσκουν ευκολότερα, επιστρατεύοντας γι’ αυτό το σκοπό νομικούς και μεσίτες.
Η εφαρμογή του μέτρου ξεκίνησε το 2013, ενώ από το 2018 μέχρι τα τέλη του 2023 υπολογίζεται πως υποβλήθηκαν περίπου 20.000 αιτήματα για χορήγηση Golden Visa. Το ποσό που έπρεπε να επενδύσει κανείς για την απόκτηση Golden Visa ήταν 250.000 ευρώ, ενώ το ποσό διπλασιάστηκε (500.000 ευρώ) τον τελευταίο καιρό για την Αθήνα, για κάποια από τα βόρεια και νότια προάστια της Αττικής, τη Θεσσαλονίκη τη Μύκονο και τη Σαντορίνη. Στα σχέδια της κυβέρνηση, όπως δήλωσε ο πρωθυπουργός στη Βουλή στις αρχές Φεβρουαρίου είναι η αλλαγή του πλαισίου για την Golden Visa και η αύξηση του ποσού της επένδυσης σε μεγάλα αστικά κέντρα και νησιά στα 800.000 ευρώ.
Ο κ. Μητσοτάκης ανέφερε ότι 7% των αγοραπωλησιών τα τελευταία 2 χρόνια αφορούσαν τη Golden Visa. Όπως τόνισε, δεν προκαλεί η Golden Visa το πρόβλημα, αντίθετα έφερε χρήματα. Ως προς τις βραχυχρόνιες μισθώσεις, επεσήμανε πως ήδη όσοι εκμεταλλεύονται περισσότερα από τρία διαμερίσματα, επιβαρύνονται με τις υποχρεώσεις ξενοδοχειακής επιχείρησης.
Ωστόσο, όπως τόνισε, πρέπει να μελετηθεί περισσότερο το ζήτημα των βραχυχρόνιων μισθώσεων και σχεδιάζεται ήδη η δημιουργία ομάδας εργασίας. Από τις αιτήσεις Golden Visa που εγκρίθηκαν το 6% αφορούν την Μακεδονία και τη Θράκη, με τη Θεσσαλονίκη να κατέχει τα πρωτεία και τη Χαλκιδική να έρχεται δεύτερη.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 03.03.2024