Κατηγορηματικά αντίθετοι στην επερχόμενη ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων δηλώνουν καθηγητές του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, μέλη του ΕΣΔΕΠ. Στο πλαίσιο συνέντευξης τύπου που παραχώρησαν σήμερα, ανέπτυξαν τους λόγους για τους οποίους τάσσονται ενάντια στην ίδρυσή τους τονίζοντας παράλληλα ότι στηρίζουν τις δράσεις των φοιτητών και θα συμμετέχουν και οι ίδιοι (τα μέλη του ΕΣΔΕΠ ΑΠΘ) στο αυριανό συλλαλητήριο στις 12:00 στην Καμάρα.
Ο αντιπρόεδρος του ΕΣΔΕΠ Γιώργος Αγγελόπουλος σημείωσε ότι «δεν είμαστε χαρούμενοι με αυτήν την κατάσταση όπου το πανεπιστήμιο είναι κλειστό. Ωστόσο θα πρέπει να αγωνιστούμε για να διαφυλάξουμε αυτά που πρεσβεύουμε για ένα ελεύθερο, ανοιχτό, δημόσιο πανεπιστήμιο. Η απελευθέρωση, όπως την ορίζει η κυβέρνηση, θα οδηγήσει σε συρρίκνωση μισθών και αγορά πτυχίων», σημείωσε μεταξύ άλλων.
Από την πλευρά του ο Ηλίας Κονδύλης, γραμματέας του ΕΣΔΕΠ επεσήμανε πως βάσει στοιχείων της Eurostat η αθροιστική απώλεια της δημόσιας χρηματοδότησης από το 2008 έως το 2021 προς τα δημόσια ΑΕΙ ξεπέρασε τα 6.1 δις. «Αναρωτιέται κανείς αν η ίδρυση των ιδιωτικών πανεπιστημίων θα αναπληρώσει τις 8.000 χαμένες θέσεις εκπαιδευτικού προσωπικού και τα 6.1 δις ευρώ υποχρηματοδότησης. Η κυβέρνηση αρνείται την πραγματικότητα και κάνει λόγο για fake news. Η κυβέρνηση ισχυρίζεται πως η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων θα σταματήσει τη ροή Ελλήνων φοιτητών στο εξωτερικό αλλά πρόκειται για ένα αίολο επιχείρημα. Το 2021 περίπου 40.000 φοιτητές από την Ελλάδα σπουδάζουν στο εξωτερικό και είναι αμφίβολο αν αυτοί επαναπατριστούν», είπε.
«Η ελευθερία επιλογής, στην οποία αναφέρεται η κυβέρνηση, αφορά αυτούς που έχουν το πορτοφόλι να την ασκήσουν», δήλωσε. «Για αυτούς τους λόγους διεκδικούμε την αναβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης, την αποκατάσταση του δωρεάν χαρακτήρα της, την απαλλαγή της από εμπορευματικές σχέσεις και την ανάκτηση του ερευνητικού της χαρακτήρα και καλούμε το σύνολο της πανεπιστημιακής κοινότητας να στηρίξει τον μαζικό και συντονισμένο αγώνα των φοιτητών και φοιτητριών. Δεν θα ανεχθούμε τους εκβιασμούς περί χαμένων εξεταστικών. Η εξεταστική δεν χάνεται αλλά μετατίθεται και αυτό θα διεκδικήσουμε από τις πρυτανικές αρχές τα μέλη του ΕΣΔΕΠ», είπε.
Από την πλευρά του ο Κώστας Χρυσάφης επεσήμανε πως πρέπει να υπάρξει αναβάθμιση του δημόσιου πανεπιστημίου που θα βασίζεται στους εξής άξονες: «να υπάρξει στρατηγικό σχέδιο ανάπτυξης της δημόσιας τριτοβάθμιας εκπαιδευσης, με στόχο να υπάρξει το ποιοτικό πανεπιστημιο. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι να επανασυσταθεί το Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας που έχει καταργηθεί και θα μπορεί να σχεδιάζει την πολιτική εκπαιδευσης και στις τρεις βαθμίδες. Τρίτο σημείο αφορά στην επανασύσταση της τριτοβάθμιας τεχνολογικής εκπαιδευσης που καταργήθηκε οριστικά επί κυβέρνησης Γαβρόγλου. Κομβικό ζήτημα αποτελεί και το ότι το δημόσιο πανεπιστήμιο πρέπει να λειτουργεί με ένα νόμο πλαίσιο που θα θέτει τις βασικές κατευθύνσεις και τα πανεπιστήμια θα εξειδικεύουν τους κανόνες λειτουργίας.
Χαρακτηριστικό ότι ο τελευταίος υπερσυγκεντρωτικός νόμος και γραφειοκρατικός οδήγησε το ΑΠΘ σε παράλυση. Συνθήκη που θα παραταθεί για τουλάχιστον έναν ακόμα μήνα. Ζητούμε να καταργηθούν τα συμβούλια διοίκησης, όπως αυτά προβλέπονται στον υπάρχοντα νόμο. Η χρηματοδότηση των ΑΕΙ πρέπει επίσης να γίνεται ανά τετραετία και όχι κατ´ έτος ώστε να γίνεται ο ανάλογος σχεδιασμός. Οι ρυθμίσεις για το «ελεύθερο πανεπιστήμιο» αφορούν ρυθμίσεις για τεράστιες δυσλειτουργίες που η ίδια η κυβέρνηση έχει επιβάλει. Όσον αφορά τα εκατομμύρια που θα διατεθούν στα ΑΕΙ, αρκεί να δει κανείς ότι οι δράσεις που εντάχθηκαν στο Ταμείο Ανάκαμψης τον Αύγουστο του ‘22, έχει περάσει ενάμισης χρόνος και δεν έχει προκυρηχθεί πρακτικά τίποτα. Τα δε προγράμματα με χρονική διάρκεια μέχρι το ‘25, δεν έχουν προκυρηχθεί και δεν έχουν αξιολογηθεί οι προτάσεις. Άρα πρακτικά λένε ψέματα».
Η Έφη Παπαθεοδώρου από τη Συσπείρωση Πανεπιστημιακών Θεσσαλονίκης, είπε πως «τα πολύ καλά πανεπιστήμια που θα ανακαλέσει κάνεις στο μυαλό του όταν γίνεται λόγος για ιδιωτικά πανεπιστήμια, όπως το ΜΙΤ ή το Harvard, δεν θα έρθουν ποτέ στην Ελλάδα. Όποιος μπορεί να πληρώσει για να σπουδάσει το παιδί του στο εξωτερικό, θα το κάνει έτσι και αλλιώς. Το μεγάλο επιχείρημα για τη βάση εισαγωγής που δεν επιτρέπει την εισαγωγή φοιτητών που έγραψαν πχ κάτω από 8 δεν συνάδει με το ότι όλοι θα μπορούν να πληρώσουν για να σπουδάσουν στα ιδιωτικά αύρα πανεπιστήμια», πρόσθεσε.
Ο Γιώργος Λιτσαρδάκης τόνισε ότι «Στην Ανώτατη Εκπαίδευση της χώρας μας δεν λείπει ο ανταγωνισμός με ιδιωτικούς παρόχους εκπαίδευσης. Λείπει η θεσμική διαμόρφωση και εφαρμογή μακρόπνοων σχεδιασμών για το εκπαιδευτικό σύστημα, και ένα λιτό θεσμικό πλαίσιο που θα ενισχύει την αυτοδιοίκηση των πανεπιστημίων. Λείπει η χρηματοδότηση, η στελέχωση με επαρκές προσωπικό, η ενίσχυση και η ανανέωση των υποδομών τους, η αξιοπρεπής φοιτητική μέριμνα, στοιχεία που η Ελληνική πολιτεία έχει συνταγματική υποχρέωση να εξασφαλίζει στα ΑΕΙ της χώρας μας. Ακόμη όμως και σε αυτές τις συνθήκες τα Δημόσια Πανεπιστήμια, επιτελούν υψηλό εκπαιδευτικό και ερευνητικό έργο κυρίως λόγω του «πατριωτισμού» των μελών ΔΕΠ, διδασκόντων, ερευνητών και εργαζομένων.
Στη βάση των ραγδαίων επιπτώσεων που προδιαγράφονται από την ίδρυση ιδιωτικών ΑΕΙ με το νομοσχέδιο που προανήγγειλε η Κυβέρνηση, καλούμε την πανεπιστημιακή κοινότητα και την ελληνική κοινωνία σε εγρήγορση.
Η ΠΟΣΔΕΠ ζητά εμφατικά από την κυβέρνηση να μην καταθέσει το νομοσχέδιο περί ίδρυσης ιδιωτικών ΑΕΙ. Να σεβαστεί το άρθρο 16 του Συντάγματος και να ενισχύσει πραγματικά, με τρόπο ουσιαστικό και μετρήσιμο, την πανεπιστημιακή εκπαίδευση στη χώρα μας».
Η Λουίζα Αυγήτα ανέφερε πως «Οι κοινωνικές επιπτώσεις της ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων και γενικότερα της ιδιωτικοποίησης της ανώτατης εκπαίδευσης είναι συντριπτικές για τα κατώτερα οικονομικά στρώματα. Ιδιωτικοποίηση σημαίνει όξυνση και πολλαπλασιασμό των ταξικών φραγμών, σημαίνει κατοχύρωση κατηγοριοποιημένων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων που οδηγούν σε διαφορετικά πτυχία, σε διαφορετική επαγγελματική εξέλιξη, σε διαφορετικό μέλλον, ανάλογα με το πορτοφόλι του καθενός».
Είπε χαρακτηριστικά πως ο φοιτητικός δανεισμός, με τον οποίο συνδέεται το υψηλό κόστος σπουδών, αποτελεί καθεστώς σε χώρες όπως οι ΗΠΑ και η Μ. Βρετανία, παρουσιάζοντας συνεχή αυξητική τάση που αφορά τόσο τον αριθμό των δανειοληπτών όσο και το ύψος των δανείων. Οι επιπτώσεις του φοιτητικού δανεισμού είναι τεράστιες, όπως δείχνουν πρόσφατες μελέτες:
Αυτή τη στιγμή στις ΗΠΑ το χρέος του φοιτητικού πληθυσμού ανέρχεται στα 1,7 τρισεκατομμύρια δολάρια, υπάρχουν 45 εκατομμύρια δανειολήπτες με χρέος δεκάδων χιλιάδων δολαρίων. Είναι σαφές ότι το φοιτητικό χρέος συνδέεται άμεσα με την αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων. Όπως ενδεικτικά αναφέρεται σε μελέτες, η χρηματοδότηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης η οποία γίνεται σχεδόν αποκλειστικά πλέον μέσω δανεισμού, είναι ένας φόρος φτώχειας: όσοι έχουν τη λιγότερη πρόσβαση στον πλούτο καταλήγουν με το υψηλότερο κόστος. Όσο περισσότερο χρόνο χρειάζεται ένας δανειολήπτης για να αποπληρώσει το δάνειό του, τόσο περισσότερο πληρώνει σε τόκους, αυξάνοντας την τιμή του πτυχίου. Ως αποτέλεσμα, για παράδειγμα, λόγω των μισθολογικών ανισοτήτων οι δανειολήπτες της μαύρης κοινότητας των ΗΠΑ, ειδικά οι γυναίκες, εξαιτίας του ότι οι μισθοί τους είναι χαμηλότεροι κατά μέσο όρο από αυτούς των λευκών ανδρών, καταλήγουν να πληρώνουν περισσότερα για το ίδιο πτυχίο από ό,τι οι λευκοί. Αποτέλεσμα; Οι φτωχοί γίνονται φτωχότεροι.
Από την άλλη, τα φοιτητικά δάνεια έχουν μετατραπεί σε εμπορεύσιμους τίτλους, αποφέροντας τεράστια κέρδη για τους επενδυτές που αγόρασαν φοιτητικό χρέος και το μεταπώλησαν με κέρδος.
Ως συνέπεια, οι μελέτες δείχνουν ότι ο φοιτητικός δανεισμός, παρά τις υποσχέσεις των δανειστών για λαμπρό μέλλον με τη δυνατότητα αγοράς ενός καλού πτυχίου, παγιδεύει τους δανειολήπτες σε κύκλους φτώχειας, τους αναγκάζει να εργάζονται σε ευκαιριακές δουλειές, ακόμα και στην παροχή σεξουαλικών υπηρεσιών, προκειμένου να εξυπηρετήσουν το χρέος τους, ενώ συνδέεται με μείωση των πιθανοτήτων να κάνουν οικογένεια και να αγοράσουν δικό τους σπίτι και με κατακόρυφη αύξηση των ψυχικών νοσημάτων.
Μια άλλη πτυχή του ζητήματος αφορά στο ότι η επιλογή σπουδών και επαγγέλματος από τους μαθητές που τελειώνουν το σχολείο γίνεται με βάση τις πιθανότητες που θα έχει μια επαγγελματική σταδιοδρομία να εξυπηρετήσει το χρέος τους. Τα αποτελέσματα είναι ευρύτερα κοινωνικά: έτσι, στις ΗΠΑ, παρά την οξεία έλλειψη δασκάλων, αγροτικών οδοντιάτρων, δικηγόρων δημοσίου συμφέροντος, κοινωνικών λειτουργών και νοσηλευτών, οι συγκριτικά χαμηλοί μισθοί και το υψηλό κόστος αυτών των επαγγελμάτων απομακρύνουν τους ανθρώπους από το να τα ακολουθήσουν και τους στρέφουν προς επαγγέλματα, όπως η διοίκηση επιχειρήσεων, που θεωρούν ότι θα τους δώσουν πιο άμεσα τη δυνατότητα να αποπληρώσουν το χρέος τους.
Αυτή είναι η βάρβαρη πραγματικότητα του «εκσυγχρονισμού» που μας υπόσχεται η κυβέρνηση με το νομοσχέδιο αυτό και εκεί θα φτάσουμε όταν σταματήσουμε να είμαστε «αναχρονιστικοί» όπως υποστηρίζουν. Και αυτός είναι ένας μόνο από τους λόγους για τους οποίους πρέπει να μην επιτρέψουμε αυτό το νομοσχέδιο να περάσει».
Ο Γρηγόρης Ζαρωτιάδης είπε πως «στην Ελλάδα υπάρχουν ακόμα δημόσια πανεπιστήμια, όμως η κυβέρνηση κάνει ο,τι μπορεί για να ακυρώσει τον δημόσιο χαρακτήρα της». Ζήτησε «Να πάψει η ομηρία του ΑΠΘ. Εδώ και 1.5 μήνας καθυστερεί γιατί το υπουργείο αρνείται να δώσει λύση σε καίρια ζητήματα. Θα πρέπει να προστατεύσουμε την ολοκλήρωση του εξαμήνου και την υλοποίηση των εξετάσεων, σε σύμπνοια με τους φοιτητικούς συλλόγους».
Τα μέλη του ΕΣΔΕΠ τόνισαν για ακόμη μία φορά πως θα πιέσουν με όποιον τρόπο διαθέτουν έτσι ώστε να μην χαθεί η εξεταστική καθώς αυτήν την περίοδο όπου σχολές και τμήματα του ΑΠΘ τελούν υπό κατάληψη, «τρέχει» η εξεταστική.