ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΡΘΡΩΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

«Εσύ τι θα έπαιρνες;» - Το δράμα της προσφυγιάς μέσα από ένα... παιχνίδι

MakThes Team04 Οκτωβρίου 2022

Της Ανατολής Μαυρίδου

«Εσύ τι θα έπαιρνες;» είναι ο τίτλος του ψηφιακού παιχνιδιού που δημιούργησε η μουσειολογική ομάδα της έκθεσης «1922 - 2022: Κύματα προσφυγιάς-κράματα μνήμης» και φιλοξενείται στο περίπτερο 6 της ΔΕΘ μέχρι τις 9 Οκτωβρίου.

Εσύ τι θα έπαιρνες μαζί σου αν χρειαζόταν μέσα σε 5 λεπτά να αφήσεις το σπίτι σου και να ξεκινήσεις ένα ταξίδι με άγνωστο προορισμό; Στο πλαίσιο του επετειακού αφιερώματος 100 χρόνια Μικρασία δημιουργήθηκε αυτή η έκθεση που περιλαμβάνει φορεσιές, μουσικά όργανα, οπτικοακουστικό υλικό με μαρτυρίες προσφύγων, κειμήλια και προσωπικά αντικείμενα.

Στην έκθεση που γίνεται στο πλαίσιο του επετειακού αφιερώματος του Δήμου Θεσσαλονίκης 1922 – 2022: 100 χρόνια μνήμης τα περισσότερα από τα εκθέματα είναι αντικείμενα που έφεραν οι πρόσφυγες στην Ελλάδα μετά τον ξεριζωμό τους. Με βάση αυτό η μουσειολογική ομάδα αποφάσισε να βάλει στο τέλος της έκθεσης για μόνο 5 λεπτά τον επισκέπτη στην θέση του πρόσφυγα που φεύγει και αφήνει τα πάντα πίσω του, μια ολόκληρη ζωή. Το παιχνίδι ξεκινάει και ο χρόνος τρέχει. Μέσα στα επόμενα λεπτά ο παίκτης πρέπει να καταφέρει να μαζέψει τα πέντε βασικά αντικείμενα επιβίωσης για το ταξίδι που έπεται. Χρήματα, ταυτότητα, κινητό και ρούχα είναι αυτά που σίγουρα θα χρειαστούν για ένα ταξίδι χωρίς επιστροφή.

Για το πώς προέκυψε η ιδέα εξηγεί στο makthes η Αθηνά Γραμματικοπούλου, ερευνήτρια και μέλος της μουσειολογικής ομάδας που δημιούργησε το παιχνίδι. «Γεννήθηκε αυτή η ιδέα κατά την διάρκεια δημιουργίας της έκθεσης. Θέλαμε στο τέλος της έκθεσης να υπάρχει ένα παιχνίδι που θα δρα ο επισκέπτης σ’ αυτό. Στόχος ήταν ένας επισκέπτης όταν έρθει φεύγοντας να μπει στη θέση του πρόσφυγα, επειδή είδε όλα τα αντικείμενα που πήραν μαζί τους οι πρόσφυγες όταν φύγανε. Τι θα έπαιρνε αυτός αν είχε μόνο 5 λεπτά για να φύγει από το σπίτι του». 1.500.000 Έλληνες της Μικράς Ασίας αναγκάστηκαν να απαντήσουν στο ερώτημα «τι πρέπει να πάρω» καθώς έφευγαν βιαστικά από τον τόπο που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν. Κάθε αντικείμενο είναι ξεχωριστό, μοναδικό και λέει μια ιστορία για το παρελθόν του ιδιοκτήτη του.

Σκοπός του παιχνιδιού είναι η συλλογή απαραίτητων αντικειμένων που θα βοηθήσουν στην επόμενη μέρα αν έφευγες για πάντα από το σπίτι σου. Το δίλλημα της επιλογής είναι αυτό που γεννάται στον παίκτη του ψηφιακού παιχνιδιού. Ο παίκτης, εφόσον έχει συλλέξει τα αντικείμενα επιβίωσης που έχουν την κόκκινη αύρα και είναι απαραίτητα καλείται να αποφασίσει για την επιλογή δύο μόνο αντικειμένων συναισθηματικής αξίας. Ανάμεσα τους βρίσκονται αντικείμενα όπως: κλειδιά, παιχνίδια, κειμήλια, φωτογραφίες, βιβλία και κοσμήματα. «Εκεί τον βάζουμε στη θέση αυτού που φεύγει και δεν μπορεί να τα πάρει όλα. Όταν πρέπει να διαλέξουν αν θα πάρουν κάτι ή όχι δυσκολεύονται. Εκεί σκέφτονται αν θα το πάρουν ή όχι και αν θα τους βοηθούσε ή θα το ήθελαν μαζί τους. Οι περισσότεροι παίρνουν τα κλειδιά του σπιτιού τους με την ιδέα ότι θα ξαναγυρίσουν και τα κειμήλια – χρυσαφικά γιατί θα τους χρησίμευαν.» αναφέρει η κ. Γραμματικοπούλου για τις επιλογές που κάνουν οι νεαροί κυρίως επισκέπτες που παίζουν το παιχνίδι.

Για 5 λεπτά οι χρήστες του παιχνιδιού μπαίνουν σ’ έναν ψηφιακό κόσμο και σκέφτονται «εγώ τι θα έκανα αν βρισκόμουν σε μια τέτοια κατάσταση;» Αυτός είναι και ο στόχος της ομάδας που επιμελήθηκε το παιχνίδι όπως αναφέρεται και στην παρουσίαση του δημιουργήθηκε για βάλει του επισκέπτες στη θέση αυτού που φεύγει γεννώντας το ερώτημα για το αν είμαστε όλοι και όλες εν δυνάμει πρόσφυγες. Σύμφωνα με τα στατιστικά της Ύπατης Αρμοστείας 89,3 εκατομμύρια είναι ο αριθμός των καταγεγραμμένων προσφύγων στον κόσμο που αναγκαστικά εκτοπίστηκαν.

Η μαρτυρία του Γεωργίου Δημητριάδη από την Ταρσό είναι αυτή που συνοδεύει το παιχνίδι και καταλαβαίνει ο παίκτης πως κανείς δεν μπορεί να καταλάβει τι έχουν περάσει οι πρόσφυγες αν ο ίδιος δεν το ζήσει. «..Όταν φύγαμε από την Ταρσό, πήραμε λίγα πράγματα μαζί μας. Τ’ απαραίτητα. Μερικά παπλώματα, στρώματα, τεντζερέδες, μαξιλάρια. Νοικιάσαμε αραμπάδες ως την Μερσίνα και κουβαληθήκαμε. Τι να πάρεις και τι ν’ αφήσεις; Δεν μπορούσαμε να σηκώσουμε τα σπίτια!»



This page might use cookies if your analytics vendor requires them.