Είναι οι άνθρωποι της… διπλανής πόρτας, αλλά εκπαιδευμένοι και «ετοιμοπόλεμοι», για να επέμβουν σε κάθε έκτακτη ανάγκη πυρκαγιά, έντονη χιονόπτωση, πλημμύρα και σεισμό.
Φέτος, από την πρώτη στιγμή εκδήλωσης των καταστροφικών πυρκαγιών σε Αττική και Ρόδο, αλλά και σε άλλες περιοχές οι ομάδες εθελοντών, βρίσκονται ανελλιπώς στο πλευρό των δυνάμεων κατάσβεσης αλλά και των κατοίκων και των τουριστών που μετακινούνται διαρκώς σε ασφαλή σημεία, προκειμένου να ξεφύγουν από την πύρινη λαίλαπα που κατακαίει τα πάντα στο πέρασμά της.
Στην περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας οι εθελοντικές ομάδες ξεπερνούν τις 60 με εκατοντάδες ενεργά μέλη, ενώ στη Θεσσαλονίκη φτάνουν τις 35.
Μεταξύ των πλέον μάχιμων ομάδων είναι οι ομάδες εθελοντών Πολιτικής Προστασίας του δήμου Θέρμης, του Δρυμού, της Νεάπολης - Συκεών και του Φιλύρου. Είναι αυτοί οι άνθρωποι που κάθε χρόνο ενώνουν τις δυνάμεις τους με την πυροσβεστική υπηρεσία και την Πολιτική Προστασία δήμων και περιφέρειας, συμβάλλοντας καθοριστικά στις επιχειρήσεις κατάσβεσης, αλλά και διάσωσης στις πλημμύρες και σε έκτακτες ανάγκες, όπως στο δυστύχημα στα Τέμπη.
Είναι εκπαιδευμένοι για όλα τα ακραία καιρικά φαινόμενα που έφερε η κλιματική κρίση, και η ιστορία αποδεικνύει ότι ο κρατικός μηχανισμός είναι… μισός χωρίς τους εθελοντές.
«Είμαστε παρόντες σε κάθε έκτακτη ανάγκη και αυτή την περίοδο βρισκόμαστε σε διαρκή επιφυλακή» τονίζει η επικεφαλής της ομάδας εθελοντών του δήμου Θέρμης Ντία Παυλικιάνη. Υποστηρίζει ότι «το κράτος έχει πολιτική προστασία, αλλά δυστυχώς χωρίς τους εθελοντές ο κρατικός μηχανισμός δεν φτάνει».
Για παράδειγμα, λέει, στο νομό Θεσσαλονίκης μόνο το Σέιχ Σου είναι πάνω από 30.000 στρέμματα δάσους, χωρίς σε αυτά να συμπεριλαμβάνεται ο ορεινός όγκος της Θέρμης, του Χορτιάτη, του Ωραιοκάστρου.
«Ο κρατικός μηχανισμός λειτουργεί, ειδικά τα τελευταία χρόνια είναι σε μεγάλη ετοιμότητα, αλλά χωρίς τους εθελοντές δεν μπορεί, αποτελούν σημαντικό βραχίονά του» επισημαίνει η κ. Παυλικιάνη.
Κληθείσα δε να απαντήσει αν η ομάδες της Θέρμης, του Δρυμού και του Φιλύρου που συνεργάζονται στενά αποφάσισε ή κλήθηκε στις φωτιές της Αττικής και της Ρόδου τόνισε χωρίς περιστροφές: «και θέλαμε και μας κάλεσαν. Ωστόσο μένουμε εδώ σε μόνιμη επιφυλακή, γιατί αυτή τη στιγμή το αρχηγείο της Πυροσβεστικής μας χρειάζεται, για παν ενδεχόμενο. Όλη η δύναμη της Π.Υ βρίσκεται στα πύρινα μέτωπα. Ως εκ τούτου πρέπει κάποιος να βρίσκεται εδώ για να σπεύσει σε περίπτωση φωτιάς στο περιαστικό δάσος της Θεσσαλονίκης, στα δασοκτήματα ανά το νομό, αλλά και όπου παραστεί ανάγκη στην Κεντρική Μακεδονία».
Ομαδική δουλειά με κούραση αλλά πάνω από όλα η ασφάλεια
Η ομάδα εθελοντών Πολιτικής Προστασίας της Θέρμης είναι μάλιστα η πολυπληθέστερη στη Θεσσαλονίκη, καθώς αριθμεί 80 άτομα, και από το 2011.
Από την αρχή του καλοκαιριού όλα τα μέλη της βρίσκονται επί ποδός και συνεχίζουν να καλύπτουν τα κενά όπου και εάν υπάρχουν. Εξάλλου είναι και πλήρως εξοπλισμένοι, καθώς διαθέτουν επτά πυροσβεστικά οχήματα και ότι άλλο χρειάζεται για τη μάχη με τη φωτιά. «Τρέχουμε και προσέχουμε. Ξεπερνάμε τα όποια δύσκολα έρχονται με ομαδική δουλειά. Υπάρχει σίγουρα κούραση μεγάλη, αλλά η ανταμοιβή μας, τι άλλο, η ασφάλεια του Σέιχ σου και όλων των δασικών περιοχών» επισημαίνει η κ. Παυλικιάνη.
Ειδικότερα, η Ομάδα της Θέρμης από τις 21 Ιουνίου μέχρι προ ημερών προβαίνει σε καθημερινές περιπολίες, στον τομέα ευθύνη της για την πρόληψη πυρκαγιών, ενώ αντιμετώπισε δύο πυρκαγιές υπαίθρου, μία πυρκαγιά σε μετασχηματιστή της ΔΕΔΔΗΕ και μία πυρκαγιά σε βαρέλι εντός ρέματος.
Παράλληλα, πραγματοποίησε και άλλες δράσεις εκτός των υπηρεσιών πυρασφάλειας με τελευταία την Τρίτη 11 Ιουλίου στη Θέρμη, όπου πραγματοποίησε έλεγχο καπνού στο εργοστάσιο της FARCOM στην περιοχή της Νέας Ραιδεστού εν ώρα περιπολίας καθώς υπήρχαν υποψίες για καπνό.
Σε ανάλογη επιφυλακή βρίσκεται και η εθελοντική ομάδα Δρυμού, τα μέλη της οποίας παραμένουν Θεσσαλονίκη για τυχόν έκτακτη ανάγκη, ενώ προ ημερών κλήθηκαν να συνδράμει το ΕΚΑΒ για μεταφορά υπέρβαρου άντρα στον Δρυμό και στην συνέχεια μετέβησαν με το διασωστικό όχημά τους με τέσσερα άτομα για ενίσχυση σε αγροτοδασική περιοχή ανάμεσα Ασκού και Σοχού στην περιοχή με τοπωνύμιο «Κλαδέρι», όπου είχε προκληθεί φωτιά.
* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 30.07.2023