Για την οικονομική πολιτική της ΝΔ, τα λάθη της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, τη διεύρυνσή του, αλλά και για τον ΠΑΟΚ μιλά στη «ΜτΚ» ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος και τομεάρχης Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ Ευκλείδης Τσακαλώτος. Σε σχέση με το μοντέλο ανάπτυξης που πρέπει να ακολουθήσει η χώρα μας, ο κ. Τσακαλώτος εκτιμά ότι «χρειάζεται στρατηγική που περιλαμβάνει αλλά και στηρίζεται στον κόσμο της εργασίας». Παράλληλα καταλογίζει βιασύνη και έλλειψη σχεδίου της κυβέρνησης στο ζήτημα της προστασίας της πρώτης κατοικίας, η οποία «ανοίγει το δρόμο για πλειστηριασμούς σπιτιών που εξακολουθούν να χρήζουν προστασίας».
Ιδιαίτερα καυστικός εμφανίζεται ο κ. Τσακαλώτος σε σχέση με τα πρώην στελέχη του ΠΑΣΟΚ, που έχουν προσχωρήσει στον ΣΥΡΙΖΑ. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, «προσήλθαν με τις δικές τους συνταγές και οι απέξω, οι απρόσκλητοι, οι «αυθεντίες» της εσωκομματικής κουζίνας, θολώνοντας περισσότερο το τοπίο. Ευτυχώς ο πολιτικός ΣΥΡΙΖΑ έδειξε και αποδεικνύει συνοχή και δυνατότητα πολιτικής σύνθεσης, και με αυτήν την έννοια είμαι αισιόδοξος». Ρωτήσαμε τον κ. Τσακαλώτο σε σχέση και με τις ποδοσφαιρικές εγχώριες εξελίξεις το τελευταίο διάστημα. Μεταξύ άλλων σημειώνει ότι «ο κόσμος του ΠΑΟΚ (μέσα σε αυτόν κι εγώ) αλλά και όλων των άλλων ομάδων έχει καταλάβει ότι η κυβέρνηση αντιδρά σπασμωδικά, προσπαθώντας να ισορροπήσει ανάμεσα σε παράγοντες, στους οποίους έχει υποχρεώσεις».
Κατηγορείτε την κυβέρνηση για νεοφιλελεύθερη αναλγησία. Τι διαφορές έχει το μείγμα της οικονομικής πολιτικής της Νέας Δημοκρατίας από αυτό του ΣΥΡΙΖΑ;
Η νεοφιλελεύθερη πολιτική αναιρεί εμπόδια στην προσέλκυση επενδυτών και νέων επενδύσεων. Κάποια εμπόδια πρέπει όντως να αρθούν. Υπάρχουν όμως και ζητήματα που οι νεοφιλελεύθεροι θεωρούν εμπόδια όπως η προστασία του περιβάλλοντος, τα δικαιώματα εργαζομένων κτλ., που για την αριστερά είναι προϋποθέσεις της ανάπτυξης. Η αριστερή πολιτική κατανοεί ότι για να έχουμε την ποιότητα και την ποσότητα επενδύσεων που θέλουμε χρειάζεται σχεδιασμός, προτεραιότητες και συμβολή πολλών φορέων πέρα από την κυβέρνηση. Πάνω από όλα χρειάζεται στρατηγική που περιλαμβάνει αλλά και στηρίζεται στον κόσμο της εργασίας και για αυτό για εμάς η επιστροφή των συλλογικών συμβάσεων, η ενεργοποίηση του ΣΕΠΕ, η αύξηση του κατώτατου και η κατάργηση του υποκατώτατου μισθού ήταν σημαντικές παρεμβάσεις, ενώ για το νεοφιλελευθερισμό είναι άλλο ένα εμπόδιο για τους επενδυτές.
Γι’ αυτό εμείς είχαμε σχεδιάσει μία ολιστική αναπτυξιακή πολιτική, την οποία μάλιστα καταθέσαμε. Η Νέα Δημοκρατία όμως όχι μόνο δεν την αξιοποίησε, αλλά αρνήθηκε να παρουσιάσει και οποιαδήποτε δική της.
Για το κοινωνικό θα σας δώσω μόνο ένα παράδειγμα, ο ΕΝΦΙΑ. Ενώ εμείς χρησιμοποιήσαμε το δημοσιονομικό χώρο για μειώσεις στις μικρές και μεσαίες περιουσίες, ελαφρύνοντας ουσιαστικά το 80% των ιδιοκτητών, η ΝΔ έδωσε επιπλέον ελάφρυνση, η οποία κατευθύνθηκε κατά 50% στις πολύ μεγάλες περιουσίες, ενώ δύο στους τρεις πολίτες δεν είδαν καμία επιπλέον ελάφρυνση από τη ΝΔ. Και αυτό ήταν μία σαφέστατα ταξική επιλογή της κυβέρνησης.
Πρόσφατα αναδείξατε τις δηλώσεις του Άδ. Γεωργιάδη σε σχέση με την προστασία της πρώτης κατοικίας. Θεωρείτε ότι η πρώτη κατοικία κινδυνεύει περισσότερο από πριν;
Προφανώς κινδυνεύει. Είμαστε σε μία μεταβατική περίοδο μετά την κρίση και για πολλά νοικοκυριά υπάρχουν πολλά εναπομείναντα χρέη. Για αυτόν το λόγο ποτέ εμείς δεν δεσμευτήκαμε ότι στο συνολικό σχέδιο που θα παρουσιάζαμε δεν θα υπήρχε κάποια προστασία της πρώτης κατοικίας, παρότι το ζητούσαν οι θεσμοί. Κάτι όμως που έσπευσε η Νέα Δημοκρατία να κάνει μονομερώς.
Η βιασύνη αυτή της ΝΔ και η έλλειψη σχεδίου ανοίγει το δρόμο για πλειστηριασμούς σπιτιών, που εξακολουθούν να χρήζουν προστασίας.
Σε αυτό το πλαίσιο εμείς ετοιμάζουμε ένα συνολικό σχέδιο, που θα περιλαμβάνει προστασία της πρώτης κατοικίας αλλά και συνολική ρύθμιση των χρεών των πολιτών προς τράπεζες, εφορία και ταμεία.
Εμείς όμως παράλληλα επιδιώκουμε να έχουμε ένα συνολικό και συνεκτικό σχέδιο στεγαστικής πολιτικής. Για αυτό θεσμοθετήσαμε το επίδομα στέγασης, για αυτό επεξεργαζόμαστε παρεμβάσεις στο πλαίσιο της μακροχρόνιας και βραχυχρόνιας μίσθωσης και ρυθμίσεις για όσους και όσες αντιμετωπίζουν στεγαστικό πρόβλημα.
Η πρότασή σας για νέα αύξηση του κατώτατου μισθού εδράζεται σε πραγματικά οικονομικά στοιχεία ή πρόκειται για αντιπολιτευτική τακτική; Αν συνεχίζατε να είστε εσείς υπουργός Οικονομικών τον Φεβρουάριο του 2020, θα εγκρίνατε ένα τέτοιο νομοσχέδιο;
Όπως είπαμε και παραπάνω, για εμάς η αναπτυξιακή πολιτική στηρίζεται στον κόσμο της εργασίας και άρα θεωρούμε ότι η ανάπτυξη όχι μόνο είναι εντελώς συμβατή, αλλά έχει και ως προϋπόθεση καλές θέσεις εργασίας και αυξανόμενους μισθούς. Ιδιαίτερα στην παρούσα φάση του καπιταλισμού, που σε όλο το δυτικό κόσμο έχουμε στασιμότητα -στην καλύτερη περίπτωση- στους μισθούς και χαμηλές παραγωγικές επενδύσεις εν μέρει, γιατί οι επιχειρηματίες προτιμούν να εκμεταλλευτούν τη φθηνή εργασία και όχι να επενδύσουν σε νέες τεχνολογίες και νέα προϊόντα. Το θέμα δεν είναι αν πρέπει να αυξηθούν οι μισθοί, αλλά το πόσο γρήγορα πρέπει να γίνει αυτό. Η πρότασή μας είναι τεκμηριωμένη και απόλυτα συμβατή με τα δεδομένα της αγοράς. Αλώστε, οι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενες είναι αυτοί που πλήρωσαν το μάρμαρο της κρίσης (ό,τι και αν λέει ο κ. Σταϊκούρας) και τώρα πρέπει να δουν τα οφέλη από την ανάπτυξη.
Θεωρείτε πως έχει γίνει ο απαραίτητος απολογισμός εντός του ΣΥΡΙΖΑ για την περίοδο της διακυβέρνησής του; Έχουν σταχυολογηθεί τα ενδεχόμενα λάθη που έγιναν και, αν ναι, ποια είναι αυτά;
Στην πραγματικότητα ο απολογισμός της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ξεκίνησε την επομένη του εκλογικού αποτελέσματος, όλοι: κυβερνητικά στελέχη, πολιτικό προσωπικό, τα μέλη και οι φίλοι του κόμματος συζητούν για τα αίτια της ήττας και πώς τα προβλήματα που οδήγησαν σε αυτή θα ξεπεραστούν. Η επιτροπή απολογισμού με την ευθύνη τριών κορυφαίων στελεχών μας, Δραγασάκης, Δρίτσας, Μπαλτάς, ανέλαβε να καταθέσει στον προγραμματικό διάλογο το «συντακτικό» για τον κριτικό αναστοχασμό του κόμματός μας. Θεωρώ τη δουλειά τους υποδειγματική, αφού απέφυγαν έναν απολογισμό εξωραϊσμού και δικαίωσης, αντίθετα δεν δείλιασαν να τοποθετηθούν σε λάθη και παραλείψεις, σε πράγματα που υποτιμήσαμε και σε άλλα που δεν τολμήσαμε και σε εκείνα που δεν είχαμε εργαλεία και στρατηγική για να αντιμετωπίσουμε. Όπως όλοι μας, έχω και τις δικές μου σκέψεις για όλα αυτά, θα μου δοθεί και σε μένα, όπως σε όλους και σε όλες μας, η ευκαιρία να τοποθετηθώ στις προσυνεδριακές διαδικασίες. Θέλω όμως να τονίσω εισαγωγικά τη συμφωνία μου με την επιτροπή απολογισμού ότι ένα λάθος που δεν πρέπει να επαναλάβουμε ποτέ είναι η υποτίμηση του κόμματός μας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε διαδικασία διεύρυνσης. Συμφωνείτε με την μέχρι στιγμής διαδικασία που ακολουθείται; Υπάρχουν αρκετές ενστάσεις σε σχέση με την εσωκομματική δημοκρατία, συμφωνείτε με αυτές;
Η διεύρυνση του ΣΥΡΙΖΑ με την έννοια της συμμετοχής πλήθους ανθρώπων στις γραμμές του, αμέσως μετά την εκλογική ήττα, ήταν μία αυθόρμητη κίνηση μαζών. Για όλους αυτούς, άνδρες και γυναίκες, ανέντακτους και ενταγμένους σε συλλογικότητες ήταν μια πολιτική πράξη απέναντι στη δεξιά παλινόρθωση και ταυτόχρονα μία πολιτική δήλωση. Και συγχρόνως έκφρασης απογοήτευσης ότι τα κόμματα του κέντρου και τις κεντροαριστεράς στη χώρα μας μπορούν να αντιπροσωπεύσουν τα συμφέροντά τους. Ταυτόχρονα η προσέλευση ήταν μια πολιτική δήλωση ότι υπάρχουν πράγματα να υπερασπισθούν απέναντι στην ακροδεξιά και νεοφιλελεύθερη απειλή. Θεωρώ ότι βαρύναμε αυτήν την πολιτική κίνηση αριστερών αλλά και προοδευτικών ανθρώπων για την υπεράσπιση των αυτονόητων, επιχειρώντας να το ερμηνεύσουμε κατά το δοκούν, ο καθείς και η ιστορία του, ο καθείς με την επιθυμία του. Προσήλθαν με τις δικές τους συνταγές και οι απέξω, οι απρόσκλητοι, οι «αυθεντίες» της εσωκομματικής κουζίνας, θολώνοντας περισσότερο το τοπίο. Ευτυχώς ο πολιτικός ΣΥΡΙΖΑ έδειξε και αποδεικνύει συνοχή και δυνατότητα πολιτικής σύνθεσης και με αυτήν την έννοια είμαι αισιόδοξος.
Πρόσφατα ο Αλέξης Τσίπρας δήλωσε ότι στον ΣΥΡΙΖΑ «δεν θέλουμε να γίνουμε κόμμα της συστημικής εναλλαγής». Πώς μπορεί να αποφευχθεί κάτι τέτοιο εάν η κύρια διεκδίκησή σας είναι η κυβερνητική εναλλαγή;
Το να θέλεις να υλοποιήσεις το πρόγραμμά σου στο πλαίσιο της κυβέρνησης της χώρας δεν σε καθιστά αυτομάτως μέρος της συστημικής εναλλαγής, ακόμα και όταν οι διεθνείς παράγοντες, οι διεθνείς συσχετισμοί, οι συστημικοί καταναγκασμοί σε στριμώχνουν. Το αποδείξαμε εξάλλου στους πιο σκληρούς καταναγκασμούς, στις χειρότερες συνθήκες επιβολής την περίοδο της διακυβέρνησής μας το 2015 - 2019. Το πληρώσαμε με την εκλογική ήττα το 2019, δεν μετανιώνουμε για την προσπάθεια, δεν εγκαταλείπουμε τις κοινωνικές μας εκπροσωπήσεις, δεν μετακομίζουμε στον πολιτικό χάρτη, προκειμένου να μας αποδεχθεί το πολιτικό σύστημα. Επιμένουμε με εξοπλισμό τις θέσεις μας και τις επεξεργασίες μας, αλλά μαθαίνοντας ταυτόχρονα από τα λάθη και τις παραλείψεις μας.
Κατά τη συζήτηση της τροπολογίας για το ποδόσφαιρο στη Βουλή κάνατε λόγο για ξεκάθαρη παρέμβαση της κυβέρνησης στο αυτοδιοίκητο. Πώς κρίνετε τις κινήσεις της κυβέρνησης της ΝΔ σε σχέση με εκείνες του ΣΥΡΙΖΑ;
Το να αλλάζεις μία επιτροπή λίγες μέρες πριν από μία κρίσιμη απόφαση, δεν το λες και εμπνευσμένη κίνηση. Με το να συνεχίζεις με άλλα λάθη, παρεμβαίνοντας σε μία δικαστική διαδικασία εν εξελίξει, απλώς αποδεικνύεις ότι έχεις χάσει την μπάλα. Σπάνια επικροτείται ένας διαιτητής που διορθώνει ένα λάθος με ένα δεύτερο.
Το θέμα όμως δεν είναι πώς κρίνω εγώ τις κινήσεις της κυβέρνησης, αλλά πώς τις κρίνει ο φίλαθλός κόσμος της χώρας. Ο κόσμος του ΠΑΟΚ (μέσα σε αυτόν κι εγώ) αλλά και όλων των άλλων ομάδων έχει καταλάβει ότι η κυβέρνηση αντιδρά σπασμωδικά, προσπαθώντας να ισορροπήσει ανάμεσα σε παράγοντες στους οποίους έχει υποχρεώσεις.
Σας προβληματίζει η διάσταση βεντέτας που λαμβάνει ο επαγγελματικός αθλητισμός ανάμεσα σε δύο μεγάλους επιχειρηματίες;
Προφανώς. Γιατί είναι ένα πρόβλημα που υπερβαίνει τον αθλητισμό. Είναι γνωστός σε όσους ασχολούνται με την πολιτική, ιδιαίτερα από αριστερή σκοπιά, ο κίνδυνος υπερσυσσώρευσης εξουσιών. Και είναι γνωστό ότι πολλές φορές όσοι έχουν εξουσία σε έναν χώρο, προσπαθούν να αποκτήσουν και σε άλλους.
Είναι προφανές ότι έχουμε πολλούς επιχειρηματίας που χρησιμοποιούν το ποδόσφαιρο ως μέσον, για να μπορούν να έχουν εξουσίες άλλου είδους. Ιδιαίτερα πολιτικές.
Το δυστύχημα είναι ότι αρκετοί πολιτικοί στο κυβερνών κόμμα όχι μόνο είναι χαρούμενοι με αυτήν την πραγματικότητα, αλλά προσπαθούν να την εκμεταλλευτούν.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 16 Φεβρουαρίου 2020