Υπόθεση εκδικητικής πορνογραφίας με θύμα 37χρονη, πρώην παίκτρια τηλεοπτικού reality, απασχόλησε το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης, ύστερα από μήνυση που κατέθεσε η ίδια προσφεύγοντας στη Δικαιοσύνη.
Η 37χρονη είχε αποκαλύψει την υπόθεση μέσω του τηλεοπτικού reality, στο οποίο συμμετείχε. Στο εδώλιο του κατηγορούμενου παραπέμφθηκαν να δικαστούν ο 30χρονος πρώην σύντροφός της και μία 26χρονη, η οποία διατηρούσε παλιότερα ερωτική σχέση με τον μετέπειτα σύντροφο της παθούσας.
Το Δικαστήριο έκρινε ένοχους τους δύο κατηγορούμενους, χωρίς αναγνώριση ελαφρυντικών, για δημοσιοποίηση ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων (και επιπλέον την 26χρονη για συκοφαντική δυσφήμιση), επιβάλλοντας στον 30χρονο ποινή φυλάκισης 4 ετών και στην 26χρονη συνολική ποινή φυλάκισης 5 ετών, όπως επίσης χρηματική ποινή 10.000 ευρώ (στον καθένα). Οι δικαστές αποφάσισαν να μην αναστείλουν τις ποινές, αλλά να τις μετατρέψουν προς 5 ευρώ, ημερησίως, ενώ η έφεση αποφασίστηκε να έχει αναστέλλουσα δύναμη.
Σύμφωνα με τη δικογραφία, επρόκειτο για τρία βίντεο και τέσσερις φωτογραφίες με προσωπικές στιγμές της εγκαλούσας, που κατείχε ο 30χρονος και είχαν παραχθεί στη διάρκεια της σχέσης τους. Μετά τον χωρισμό τους, στις αρχές του 2018, το υλικό αυτό εστάλη από τον ίδιο στην 26χρονη, η οποία με τη σειρά της το απέστειλε διαδοχικά σε άτομα από το περιβάλλον της μηνύτριας.
Κατά την ίδια δικογραφία, μέρος του υλικού αυτού αναρτήθηκε σε δημοφιλές μέσο κοινωνικής δικτύωσης, σε ψεύτικο προφίλ που διατηρούσε η κατηγορούμενη, το οποίο και ακολουθούσαν περισσότεροι από 30.000 χρήστες του Διαδικτύου. Οι αναρτήσεις δε, συνοδευόταν από υποτιμητικά και υβριστικά σχόλια, όπως αναφέρεται στην ίδια δικογραφία, και αναπαράχθηκαν αργότερα σε άγνωστα προφίλ του ίδιου κοινωνικού μέσου αλλά και σε ιστοσελίδες πορνογραφικού περιεχομένου.
«Καταστράφηκε η ζωή μου, αναγκάστηκα να φύγω από τη Θεσσαλονίκη», είπε -μεταξύ άλλων- η 37χρονη μηνύτρια, τονίζοντας ότι το επίμαχο υλικό υπάρχει παντού στο Διαδίκτυο και καταβάλλει ακόμη και τώρα προσπάθειες να το «κατεβάσει».
Οι δύο κατηγορούμενοι ομολόγησαν τις πράξεις τους, μεταφέροντας τη συγγνώμη τους στην παθούσα. Ο 30χρονος απολογήθηκε ότι την περίοδο εκείνη βρισκόταν σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση, λόγω φαρμακευτικής αγωγής που ακολουθούσε και δεν ήταν σε θέση να κρίνει καθαρά το αξιόποινο της πράξης του. Η συγκατηγορουμένη του, διά του συνηγόρου της (δεν παρέστη η ίδια λόγω προχωρημένης εγκυμοσύνης, όπως ειπώθηκε) ανέφερε ότι δεν ήθελα να πάρει εκδίκηση, αλλά να κλονίσει τη σχέση που διατηρούσε η εγκαλούσα με τον πρώην σύντροφό της, σε μια προσπάθεια να τον κερδίσει πίσω. Έκανε δε, λόγο για απερίσκεπτη και ανόητη ενέργεια.