Αισιόδοξος σε ότι αφορά το εθνικό ζήτημα για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα, εμφανίστηκε ο μόνιμος αντιπρόσωπος της Ελλάδας στην UNESCO, Γιώργος Κουμουτσάκος, εκτιμώντας ότι η χώρα μας είναι σε πολύ θετικότερη δυναμική απ' ό,τι πριν λίγο καιρό και επεσήμανε ότι υπάρχει μία κρίσιμη μάζα εξελίξεων που την δικαιολογεί.
Κατά τη συνεδρίαση της μόνιμης κοινοβουλευτικής επιτροπής της Διασποράς, και κατά την ενημέρωση που έκανε με θέμα, «Ελληνική πολιτιστική κληρονομιά και δημιουργία στο διεθνές περιβάλλον», ο κ. Κουμουτσάκος σημείωσε πως «από πλευράς UNESCO, εκτιμώ ότι είμαστε σε πολύ θετικότερη δυναμική από ό,τι ήμασταν πριν λίγο καιρό.
Υπάρχει μία κρίσιμη μάζα εξελίξεων που δικαιολογεί την αισιοδοξία μας.
Πρώτον, υπάρχει το νομικό πλαίσιο. Δεύτερον, έχουν υιοθετηθεί αποφάσεις πολύ θετικές για τη χώρα, με εμβληματική την σημαντική απόφαση του 2021. Υπάρχει ένα συμβατικό πλαίσιο επομένως πολύ θετικό για τη χώρα.
Ταυτόχρονα, έχουν αρχίσει συνολικά, ακόμα και μεγάλα κράτη που είναι κράτη υποστήριξης των μεγάλων μουσείων του κόσμου, όπως η Γερμανία, η Ιταλία, να επιστρέφουν πολιτιστικά αγαθά σε διάφορες χώρες - και το έχει κάνει και η Γαλλία.
Επομένως, υπάρχει μία δυναμική επιστροφής, λελογισμένη μεν, αλλά καταγράφεται, και αυτό κάνει τη διαφορά από τα προηγούμενα χρόνια», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Κουμουτσάκος.
«Ένα άλλο επιπλέον αισιόδοξο στοιχείο» υπήρξε επίσης «η δημόσια παραδοχή, από τουρκικής πλευράς, ότι το περιβόητο φιρμάνι στο οποίο αναφέρεται η βρετανική πλευρά, δεν έχει βρεθεί και δεν έχει εντοπιστεί από την Τουρκία».
«Αυτό επιβεβαίωσε ό,τι λέμε εμείς χρόνια ως ελληνική θέση», σημείωσε και πρόσθεσε:
«Υπάρχουν πολλά κράτη που αρχίζουν να ακολουθούν τη λογική της υποστήριξης της επιστροφής πολιτιστικών αγαθών στις χώρες προέλευσης».
Έμφαση έδωσε ο κ. Κουμουτσάκος στον όρο «επανένωση των Γλυπτών», επισημαίνοντας ότι είναι «πολύ πιο δυνατός όρος από την 'επιστροφή'».
«Ο όρος 'επιστροφή' δημιουργεί διάφορα αμυντικά ανακλαστικά και κυρίως τρέφει το επιχείρημα ότι θα αδειάσουν όλα τα μουσεία, δίνοντας πίσω αντικείμενα τέχνης που έχουν βρεθεί. Η δική μας περίπτωση είναι πολύ πιο ισχυρή. Μιλάμε για μία καταστροφή, ουσιαστικά τεμαχισμού ενός αγαθού τεράστιας πολιτιστικής αξίας και ζητάμε την επανένωση», υπογράμμισε.
Χαρακτήρισε δε, ως ένα ακόμα ενισχυτικό και αισιόδοξο μήνυμα, ότι «υπάρχει μεταβολή στην κοινή γνώμη της Μεγάλης Βρετανίας, η οποία ήταν αρνητική, επιφυλακτική, και τώρα είναι σε μεγάλο ποσοστό θετική».
«Υπάρχει λοιπόν και μία πολιτική πίεση. Υπάρχει μια αλλαγή στο ύφος της κυβέρνησης της Μεγάλης Βρετανίας. Αν αυτό οδηγηθεί και σε πράξη, δεν είμαι σε θέση να κρίνω. Όλα όμως αυτά τα στοιχεία. αν αθροιστούν, συν το γεγονός της ύπαρξης του καταπληκτικού μουσείου της Ακρόπολης και όλης της δουλειάς που γίνεται από την κυβέρνηση, τα κόμματα, την κοινή γνώμη, τους αποδήμους, έχει δημιουργηθεί μία θετική κρίσιμη μάζα που μπορεί να μας κάνει περισσότερο αισιόδοξους από ό,τι ήμασταν πριν», επεσήμανε ο έλληνας μόνιμος αντιπρόσωπος στην UNESCO.
Απαντώντας για την στρατηγική που ακολουθεί η μόνιμη ελληνική αντιπροσωπεία για το εθνικό αυτό θέμα, ανέφερε:
«Εμείς, ως μόνιμη αντιπροσωπεία, οποτεδήποτε, έστω και με μία έμμεση αφορμή, θέτουμε το ζήτημα, όχι στο επίπεδο της γραφικότητας, αλλά όταν έχουμε προετοιμαστεί καλά, έχουμε κάνει τις σωστές συμμαχίες για να το υποστηρίζουμε σωστά και να είστε βέβαιοι ότι το κάνουμε.
Και δεν ήταν καθόλου τυχαίο, ότι στην προηγούμενη συνεδρίαση της αρμόδιας επιτροπής της UNESCO, οι θέσεις που εκφράστηκαν ήταν 17-0 υπέρ της Ελλάδας. Δεν υπήρξε ούτε μία αντιπροσωπεία να υποστηρίξει την βρετανική αντιπροσωπεία. Αυτό δεν γίνεται, ούτε αυτόματα, ούτε μόνο του».
Ο κ. Κουμουτσάκος στάθηκε ιδιαίτερα στην πρόσφατη απόφαση της UNESCO για το Λίβανο, η οποία υπογράμμισε τη σημασία της σύμβασης του 1970 για την απαγόρευση της παράνομης εισαγωγής, εξαγωγής και μεταφοράς πολιτιστικής ιδιοκτησίας άλλων χωρών. Αν και η τελευταία δεν έχει αναδρομική ισχύ, «έχει δημιουργήσει αναμφισβήτητα ένα στέρεο έδαφος» είπε.
«Πολλές αποφάσεις της UNESCO που καλύπτουν ζωντανά θέματα, τα οποία έχουν όμως αναφορά στο μακρινό παρελθόν, είναι ιδιαίτερα θετικές για το μέγα θέμα της επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα. Η ίδια σύμβαση του 1970, δεν καλύπτει νομικά και θεσμικά προηγούμενα γεγονότα, έχει όμως δημιουργήσει στην πορεία του χρόνου - και με τις πρακτικές που ακολουθούν τελευταία ακόμα και μεγάλες χώρες των μουσείων του κόσμου - ένα πολύ θετικό και στέρεο έδαφος, πάνω στο οποίο έχουν υιοθετηθεί αποφάσεις πολύ θετικές για την ευγενή προσπάθεια της χώρας μας για την επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα», είπε ο κ. Κουμουτσάκος.
Διευκρίνισε ότι αναφέρεται, «κυρίως στην εμβληματική και σημαντική απόφαση του 2021, όπου είναι σαφής η θέση της UNESCO για το που είναι το βάρος, ποιος έχει την ευθύνη και πώς προτρέπει για την επίλυση αυτού του ζητήματος».
Ο κ. Κουμουτσάκος, χαρακτήρισε τη σύμβαση για την προστασία της παγκόσμιας πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς του 1972, ως «ναυαρχίδα των πολιτιστικών συμβάσεων που καθορίζουν την δράση της UNESCO».
«Είναι η σύμβαση αυτή που καθορίζει με λεπτομέρεια ποια πολιτιστικά και φυσικά στοιχεία ενός κράτους εγγράφονται ή όχι στον κατάλογο της παγκόσμιας πολιτισμικής κληρονομιάς της UNESCO.
Απόδειξη της μεγάλης αυτής σημασίας που αποδίδουν τα κράτη σε όλη την υφήλιο στην σύμβαση του 1972, είναι ότι πρόκειται για τη διεθνή συμφωνία που έχει υπογραφεί και κυρωθεί από τα περισσότερα κράτη, από οποιαδήποτε άλλη, στη διεθνή ζωή. Σήμερα, στη σύμβαση για την προστασία της πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς της ανθρωπότητας, μετέχουν 195 κράτη μέλη», είπε.
Τέλος, ο κ. Κουμουτσάκος, ερωτώμενος για τις ενέργειες τις ελληνικής αντιπροσωπείας για την ένταξη των Μινωϊκών Ανακτόρων στον κατάλογο της UNESCO, απάντησε ότι γίνεται σκληρή δουλειά για την προετοιμασία κατάθεσης του φακέλου.
«Θέλω να διαβεβαιώσω ότι θα αγωνιστούμε μέχρι το τελευταίο λεπτό πριν την απόφαση του Ιουλίου, ώστε τα Μινωϊκά Ανάκτορα της Κνωσού, της Φαιστού, της Ζάκρου, των Μαλίων της Ζωμίνθου και της Κυδωνίας, να κερδίσουν επάξια την παγκόσμια αναγνώριση της μοναδικής τους πολιτιστικής αξίας. Τίποτα δεν θα είναι απλό ή εύκολο, το μόνο βέβαιο είναι η αφοσίωση όλων μας στην επίτευξη αυτού του ευγενούς στόχου, της προστασίας και προβολής ενός τόσου ξεχωριστού πολιτιστικού αγαθού της κληρονομιάς μας», τόνισε.
«Στοίχημα και αποστολή μας είναι να βαθαίνουμε διαρκώς το αποτύπωμά μας σε αυτόν τον Οργανισμό. Μας δίνει κύρος και βαρύτητα. Ενισχύει τη δυνατότητα της δημόσιας διπλωματίας τη διεθνή εικόνα, το κύρος και τελικά την ήπια ισχύ της χώρας μας.
Προστατεύσαμε και θα προστατεύσουμε και θα προάγουμε την πολιτιστική μας κληρονομιά, και εμείς μόνοι, αλλά και με συνεργασία και με άλλους. Και μας το επιτρέπει αυτό η μεγάλη αστείρευτη πολιτιστική κληρονομιά, αλλά και η σύγχρονη δημιουργία. Στην UNESCO, ο βηματισμός της Ελλάδας είναι στέρεος και με κατεύθυνση σταθερά μπροστά», κατέληξε ο κ. Κουμουτσάκος.
Την επιτροπή ενημέρωσε και ο προϊστάμενος της διεύθυνσης Διεθνών Σχέσεων και Ευρωπαϊκής Ένωσης του υπουργείου Πολιτισμού, Γιώργος Καλαμαντής.
Όπως είπε, «το υπουργείο έχει θέσει ως άμεση πολιτική προτεραιότητα, την εξωστρέφεια του ελληνικού πολιτισμού, ενισχύοντας την προβολή της πολιτιστικής κληρονομιάς και της σύγχρονης καλλιτεχνικής δημιουργίας στο διεθνές περιβάλλον και κυρίως σε περιοχές όπου η ελληνική ομογένεια έχει ισχυρή παρουσία».
«Για τον λόγο αυτό, το υπουργείο Πολιτισμού έχει αναλάβει πλήθος πρωτοβουλιών και δράσεων, στο πλαίσιο μιας συντονισμένης μακροπρόθεσμης στρατηγικής για την ανάπτυξη της χώρας ως διεθνούς πολιτιστικού πόλου», επεσήμανε.