Στις 15 Μαΐου αρχίζει ο διάλογος μεταξύ επιχειρηματικών κοινοτήτων από την Ελλάδα και τη Βόρεια Μακεδονία για τις εμπορικές ονομασίες και τα εμπορικά σήματα, σύμφωνα με ό,τι προβλέπει η Συμφωνία των Πρεσπών. Ο γενικός γραμματέας του ΥΠΕΞ, Γιάννης Μπράχος, που θα παρακολουθεί τη διαδικασία από την ελληνική πλευρά, μιλά στη «ΜτΚ».
«Πολλή φασαρία για το τίποτα» λέει όταν του ζητούμε να περιγράψει το μέγεθος του προβλήματος. Ο γ.γ. του ΥΠΕΞ εκτιμά ότι ο διάλογος των επιχειρηματιών -ο οποίος ξεκινά αυτή την εβδομάδα- και η συνεργασία με τη διεθνή ομάδα ειδικών μπορεί να ολοκληρωθεί σε έναν με ενάμιση χρόνο, αντί των τριών που προβλέπει η Συμφωνία των Πρεσπών. Αναγνωρίζει ότι τα πορίσματα της επιτροπής διαλόγου δεν έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα για τις επιχειρήσεις, οι οποίες όμως εκτιμά ότι θα προτιμήσουν έναν συμβιβασμό από την προσφυγή στη διεθνή διαιτησία.
Πόσο πραγματικό είναι το πρόβλημα με τα εμπορικά σήματα;
Γίνεται πολλή φασαρία για το τίποτα. Από τον περασμένο Ιούλιο συνεργαστήκαμε με τον δικηγορικό σύλλογο και επιχειρηματικούς φορείς της Θεσσαλονίκης ώστε οι επιχειρήσεις να έχουν την αναγκαία νομική πληροφόρηση. Μόνο οκτώ εταιρείες προσέτρεξαν.
Το πρόβλημα ήταν υπαρκτό και πριν τη Συμφωνία των Πρεσπών και είναι τελείως ανεξάρτητο από αυτήν. Παρά τους αριθμούς που ακούγονται ένθεν κακείθεν, ελάχιστες είναι οι εταιρείες που θα πρέπει να οδηγηθούν σε αλλαγή της επωνυμίας τους ή κάποιας ετικέτας. Δεν ξεπερνάν τις 9-10 οι επιχειρήσεις από τις δυο χώρες που έχουν κοινό όνομα.
Θα χρειαστεί και ελληνικές επιχειρήσεις να τροποποιήσουν τα ονόματά τους;
Δεν βρίσκω κανέναν λόγο. Τα σήματα που είναι ήδη κατατεθειμένα και στις δύο χώρες είναι νόμιμα. Οι ταυτίσεις που έχουμε βρει δεν είναι σε μεγάλες εταιρείες, τέτοιου μεγέθους που θα πήγαιναν σε διεθνή διαιτησία.
Το πρόβλημα με τις επωνυμίες εστιάζεται κυρίως στο θέμα του κρασιού, πού αντιπροσωπεύει το 80% των εξαγωγών της Βόρειας Μακεδονίας -με δεύτερο το άιβαρ που οι γείτονες έχουν κατοχυρώσει διεθνώς, αλλά δεν παράγεται άιβαρ στην Ελλάδα. Επειδή ο όρος «μακεδονικός οίνος» είναι Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη στην Ε.Ε., οι οινοπαραγωγοί της Βόρειας Μακεδονίας είναι αναγκασμένοι να προσαρμοστούν στο ευρωπαϊκό καθεστώς, στο πλαίσιο των ενταξιακών διαπραγματεύσεων.
Οι επιχειρήσεις της γειτονικής χώρας θα μπορούν να έχουν το δικαίωμα να χρησιμοποιούν τους όρους «μακεδονικός» ή και «Μακεδονία» εφόσον δραστηριοποιούνται στην εσωτερική τους αγορά;
Με το που καταλήξει ο διάλογος -και δεν βρίσκω το λόγο να εξαντληθεί η τριετία, σε ένα με ενάμιση χρόνο μπορεί να κλείσει- και οι ιδιώτες είναι υποχρεωμένοι να προσαρμοστούν σε ό,τι προβλέπει η Συμφωνία των Πρεσπών, που τους υποχρεώνει να μην χρησιμοποιούν τον όρο Μακεδονία. Εμείς στη σήμανση μπορούμε να γράφουμε ότι τα προϊόντα έχουν παραχθεί στη γη της Μακεδονίας, ενώ οι Βορειομακεδόνες όχι.
Μπορούν βέβαια να χρησιμοποιούν τον επιθετικό προσδιορισμό «μακεδονικός». Εκεί έρχεται η επιτροπή των επιχειρηματικών φορέων και η ομάδα των ειδικών, να βρει μια συναινετική λύση όπου υπάρχει πρόβλημα.
Πότε θα συσταθούν οι επιτροπές που θα εξετάσουν τρόπους επίλυσης του προβλήματος;
Στις 15 Μαΐου θα αρχίσει ο διάλογος της επιχειρηματικής κοινότητας των δύο χωρών, τον οποίο έχουν κληθεί να συντονίζουν από ελληνικής πλευράς η Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων, ο ΣΒΕ και ΣΕΒΕ ώστε να δοθεί έμφαση στη Β. Ελλάδα. Την ίδια περίοδο θα συγκληθεί η διεθνής ομάδα ειδικών, με εκπροσώπους από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για τα Σήματα και τις Επωνυμίες και από τον αντίστοιχο οργανισμό του ΟΗΕ, η οποία θα εξετάζει τα ερωτήματα που θα έρχονται από τους επιχειρηματίες.
Θα είναι δεσμευτικό για ιδιωτικές επιχειρήσεις να ακολουθήσουν τις συστάσεις των δύο επιτροπών; Ή επαφίεται στην καλή πίστη των δύο μερών;
Πρέπει να βρούμε έναν μηχανισμό διευκόλυνσης των επαφών μεταξύ ιδιωτικών εταιρειών, ώστε αντί να προσφύγουν στα δικαστήρια να βρουν κοινά αποδεκτές λύσεις. Τυπικά κανένας επιχειρηματίας δεν πρόκειται να υποχρεωθεί να κάνει προσαρμογές. Πρέπει όμως να δει αν είναι προς το συμφέρον του να το κάνει ή όχι. Μια δικαστική διαδικασία στοιχίζει, και στη Βόρεια Μακεδονία οι πόροι είναι πολύ περιορισμένοι.
Οι επιχειρηματίες που ζητούν προστασία από το κράτος για τα εμπορικά τους σήματα έχουν και οι ίδιοι ευθύνες;
Επιχειρήσεις βγαίνουν και κατηγορούν την κυβέρνηση και το ΥΠΕΞ ότι δεν τους προστατεύει, ενώ γνωρίζουν πολύ καλά ότι τα σήματα είναι μια ιδιωτική σύμβαση. Θα έπρεπε οι ίδιες να προστατεύσουν τα σήματά τους, ως προϊόντα διανοητικής ιδιοκτησίας. Δυστυχώς στη χώρα μας το θέμα των σημάτων το θεωρούμε ως περιττό κόστος, αν και είναι πολύ χαμηλό. Δεν ήταν στην επιχειρηματική κουλτούρα μας.
Ως προς τη Συμφωνία των Πρεσπών…. οι σχέσεις των επιχειρήσεων, ειδικά της Βόρειας Ελλάδας, με τη γειτονική χώρα είναι πάνω από 30 χρόνια. Ο επιχειρηματίας εξ ορισμού κοιτάζει το συμφέρον του, που δεν ταυτίζεται πάντα με αυτά του ελληνικού κράτους. Όταν όμως παρεμβαίνει στην πολιτική πραγματικότητα χωρίς να λαμβάνει υπόψη του την ίδια πρακτική το θεωρώ υποκριτικό. Επιχειρηματίες που έκαναν δουλειές με την τότε Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, ακολούθησαν σκληρή γραμμή στο θέμα της συμφωνίας, για βραχυχρόνια πολιτική εκμετάλλευση. Το καταλαβαίνω αλλά νομίζω ότι υπάρχουν πιο ουσιαστικά προβλήματα.
Ο πρόεδρος της ΝΔ έχει πει ότι θα κάνει ό,τι είναι δυνατόν να βάλει δικλείδες ασφαλείας στην ΕΕ. Τι θα μπορούσε να γίνει, από τη στιγμή που έχει υπογραφεί η συμφωνία για να διασφαλιστούν οι υφιστάμενες αλλά και οι μελλοντικές επιχειρήσεις;
Εγώ το σέβομαι πάρα πολύ αυτό που είπε ο πρόεδρος της ΝΔ και θα έλεγα welcome to the club. Αυτό κάνουμε, αυτό προσπαθούμε, και κάθε πρόταση προς αυτή την κατεύθυνση θα την υποστηρίξουμε. Η Συμφωνία των Πρεσπών δεν είναι γραμμένη σε πέτρα. Δουλειά μας δεν είναι η προάσπιση της συμφωνίας αλλά η προάσπιση των συμφερόντων μας, όπως εξυπηρετούνται, κατά τη γνώμη μας, μέσω της συμφωνίας.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 12 Μαΐου 2019