Τόνοι μελανιού χύθηκαν για την ανταλλαγή πληθυσμών στη διάρκεια της Μικρασιατικής Καταστροφής. Ένας από τους όρους της Συνθήκης της Λωζάννης ήταν και η υποχρεωτική ανταλλαγή των Ορθόδοξων της Τουρκίας με τους μουσουλμάνους της Ελλάδας. Πολλές ήταν οι ανθρωπολογικές, κοινωνιολογικές και ιστορικές μελέτες που ασχολήθηκαν με το θέμα, ενώ και η ελληνική λογοτεχνία έχει εμπνευστεί κατά καιρούς από τα ιστορικά αυτά γεγονότα.
Τώρα ένα μυθιστόρημα που προέρχεται από μία Τουρκάλα συγγραφέα καταπιάνεται με το ζήτημα αντικρίζοντάς το με ευαισθησία και τρυφερότητα. Η Γιασεμίν Οζέκ από την Κωνσταντινούπολη είναι εγγονή ανταλλαγέντων του 1922 που βίωσαν την προσφυγιά. «Η γιαγιά μου, από την πλευρά του πατέρα μου και η οικογένειά της μετανάστευσαν από τη Θεσσαλονίκη στη Σαμψούντα. Ύστερα από ένα μακρύ ταξίδι, είχαν πάει στο μέρος που θα γνώριζαν για σπίτι τους», λέει στη «ΜτΚ».
Ανασύρει στη μνήμη της κάποια πράγματα που άκουγε από εκείνη: «Στο καινούριο σπίτι τους η γιαγιά μου είχε δει πολλά κλειδιά πάνω σε ένα τραπέζι και ήταν τα κλειδιά των Ελλήνων που είχαν φύγει. Υπήρχαν μεγάλα σπίτια, μικρά σπίτια… Το σπίτι τους στη Θεσσαλονίκη ήταν μεγάλο, αλλά στη Σαμψούντα είχαν διαλέξει μικρό σπίτι γιατί δεν ήξεραν πώς θα κέρδιζαν το ψωμί τους. Μία άλλη ιστορία που θυμάμαι ωστόσο αμυδρά από την παιδική μου ηλικία είναι όταν η γιαγιά μου θύμωνε και μιλούσε αυθόρμητα στα ελληνικά, αν και αμέσως μετά έλεγε την ίδια φράση στα τουρκικά, αρνούμενη ότι είχε μιλήσει στα ελληνικά. Δεν ξέρω αν αυτό έχει κάποιο αποτέλεσμα, αλλά άρχισα να μαθαίνω ελληνικά στα 20 μου και την θυμάμαι με λύπη, χαρά και περηφάνια σε κάθε λέξη που μαθαίνω», ανασύρει σήμερα στη μνήμη της η Γιασεμίν Οζέκ.
Έτσι, η Οζέκ έχοντας στο μυαλό τις πολλές από αυτές τις αφηγήσεις έγραψε το βιβλίο «Δέσποινα, μάτια μου» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Πατάκη» και έχει ως κεντρικό ήρωά του τον Εμίν Ελί, έναν επτάχρονο μουσουλμάνο μεικτής οικογένειας που ζει στη Λέσβο. Εκεί όλοι τους αναπτύσσουν πολύ βαθιές φιλίες, ενώ ο μικρός έχει μεγάλη αδυναμία στη γειτονοπούλα του Δέσποινα. Όταν λόγω της συνθήκης η οικογένεια αναγκάζεται να ξεριζωθεί και να μετακινηθεί στην Τουρκία τότε όλο το σύμπαν της καταρρέει. Γράφοντας χρησιμοποίησε τις δύο παραπάνω ιστορίες. Όταν ο Εμίν Αλί και η οικογένειά του πηγαίνουν στο Αϊβαλί από την Λέσβο, ο πατέρας του διαλέγει το πιο μικρό σπίτι για τον ίδιο λόγο. Ο Εμίν Αλί δυσκολεύεται να συνηθίσει στην Τουρκία και του λείπει η Ελλάδα. Πρέπει να μιλάει μόνο τουρκικά αλλά ονειρεύεται τα ελληνικά. Σε μία σελίδα που περιγράφει την λύπη του, λέει «τα όνειρά μου είναι ακόμα στα ελληνικά και μιλάω στα τουρκικά αλλά φοβάμαι στα ελληνικά».
«Ακόμη και ένα λουλούδι όταν μεταφέρεται μπορεί να μαραθεί»
Στο βιβλίο χαρακτηριστική είναι η φράση «Εμείς, τα αποδημητικά πουλιά που έμειναν σε μία από τις δύο όχθες, αλλά πάντα απέναντι από τους αγαπημένους μας», που δείχνει όλο το ψυχικό άλγος των ανθρώπων αυτών οι οποίοι έχασαν απότομα την καθημερινότητά τους. «Δύο εκατομμύρια άνθρωποι από τις δύο πλευρές υποχρεώθηκαν να φύγουν από την πατρίδα τους, τα σπίτια τους, τη γενέτειρά τους. Πάντα σκέφτομαι ότι ακόμη και ένα λουλούδι όταν μεταφέρεται από ένα μέρος σε άλλο μέσα στο ίδιο σπίτι, μπορεί να χάσει τα φύλλα του και να μαραθεί… Πόσο μάλλον ένας άνθρωπος που πρέπει να εγκαταλείψει τη γη όπου γεννήθηκε. Τελικά έγινε πόλεμος και φυσικά οι άνθρωποι έζησαν μεγάλες καταστροφές και στις δύο πλευρές, πέθαναν, υπέφεραν. Αλλά εγώ διάλεξα να θυμίσω ότι κάποιοι είχαν αληθινές σχέσεις και βοηθούσαν ο ένας τον άλλον. Ήθελα να εξηγήσω τις επιπτώσεις της ανταλλαγής στους ανθρώπους και όχι τους λόγους. Δυστυχώς, δεν μπορούμε να γυρίσουμε τον χρόνο πίσω αλλά μπορούμε να τους θυμόμαστε. Ας μην ξεχνάμε ότι όλοι είναι πρόγονοί μας και ότι μετά από εκατό χρόνια έχουμε τόσες πολλές αναμνήσεις ο ένας από τον άλλον και στις δύο όχθες», επισημαίνει η συγγραφέας.
Τελικά, τι είναι για εκείνην η ιστορία; «Σκεφτόμαστε ότι η ιστορία είναι το παρελθόν μας αλλά δεν είναι. Αν μαθαίνουμε από τα παθήματά μας, η ιστορία είναι ο πιο μεγάλος δάσκαλος αλλά αν δεν μαθαίνουμε κάτι, δεν είναι το παρελθόν μας, είναι το μέλλον μας. Ο Norman Cousins που είναι Αμερικανός συγγραφέας, δημοσιογράφος και υπέρμαχος της παγκόσμιας ειρήνης είχε πει ‘Η ιστορία είναι ένα τεράστιο σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης’. Το σύνολο των μικρών ιστοριών των ανθρώπων επηρεάζει τη συμπεριφορά μας στον κόσμο που αποτελείται από πιο μαζικά γεγονότα», απαντά.
Η παρουσίαση του «Δέσποινα, μάτια μου»
Τέλος απαντά στην ερώτησή μας για το αν οι λαοί, οι απλοί καθημερινοί άνθρωποι έχουν σχέση με την Πολιτική και τις πολιτικές ή μπορούν να συμβιώνουν ειρηνικά και ομαλά πέρα από θρησκεύματα ή άλλες δοξασίες: «Πρώτα από όλα θέλω να σας ευχαριστήσω γι’ αυτήν την ερώτηση γιατί αυτό το θέμα ήταν ένα άλλο στοιχείο που ήθελα να εξηγήσω στο βιβλίο. Σε πολλά μέρη των δύο χωρών, οι δύο λαοί ζούσαν μαζί για αιώνες. Πώς το είχαν καταφέρει; Η απάντηση είναι απλή: με σεβασμό και αγάπη. Οι άνθρωποι, ανεξαρτήτως εθνικότητας ή θρησκείας, έχουν κοινούς δεσμούς που είναι ‘τα συναισθήματα’. Γιατί τα συναισθήματα δεν έχουν γλώσσα, θρησκεία, εθνικότητα ή φύλο. Όταν ζούμε σε παρόμοιες καταστάσεις, τα συναισθήματα που αισθανόμαστε είναι τα ίδια. Ας πούμε ο φόβος, η νοσταλγία, ο χωρισμός, η αγάπη κ.τ.λ. Γι’ αυτό πρέπει να κοιτάξουμε τις ψυχές ο ένας του άλλου και όχι τις ταυτότητές μας. Φυσικά όταν κοιτάζουμε τον κόσμο, βλέπουμε ότι η πολιτική δεν είναι υπέρ της ειρήνης τόσο, αλλά ας μην ξεχνάμε ότι εμείς ως λαοί είμαστε πιο πολλοί και πιο δυνατοί. Αν τα θυμόμαστε αυτά και αν κοιτάζουμε με αγάπη και σεβασμό ο ένας τον άλλον, κανείς δεν θα μπορέσει να μας χωρίσει ποτέ».
Η συγγραφέας μετά το «Δέσποινα, μάτια μου» έγραψε μια σειρά μυθιστορημάτων που αποτελείται από δύο βιβλία «Η Αγγελική και ο Μεχμέτ» και «Δεν θα μείνει μισή αυτή η αγάπη»
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Παρουσίαση στο πλαίσιο της 19ης Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης
Κυριακή 7 Μαΐου
Ώρες: 5 μ.μ. - 6 μ.μ.
Περίπτερο 15 -αίθουσα: Εξώστης 11
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 29-30.04.2023