ΑΠΟΨΕΙΣ

Γιατί ανησυχώ;

 11/12/2023 20:00

Μετά λοιπόν τη S&P, ήρθε η ώρα της Fitch να συμπεριλάβει την Ελλάδα στους ασφαλέστερους επενδυτικούς προορισμούς. Για τον οίκο, καθοριστική είναι η πτωτική τάση της αναλογίας δημοσίου χρέους προς ΑΕΠ, χάρη στην αξιόλογη ονομαστική ανάπτυξη, στη συνεχιζόμενη υπερεκτέλεση του προϋπολογισμού και στην ευνοϊκή διάρθρωση των δανειακών μας υποχρεώσεων.

Όρος-κλειδί στα παραπάνω είναι ο «ονομαστική». Βλέπετε, άλλο η ουσιαστική ανάπτυξη κι άλλο η μεγέθυνση γενικά του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος, όπως ισχύει εδώ. Πάντως από τις έως τώρα κυβερνητικές κινήσεις μοιάζει να επιδιώκεται η πάση θυσία μείωση του ποσοστού χρέους. Δεδομένου όμως ότι η αποπληρωμή δανείων (αριθμητής) δύσκολα μεταβάλλεται, για να επιτευχθεί ο στόχος θα πρέπει οπωσδήποτε να αυξηθούν τα εισοδήματα (παρονομαστής).

Και πώς αυξάνονται αυτά, τουλάχιστον κατ’ όνομα; Συχνά δυσάρεστα, όπως με την κερδοσκοπία, ενισχυτική στους τζίρους των εμπλεκομένων επιχειρήσεων • με τις αυξήσεις μισθών δίχως παράλληλη αύξηση της παραγωγικότητας, διότι αυξάνουν απευθείας την κατανάλωση και την αποταμίευση • με την άνοδο του κόστους στέγασης εξαιτίας και της απουσίας από την κτηματαγορά πολλών χιλιάδων δεσμευμένων ακινήτων • με τα λογής-λογής επιδόματα, που πάντα πέφτουν στην αγορά • με μεγάλα δημόσια έργα, ασχέτως αναγκαιότητας τους • με την παράνομη μετανάστευση, καθώς επίσης μεγεθύνει το καταναλωτικό κοινό, υπόγεια • με το «άσπρισμα» αδήλωτων εισροών, όπως συνήθως παρατηρείται όταν επιβάλλονται τεκμήρια.

Γιατί όμως προτεραιοποιείται αυτή η εθνική επιδίωξη; Κυρίως επειδή διευκολύνει ταυτόχρονα την υπερεκτέλεση του προϋπολογισμού και την πρώιμη εξόφληση δανειακών υποχρεώσεων. Ωραία, αλλά πώς επιτυγχάνεται τούτο το… θαύμα; Μα χάρη στην επενδυτική βαθμίδα, η οποία μας προσφέρει ρευστότητα. Ρευστότητα που επιτρέπει την αντικατάσταση ακριβού χρέους από φθηνότερο, ελαφρύνοντας τα δημόσια οικονομικά και ικανοποιώντας περαιτέρω τους μεγαλύτερους οίκους αξιολόγησης. Χάρη στην -έστω ονομαστική- ποσοστιαία μείωση του χρέους η χώρα μπαίνει σ’ έναν ενάρετο χρηματοδοτικό κύκλο, τα οφέλη του οποίου καταλήγουν σε τράπεζες και επιχειρήσεις, προφανώς στις μεγαλύτερες αρχικά.

Win win δηλαδή; Όχι ακριβώς. Καταρχήν το εφαρμοζόμενο μοντέλο ομοιάζει σ’ εκείνο της περιόδου Σημίτη-Καραμανλή, με μία σημαντικότατη διαφορά: έχουν πλέον αυξηθεί οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών, ενώ πραγματοποιούνται και αρκετές άμεσες ξένες επενδύσεις, δηλαδή μπαίνει μπόλικο χρήμα στην εθνική οικονομία, επιδρώντας θετικά στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Σήμερα η Ελλάδα δεν κινδυνεύει άμεσα από τα δίδυμα ελλείμματα του παρελθόντος. Βραχυπρόθεσμα λοιπόν, όλα καλά. Συνεπώς, γιατί ανησυχώ;

Δυστυχώς παραμένουν τα διαχρονικά βασικά αίτια της χαμηλής ανταγωνιστικότητας, καθώς δεν έχουν αντιμετωπιστεί ικανοποιητικά, παρά τα μνημόνια. Ακριβή ενέργεια, χαμηλή προστιθέμενη αξία, έλλειψη κατάλληλου εργατικού δυναμικού (σχετίζονται οι θλιβερές επιδόσεις PISA), δαιδαλώδες και κοστοβόρο κανονιστικό πλαίσιο, επίμονα δυσχερής χρηματοδότηση ΜΜΕ, αποσπασματικές δράσεις εξωστρέφειας, ιδεολογικές εμμονές και απαρχαιωμένες υποδομές εξακολουθούν να υποσκάπτουν τις μακροπρόθεσμες προοπτικές μας. Στο μέλλον, η τρέχουσα μεγέθυνση του ΑΕΠ θα μπορούσε ν’ αποδειχθεί ψέμα με κοντά ποδάρια.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 10.12.2023

Δημοφιλείς Απόψεις