Κομβικό σημείο στην εξέλιξη της ελληνικής πολιτικής ιστορίας αποτέλεσε ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος και ο Εμφύλιος που ακολούθησε.
Η γενιά που συνυπήρξε με τον Ελευθέριο Βενιζέλο, (τον ένα από τους τρεις, μόνο, μεγάλους πολιτικούς της σύγχρονης Ελλάδας μαζί με τον Καποδίστρια και τον Τρικούπη), ήταν η γενιά που δημιούργησε το σημερινό ελληνικό κράτος.
Ο τελευταίος της γενιάς αυτής ήταν ο Ιωάννης Μεταξάς ο οποίος υπήρξε μεν δικτάτορας , αντίπαλος, πάντοτε, του Βενιζέλου αλλά οι επιτελικές και διοικητικές του ικανότητες ήταν αναμφισβήτητες. Είχε, δε, το θάρρος να υποκλιθεί στη διπλωματική δεινότητα του κρητικού πολιτικού.
Ενόψει του Β! Παγκοσμίου Πολέμου ενέταξε την Ελλάδα στην πλευρά των Βρετανών και των Γάλλων και έτσι, μετά τον πόλεμο προσαρτήθηκαν στη χώρα τα Δωδεκάνησα. Ήταν η τελευταία αναλαμπή. Οι πολιτικοί που ακολούθησαν από τη δεκαετία του ’50 ως σήμερα άρχισαν να δίνουν.
Πρώτος, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής που κυριάρχησε από τα μέσα του ’50. Με τη Συμφωνία της Ζυρίχης αποδέχθηκε μια κάκιστη συμφωνία για το κυπριακό. Τα αποτελέσματά της τα είδαμε λίγα χρόνια αργότερα αφού το κράτος Φραγκενστάιν που δημιουργήθηκε δεν μπορούσε να λειτουργήσει.
Ένας πολιτικός της παλιάς φρουράς, νομάρχης Χίου επι Βενιζέλου, ο Γεώργιος Παπανδρέου, έκανε την τελευταία σωστή κίνηση. Έστειλε στην Κύπρο, κρυφά, ολόκληρη Μεραρχία την οποία απέσυραν από τη μεγαλόνησο οι δικτάτορες του ’67. Κανείς δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι στρατιωτικοί, άνθρωποι, δηλαδή, που ετάχθησαν να προστατεύουν το εθνικό συμφέρον θα έκαναν μια τέτοια κίνηση.
Η δικτατορία του ’67, όπως αναδεικνύουν νεότερες έρευνες, έγινε αφ ενός μεν λόγω των σχεδιασμένων από τις ΗΠΑ, εξελίξεων στη Μέση Ανατολή με επίκεντρο το Ισραήλ, αφετέρου δε για να δοθεί η «λύση» που δόθηκε στο κυπριακό.
Ύστερα από μια τεχνητή κρίση, η δικτατορική κυβέρνηση του Παπαδόπουλου πήγε στην Κεσάνη και συμφώνησε την απόσυρση της μεραρχίας από την Κύπρο. Μέγιστο, τραγικό λάθος το οποίο, είναι αδύνατο να μην αντιλήφθηκε η στρατιωτική ηγεσία.
Αφού ο Παπαδόπουλος έκανε τη δουλειά που ήταν να κάνει, αντικαταστάθηκε από τον Ιωαννίδη. Έναν δικτάτορα περιορισμένης αντιλήψεως, ιδεοληπτικό, που οργάνωσε το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου και έδωσε αφορμή για τη σχεδιασμένη, με τους αμερικανούς, τουρκική εισβολή.
Το ακόμη τραγικότερο ήταν ότι ενώ η Ελλάδα διοικούνταν από στρατιωτικούς ήταν εντελώς γυμνή στο στρατιωτικό τομέα. Η επιστράτευση του ’74 αποδείχθηκε φιάσκο.
Η δικτατορία του ’67 έγινε από συνειδητούς πράκτορες που πρόδωσαν τη χώρα.
Η μεταπολιτευτική λύση ήταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, γνωστός από τη Συμφωνία της Ζυρίχης για το κυπριακό. Ανέλαβε, αποδεχόμενος τα τετελεσμένα. Το μεγαλύτερο μέρος της Κύπρου κατελήφθη με τον δεύτερο Αττίλα, όταν η Ελλάδα είχε πολιτική κυβέρνηση υπο τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και ο τότε πρωθυπουργός δήλωνε πως η Κύπρος είναι μακριά γα να υπάρξει κάποια αντίδραση.
Οι Τούρκοι κλιμακώνουν τις αντιδράσεις τους και αρχίζει μια κούρσα εξοπλισμών που διευρύνει το χάσμα στο ισοζύγιο ισχύος των δύο χωρών.
Η χώρα περνά μια περίοδο οικονομικής ευημερίας, οι κυβερνήσεις μοιράζουν χρήματα αλλά οι ένοπλες Δυνάμεις καθίστανται, καθημερινά, ολοένα και πιο ανίσχυρες από πλευράς εξοπλισμών. Τα χρήματα για τους εξοπλισμούς καταλήγουν τα περισσότερα στις τσέπες μεσαζόντων και πολιτικών. Το πανηγύρι είναι απίστευτο.
Η γειτονική χώρα δοκιμάζει τις αντοχές της Ελλάδας το 1987 και ο Ανδρέας Παπανδρέου αποφασισμένος να έρθει σε ρήξη, φθάνει στα όρια. Το τι συνέβη το κρίσιμο βράδυ που οι δύο χώρες έφθασαν στα πρόθυρα πολέμου δεν είναι γνωστό. Και δεν θα γίνει. Η Τουρκία αναδιπλώνεται αλλά ο Ανδρέας Παπανδρέου κάνει το μοιραίο λάθος της πολιτικής του ζωής. Αποδέχεται να πάει και να συζητήσει- δηλαδή να νομιμοποιήσει- τις τουρκικές διεκδικήσεις στο Νταβός. Το mea culpa μπορεί να σώζει τα πολιτικά προσχήματα όχι, όμως, και τα ουσιαστικά. Ο Ανδρέας Παπανδρέου εντάσσεται στην ίδια κατηγορία των άλλων μεταπολεμικών ηγετών.
Καθ όλη τη διάρκεια της πρωθυπουργίας και αυτού και του διαδόχου του Κώστα Σημίτη, ο οποίος βαρύνεται με τα Ίμια, γίνεται προσπάθεια ενίσχυσης των Ενόπλων Δυνάμεων αλλά τα περισσότερα χρήματα καταλήγουν στις τσέπες πολιτικών. Με τέτοια νοοτροπία κανείς δεν θέλει να ενθαρρύνει τη συνέχιση των εξοπλισμών. Για το Σημίτη θα μπορούσε να πεί κανείς: τι να κάνει, τόσο μπορούσε ο άνθρωπος.
Ο Σημίτης δεν ήταν πολιτικός για δύσκολες καταστάσεις. Μαζί με τους συνεργάτες του εγκαταλείπουν τη λογική της επιδίωξης στρατιωτικής ισορροπίας και αναζητούν το δόγμα της ήπιας ισχύος με το χαρτί της συμμετοχής στην Ε.Ε.
Έλα, όμως, που το χαρτί αυτό ξεθώριασε… Και τώρα;
Μετά το Σημίτη έχουμε κυβερνήσεις παιδικής χαράς.
Δεν είναι γνωστό αν η χώρα διαθέτει, όπως λένε πολλοί, ικανά πρόσωπα τα οποία αποφεύγουν να εκτεθούν. Αλλά, αν διέθετε ικανά πρόσωπα δεν θα είχαν πρόβλημα να απευθυνθούν στον κόσμο και να διεκδικήσουν την εμπιστοσύνη του.
Εκμαυλίστηκε, όμως, και η κοινωνία.
Ζώντας αρκετά χρόνια σε περίοδο σταθερότητας και, μερικές φορές, οικονομικής ευμάρειας σε σχέση με το παρελθόν, δεν εκτιμά την αναζήτηση ικανών προσώπων για τη διαχείριση των υποθέσεών της.
Ικανοποιείται με τον ηθοποιό και τον τραγουδιστή, τον ποδοσφαιριστή ή, ακόμη, και το δημοσιογράφο που προκαλεί την αναπαραγωγική διάθεση του DNA της.
Τα προβλήματα συσσωρεύονται και οξύνονται και φθάσαμε σήμερα να ικετεύουμε τη διεθνή κοινότητα να αντιμετωπίσει τις δικές μας δυσκολίες. Όπως, τώρα, στην Ανατολική Μεσόγειο, την Κύπρο και το Αιγαίο. Που συρόμαστε απο ταπείνωση σε ταπείνωση. Έχουμε αναγάγει την ανικανότητα σε σύγχρονη ιδεολογία.
Το, προφανές, ερώτημα είναι γιατί να το κάνει η διεθνής κοινότητα. Όποτε το έκανε, από τη Ναυμαχία του Ναβαρίνου ως τα Ίμια κάτι ζήτησε και πήρε.
Η απορία όλων είναι γιατί η χώρα δεν ετοιμάζεται για τις δύσκολες καταστάσεις όταν τα πράγματα είναι ήρεμα και μπορεί.
Διότι οι ηγεσίες της μετά τον Β! ΠΠ ήταν και συνεχίζουν να είναι ανίκανες. Διότι η κοινωνία έχει ευνουχισθεί.
Ο τελευταίος πόλεμος και ο Εμφύλιος παρήγαγαν νέα δεδομένα. Τα οποία, μετά την οικονομική κρίση είναι, ακόμη, χειρότερα.
Οι σημερινές πολιτικές ηγεσίες δεν είναι, απλώς, ανίκανες. Είναι κάτι, ακόμη χειρότερο.
Με αυτές τις προϋποθέσεις η Ελλάδα τετέλεσται. Δείτε ποιοι κυβερνούν και ποιοι αναζητούν ψήφο.